Η Γενική Συνέλευση του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών επικύρωσε χθες τη μείωση κατά 7,2% του προσεχούς προϋπολογισμού των κυανόκρανων, υπό την πίεση των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής, που θέλουν να ελαττώσουν τη χρηματοδότηση τους προς τον ΟΗΕ.
Τα Ηνωμένα Έθνη θα δαπανήσουν 7,3 δισεκατομμύρια δολάρια για τις επιχειρήσεις διατήρησης της ειρήνης την επόμενη χρονιά (την περίοδο από την 1η Ιουλίου 2017 ως την 30ή Ιουνίου 2018) από 7,87 δισεκ. δολάρια που ήταν ο τρέχων προϋπολογισμός για αυτές.
Τα κράτη μέλη επικύρωσαν τη δαπάνη 6,8 δισεκατομμυρίων δολαρίων για 14 αποστολές, ένα ποσό στο οποίο θα προστεθούν τον Δεκέμβριο 500 εκατομμύρια δολάρια για τις επιχειρήσεις διατήρησης της ειρήνης στην Αϊτή και στην περιοχή Νταρφούρ του Σουδάν.
Οι ΗΠΑ, η χώρα με τη μεγαλύτερη συμβολή σε αυτόν τον προϋπολογισμό, επιδίωκαν μια ακόμη πιο μεγάλη μείωση, που θα ανερχόταν σε ένα δισεκατομμύριο δολάρια (-13%). Η Ευρωπαϊκή Ένωση τάχθηκε υπέρ της μείωσης που εγκρίθηκε χθες.
Αυτή η συμφωνία πόρρω απέχει από τις επιθυμίες του Γενικού Γραμματέα του ΟΗΕ Αντόνιο Γκουτέρες, ο οποίος είχε ζητήσει η χρηματοδότηση των ειρηνευτικών αποστολών αντιθέτως να αυξηθεί στα 7,97 δισεκατομμύρια δολάρια.
Ο εκπρόσωπος του ΟΗΕ Στεφάν Ντουζαρίτς εξήγησε ότι πρόκειται για μια χρηματοδότηση «σημαντικά μικρότερη από εκείνη που είχαμε την περασμένη χρονιά», αλλά διαβεβαίωσε ότι ο οργανισμός θα κάνει «ό,τι είναι δυνατό για να εξασφαλίσει ότι οι εντολές των αποστολών αυτών θα εκπληρωθούν».
«Δεν θα μπορούσαμε να υπερβάλουμε για την αξία των επιχειρήσεων διατήρησης της ειρήνης», συνέχισε ο Ντουζαρίτς. Αυτές «αποτελούν το πιο αποτελεσματικό μέσο σε όρους κόστους που έχει στη διάθεσή της η διεθνής κοινότητα για να προλαμβάνει ένοπλες συρράξεις και να συμβάλλει στη δημιουργία των προϋποθέσεων για μια διαρκή ειρήνη».
Αξιωματούχοι του ΟΗΕ τονίζουν συχνά ότι το κόστος των ειρηνευτικών αποστολών αποτελεί ένα κλάσμα των στρατιωτικών δαπανών σε παγκόσμιο επίπεδο.
Οι αποστολές του ΟΗΕ οι οποίες θα επηρεαστούν περισσότερο είναι αυτές στην Αϊτή, στο Νταρφούρ του Σουδάν και στη Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό, οι οποίες είναι και οι πλέον πολυδάπανες (πάνω από 1 δισεκ. δολάρια η καθεμιά).
Η αμερικανίδα πρεσβεύτρια Νίκι Χέιλι εξέφρασε την ικανοποίησή της για αυτές τις περικοπές δαπανών «μόλις πέντε μήνες μετά την άφιξή μας» στον ΟΗΕ. «Και μόλις αρχίσαμε», πρόσθεσε η ίδια.
Η Ουάσινγκτον συνεισφέρει το 28,5% του συνόλου του προϋπολογισμού των ειρηνευτικών αποστολών (7,87 δισεκ. δολάρια) και το 22% του προϋπολογισμού για τη λειτουργία των υπηρεσιών του ΟΗΕ (5,4 δισεκ. δολάρια). Άλλες χώρες με μεγάλη χρηματική συμβολή στις επιχειρήσεις αυτές είναι η Κίνα, η Ιαπωνία, η Γερμανία και η Γαλλία.