Παρά το γεγονός πως η απαισιοδοξία μεταξύ των Ελλήνων επιχειρηματιών δείχνει να περιορίζεται, οι εννέα στους δέκα εκτιμούν ότι η οικονομική κατάσταση της χώρας παραμένει άσχημη. Παράλληλα κρίνουν αποσπασματικές τις όποιες μεταρρυθμίσεις έχουν υλοποιηθεί και καυτηριάζουν ότι έχουν γίνει ασυντόνιστα, χωρίς τη συμμετοχή των άμεσα εμπλεκόμενων μερών και δίχως ένα συνεκτικό σχέδιο επίλυσης των προβλημάτων του επιχειρείν.
Παράλληλα, οι επιχειρήσεις συνεχίζουν να καταδεικνύουν ως μεγαλύτερα προβλήματα που αντιμετωπίζουν το ασταθές φορολογικό πλαίσιο (84,8%), την αδυναμία πρόσβασης σε ρευστότητα με ανεκτούς όρους (54,6%), την καθυστέρηση στην απονομή Δικαιοσύνης (49,2%), τις γενικότερες αδυναμίες που προκύπτουν από το θεσμικό πλαίσιο και την ποιότητα των νόμων (49,0%), καθώς και την απουσία κινήτρων για επενδύσεις (48,9%).
Αυτά προκύπτουν από την πρώτη ετήσια μεγάλη έρευνα του Παρατηρητηρίου Επιχειρηματικού Περιβάλλοντος του ΣΕΒ, με τίτλο «Ο σφυγμός του επιχειρείν», η οποία πραγματοποιήθηκε σε αντιπροσωπευτικό δείγμα 706 επιχειρήσεων με τη συνδρομή της MRB.
Οι επιχειρήσεις εκφράζουν χαμηλή ικανοποίηση τόσο από την ποιότητα όσο και από τη διαφάνεια των υπηρεσιών του Δημοσίου και αξιολογούν με χαμηλό βαθμό την αποτελεσματικότητα των μεταρρυθμίσεων που έχουν εφαρμοστεί. Την ίδια ώρα, ζητούν την ένταση της μεταρρυθμιστικής προσπάθειας. Ενδεικτικά, το 69,3% των επιχειρήσεων θεωρεί μεν αναγκαίες τις μεταρρυθμίσεις στη φορολογική πολιτική και διοίκηση, όμως μόλις το 7,0% αξιολογεί θετικά αυτές που πραγματοποιήθηκαν.
Από την άλλη πλευρά, καταγράφεται ότι, κατά την εκτίμηση των ελληνικών επιχειρήσεων, η αγορά αρχίζει μεν να σταθεροποιείται, χωρίς ωστόσο να υπάρχουν πειστικές ενδείξεις ότι η χώρα θα επιστρέψει σύντομα στην ανάπτυξη.
«Μεταρρυθμίσεις γίνονται. Ομως έχουν δυσφημιστεί τόσο πολύ, που ελάχιστοι τις πιστεύουν. Οπως οι απλοί πολίτες, έτσι και οι Ελληνες επιχειρηματίες, τις ταυτίζουν με αύξηση φόρων και εισφορών, οριζόντιες περικοπές και περιορισμούς στη ρευστότητα. Είναι κρίσιμο να ορίσουμε ξανά τι σημαίνει μεταρρύθμιση, να μιλήσουμε θετικά, δηλαδή, για τις πολιτικές εκείνες που οδηγούν στην ανάπτυξη της οικονομίας, απελευθερώνουν αγορές προϊόντων και υπηρεσιών, καταργούν ειδικά προνόμια, βελτιώνουν την αποτελεσματικότητα του κράτους και χτίζουν σχέσεις εμπιστοσύνης με την παγκόσμια επενδυτική», σημειώνει μιλώντας στην «Κ» ο πρόεδρος του ΣΕΒ Θεόδωρος Φέσσας.
Την ίδια ώρα, υπογραμμίζει ότι «η ολοκλήρωση της δεύτερης αξιολόγησης μας επιτρέπει να σχεδιάσουμε με μεγαλύτερη βεβαιότητα το μέλλον, καθώς αφαιρεί ένα σύννεφο ανασφάλειας που βρισκόταν πάνω από την ελληνική οικονομία για μεγάλο χρονικό διάστημα. Είναι εξαιρετικά σημαντικό για τους Ελληνες επιχειρηματίες ότι πλέον η πλειονότητα των πολιτικών κομμάτων υποστηρίζει τη θέση της χώρας στον πυρήνα της Ευρωζώνης, καθώς και ότι σε συνεργασία με τους εταίρους μας έχει συμφωνηθεί ένα ξεκάθαρο μονοπάτι που μπορεί να μας οδηγήσει με σχετική ασφάλεια ξανά στις αγορές, ίσως νωρίτερα από το 2018». «Αποδεικνύουμε επιτέλους, σε διεθνείς και εγχώριους επενδυτές, ότι η Ελλάδα μπορεί να είναι ξανά αξιόπιστη. Αυτό αποτελεί βασικό παράγοντα επιστροφής στην κανονικότητα και τη μόνη ελπίδα για βελτίωση των δυσμενών όρων που καλείται σήμερα να λειτουργήσει η ελληνική επιχείρηση», συμπληρώνει ο πρόεδρος του ΣΕΒ.
Πώς όμως μπορεί να αλλάξει αυτό; «Η μεταρρυθμιστική προσπάθεια, σε ό,τι αφορά τη λειτουργία τόσο του κράτους όσο και της αγοράς, πρέπει να ενταθεί, να γίνει πιο στοχευμένη, να επικοινωνηθεί καλύτερα», απαντά ο κ. Φέσσας. Και εξηγεί πως «τα ευρήματα της έρευνας του ΣΕΒ παρέχουν έναν σαφή οδικό χάρτη για τα μέτρα πολιτικής που οι ίδιες οι επιχειρήσεις κρίνουν ως αναγκαία προκειμένου να επιβιώσουν και να αναπτυχθούν, αλλά και τα πεδία στα οποία οφείλει να εστιάσει την προσοχή της η πολιτεία, ώστε να βελτιώσει τη διεπαφή της με τις επιχειρήσεις και εντέλει να δημιουργήσει ένα πραγματικά φιλικό επιχειρηματικό περιβάλλον. Θα επαναλαμβάνουμε αυτή την έρευνα κάθε χρόνο ώστε να λειτουργεί σαν αξιόπιστο μέτρο σύγκρισης και διόρθωσης για την ελληνική οικονομία και τους φορείς του κράτους».
Σύμφωνα με τα αποτελέσματα της έρευνας, η σημερινή οικονομική κατάσταση της χώρας καταγράφεται κατά την άποψη των επιχειρήσεων (92,5%) ως δυσμενής.
Την ίδια ώρα, ωστόσο, η εκτίμηση των επιχειρήσεων για τη δική τους πορεία είναι αισθητά καλύτερη από εκείνη της χώρας, καθώς σχεδόν 6 στις 10 επιχειρήσεις (59,3%) την αξιολογούν πολύ έως αρκετά καλή και σταθερή.
Οι πέντε νέες «φυλές» του ελληνικού επιχειρείν
Η κρίση δημιούργησε επιχειρήσεις πολλών διαφορετικών ταχυτήτων. Οι έξι στις δέκα παλεύουν για την επιβίωσή τους, ενώ από τις άλλες τέσσερις, μόλις οι δύο εμφανίζονται πραγματικά ισχυρές. Διαφορετικές «φυλές» μέσα στην ίδια αγορά. Με βάση την κατηγοριοποίησή τους στην έρευνα του Παρατηρητηρίου Επιχειρηματικού Περιβάλλοντος του ΣΕΒ «Ο σφυγμός του επιχειρείν», η κρίση αναδεικνύει μια νέα τυπολογία.
Οι νέες αυτές «φυλές» του επιχειρείν στην Ελλάδα είναι πέντε και τα χαρακτηριστικά τους αποτελούν σε μεγάλο βαθμό «φωτογραφία» της αγοράς σήμερα.
Κατ’ αρχάς, το μεγαλύτερο ποσοστό (40%) είναι οι «αδύναμες επιχειρήσεις που όμως αντέχουν». Επονται οι «ευάλωτοι που βρίσκονται σε κίνδυνο» (24,1%). Η τρίτη σε αριθμό επιχειρήσεων φυλή είναι οι «υγιείς με προοπτική» (15,7%) και ακολουθεί στην τέταρτη θέση η φυλή των «σταθερών αλλά επιφυλακτικών» (13,8%). Μόνον ποσοστό 6,4% είναι οι «δυνατοί και αισιόδοξοι».
Σε επίπεδο κλάδων, οι κατασκευές και το εμπόριο, καθώς έχουν πληγεί περισσότερο από την κρίση, εμφανίζονται ως οι κλάδοι με τη μεγαλύτερη απαισιοδοξία, ενώ η πρωτογενής παραγωγή, οι μεταφορές και ο τουρισμός αξιολογούν θετικά την υφιστάμενη οικονομική τους κατάσταση. Ακόμη, παρατηρείται ότι όσο μικρότερο είναι το μέγεθος των επιχειρήσεων, βάσει αριθμού εργαζομένων, τόσο μεγαλύτερες είναι οι οικονομικές δυσκολίες που αντιμετωπίζουν.
Επιπλέον παρατηρούνται διαφορετικές «ταχύτητες» και εντός των κλάδων. Ενδεικτικά παραδείγματα η μεταποίηση και ο τουρισμός, όπου οι οργανωμένες επιχειρήσεις δηλώνουν πιο αισιόδοξες για το μέλλον σε σχέση με τις πολύ μικρές και μικρές επιχειρήσεις. Τέλος, οι επιχειρήσεις της Αττικής περισσότερο και των νησιών λιγότερο (χάρη στον τουρισμό, κυρίως) εμφανίζονται σε καλύτερη οικονομική κατάσταση, από τον μέσον όρο του συνόλου των επιχειρήσεων της χώρας. Στην έρευνα ζητήθηκε από τις επιχειρήσεις να αξιολογήσουν και δέκα βασικές παραμέτρους, οι οποίες σχετίζονται με το ευρύτερο εγχώριο και διεθνές οικονομικό και πολιτικό περιβάλλον, προκειμένου να αποτυπωθεί η άποψή τους για το πόσο ευάλωτο είναι το επιχειρηματικό περιβάλλον στην Ελλάδα στην ευρύτερη εγχώρια και διεθνή συγκυρία. Ως σημαντικότερα εμπόδια καταγράφονται οι υψηλοί φορολογικοί συντελεστές (83,8%), η πολιτική αστάθεια στη χώρα (65,7%) –υπό την έννοια της συνεχούς αβεβαιότητας που προκαλούν οι εντάσεις γύρω από τις αξιολογήσεις των προγραμμάτων, το «country risk» και οι συζητήσεις για Grexit– οι εγχώριες οικονομικές επιπτώσεις της ύφεσης και του προγράμματος προσαρμογής (60,0%) και η διαφθορά (40,3%). Σημειώνεται πως η έρευνα πραγματοποιήθηκε σε μια περίοδο κατά την οποία δεν είχε ολοκληρωθεί η δεύτερη αξιολόγηση του προγράμματος.
Οσον αφορά τη διευκόλυνση της επιχειρηματικότητας, αξίζει να σημειωθεί ότι οι παρεμβάσεις που έχουν γίνει τα τελευταία χρόνια στη διαδικασία έναρξης ή αδειοδότησης επιχειρήσεων, στην απονομή Δικαιοσύνης, στον τρόπο διεξαγωγής των δημοσίων προμηθειών και στην αγορά προϊόντων δεν εκτιμάται πως έχουν ακόμη επηρεάσει την καθημερινή λειτουργία των επιχειρήσεων, παρόλο που εντοπίζονται για χρόνια στα κυριότερα προβλήματα που υποδεικνύουν οι επιχειρήσεις.
Η βασική ερμηνεία των οικονομολόγων-συντακτών της έρευνας είναι η αδυναμία των μεταρρυθμιστικών προσπαθειών σε αυτά τα πεδία να επιφέρουν ουσιαστικά αποτελέσματα στη λειτουργία των επιχειρήσεων ή στην προσέλκυση επενδύσεων. Ομως εκτιμάται επίσης πως η αγορά έχει αποκτήσει την ευελιξία να λειτουργεί σε μορφές οργάνωσης επιχειρήσεων, οι οποίες όλα αυτά τα χρόνια επιβίωναν παρά την ύπαρξη αυτών των προβλημάτων.
Φορολογία
• Μείωση των φορολογικών συντελεστών και επέκταση ηλεκτρονικών συναλλαγών.
• Παράταση του χρόνου συμψηφισμού των ζημιών με μελλοντικά κέρδη από 5 σε 10 χρόνια.
•Αποκατάσταση της κανονικότητας των φορολογικών ελέγχων όσον αφορά τους χρόνους των παραγραφών.
• Αξιοποίηση του φορολογικού
πιστοποιητικού για την ολοκλήρωση του ελέγχου των ανέλεγκτων χρήσεων.
Χρηματοδότηση
• Αρση των κεφαλαιακών περιορισμών.
• Διευθέτηση του ζητήματος των μη εξυπηρετούμενων δανείων.
• Αναμόρφωση των κριτηρίων αξιολόγησης των επιχειρηματικών σχεδίων (business plans) από τις τράπεζες για χορήγηση δανείων.
• Αναθεώρηση της πολιτικής ενυπόθηκων δανείων των τραπεζών (π.χ. αλλαγή του μείγματος χρηματικών και εμπράγματων εγγυήσεων).
Δικαιοσύνη
• Θεσμοθέτηση της υποχρεωτικότητας του μηχανισμού εξωδικαστικής επίλυσης διαφορών σε κάποιες περιπτώσεις (π.χ. υποθέσεις με μικρό αντικείμενο διαφοράς).
• Βελτίωση των υφιστάμενων θεσμών προδικαστικής επίλυσης.
• Μείωση του όγκου των εκκρεμών υποθέσεων μέσω της ομαδοποίησης και εκκαθάρισης ομοειδών υποθέσεων.
• Εισαγωγή της ηλεκτρονικής Δικαιοσύνης (e-justice/Ολοκληρωμένο Σύστημα Διαχείρισης Δικαστικών Υποθέσεων).