Ισχνή η ζήτηση από επιχειρήσεις και ιδιώτες, παρά την έλλειψη ρευστότητας
Ισχνή παραμένει η ζήτηση για δάνεια με αποτέλεσμα να προσγειώνονται και οι προϋπολογισμοί των τραπεζών για το υπόλοιπο του έτους. Με βάση τα σημερινά δεδομένα, εκτιμάται ότι ο κλάδος θα κινηθεί με νέα δάνεια της τάξης των 3 δισ. ευρώ ελλείψει επαρκούς ζήτησης, τόσο για δάνεια προς υγιείς επιχειρήσεις όσο και προς ιδιώτες. Εφόσον, όμως, εμπεδωθεί ένα θετικό κλίμα, θα μπορούσε τουλάχιστον το τρέχον έτος να αναδειχθεί σε βάση για την επανεκκίνηση της χρηματοδότησης, βελτιώνοντας τον ρυθμό εκταμιεύσεων νέων δανείων.
Τα κεφάλαια που μπορούν να διαθέσουν οι τράπεζες είναι πολλαπλάσια, αλλά όπως εξηγεί τραπεζίτης τα αρχικά budget αποδεικνύονται ευσεβείς πόθοι αφού η αβεβαιότητα δεν επιτρέπει στις επιχειρήσεις να εκπονήσουν επενδυτικά σχέδια, αλλά και στους ιδιώτες ακόμη να προγραμματίσουν για παράδειγμα την αγορά ενός ακινήτου.
Εάν στη διάρκεια του έτους και αρχής γενομένης από το τυπικό κλείσιμο της αξιολόγησης εμπεδωθεί η εμπιστοσύνη, αναμένεται σταδιακά να ενισχυθεί και το οικονομικό κλίμα. Αρκεί να μην πέσει η χώρα στην αβεβαιότητα της τρίτης αξιολόγησης από το φθινόπωρο, λένε χαρακτηριστικά τραπεζικά στελέχη, που επισημαίνουν την ανάγκη σταθερότητας για ικανό διάστημα.
Είναι ενδεικτικό ότι παρότι η αποκατάσταση της ρευστότητας παραμένει ζητούμενο για τις τράπεζες, οι προϋπολογισμοί του κλάδου θα μπορούσαν να είναι πιο φιλόδοξοι για φέτος – ξεκίνησαν με 5 δισ. ευρώ στις αρχές του 2017, αλλά η «απώλεια» του πρώτου εξαμήνου δεν επιτρέπει μεγάλες προσδοκίες.
Επιχειρήσεις υγιείς, εξωστρεφείς και ανταγωνιστικές με πειστικά επενδυτικά σχέδια αναζητούν οι τράπεζες με στόχο να παράσχουν κεφάλαια που θα ανατροφοδοτήσουν αναπτυξιακές δυνάμεις. Όπως σημειώνουν, υφίστανται για τις επιχειρήσεις αυτή τη στιγμή σημαντικοί πόροι και εκτός τραπεζικού δανεισμού, οι οποίοι μπορούν να αξιοποιηθούν: από το ΕΣΠΑ ύψους 15 δισ. ευρώ (χωρίς το κομμάτι των υποδομών), εκ των οποίων 5 δισ. ευρώ αφορούν τον αγροτικό τομέα, ως τα 2 δισ. ευρώ του αναπτυξιακού νόμου, αλλά και τα συνολικά 120 δισ. ευρώ ευρωπαϊκών προγραμμάτων, μέρος των οποίων μπορεί να λάβουν ελληνικές επιχειρήσεις.
Το ζητούμενο είναι να κινητοποιηθεί η επιχειρηματικότητα και προς την κατεύθυνση αυτή είναι κρίσιμη και η άλλη πλευρά, αυτή της διαχείρισης των προβληματικών δανείων, ώστε να απελευθερωθούν και από εκεί πόροι. Η ζήτηση είναι σχεδόν ανύπαρκτη πάντως και για δάνεια προς ιδιώτες, όπου καταγράφεται μείωση σε σχέση με τα προ κρίσης επίπεδα κατά 90%.
Tα υπόλοιπα τραπεζικών χορηγήσεων συνεχίζουν να υποχωρούν σταθερά αφού οι αποπληρωμές είναι περισσότερες από τις εκταμιεύσεις νέων δανείων αλλά και τις διαγραφές. Το 2016 έκλεισε με δάνεια προς τον ιδιωτικό τομέα ύψους 194,75 δισ. ευρώ και στο τέλος τετραμήνου 2017 τα υπόλοιπα διαμορφώνονταν στα 192,81 δισ. ευρώ, με το ανώτατο σημείο υπόλοιπων δανείων προς επιχειρήσεις και ιδιώτες να είναι τα σχεδόν 260 δισ. ευρώ τον Ιούνιο του 2010.
Τον Απρίλιο 2017 o ετήσιος ρυθμός μεταβολής της συνολικής χρηματοδότησης του ιδιωτικού τομέα διαμορφώθηκε στο -0,9% από -1,3% τον προηγούμενο μήνα. Η μηνιαία καθαρή ροή ήταν θετική κατά 659 εκατ. ευρώ, έναντι θετικής καθαρής ροής 307 εκατ. ευρώ τον προηγούμενο μήνα. Ειδικά στις επιχειρήσεις καταγράφηκε θετική ροή κατά 763 εκατ. ευρώ, έναντι θετικής καθαρής ροής 506 εκατ. ευρώ τον προηγούμενο μήνα και ο ετήσιος ρυθμός μεταβολής διαμορφώθηκε στο 0,7% από -0,1% τον προηγούμενο μήνα.
Αρνητική κατά 115 εκατ. ευρώ ήταν η μηνιαία καθαρή ροή της χρηματοδότησης προς τους ιδιώτες και τα ιδιωτικά μη κερδοσκοπικά ιδρύματα τον Απρίλιο του 2017, έναντι αρνητικής καθαρής ροής 257 εκατ. ευρώ τον προηγούμενο μήνα και ο ετήσιος ρυθμός μεταβολής διαμορφώθηκε στο -2,5% από -2,6% τον προηγούμενο μήνα.