Η κυβέρνηση οφείλει να υπερασπίζεται δημόσια την ακρίβεια των στοιχείων του ελλείμματος και τη δουλειά της ΕΛΣΤΑΤ, να κάνει εκστρατεία πληροφόρησης του κόσμου που βάλλεται από τη διασπορά ψευδών ειδήσεων για το υποτιθέμενο “φούσκωμα” και να υποβάλει αναλυτική έκθεση πεπραγμένων κάθε χρόνο στο κοινοβούλιο.
Τα παραπάνω αποτελούν δεσμεύσεις της χώρας για την εκταμίευση της δόσης των 8,5 δισ. και περιέχονται σε επιστολή της Κομισιόν με ημερομηνία 23/08/2016 (δείτε την επιστολή στη δεξιά στήλη “Σχετικά Αρχεία”).
Tη συγκεκριμένη επιστολή υπογράφουν ο Αντιπρόεδρος της Κομισιόν Β. Ντομπρόβσκις, ο Επίτροπος Μοσκοβισί και η Μ. Τάισεν για την υπόθεση Γεωργίου.
Η επιστολή ξεκινά με τη διαπίστωση ότι “η Κομισιόν παρακολουθεί, με ανησυχία, τις πρόσφατες εξελίξεις που σχετίζονται με την ποινική έρευνα σχετικά με τον κ. Ανδρέα Γεωργίου”.
“Ανησυχούμε επίσης πολύ για τις δηλώσεις των μέσων ενημέρωσης σχετικά με την υπόθεση”, αναφέρουν τα 3 μέλη του Κολεγίου εκ μέρους των Κρατών Μελών και στο όνομα της Συνθήκης Λειτουργίας της ΕΕ.
Η Κομισιόν ξεκαθαρίζει άπαξ και διαπαντός “από το 2010, υπό την προεδρία του κ. Γεωργίου, η συλλογή στοιχείων για τα δημόσια οικονομικά της Ελλάδας έχει επικυρωθεί από την Eurostat για την τήρηση των κανόνων που εφαρμόζονται σε όλα τα κράτη μέλη”.
Επιπλέον θυμίζει για όσους τον κατηγορούν ότι “μέχρι τον Οκτώβριο του 2009, η Κομισιόν είχε εντοπίσει πολύ σοβαρά προβλήματα στην κατάρτιση των στατιστικών στοιχείων για τα δημόσια οικονομικά στην “Έκθεση για τη Στατιστική του ελλείμματος και των χρεών της Ελλάδας” – πρόκειται για τα γνωστά greek statistics της κυβέρνησης Καραμανλή.
Σημειώνουν δε ότι “η Κομισιόν και η Eurostat εξακολουθούν να έχουν πλήρη εμπιστοσύνη στην ποιότητα και την αξιοπιστία των στοιχείων που διαβίβασε η ΕΛΣΤΑΤ κατά τη διάρκεια της θητείας του κ. Γεωργίου. Οι ενέργειες που έγιναν υπό την ηγεσία του ήταν επιτακτικές, προκειμένου να αποκατασταθεί το ελληνικό στατιστικό σύστημα. Κατά τη διάρκεια της θητείας του, οι θεσμικές ρυθμίσεις για τις στατιστικές στην Ελλάδα ενισχύθηκαν έντονα. Η συνολική κατάσταση του ελληνικού στατιστικού συστήματος αξιολογήθηκε πρόσφατα από ανεξάρτητους διεθνείς εμπειρογνώμονες στο πλαίσιο μιας αξιολόγησης από ομότιμους κριτές και τα συμπεράσματά τους μαρτυρούν την προαναφερθείσα πρόοδο”.
Η επιστολή προσδιορίζει και το ποιες ακριβώς είναι οι δεσμεύσεις της χώρας των αρχών και της κυβέρνησης:
* να σέβεται πλήρως τα διεθνή και ευρωπαϊκά πρότυπα για την ποιότητα των στατιστικών δεδομένων, και ιδίως τις αρχές του κώδικα ορθής πρακτικής για τις ευρωπαϊκές στατιστικές
* να εγγυηθεί και να υπερασπιστεί την επαγγελματική ανεξαρτησία του Ελληνικού Στατιστικού Συστήματος, ιδίως της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής (ΕΛΣΤΑΤ), και να την προωθήσει στο κοινό μέσω κατάλληλων δράσεων επικοινωνίας
* να υποστηρίξει την Ελληνική Στατιστική Αρχή στην υπεράσπιση της εμπιστοσύνης του κοινού στις ελληνικές στατιστικές και να τις υπερασπιστεί από κάθε προσπάθεια υπονόμευσης της αξιοπιστίας τους
* να εξασφαλίσει επαρκείς και σταθερούς πόρους απαραίτητους για τη διατήρηση και περαιτέρω βελτίωση της ποιότητας και της κάλυψης των ελληνικών στατιστικών
* να υποβάλλει ετησίως έκθεση στο Ελληνικό Κοινοβούλιο και στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή σχετικά με την εφαρμογή των ανωτέρω δεσμεύσεων.
Η κυβέρνηση ανέλαβε επίσης τη δέσμευση για “την απολιτικοποίηση της ελληνικής δημόσιας διοίκησης” στη Σύνοδο Κορυφής της Ευρωζώνης στις 12 Ιουλίου 2015, υπενθυμίζει η Κομισιόν.
“Όλες αυτές οι πτυχές θα αποτελέσουν μέρος της δεύτερης αναθεώρησης του προγράμματος αργότερα εντός του έτους και είναι, εξάλλου, ακρογωνιαίοι λίθοι για επιτυχημένες μεταρρυθμίσεις και, ειδικότερα, μια σφαιρική αναπτυξιακή στρατηγική”, καταλήγει η επιστολή.
Με τις τελευταίες ρυθμίσεις για τα δικαστικά έξοδα και με μια σειρά δημοσίων δηλώσεων το θέμα σε γενικές γραμμές θεωρείται λήξαν, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι οι υπόλοιπες υποχρεώσεις (π.χ. η ετήσια έκθεση/αναφορά πεπραγμένων προς το κοινοβούλιο) θα ξεχαστούν.
Για τις Βρυξέλλες, η υπόθεση του υποτιθέμενου “φουσκωμένου” ελλείμματος πρέπει να κλείσει άπαξ και διαπαντός, διότι αποτελεί το θεμέλιο της παραπληροφόρησης επτά ετών, σκληρής για τον ελληνικό λαό, δημοσιονομικής προσαρμογής και θυσιών των ασθενέστερων ώστε το έλλειμμα, που όντως ήταν 15,1% του ΑΕΠ το 2009 (με τις 10,5 μονάδες να είναι πρωτογενές έλλειμμα – δηλαδή για νέες εσωτερικές δαπάνες του δημοσίου), να εκμηδενιστεί μόλις το 2016, από την κυβέρνηση Α. Τσίπρα.
Τα πράγματα για τις Βρυξέλλες και όλα ανεξαιρέτως τα κράτη μέλη είναι πάρα πολύ απλά: οι δαπάνες έγιναν, το 2009 είχε έλλειμμα 15,1, την προηγούμενη απόκρυψη δαπανών ΟΤΑ, νοσοκομείων, ΔΕΚΟ και άλλων κωδικών του προϋπολογισμού ήταν εσφαλμένη και για τους κοινοτικούς κανόνες εγκληματική.
Για τα κράτη – μέλη και την Eurostat δεν υπάρχει καμία αμφιβολία για τις στατιστικές λαθροχειρίες και την παραποίηση των στοιχείων της προηγούμενης περιόδου, εξού και η προς τα πάνω αναθεώρηση των στοιχείων των προηγουμένων ετών (2007 και 2008).
Μάλιστα, όποιος είχε παρακολουθήσει το ρεπορτάζ εκείνης της εποχής (2010 – 2011) έχει καταγράψει τις απέλπιδες προσπάθειες της τότε κυβέρνησης να πείσει τις Βρυξέλλες, το Λουξεμβούργο και τον Τύπο ότι το έλλειμμα θα έμενε στο 12,6% που είχε ανακοινώσει ο Γ. Παπακωσταντίνου στο Eurogroup του Σεπτεμβρίου του 2009 στο Λουξεμβούργο.
Το ρεπορτάζ είχε προαναγγείλει από την πρωτοχρονιά του 2010 ότι η eurostat θα αναθεωρούσε προς τα πάνω το 12,6% (Realnews και ΤΑ ΝΕΑ) κάτι που τον Απρίλιο του 2010 συνέβη (ανακοινώθηκε το 13,7%). Για να φτάσουμε στο 15,1% μεσολάβησε επίσης το 14,5% και το 15,6%.
Συνεπώς για τις Βρυξέλλες ήταν και είναι καθαρό ότι δεν υπάρχει “υπολογισμός Γεωργίου”, υπάρχει υπολογισμός Eurostat – o οποίος μαζί με τη μέθοδο ESA 2010 δεν αποτελεί αντικείμενο διαπραγμάτευσης ή κρίσης των εθνικών αρχών, περιλαμβανομένων και τον δικαστικών, αλλά του Δικαστηρίου της ΕΕ.
Εν έτει όμως 2017, μετά από τις τρομοκρατικές επιθέσεις, την άνοδο του εξτρεμιστικού λαϊκισμού, την αμφισβήτηση του κράτους δικαίου (υπόθεση Πολωνίας) και την προπαγάνδα από εξωκοινοτικούς κύκλους (ρωσικά fake news κτλ), κανείς θα πρέπει να είναι πολύ προσεκτικός σε σχέση με τα μυθεύματα που διαδίδει, διότι η αντιμετώπιση των ψευδών ειδήσεων, η υποκίνηση και η ρητορική μίσους δεν θα αντιμετωπίζονται με επιείκεια.
Στις Βρυξέλλες επισημαίνουν ότι για το θέμα “αρκεί κανείς να δει τις τελευταίες αποφάσεις των Συνόδων Κορυφής και των Συνόδων των Υπουργών Δικαιοσύνης των 28”.