Το Εμπορικό Δικαστήριο θα είναι συγκείμενο από πέντε δικαστές. Θα έχει δικαιοδοσία να αποφασίζει σε α’ βαθμό επί πάσης φύσεως εμπορικές διαφορές.
Μπήκε το νερό στ’ αυλάκι και για τη σύσταση Εμπορικού Δικαστηρίου (μετά την ίδρυση του Διοικητικού Δικαστηρίου και τη λειτουργία δύο Κακουργιοδικείων στη Λευκωσία), εξέλιξη που δίνει ελπίδες ότι προχωρεί σταδιακά η αναβάθμιση/μεταρρύθμιση του δικαστικού συστήματος.
Το προσχέδιο νομοσχεδίου που έχει ετοιμαστεί από το Υπουργείο Δικαιοσύνης βρίσκεται ήδη σε δημόσια διαβούλευση η οποία λήγει στις 31 Ιουλίου, οι δε πρόνοιες που ενσωματώθηκαν σε αυτό, όπως αναφέρεται στην αιτιολογική έκθεση, βασίζονται στο ιρλανδικό μοντέλο καθώς κρίθηκε ότι είναι πρόσφορο για εφαρμογή και στην Κύπρο.
Το νομοσχέδιο διαλαμβάνει ότι το Εμπορικό Δικαστήριο θα είναι συγκείμενο από πέντε δικαστές και ότι θα έχει δικαιοδοσία να αποφασίζει σε πρώτο βαθμό επί πάσης φύσεως εμπορική διαφορά.
Συγκεκριμένα θα εξετάζει κάθε διαφορά σε σχέση με απαίτηση ή ανταπαίτηση, περιλαμβανομένης απαίτησης ή ανταπαίτησης για αποζημίωση, μεταξύ φυσικών ή νομικών προσώπων, όταν το ένα τουλάχιστον εξ αυτών ενεργεί είτε με την εμπορική ή επαγγελματική του ιδιότητα, είτε το ίδιο προσωπικά είτε μέσω άλλου, και περιλαμβάνει οποιαδήποτε απαίτηση που προκύπτει από ή σχετίζεται με ένα ή περισσότερα από τα ακόλουθα:
– Σύμβαση ή διαφορά μεταξύ επιχειρήσεων, επιχειρηματικό έγγραφο ή συμφωνία.
– Αγορά, πώληση, εισαγωγή, εξαγωγή εμπορευμάτων και αγαθών.
– Μεταφορά αγαθών μέσω ξηράς, θάλασσας, αέρα ή διά μέσου αγωγού.
– Εκμετάλλευση πετρελαίου, φυσικού αερίου ή άλλων φυσικών πόρων.
– Ασφαλιστικά και αντασφαλιστικά θέματα (re-insurance).
– Τραπεζικά και χρηματοπιστωτικά θέματα.
– Λειτουργία αγορών ή ανταλλαγές μετοχών, μεριδίων ή άλλων χρηματοπιστωτικών ή επενδυτικών μέσων ή εμπορευμάτων.
– Παροχή υπηρεσιών.
– Κατασκευή πλοίων, φορτηγών, αεροσκαφών.
– Επιχειρηματικό οργανισμό (business agency).
– Υποθέσεις πνευματικής ιδιοκτησίας.
Σε όλες τις περιπτώσεις και για να έχει το Εμπορικό Δικαστήριο δικαιοδοσία πρωτόδικης εκδίκασης, το αμφισβητούμενο ποσό ή η αξία της επίδικης διαφοράς δεν πρέπει να είναι κατώτερη των 2 εκατ. ευρώ.