Στη σιωπή τείνει να περάσει μια δεύτερη κυβερνητική πρόκληση σε ότι αφορά την υποχρέωση των κρατικών αρχών αλλά και το κεκτημένο, κατοχυρωμένο σε διεθνείς συμβάσεις δικαίωμα, για δίγλωσσες πινακίδες σε δημόσιους χώρους σε περιοχές που ιστορικά και σημαντικούς αριθμούς ζει η Εθνική Ελληνική Μειονότητα.
Συγκεκριμένα τους τελευταίους μήνες σε όλο το εύρος του Δήμου Φοικινιού τοποθετήθηκαν πινακίδες ενδείξεων για τους οικισμούς και οδικής σήμανσης. Είναι όλες τους γραμμένες μόνο στην Αλβανική παραβιάζοντας όπως ήδη προαναφέρθηκε ένα κεκτημένο με τις ανάλογες περιοχές στο Δήμο Δρόπολης.
Είναι και αυτό στα πλαίσια του ολοκληρωτισμού, θεωρία και πράξη, στον οποίο δείχνει εθισμένη η κυβερνητική μηχανή του Ράμα και του ΣΚ – ΣΚΕ (LSI).
Ένα πρώτο ερώτημα προκύπτει ασφαλώς για τη δημοτική αρχή Φοινίκης που σιωπά εάν όχι και εγκρίνει στα πλαίσια της πλήρους υποταγής της στο αφεντικό που την ανέδειξε, αθετόντας αρμοδιότητες που ανήκουν. Το Δημοτικό Συμβούλιο και οι προέδροι των συμβουλίων των κοινοτήτων προφανώς έχουν ρόλο και λόγο και όσο δεν είναι αργά και δεν έχει παγιωθεί η κατάσταση πρέπει να αντιδράσουν.
Ένα δεύτερο έχει την απάντηση του και αφορά στις λογικές της κυβέρνησης, αυτής που αργά ή γρήγορα θα ετοιμάσει τις θέσεις της προς την ΕΕ για το επίπεδο σεβασμού των δικαιωμάτων της ΕΕΜ ως όρο για την πρόοδο των ενταξιακών διαδικασιών. Είναι προφανώς έκθετη. Απ’ τη μια με την ρητορική και το μηχανισμό προπαγάνδας έχει προλιάνει το έδαφος για τις ακραίες ανθελληνικές ομάδες που περιφέροντε στο Δήμο Δρόπολης και σβήνουν τις επιγραφές στην Ελληνική. Ούτε ένας δεν έχει συλληφθεί ή κατηγορηθεί καί τι οι πινακίδες προστατεύονται από ειδική νομοθεσία. Απ’ την άλλη, στην άλλη μεγάλη κοιλάδα του Βούρκου και την ευρύτερη περιοχή των Αγίων Σαράντα, ενώ ισχύει το ίδιο πλαίσιο των προβλέψεων των διεθνών πρακτικών για τα γλωσσικά δικαιώματα των μειονοτήτων δεν αναρτεί δίγλωσσες πινακίδες.
Η υπόθεση φέρνει στο φως και ένα ακόμη πρόβλημα που ενώ χρονίζει το κρύβουν κάτω απ’ το χαλί. Η πινακίδα στη συννημένη φωτό εκτός απ’ την παραβίαση του δικαιώματος χρήσης δημόσια της ελληνικής γλώσσας αποδεικνύει ότι παραβιάζονται και δικαιώματα στην ονομασία των χωριών και κοινοτήτων στη γλώσσα της μειονότητας. Η πινακίδα είναι για το χωριό Καινούργιο. Στα χρόνια του κομουνισμού το ονόμασαν «Νέο Βούρκο» και στην αλβανική μάλιστα «Βούργκου ι Ρι»… Τόσα χρόνια εξελίσσεται ο αγώνας για την απάληψη τέτοιων ονομασιών και ακόμη δυστυχώς υπάρχουν.
Είναι ένα πρόβλημα όχι απλά με συμβολικές και συναισθηματικές σημασίες. Είναι το πλέον ενδεικτικό ότι οι αντιλήψεις και πρακτικές καταπίεσης της ΕΕΜ αποτελούν στοιχείο της διακυβέρνησης και του κρατικού μηχανισμού.