Ποινή φυλάκισης 4 ετών με αναστολή υπό τον όρο της εμφάνισής του στο αστυνομικό τμήμα του τόπου κατοικίας του, στο πρώτο πενθήμερο κάθε διμήνου επέβαλε χθες το Πενταμελές Εφετείο Δωδεκανήσου σε πρώην λογιστή της Δημοτικής Επιχείρησης Συγκοινωνιών “ΡΟΔΑ”, που κρίθηκε ένοχος υπεξαίρεσης και απιστίας και αθώος απάτης.
Στον κατηγορούμενο, είχε επιβληθεί πρωτοδίκως ποινή κάθειρξης 8 ετών με ανασταλτικό ως προς την έφεση αποτέλεσμα ενώ του είχε αναγνωριστεί το ελαφρυντικό του πρότερου έντιμου βίου.
Θυμίζουμε ότι ο κατηγορούμενος κι ακόμη ένας υπάλληλος, που έχει αποβιώσει, κατηγορήθηκαν για το ό,τι στο χρονικό διάστημα από το έτος 2001 μέχρι και την 22-7-2004, ενεργώντας από κοινού, αφού πλήρωναν με μετρητά τον προμηθευτή κ. Γ. Ρούσσο παρακρατούσαν χρηματικό ποσό που ανερχόταν κάθε φορά σε ποσοστό 20% επί της καθαρής αξίας εκάστου τιμολογίου – δελτίου αποστολής που εξέδιδε.
Φέρονται συγκεκριμένα να παρακράτησαν 15.241,37 ευρώ από 11 τιμολόγια – δελτία αποστολής του προμηθευτή και συνολικά σε σύνολο συναλλαγών ύψους 495.033,29 ευρώ με τον ίδιο προμηθευτή το ποσό των 99.006,66 ευρώ.
Στην χθεσινή ακροαματική διαδικασία δεν έλειψαν οι εντάσεις κατά την εξέταση του κυρίου μάρτυρα κατηγορίας και συγκεκριμένα του προμηθευτή κ. Γ. Ρούσσου από τον συνήγορο υπεράσπισης του κατηγορούμενου δικηγόρο κ. Μανώλη Κουτσούκο, που τον χαρακτήρισε κατ’ επανάληψη «ψευδομάρτυρα».
Πιο συγκεκριμένα ο κ. Ρούσσος υποστήριξε ότι είχε υποβάλει δεσμευτική προσφορά για 100 περίπου ανταλλακτικά στην επιχείρηση και ότι την προμήθευε με πολλά άλλα εκτός προσφοράς σε τιμές που προσαύξανε συνήθως κατά 20% προκειμένου να καταβάλει «παρακράτηση», που του επέβαλε ο κατηγορούμενος κάθε φορά που πληρωνόταν το αντίτιμο τιμολογίων που εξέδιδε.
Ο κατηγορούμενος στην προηγούμενη δίκη δεν ήταν σε θέση να προσδιορίσει το ύψος των χρημάτων που δόθηκαν, ουσιαστικά ως «μίζα».
Το δικαστήριο είχε διακόψει τη δίκη και ζήτησε από τον κ. Ρούσσο να προσκομίσει στη δίκη πλήρη στοιχεία τιμολογίων και πληρωμών στο διάστημα των ετών 2001 – 2004, αλλά και να προσδιορίσει επακριβώς το ύψος της ζημίας που ο ίδιος αλλά και η επιχείρηση υπέστησαν.
Χθες με την έναρξη της διαδικασίας ο κ. Ρούσσος υπέβαλε στο δικαστήριο μια σειρά από 14 τιμολόγια σε δραχμές συνολικού ύψους 467.485,13 ευρώ και 8 τιμολόγια σε ευρώ συνολικού ύψους 322.166,61 ευρώ, που εξέδωσε την επίμαχη περίοδο, ισχυριζόμενος εμμέσως ότι το ύψος της ζημίας που υπέστη η επιχείρηση ανήλθε σε 157.930,35 ευρώ.
Ο κ. Ρούσσος στην κατάθεσή του υποστήριξε ότι η ΔΕΣ ΡΟΔΑ ξεκίνησε την συνεργασία μαζί του με την παραγγελία ανταλλακτικών διότι οι τιμές που έδινε ήταν σαφώς μικρότερες από εκείνες που αγόραζε η επιχείρηση από άλλους προμηθευτές από την Αθήνα.
Υποστήριξε ότι ακόμη και σε αυτές τις χαμηλές τιμές προχωρούσε σε υπερτιμολόγηση κατά 20% κι ότι κανένας από την επιχείρηση, λόγω της αταξίας που επικρατούσε δεν είχε διαμαρτυρηθεί προς τούτο.
Συγκεκριμένα στην υπερτιμολόγηση και εκτός του δεσμευτικού τιμοκαταλόγου της προσφοράς του κανείς δεν εξέφρασε τις αντιρρήσεις του.
Οι ισχυρισμοί του αυτοί προκάλεσαν την αντίδραση του συνηγόρου υπεράσπισης ο οποίος εξέθεσε ότι ουδέποτε σε προηγούμενες καταθέσεις του ο μάρτυρας είχε μιλήσει για υπερτιμολογήσεις και μάλιστα ερωτηθείς σχετικά το είχε διαψεύσει κατηγορηματικά και ότι ουσιαστικά οι ισχυρισμοί του αυτοί είναι ένα «εφεύρημα» προκειμένου να θεωρηθεί ότι προκλήθηκε βλάβη στην επιχείρηση διότι ουσιαστικά αν γινόταν δεκτό ότι κατέβαλε «μίζα» η βλάβη που προκλήθηκε δεν ήταν σε βάρος της δημοτικής επιχείρησης με αποτέλεσμα να μην υφίστανται τα αδικήματα για τα οποία κατηγορείται ο εντολέας του αλλά βλάβη σε βάρος του ίδιου.
Τόνισε μάλιστα ότι τα εντάλματα πληρωμής που είχαν εκδοθεί ήταν στο ύψος του ποσού που προέβλεπαν τα τιμολόγια του προμηθευτή με αποτέλεσμα μετά την καταβολή των ποσών να μην υφίσταται οικονομική ζημία στην δημοτική επιχείρηση.
Από εκεί και πέρα ένταση σημειώθηκε κι όταν ο κ. Κουτσούκος παρουσίασε στη δίκη 6 διαφορετικές εκδοχές που είχε δώσει σε καταθέσεις του ο μάρτυρας για το ύψος της «μίζας».
Τόνισε ακόμη ότι από τον έλεγχο επιθεωρητών της Οικονομικής Επιθεώρησης Κρήτης δεν είχαν επιβεβαιωθεί οι κατηγορίες αλλά βρέθηκαν όλα καλώς, ενώ μάλιστα εξαιτίας της αδυναμίας έκδοσης τιμολογίων το 2004 από τον κ. Ρουσσο λόγω φορολογικών του εκκρεμοτήτων, είχαν δημιουργηθεί πλεονάσματα στην αποθήκη αφού η δημοτική επιχείρηση παρελάμβανε ανταλλακτικά χωρίς παραστατικά!!
Καταθέσεις ελήφθησαν ακόμη από 4 μάρτυρες. Ο αποθηκάριος κατέθεσε μεταξύ άλλων ότι όταν προκλήθηκε έλεγχος στην επιχείρηση ο κατηγορούμενος μαζί με τον εκλιπόντα πλέον διευθυντή είχαν επισκεφθεί την αποθήκη και ο τελευταίος είχε πει ενόψει της ανακάλυψης των πλεονασμάτων ότι ο «Ρούσσος τους έκαψε».
Απολογούμενος ο κατηγορούμενος εξέθεσε ότι καταβλήθηκε προσπάθεια από τον κ. Ρούσσο με την συνέργεια του πρώην προέδρου της δημοτικής επιχείρησης για την ενοχοποίηση του ίδιου και του διευθυντή προκειμένου να απολυθούν ανευ αποζημίωσης για να μην ασκούν τον επιβαλλόμενο έλεγχο.
Πιο συγκεκριμένα ισχυρίστηκε ότι είχε εκφράσει την αντίθεση του στην διοίκηση και προσωπικά στον τότε πρόεδρο για τις πρωτοβουλίες που είχε αναλάβει για να μην μετατραπεί δυνάμει νόμου η επιχείρηση σε ανώνυμη και είχε έλθει σε ρήξη μαζί του. Υποστήριξε συγκεκριμένα ότι υπήρχαν προσλήψεις προσωπικού στην επιχείρηση το οποίο δεν απασχολείτο όμως εκεί αλλά αλλού και εγίνοντο διαχειριστικές πράξεις που δεν θα μπορούσαν να έχουν λάβει χώρα όταν το νομικό καθεστώς της επιχείρησης δεν διατηρείτο ως είχε.
Επιπλέον υποστήριξε ότι ο τότε πρόεδρος τον πίεζε να εξοφλήσει υποχρεώσεις της επιχείρησης προς τον κ. Ρούσσο για τις οποίες δεν είχαν εκδοθεί τιμολόγια και εκείνος αντιτίθετο με αποτέλεσμα να ζητηθεί από τον τελευταίο να τον καταγγείλει για «μίζες» προκειμένου να απομακρυνθεί από την επιχείρηση.
Εν πάση περιπτώσει τα ανωτέρω αξιολογήθηκαν και το δικαστήριο κατέληξε σε καταδικαστική κρίση κρίνοντας όμως αθώο τον κατηγορούμενο απάτης αποδεχόμενο ουσιαστικά τον αυτοτελή ισχυρισμό του κ. Κουτσούκου.
Πιο συγκεκριμένα ο κατηγορούμενος εφέρετο σύμφωνα με το κατηγορητήριο να έχει υπεξαιρέσει 99.000 ευρώ από την επιχείρηση το ίδιο ποσό λογίζει η πρωτόδικη απόφαση ως απάτη σε βάρος του προμηθευτή και περαιτέρω το ίδιο και ως προϊόν εκβίασης σε βάρος του προμηθευτή.
Συνήγοροι πολιτικής αγωγής της ΔΕΣ ΡΟΔΑ παρέστησαν οι δικηγόροι κ.κ. Σ. Αναστασιάδης και Μ. Τσέρκης.