Οι καταναλωτές εκτίθενται σε κινδύνους
Υπερδιπλασιασμό των καταγγελιών από γιατρούς και καταναλωτές για παρενέργειες καλλυντικών προϊόντων καταγράφει αμερικανική μελέτη για το χρονικό διάστημα 2015-2016 στις ΗΠΑ, σύμφωνα με στοιχεία που δημοσιεύονται στο επιστημονικό έντυπο JAMA Internal Medicine.
Οι ερευνητές της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Northwestern του Ιλινόις, με επικεφαλής τον Δρ Σουάι Χου, εξέτασαν τις καταγγελίες που είχαν γίνει προς τον Αμερικανικό Οργανισμό Τροφίμων και Φαρμάκων (FDA) και διαπίστωσαν ότι τα περισσότερα παράπονα -περίπου το 35%- αφορούσαν προϊόντα για την περιποίηση μαλλιών (σαμπουάν, μαλακτικές κρέμες κ.α.). Ακολουθούσαν σε συχνότητα τα παράπονα για τα προϊόντα φροντίδας του δέρματος και για τα τατουάζ.
Οι συχνότερες καταγγελίες για πιο σοβαρά προβλήματα υγείας -περίπου το 50%- αφορούσαν βρεφικά προϊόντα και η βλάβη μπορεί να αφορούσε από τραυματισμό και αναπηρία έως θάνατο.
Οι επιστήμονες επισημαίνουν ότι οι καταναλωτές εκτίθενται σε κινδύνους, επειδή οι εταιρείες καλλυντικών υποβάλλονται σε υποτυπώδη έλεγχο και δεν απαιτείται προέγκριση για τα προϊόντα τους από τον FDA, προτού κυκλοφορήσουν στην αγορά, επειδή δεν είναι φάρμακα.
«Ο FDA έχει πολύ λιγότερη εξουσία να αποσύρει καλλυντικά από την αγορά, αντίθετα με τα φάρμακα ή τις ιατρικές συσκευές. Είναι σαφώς πιο δύσκολο για τον FDA να απομακρύνει από τα ράφια τα επιβλαβή καλλυντικά» εξηγεί ο Δρ Χου.
Από το 2004 έως το 2016 συνολικά υπήρξαν 5.144 καταγγελίες στον FDA για καλλυντικά, αλλά σύμφωνα με τον Δρ Χου, πιθανότατα αυτές αποτελούν μόνο την κορυφή του παγόβουνου, καθώς πολλά ακόμη περιστατικά ποτέ δεν καταγγέλλονται από τους καταναλωτές ή από τους γιατρούς.
«Η μελέτη μας αποτελεί ένα προσκλητήριο αφύπνισης, καθώς είναι αναγκαίο ο καθένας να ενεργοποιηθεί και να αναφέρει τυχόν παρενέργειες των καλλυντικών. Πρόκειται για μια παγκόσμια βιομηχανία που κάνει τζίρο 430 δισεκατομμυρίων δολαρίων ετησίως και διαθέτει στην αγορά εκατομμύρια προϊόντα, παρόλα αυτά λαμβάνουμε κατά μέσο όρο μόνο 200 έως 400 καταγγελίες το χρόνο. Αν θέλουμε περισσότερη ασφάλεια και να κρατήσουμε τα επικίνδυνα προϊόντα μακριά από την αγορά, το πρώτο βήμα είναι να βεβαιωθούμε ότι διαθέτουμε αξιόπιστα στοιχεία, αλλά το βασικό εύρημα της μελέτης μας είναι ότι δεν τα έχουμε ακόμη», υπογραμμίζει.
Σύμφωνα με τους ερευνητές, πολλές εταιρείες ισχυρίζονται ότι τα προϊόντα τους αποτελούν ένα συνδυασμό καλλυντικού και φαρμάκου, επειδή περιέχουν κάποια δραστική ουσία, όμως δεν ελέγχονται ανάλογα από τον FDA, επειδή τυπικά παρουσιάζουν τους εαυτούς τους ως εταιρείες καλλυντικών και όχι ως φαρμακευτικές.
«Στην καλύτερη περίπτωση αυτά τα προϊόντα μπορεί απλώς να προωθούνται στην αγορά με ισχυρισμούς που δεν είναι αληθινοί. Στην χειρότερη, υπάρχουν δραστικά συστατικά μέσα σε αυτά τα προϊόντα, που μπορούν να προκαλέσουν πραγματική βλάβη», τονίζει ο Δρ Χου και επισημαίνει ότι τέτοια προϊόντα χρησιμοποιούνται από νεογέννητα μέχρι εγκύους σε καθημερινή βάση.