Στο αρχείο τέθηκε με βούλευμα του Συμβουλίου Πλημμελειοδικών Ρόδου η δικογραφία που σχηματίστηκε σε βάρος δύο κατοίκων της Καρπάθου, μετά από μήνυση, που υπέβαλε σε βάρος τους για υπεξαίρεση, ένας συντοπίτης τους, αρτοποιός, ο οποίος έχει καταδικαστεί όμως τελεσιδίκως σε ποινή φυλάκισης 4 ετών μετατρέψιμη προς 10 ευρώ ημερησίως τα οποία θα καταβάλει σε 24 ισόποσες δόσεις, για πλημμεληματική τοκογλυφία, με θύματα τους μηνυόμενους!
Με τη μήνυσή του κατά δύο κατοίκων του Απερίου Καρπάθου ο καταδικασθείς για τοκογλυφία, διέψευσε τα όσα κατήγγειλαν σε βάρος του και ζήτησε τη δίωξη και την τιμωρία τους για την τέλεση κατά συναυτουργία του εγκλήματος της υπεξαιρέσεως χρηματικού ποσού 141.200 ευρώ.
Όπως υποστηρίζει, σε αντίθεση με τη δική του επιχείρηση, η οποία διατηρεί σταθερά την πελατεία της, με συνέπεια να του αποδίδει σημαντικά εισοδήματα, η επιχείρηση του πρώτου μηνυόμενου είχε αρχίσει να μην αποδίδει, με συνέπεια να δυσκολεύεται πολύ να εκπληρώσει τις δανειακές του υποχρεώσεις.
Απευθύνθηκε σε εκείνον, όπως λέει, για πρώτη φορά στις αρχές του 2007, εξαιτίας της συναδελφικής και φιλικής σχέσης, που τους συνέδεε και ζήτησε την οικονομική του ενίσχυση και συγκεκριμένα ένα δάνειο, άτοκο, μικρής χρονικής διάρκειας, προκειμένου, να καλύψει τις άμεσες ανάγκες του.
Κατά την εκπλήρωση της εν λόγω υποχρεώσεώς του ο μηνυόμενος, όπως λέει, υπήρξε τυπικότατος.
Του παρέδωσε μάλιστα προς διασφάλιση των αξιώσεων του τραπεζική επιταγή της Αγροτικής Τράπεζας, εκδόσεως της ΑΕ, ποσού 7.000 ευρώ, την οποίαν εμφάνισε και καλύφθηκε κανονικά.
Στο αμέσως επόμενο του πρώτου δανείου χρονικό διάστημα η οικονομική κατάσταση του μηνυόμενου, όπως περιγράφει στη μήνυση, επιδεινώθηκε, εξαιτίας υπερδανεισμού.
Του ζήτησε βοήθεια ύψους 74.000 ευρώ, αφού, όπως του είπε, είχε ισόποσες ληξιπρόθεσμες οφειλές, τις οποίες δεν ήταν σε θέση να καλύψει. Τον διαβεβαίωσε μάλιστα, ότι επρόκειτο να εκποιήσει μαζί με τον αδελφό του ένα ακίνητο στην Κάρπαθο.
Επιπλέον φέρεται να του έδωσε την υπόσχεση, ότι ο αδελφός του, ο οποίος είχε περιουσία και οικονομική επιφάνεια, επρόκειτο να εκδώσει και να του παραδώσει, ισόποσες επιταγές της Συνεταιριστικής Τράπεζας Δωδεκανήσου.
Καταλυτική ωστόσο για τη χορήγηση του εν λόγω δανείου υπήρξε η υπόσχεσή τους, ότι αν τους χορηγούσε το εν λόγω δάνειο επρόκειτο να τον βοηθήσουν μέσω διασυνδέσεων τους με ανθρώπους του επιχειρηματικού κόσμου, στους οποίους είχαν πρόσβαση, προκειμένου να επεκτείνει την επιχειρηματική του δραστηριότητα.
Του δόθηκαν εν συνεχεία προς εξασφάλισή του επιταγές και πληρώθηκε μόνο μια με αποτέλεσμα να μείνει υπόλοιπο 72.000 ευρώ.
Ο πρώτος εκ των μηνυομένων φέρεται να του ζήτησε επιπλέον 32.000 ευρώ τα οποία του έδωσε και υπεγράφη μεταξύ τους ιδιωτικό συμφωνητικό ατόκου δανείου, ύψους 104.000 ευρώ. Του επέστρεψε, όπως λέει, όλες τις επιταγές και εκείνος του έδωσε μια ύψους 104.000 ευρώ.
Μία με δύο ημέρες προ της λήξεως και της ως άνω επιταγής, στα τέλη Μαρτίου του 2008, δέχθηκε, όπως υποστηρίζει, και πάλι τηλεφώνημα του μηνυόμενου, ο οποίος τον παρακάλεσε να του δώσει 11.000 ευρώ, παρατείνοντας ταυτοχρόνως και πάλι το χρόνο αποπληρωμής του δανείου για ένα μήνα. Υπέγραψαν και νέο ιδιωτικό συμφωνητικό ατόκου δανείου, ύψους πλέον 115.000 ευρώ και συμφώνησαν να του επιστραφεί το ποσό στις 30.04.2008.
Το δάνειο, όπως λέει, δεν πληρώθηκε και τους έδωσε ακόμη δύο φορές χρήματα και συγκεκριμένα 11.500 ευρώ και 14.700 ευρώ και υπέγραψαν νέα ιδιωτικά συμφωνητικά δανείου ύψους 141.200 ευρώ, με τη συμφωνία επιστροφής του ποσού στις 30.06.2008.
Όταν ωστόσο η ημερομηνία παρήλθε, χωρίς να του επιστραφούν τα χρήματα, οι μηνυόμενοι, όπως διατείνεται, προσπάθησαν να τον παρασύρουν τεχνηέντως στην παγίδα της τοκογλυφίας και να τον καταγγείλουν.
Το δικαστικό συμβούλιο έκρινε ότι δεν στοιχειοθετείται το αδίκημα της υπεξαίρεσης ενώ θυμίζουμε ότι το Πενταμελές Εφετείο Δωδεκανήσου έχει κρίνει ότι τέλεσε το αδίκημα της τοκογλυφίας.