«Μελβούρνη, η Αθήνα του Νότου. Αποτελεί την πιο επιτυχημένη πολυπολιτισμική κοινωνία στον κόσμο. Και εσείς το κατορθώσατε αυτό. Δεν θα μπορούσαμε να φανταστούμε τη σύγχρονη Αυστραλία, τη σύγχρονη Μελβούρνη, χωρίς τους Ελληνες». Το απόσπασμα από τον χαιρετισμό του Αυστραλού πρωθυπουργού Malcolm Turnbull, στο Ελληνικό Φεστιβάλ της Μελβούρνης, τον περασμένο Φεβρουάριο, είναι ενδεικτικό του κύρους που έχει κατακτήσει συν τω χρόνω η δραστήρια ελληνική κοινότητα Μελβούρνης. «Στη Μελβούρνη ζούμε 300.000 Ελληνες, σε όλη την Αυστραλία είμαστε 600.000», αναφέρει στην «Κ» ο πρόεδρος της κοινότητας, Βασίλης Παπαστεργιάδης. Σε εκείνον αποδίδουν πολλοί τη σημερινή δυναμική εικόνα της Ομογένειας.
«Προσπαθήσαμε να απαλλαγούμε από αγκυλώσεις του παρελθόντος», διηγείται ο ίδιος, που ανέλαβε τα ηνία το 2008, «διαρρήξαμε τις παθογόνες σχέσεις με τα ελληνικά πολιτικά κόμματα, αυξήσαμε τις δραστηριότητές μας –ως επί το πλείστον εκπαιδευτικές και πολιτιστικές–, καθιερώσαμε υποστηρικτικές υπηρεσίες για τους νεοφερμένους, στέλνοντας προς όλες τις κατευθύνσεις ένα μήνυμα ενότητας». Ο ίδιος έχει ιδρύσει μεγάλη δικηγορική εταιρεία και έχει χαρακτηριστεί ως ένας από τους 40 κορυφαίους δικηγόρους στην Αυστραλία, αλλά αφιερώνει αμέτρητες εργατοώρες στην Κοινότητα.
Από την έναρξη της οικονομικής κρίσης έχουν φτάσει από την Ελλάδα περί τα 20.000 άτομα. «Η συντριπτική πλειοψηφία είχε αυστραλιανό διαβατήριο, μόνο 2.000-3.000 ήρθαν χωρίς να έχουν καμία σύνδεση με τη χώρα». Τα πρώτα χρόνια το ηλεκτρονικό ταχυδρομείο κατακλυζόταν από ερωτήσεις ενδιαφερομένων, που σταδιακά κόπασαν λόγω των δυσκολιών στην έκδοση βίζας. «Προκειμένου να διευκολύνουμε τη νόμιμη μετανάστευση, συνομιλήσαμε πολλάκις με το υπουργείο Μετανάστευσης», λέει ο κ. Παπαστεργιάδης. Ενα σημαντικό επίτευγμα ήταν η θεσμοθέτηση της working holiday visa, που θα προσέφερε τη δυνατότητα σε νέους για έναν χρόνο να σπουδάσουν δουλεύοντας παράλληλα. «Εμείς το περάσαμε στην Αυστραλία το 2012, στην Ελλάδα επικυρώθηκε μόλις χθες», αναφέρει με πικρία.
Ευτυχώς, οι ρυθμοί στην Αυστραλία είναι πιο γρήγοροι. «Εχουμε ιδρύσει τρία νέα σχολεία, για να εξυπηρετήσουμε τις αυξημένες ανάγκες», διευκρινίζει ο ίδιος, «προσφέρουμε μαθήματα Αρχαίων Ελληνικών και Λατινικών, που έχουν σταματήσει από άλλους φορείς, με αποτέλεσμα να έχουμε αύξηση του ενδιαφέροντος 300%, ενώ οι μισοί του συνόλου δεν έχουν ελληνική καταγωγή». Την ελληνομάθεια ακόμα και μεταξύ της δεύτερης και τρίτης γενιάς μεταναστών θεωρεί ο ίδιος ως ένα μεγάλο επίτευγμα – εξ ου και υποστηρίζουν σθεναρά τον θεσμό «Μιλάμε Ελληνικά τον Μάρτιο». Το 2014 η κοινότητα «μετακόμισε» σε 15ώροφο κτίριο, όπου λειτουργεί και υπηρεσία πρόνοιας για τους άρτι αφιχθέντες. «Αξιοποιούμε ένα οικόπεδο δικής μας ιδιοκτησίας στο Bulleen, όπου θα ανεγερθεί ένα νέο Ελληνικό Κέντρο, στο οποίο θα στεγαστεί μεταξύ άλλων και γηροκομείο». Το ετήσιο Lonsdale Street Greek Festival συγκεντρώνει πάνω από 150.000 επισκέπτες, ενώ μεγάλη επιτυχία σημειώνει και το νέο γαστρονομικό φεστιβάλ.
Εξίσου ενθαρρυντικό, ωστόσο, για τον πρόεδρο της Κοινότητας είναι ότι η «φωνή» της εισακούεται. «Πριν από τις ομοσπονδιακές εκλογές, μας προσέγγισε η κυβέρνηση εκφράζοντας την επιθυμία να μας κάνει μια προσφορά», περιγράφει, «λίγες μέρες αργότερα, μας προσέγγισαν δύο άλλα κόμματα με την ίδια πρόταση». Η ελληνική πλευρά είχε συγκεκριμένες ανάγκες, που ήδη εκπληρώνονται. «Πρόκειται για τέσσερα προγράμματα: μαθήματα γλώσσας για τις νεοφερμένες οικογένειες, ανέγερση εκθεσιακού χώρου για την ιστορία των Ελλήνων στην Αυστραλία, καταγραφή της ιστορίας της κοινότητάς μας, όπως και εκπόνηση οικονομοτεχνικής μελέτης».
Έντυπη