«Στοιβάζονται» οι υποθέσεις στα πειθαρχικά συμβούλια τα οποία σε πολλούς φορείς δεν έχουν καν συγκροτηθεί, ενώ όπου υφίστανται πραγματοποιούν ελάχιστες συνεδριάσεις.
Τα στοιχεία που περιλαμβάνονται στην έκθεση του Σώματος Επιθεωρητών – Ελεγκτών Δημόσιας Διοίκησης (ΣΕΕΔΔ) για το 2016 είναι αποκαλυπτικά της κατάστασης που επικρατεί και αποδεικνύουν ότι η απονομή πειθαρχικής Δικαιοσύνης φαίνεται να αγγίζει τα όρια της αρνησιδικίας. Συγκεκριμένα, σύμφωνα με τα στοιχεία του ΣΕΕΔΔ, στις 31 Δεκεμβρίου 2016, οι εκκρεμείς υποθέσεις ενώπιον των πειθαρχικών συμβουλίων (σ.σ.: πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμια) ήταν 4.351. Στα πρωτοβάθμια συμβούλια οι εκκρεμείς υποθέσεις ήταν 3.316, ενώ το αντίστοιχο χρονικό διάστημα το 2015 εκκρεμούσαν στα πρωτοβάθμια πειθαρχικά 2.185 υποθέσεις.
Το ζήτημα των πειθαρχικών αποτελεί «πληγή» για το Δημόσιο και η σωστή και επαρκής λειτουργία τους ζητούμενο, σύμφωνα τουλάχιστον με τα εξαγγελλόμενα, από όλους τους κατά καιρούς υπουργούς Διοικητικής Ανασυγκρότησης.
Παρά τις παραινέσεις, αλλά και τις αλλεπάλληλες εγκυκλίους που έχουν εκδοθεί επί του θέματος από την ηγεσία του υπουργείου Διοικητικής Ανασυγκρότησης (σ.σ.: σχετική εγκύκλιο εξέδωσε προ ολίγων εβδομάδων και η νυν υπουργός Ολγα Γεροβασίλη), σε πολλούς φορείς τα πειθαρχικά συμβούλια είτε δεν έχουν συγκροτηθεί είτε συνεδριάζουν… «αραιά και πού».
«Η συγκρότηση των πειθαρχικών συμβουλίων αποτελεί ευθύνη του κάθε φορέα, ο οποίος παράλληλα εποπτεύει και τον ρυθμό των συνεδριάσεων», έλεγαν στην «Κ» στελέχη της Δημόσιας Διοίκησης, επισημαίνοντας ότι οι εγκύκλιοι του υπουργείου Διοικητικής Μεταρρύθμισης μπορούν να συνεισφέρουν μόνο στην «άσκηση πίεσης». Εν τω μεταξύ, δεδομένου ότι η εκδίκαση των υποθέσεων βρίσκεται σε εκκρεμότητα, οι πειθαρχικώς ελεγχόμενοι δημόσιοι υπάλληλοι, πλην αυτών που έχουν παραπεμφθεί αμετάκλητα για κακούργημα ενώπιον της ποινικής δικαιοσύνης, εξακολουθούν να εργάζονται στο Δημόσιο.
Η επίσπευση στην εκδίκαση των πειθαρχικών υποθέσεων αλλά και η απομάκρυνση των επιόρκων από το Δημόσιο βρίσκονταν και εξακολουθούν να βρίσκονται πάντα «ψηλά» στην ατζέντα των διαπραγματεύσεων μεταξύ κυβέρνησης και θεσμών. Επί υπουργίας Κυριάκου Μητσοτάκη, είχαν ληφθεί μέτρα και είχε υπάρξει σαφής βελτίωση στην ταχύτητα απονομής της πειθαρχικής Δικαιοσύνης, γεγονός που είχε ως αποτέλεσμα και τη σταδιακή απομάκρυνση όσων κρίνονταν ένοχοι, ήταν δηλαδή επίορκοι, από το Δημόσιο. Το 2013 τα πρωτοβάθμια πειθαρχικά συμβούλια εξέδωσαν συνολικά 1.207 αποφάσεις. Το 2014 εκδόθηκαν 1.500 αποφάσεις, ενώ το 2015 υπήρξε δραματική πτώση καθώς εκδόθηκαν μόλις 675 αποφάσεις, κυρίως λόγω της μη ή της καθυστερημένης συγκρότησής τους.
Η κατάσταση επιδεινώθηκε δραματικά επί υπουργίας Κατρούγκαλου, και του περιβόητου νόμου που εξαιτίας «κενών» είχε ως αποτέλεσμα την επιστροφή ελεγχόμενων πειθαρχικά υπαλλήλων στις υπηρεσίες τους λόγω μη έγκαιρης εκδίκασης των υποθέσεων. Το ζήτημα αντιμετωπίστηκε με την κατάθεση τροπολογίας, που προέβλεπε ότι θα τίθενται σε αυτοδίκαιη αργία όσοι υπάλληλοι έχουν παραπεμφθεί αμετάκλητα σε δίκη για κακουργηματικές πράξεις μέχρι να εκδικασθούν οι υποθέσεις τους. Ωστόσο το θέμα δεν λύθηκε, καθώς τα συμβούλια συνεχίζουν να μην υφίστανται ή να υπολειτουργούν και ένας από τους λόγους είναι η επαναφορά των συνδικαλιστών στη σύνθεσή τους, η οποία επίσης έγινε το 2015.