Μετά από τρίμηνη εργασία η πλειοψηφία των μελών της επιτροπής διαπίστωσε ότι το αδίκημα της απιστίας έχει παραγραφεί, ενώ για αυτό του ξεπλύματος «μαύρου» χρήματος αρμόδιο όργανο να ερευνήσει τον κ. Παπαντωνίου είναι η τακτική Δικαιοσύνη και όχι η Βουλή – Η συζήτηση και ψήφιση του πορίσματος από την Ολομέλεια θα γίνει την ερχόμενη Τετάρτη
Την επιστροφή στην Δικαιοσύνη των έξι ποινικών δικογραφιών κατά του πρώην υπουργού Εθνικής Αμυνας, Γιάννου Παπαντωνίου προτείνει το πόρισμα της πλειοψηφίας της προανακριτικής επιτροπής της Βουλής.
Μετά από τρίμηνη εργασία η πλειοψηφία των μελών της επιτροπής διαπίστωσε ότι το αδίκημα της απιστίας έχει παραγραφεί ενώ για αυτό του ξεπλύματος «μαύρου» χρήματος αρμόδιο όργανο να ερευνήσει τον κ. Παπαντωνίου είναι η τακτική Δικαιοσύνη και όχι η Βουλή καθώς το εν λόγω αδίκημα δεν περιλαμβάνεται στον νόμο περι ευθύνης υπουργών.
Συγκεκριμένα, το «δια ταύτα» του πορίσματος της πλειοψηφίας που υπογράφεται από ΣΥΡΙΖΑ,ΑΝΕΛ, ΝΔ, Δημ. Συμπαράταξη και Ενωση Κεντρώων προτείνει στην Ολομέλεια «2. Να παραπέμψει τις έξι (6) υποθέσεις και τις σχετικές ποινικές
δικογραφίες για το αδίκημα της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες
δραστηριότητες το οποίο φέρεται ότι τέλεσε ο πρώην Υπουργός Ιωάννης
Παπαντωνίου κατά το χρονικό διάστημα από Οκτώβριο 2001 έως Μάρτιο 2004,
στον αρμόδιο Εισαγγελέα Πλημμελειοδικών Αθηνών δεδομένου ότι σύμφωνα με
όσα εκτέθηκαν αναλυτικά στο Κεφάλαιο Γ΄ του παρόντος δεν έχει αρμοδιότητα η
Βουλή να ασκήσει εναντίον του ποινική δίωξη για το αδίκημα αυτό».
Η συζήτηση και ψήφιση του πορίσματος από την Ολομέλεια θα γίνει την ερχόμενη Τετάρτη ενώ αναφορικά με τα πραγματικά περιστατικά και το περιεχόμενο των εγγράφων που διαβιβάστηκαν στην επιτροπή επισημαίνεται:
«ΙΙ. ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟ ΜΕΡΟΣ
Από τα προαναφερθέντα έγγραφα και λοιπά αποδεικτικά στοιχεία
προκύπτουν τα εξής πραγματικά περιστατικά:
1. Ο Ιωάννης Παπαντωνίου και η σύζυγός του Σταυρούλα Κουράκου
απέκρυψαν κατά τα έτη που ο πρώτος ήταν ΥΠΕΘΑ, δηλαδή κατά τα 2001, 2002,
2003 και 2004, φορολογητέα ύλη συνολικού ύψους 771.010 ευρώ.
Στο σημείο αυτό είναι αναγκαίο να επισημανθούν τα εξής: α) Αποκρυβείσα
φορολογητέα ύλη αποτελούν τραπεζικές καταθέσεις που δεν μπορούν να
δικαιολογηθούν και είναι πρωτογενείς τέτοιες και β) κατά τα προαναφερθέντα έτη,
σταθερή πηγή εισοδημάτων του Ιωάννη Παπαντωνίου και της Σταυρούλας
Κουράκου ήταν η μισθοδοσία τους.
2. Ο Ιωάννης Παπαντωνίου και η Σταυρούλα Κουράκου είχαν μια μεγάλη
διασπορά καταθέσεων σε τράπεζες της Ελλάδας.
Συγκεκριμένα, ο Ιωάννης Παπαντωνίου διατηρούσε 28 λογαριασμούς σε 4
διαφορετικές τράπεζες, Εθνική Τράπεζα, ALPHA BANK, EUROBANK και Γενική
Τράπεζα και ήταν δεύτερος δικαιούχος σε 3 τέτοιους και η Σταυρούλα Κουράκου
διατηρούσε 18 λογαριασμούς σε 5 τραπεζικά ιδρύματα, ήτοι στα προαναφερόμενα
τέτοια καθώς και στο Ταχυδρομικό Ταμιευτήριο. Να σημειωθεί δε ότι οι
λογαριασμοί αυτοί ήταν διασπαρμένοι σε συνολικά 48 υποκαταστήματα των
τραπεζών αυτών, σε όλη την Ελληνική Επικράτεια.
3. Διαπιστώνεται συνεχής λήψη δανείων, αρκετά από τα οποία είτε
εξοφλούνται σε σύντομο χρονικό διάστημα, είτε για κάποιο από αυτά δεν
προκύπτει εξόφλησή τους. Ενδεικτικά, τα ληφθέντα δάνεια από τους παραπάνω
κατά την προαναφερόμενη χρονική περίοδο είναι τα εξής: Το έτος 2001 37.126
ευρώ, το έτος 2002 15.210 ευρώ, το έτος 2003 185.000 ευρώ και το 2004 13.872
ευρώ.
4. Κατά την ίδια χρονική περίοδο οι Ιωάννης Παπαντωνίου και
Σταυρούλα Κουράκου προβήκανε σε αγοραπωλησίες και διακίνηση
χρηματοοικονομικών προϊόντων με σχηματισμό χαρτοφυλακίου.
5. Ο Ιωάννης Παπαντωνίου στις δηλώσεις της περιουσιακής
κατάστασής του κατά τα παραπάνω έτη αποκρύπτει συστηματικά καταθέσεις και
άλλα χρηματοοικονομικά προϊόντα, αμοιβαία κεφάλαια και, επιπρόσθετα, σε καμία
δήλωση δεν περιλάμβανε τα εισοδήματα της συζύγου του Σταυρούλας Κουράκου
και τους επενδυτικούς λογαριασμούς της ίδιας στην ελβετική τράπεζα ΗSBC, για
τους οποίους θα γίνει εκτενέστερη αναφορά παρακάτω.
6. Κατά τα παραπάνω έτη έχουν λάβει χώρα οι εξής μεταβιβάσεις
ακινήτων, είτε από επαχθή είτε από χαριστική αιτία.
α) Στις 11.11.2001 η Σταυρούλα Κουράκου πώλησε ακίνητό της στην
τοποθεσία «Μαύρο Λιθάρι» Αττικής αντί του τιμήματος των 24.000.000 δραχμών
(70.432,868 ευρώ).
β) To 2002 πάλι η Σταυρούλα Κουράκου αγόρασε αγροτεμάχιο μαζί με
ημιτελή οικοδομή, έκτασης 5.362 τμ, η οικοδομή έχει επιφάνεια 224 τμ, στο Δήμο
Ποσειδωνίας της Σύρου αντί του συνολικού τιμήματος 112.168 ευρώ, που
αποτελούσε την αντικειμενική του αξία. Είναι όμως πασιφανές ότι η εμπορική αξία
του εν λόγω ακινήτου ήταν τουλάχιστον 20πλάσια από το τίμημα πώλησης που
αναγράφηκε στο σχετικό συμβόλαιο. Θα πρέπει να επισημανθεί επίσης ότι τα
εισοδήματα της Σταυρούλας Κουράκου δεν δικαιολογούν την αγορά του
παραπάνω ακινήτου και είναι προφανές ότι αυτά διατέθηκαν από τον Ιωάννη
Παπαντωνίου.
γ) Το 2002 μεταβιβάζεται από τον Ιωάννη Παπαντωνίου η ψιλή κυριότητα
του ακινήτου του επί της οδού Ολυμπίας 5-7 στο γιό του, Ιάσωνα Παπαντωνίου.
δ) Το 2003 ο Ιωάννης Παπαντωνίου αγόρασε στην οδό Αμερικής 19
(Κολωνάκι) δύο οριζόντιες ιδιοκτησίες (διαμερίσματα) συνολικού εμβαδού 140 τμ
έναντι τιμήματος 200.339,57 ευρώ, που αποτελεί την αντικειμενική αξία των
διαμερισμάτων αυτών. Είναι δε και εδώ ολοφάνερο ότι η εμπορική αξία των
παραπάνω διαμερισμάτων ήταν τουλάχιστον 10πλάσια κατά την εποχή της
αγοράς τους.
ε) Επισημαίνεται επίσης ότι σε μεταγενέστερο της ερευνώμενης χρονικής
περιόδου χρόνο και συγκεκριμένα το έτος 2008, ο Ιωάννης Παπαντωνίου αγόρασε
και άλλη οριζόντια ιδιοκτησία (διαμέρισμα) στην οδό Αμερικής 19 με
αναγραφόμενο τίμημα στο σχετικό συμβόλαιο 69.809 ευρώ, που αποτελούσε την
αντικειμενική του αξία. Είναι όμως ολοφάνερο και πάλι ότι η εμπορική του αξία
ήταν πολλαπλάσια της αντικειμενικής τέτοιας.
7. Με τις προαναφερόμενες αποφάσεις του Εφετείου Αθηνών ο Ιωάννης
Παπαντωνίου και η Σταυρούλα Κουράκου, κρίθηκαν ένοχοι του ότι «ο μεν πρώτος
από αυτούς υπέβαλε με πρόθεση και εν γνώσει του ανακριβείς δηλώσεις περιουσιακής κατάστασης (πόθεν έσχες) για τα οικονομικά έτη 2008, 2009 και
2010», «η δε δεύτερη από αυτούς παρέσχε από πρόθεση άμεση συνδρομή στον
πρώτο κατά τη διάρκεια και στην εκτέλεση της παραπάνω κύριας πράξης του
τελευταίου». Καταδικάστηκαν δε σε πολυετείς ποινές φυλάκισης και σε χρηματικές
ποινές.
Στο σημείο αυτό είναι αναγκαίο να επισημανθούν τα εξής:
α. Η ανακρίβεια των παραπάνω δηλώσεων συνίσταται στο ότι ο Ιωάννης
Παπαντωνίου παρέλειψε να δηλώσει σ’ αυτές τους επενδυτικούς λογαριασμούς
της συζύγου του Σταυρούλας Κουράκου στην τράπεζα HSBC της Γενεύης της
Ελβετίας, που περιελάμβαναν τα κεφάλαια ομολόγων, κεφάλαια μετοχών και
ρευστοποιήσιμο ενεργητικό, συνολικών ποσών: 1.348.555,082 ευρώ για το
οικονομικό έτος 2008 και 1.473.867,082 ευρώ για τα οικονομικά έτη 2009 και
2010. Οι παραπάνω επενδυτικοί λογαριασμοί προέκυψαν από έναν αρχικό
τραπεζικό λογαριασμό που άνοιξε η Σταυρούλα Κουράκου τον Απρίλιο του έτους
2000 στην παραπάνω τράπεζα, με τη συνδρομή του Γεωργίου Κανδαλέπα, που
ήταν κουμπάρος και στενός συνεργάτης του Ιωάννη Παπαντωνίου και στον οποίο
κατέθεσε, μέσω εμβασμάτων, τα παρακάτω ποσά: 585.000,00 ευρώ στις
2/5/2000, 226.000,00 ευρώ στις 4/8/2000 και 500.000,00 ευρώ στις 11/8/2000. Η
Σταυρούλα Κουράκου δηλαδή μέσω εμβασμάτων κατέθεσε στον παραπάνω
λογαριασμό το συνολικό ποσό του 1.311.000,00 ευρώ. Δεδομένου όμως ότι η
τελευταία δεν είχε τη δυνατότητα για τη συγκέντρωση αυτού του ποσού (1.311.000
ευρώ) είναι βέβαιο ότι προέρχεται από την περιουσία του συζύγου της Ιωάννη
Παπαντωνίου.
Έκτοτε το ζεύγος Παπαντωνίου προέβη σε μία μακρά, συντονισμένη και
μεθοδική προσπάθεια απόκρυψης του αρχικού ποσού της κατάθεσης (άνοιγμα
περισσότερων τραπεζικών λογαριασμών, δημιουργία ανακλητού εμπιστεύματος
κατά το έτος 2008 με φερόμενους ως συνδικαιούχους τα δύο παιδιά της Κουράκου
Σταυρούλας από τον προηγούμενο γάμο της Αλέξανδρο και Στέφανο-Σωτήριο
Ουσταμπασίδη κλπ). Να σημειωθεί ότι οι παραπάνω λογαριασμοί
αποκαλύφθηκαν για πρώτη φορά μετά την αναγραφή αυτών και της κατόχου τους
Σταυρούλας Κουράκου στη λίστα Λαγκάρντ.
β. Εν πρώτοις προκύπτει ότι η κατάθεση του παραπάνω αρχικού ποσού έλαβε
χώρα πριν από την επίδικη περίοδο. Από την περιεχόμενη όμως στα υπ’ αριθμ.
6187/2015 πρακτικά του Εφετείου Αθηνών κατάθεση όμως του μάρτυρα Στυλιανού
Παπαδάκη, υπαλλήλου του ΣΔΟΕ, που διενήργησε έλεγχο της περιουσιακής
κατάστασης του ζεύγους Παπαντωνίου κατά τα έτη 2012-2013 και την από
29/10/13 πληροφοριακή Έκθεση αυτού προκύπτουν σοβαρότατες ενδείξεις ότι η
κατάθεση του παραπάνω ποσού είναι ενδεχόμενο να έλαβε χώρα κατά τη χρονική
περίοδο που ήταν ΥΠΕΘΑ ο Ιωάννης Παπαντωνίου. Οι ενδείξεις αυτές είναι
συγκεκριμένα οι εξής: β1) το έμβασμα των 585.000 ευρώ δεν φέρει υπογραφή, δεν
αναφέρει πότε δημιουργήθηκε και από ποιο φυσικό πρόσωπο, ο κωδικός μοιάζει
αλλά δεν είναι ο ίδιος και ο λογαριασμός εμφανίζει μηδενικό υπόλοιπο. Τα έγγραφα
αφορούν αναγγελία πίστωσης και όχι πραγματοποίηση κατάθεσης. Επιπλέον, στο
ποσό του εμβάσματος εμφανίζονται ευρώ, όταν αυτό δεν έχει τεθεί ακόμη σε
κυκλοφορία, β2) στην αναγγελία πίστωσης δεν διευκρινίζεται αν η κατάθεση έγινε
με έμβασμα από άλλο τραπεζικό λογαριασμό (η Σταυρούλα Κουράκου κάνει λόγο
στην κατάθεσή της για εμβάσματα). Επιπλέον, από τα έγγραφα δεν προκύπτει ο
τρόπος κατάθεσης και ο αρχικός καταθέτης – κάτοχος.
Τέλος πρέπει να επισημανθεί με επίταση ότι αφενός τo 2008 δεν υπάρχει
συμφωνητικό ή συμβολαιογραφικό έγγραφο από το οποίο να προκύπτει το
προαναφερόμενο ανακλητό εμπίστευμα και αφετέρου το ποσό 1.437.836,5 ευρώ
από τους παραπάνω επενδυτικούς λογαριασμούς επαναπατρίζεται το 2010 από τα
δύο προαναφερόμενα παιδιά της Σταυρούλας Κουράκου και φερόμενους ως
συνδικαιούχους.
Από τα προαναφερόμενα καθίσταται φανερό ότι είναι πιθανό ο Ιωάννης
Παπαντωνίου, κατά την περίοδο που ήταν ΥΠΕΘΑ (Οκτώβριος 2001 έως Μάρτιος
2004), να απέκτησε και να κατείχε σημαντική περιουσία και σημαντικά
περιουσιακά οφέλη. Δεδομένου δε ότι η παραπάνω περιουσία και τα περιουσιακά
οφέλη δεν δικαιολογούνται από τα εισοδήματα αυτού και της συζύγου του κατά την
ίδια χρονική περίοδο, συνάγεται το συμπέρασμα ότι προέκυψαν άμεσα και αιτιακά
από το αδίκημα της απιστίας περί την υπηρεσία κατά του Ελληνικού Δημοσίου
που φέρεται να τέλεσε ο πρώην Υπουργός κατά τα προαναφερόμενα και
υπάρχουν ενδείξεις για την τέλεσή του. Συνεπώς υφίσταται ενδείξεις ότι ο πρώην
Υπουργός γνώριζε ότι η περιουσία και τα περιουσιακά οφέλη που απέκτησε και
κατείχε, κατά το χρόνο της κτήσης τους προέρχονταν από την παραπάνω
εγκληματική του δραστηριότητα.
Στη συνέχεια δε χρησιμοποίησε πολλούς τρόπους και μέσα, από αυτά που
περιγράφονται στο άρθρο 2 του Ν. 3691/2008, με σκοπό τη νομιμοποίηση της
παράνομης περιουσίας και των παράνομων περιουσιακών οφελών. Συνοπτικά οι
τρόποι και τα μέσα αυτά ήταν η μετατροπή και η μεταβίβαση της περιουσίας με
σκοπό την απόκρυψη ή τη συγκάλυψη της παράνομης προέλευσής της, η
απόκρυψη και η συγκάλυψη της αλήθειας ως προς τη φύση, προέλευση, διάθεση,
διακίνηση και χρήση αυτής (της περιουσίας) και η χρησιμοποίηση του
χρηματοπιστωτικού τομέα με την τοποθέτηση σ’ αυτόν και τη διακίνηση μέσω
αυτού εσόδων που προέρχονταν από την παραπάνω εγκληματική του
δραστηριότητα με σκοπό να προσδοθεί νομιμοφάνεια τα έσοδα αυτά.
Από τα προαναφερόμενα προκύπτουν ενδείξεις ότι ο πρώην Υπουργός
Ιωάννης Παπαντωνίου, κατά το χρονικό διάστημα από Οκτώβριο 2001 έως
Μάρτιο 2004 τέλεσε κατ’ εξακολούθηση και κατ’ επάγγελμα, με τη συμμετοχή και
της συζύγου του Σταυρούλας Κουράκου, το αδίκημα της νομιμοποίησης εσόδων
από παράνομη δραστηριότητα, που εν προκειμένω ήταν η τέλεση από μέρους του
της προαναφερόμενης απιστίας περί την υπηρεσία σε βάρος του Δημοσίου. Το
αδίκημα δε αυτό, που αποτελεί κακούργημα, προβλέπεται και τιμωρείται από τις
διατάξεις των άρθρων 1, 2, 13 στοιχ. στ΄, 26 παρ. 1, 27, 45, 46, 94, 96 ΠΚ και 1, 2
του Ν. 2331/1995 σε συνδυασμό με τα άρθρα 1, 2, 3, 4 και 45 του Ν. 3691/2008»