Η εντυπωσιακή άνοδος του ευρώ και η κατάρρευση του δολαρίου αποτελούν αδιαμφισβήτητα το μεγάλο trade για το 2017 μέχρι στιγμής, έχοντας ήδη αρχίσει να προκαλούν προβληματισμό στα trading desks αλλά και στις ίδιες τις εισηγμένες, αφού οι αναλυτές δεν βλέπουν να μπαίνει σύντομα “φρένο” σε αυτό το story.
Το ευρώ έχει τρέξει εντυπωσιακά φέτος, καθώς το πολύ θετικό μακροοικονομικό σκηνικό έχει ενισχυθεί από τη χαλάρωση των πολιτικών ανησυχιών μετά τις γαλλικές εκλογές και από την ΕΚΤ, η οποία ετοιμάζεται να μειώσει τα έκτακτα μέτρα τόνωσης καθώς αυξάνεται ο πληθωρισμός. Παράλληλα, η ενίσχυση της πολιτικής αβεβαιότητας στις ΗΠΑ, καθώς και τα σχόλια του Τραμπ για την αξία του δολαρίου έχουν χτυπήσει το δολάριο αλλά και τους Αμερικανούς εξαγωγείς.
Στα τέλη του 2016 η πλειονότητα των διεθνών αναλυτών προέβλεπε κατάρρευση του ευρώ προς την απόλυτη ισοτιμία έναντι του δολαρίου. Αυτό όχι μόνο δεν υλοποιήθηκε –καθιστώντας την την πιο άστοχη πρόβλεψη της χρονιάς–, αλλά το ευρώ έχει ενισχυθεί πάνω από 11% από τις αρχές του έτους, αγγίζοντας το 1,777 την περασμένη εβδομάδα.
Όπως προειδοποιούν οι fund managers, η εκτόξευση του ευρώ σε υψηλά επίπεδα διετίας θα μπορούσε να αρχίσει να απειλεί τις προοπτικές κερδοφορίας των ευρωπαϊκών εταιρειών, πλήττοντας τον ενθουσιασμό γύρω από τις αγορές της Ευρωζώνης, στις οποίες έχουν καταγραφεί έντονες εισροές φέτος.
Το χτύπημα σε έσοδα
Περισσότερο από το ήμισυ των εσόδων των κορυφαίων ευρωπαϊκών επιχειρήσεων παράγεται εκτός της ζώνης του ευρώ, σύμφωνα με τα στοιχεία της Thomson Reuters, γεγονός που σημαίνει ότι ένα ισχυρό ευρώ έχει αρνητικό αντίκτυπο στους ισολογισμούς τους. Καθώς βρισκόμαστε ήδη στη φάση ανακοινώσεων κερδοφορίας, ο βαθμός στον οποίο η άνοδος του ευρώ πλήττει τις εταιρείες που έχουν έσοδα εκτός της ζώνης του ευρώ θα αποτελέσει βασικό τομέα εστίασης για τους επενδυτές. Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της Deutsche Bank, κάθε 10% άνοδος του δείκτη συναλλαγματικής ισοτιμίας του ευρώ αφαιρεί 5% από τα κέρδη ανά μετοχή του πανευρωπαϊκού δείκτη STOXX 600.
Για τους στρατηγικούς αναλυτές της Deutsche Bank, η σχετικά αδύναμη έναρξη της σεζόν των αποτελεσμάτων των ευρωπαϊκών εταιρειών οφείλεται στην άνοδο του ευρώ. Παρ’ όλα αυτά, για την JP Morgan Asset Management, η Ευρώπη παραμένει η προτιμώμενη αγορά μετοχών παγκοσμίως, δεδομένης της ευνοϊκής οικονομικής συγκυρίας και της ανάκαμψης της κερδοφορίας, ωστόσο η ενίσχυση του ευρώ είναι ανησυχητική, όπως επισημαίνει. “Η κύρια πρόκληση για τις ευρωπαϊκές μετοχές είναι η δύναμη του ευρώ”, όπως σημειώνει χαρακτηριστικά.
Η αύξηση της κερδοφορίας στην Ευρώπη αναμένεται να φτάσει το 14% φέτος, σύμφωνα με τους αναλυτές, μια εντυπωσιακή ανάκαμψη έπειτα από πέντε χρόνια υποτονικών βελτιώσεων στα κέρδη. Η αισιόδοξη προοπτική για τα ευρωπαϊκά κέρδη έχει οδηγήσει τους διεθνείς επενδυτές στο να στρέψουν τα κεφάλαιά τους έντονα προς τις μετοχές της περιοχής, ωθώντας τις αποτιμήσεις σε πολύ υψηλότερα επίπεδα από τους μακροπρόθεσμους μέσους όρους. Περίπου 19 δισεκατομμύρια δολάρια έχουν κατευθυνθεί προς τις ευρωπαϊκές μετοχές τούς τελευταίους τρεις μήνες, σύμφωνα με τα στοιχεία της εταιρείας έρευνας επενδυτικών ροών EPFR.
Οι αναλυτές της Morgan Stanley εξέφρασαν επίσης τις ανησυχίες τους, επισημαίνοντας ότι ο δείκτης αναπροσαρμογών των κερδών –ένας δείκτης που μετρά τον αριθμό των αναβαθμίσεων σε σχέση με τις υποβαθμίσεις και μετρά, επίσης, την ψυχολογία της αγοράς– αγγίζει το χαμηλό 11 μηνών, με τον χρηματοοικονομικό κλάδο να είναι ο μόνος που δεν έχει δει υποβάθμιση.
Αξίζει να σημειώσουμε πως οι εταιρείες που είναι περισσότερο εστιασμένες στις εξαγωγές είναι οι πιο εκτεθειμένες σε ένα πιο ισχυρό ευρώ, καθώς καθιστά τα προϊόντα τους ακριβότερα στο εξωτερικό. Οι μετοχές του βιομηχανικού κλάδου στην Ευρώπη σημειώνουν τις μεγαλύτερες μηνιαίες απώλειες από τον Οκτώβριο του 2016, ενώ πτωτικός ήταν και ο Ιούνιος.
Θα συνεχιστεί το ράλι;
Σύμφωνα, πάντως, με την J.P. Morgan, το ευρώ αναμένεται να ενισχυθεί περαιτέρω, δεδομένου ότι η ΕΚΤ θα ξεκινήσει το tapering, αλλά αυτό δεν θα εκτροχιάσει την αύξηση των κερδών.
Από την πλευρά της, η Bank of America – Merrill Lynch αναφέρει ότι η συνεδρίαση της ΕΚΤ άνοιξε τον δρόμο για νέο ράλι. Όπως επισημαίνει, το επίπεδο στο οποίο διαμορφωνόταν η ισοτιμία ευρώ/δολαρίου πριν από την ΕΚΤ ήταν σημείο-“κλειδί” για την αγορά, καθώς αυτό ήταν το επίπεδο στο οποίο παρενέβη η ΕΚΤ προφορικά στο παρελθόν για να εκφράσει ανησυχίες σχετικά με το ισχυρό νόμισμα και τις αρνητικές επιπτώσεις του στον πληθωρισμό. Ο Ντράγκι, όμως, κατάργησε, όπως φαίνεται, το αποδεκτό όριο του ευρώ για την ΕΚΤ.
Η περαιτέρω ανατίμηση του ευρώ θα μπορούσε πλέον να γίνει ευκολότερη, τονίζει η BofA, καθώς φαίνεται ότι η ΕΚΤ παραιτήθηκε από την προσπάθεια ελέγχου του νομίσματος. Στην πράξη, δεν υπάρχουν κάποιες πολιτικές που θα μπορούσε να χρησιμοποιήσει η Κεντρική Τράπεζα για να αποδυναμώσει το ευρώ, καθώς απέσυρε την επιλογή να μειώσει περαιτέρω τα επιτόκια καταθέσεων και σύντομα θα πρέπει να προχωρήσει στο tapering του QE λόγω του ορίου έκδοσης και της κλείδας κατανομής κεφαλαίου.
Αυτοί οι περιορισμοί πολιτικής, τονίζει η αμερικανική τράπεζα, μπορεί να εξηγήσουν γιατί ο Ντράγκι “εγκατέλειψε” τις προσπάθειες “ελέγχου” του νομίσματος και, έτσι, το ευρώ θα μπορούσε πλέον να ανατιμηθεί ελεύθερα εάν τα στοιχεία της Ευρωζώνης συνεχίσουν να βελτιώνονται.
Η Societe Generale, από την πλευρά της, εκτιμά πως το ευρώ οδεύει προς το 1,20 έναντι του δολαρίου προτού έρθει κάποια ουσιαστική διόρθωση. Όπως επισημαίνει, δεν δόθηκε τίποτα από την Κεντρική Τράπεζα που να μπορεί να αλλάξει την άποψή της ότι η ΕΚΤ προχωρά σε μια σταδιακή μεταστροφή προς την κατεύθυνση της ομαλοποίησης των πολιτικών της, κάτι που δεν συμβαδίζει με την υποτίμηση του νομίσματος.
Ηχηρή προειδοποίηση
Η Credit Suisse μειώνει την overweight στάση που τηρούσε στις μετοχές της Ευρωζώνης, καθώς, όπως εκτιμά, ένα ραγδαία αυξανόμενο ευρώ και η πιθανότητα για επιβράδυνση του ρυθμού των εισροών στην περιοχή οδηγούν τους επενδυτές να… ξανασκεφτούν τις τοποθετήσεις τους σε ένα από τα πιο δημοφιλή trades του 2017.
Αν και η στάση που τηρεί στην Ευρώπη παραμένει overweight, η οποία είναι η πλέον προτιμώμενη περιοχή μετά τις αναδυόμενες αγορές, ωστόσο το ράλι που έχει σημειώσει το ευρώ φέτος έχει προκαλέσει ανησυχίες σχετικά με τον αντίκτυπο στα κέρδη των εξαγωγέων, όπως είναι οι κατασκευαστές αυτοκινήτων της Ευρώπης, οι οποίοι έχουν επωφεληθεί από ένα ασθενέστερο νόμισμα και αντιπροσωπεύουν μεγάλο μέρος του συνόλου των κερδών της περιοχής.
Η Credit Suisse εκτιμά ότι μια άνοδος κατά 10% του ευρώ αφαιρεί περίπου 6% από την αύξηση των κερδών των εταιρειών. Οι οικονομολόγοι της ελβετικής τράπεζας“βλέπουν” το ευρώ να αυξάνεται στο 1,22 έναντι του δολαρίου κατά το επόμενο έτος.
Περίπου το ήμισυ των εταιρικών κερδών της ηπειρωτικής Ευρώπης παράγεται εκτός της ζώνης του ευρώ, σύμφωνα με την Credit Suisse, και ο αντίκτυπος του νομίσματος αποτελεί το “κλειδί” για την κερδοφορία του δεύτερου τριμήνου.
Η τράπεζα επισημαίνει ότι, ενώ η Ευρώπη μπορεί να είναι είναι ένα trade που προτιμούν οι επενδυτές σε ορίζοντα τριών ή δύο μηνών, οι μακροπρόθεσμοι επενδυτές ωστόσο εξακολουθούν να είναι επιφυλακτικοί, καθώς μόνο το 9% έχει επιλέξει την Ευρώπη ως “κορυφαίο” trade για πενταετή χρονικό ορίζοντα.
Ο πανευρωπαϊκός δείκτης STOXX 600 έχει σημειώσει άνοδο 6% από τις αρχές του έτους, όπως και ο Euro Stoxx 50 των blue chips, για τον οποίο η Credit Suisse μειώνει τον στόχο για το τέλος του έτους στις 3.650 μονάδες, από τις 3.800 μονάδες.
Τι σημαίνει η βουτιά του δολαρίου για τις ελληνικές επιχειρήσεις
Η συνεχιζόμενη βουτιά του δολαρίου, που αγγίζει το 13% από το υψηλό που χτύπησε τον Ιανουάριο και το 5% τις τελευταίες τέσσερις εβδομάδες έναντι του ευρώ, και το οποίο διαπραγματεύεται πλέον σε χαμηλά 13 μηνών, δημιουργεί προβληματισμό γύρω από πολλές ελληνικές επιχειρήσεις με μεγάλο ποσοστό πωλήσεων στη ζώνη του δολαρίου, όπως είναι ο Τιτάνας, η Βιοχάλκο, η Motor Oil, τα ΕΛΠΕ και η Follie Folie, αφού επιδρά στα κέρδη τους και “βαραίνει” τις αποτιμήσεις τους.
Η βαριά εξαγωγική βιομηχανία, και ιδιαίτερα οι κλάδοι που πουλάνε τα προϊόντα τους σε δολάρια, είναι οι μεγάλοι χαμένοι από την κατάρρευση του αμερικανικού νομίσματος, ενώ, σύμφωνα με τους αναλυτές, η αδυναμία του δολαρίου μπορεί να κλείσει τον δρόμο για περαιτέρω ενίσχυση των βιομηχανικών εξαγωγών προς τις ΗΠΑ. Παράλληλα, πολλοί εξαγωγείς με μεγάλο ποσοστό πωλήσεων σε δολάριο μπορεί να βρουν δυσκολίες και στην εξυπηρέτηση του χρέους τους που είναι αποτιμημένο σε ευρώ.
Αξίζει να σημειωθεί ότι, σύμφωνα με τα τελευταία διαθέσιμα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ, τα μερίδια των ελληνικών εξαγωγών, συμπεριλαμβανομένων των πετρελαιοειδών, ως προς τον προορισμό τους δείχνουν ότι αυτές κατευθύνονται σε ποσοστό 53,4% σε χώρες της Ε.Ε. και 46,6% σε τρίτες χώρες.
Η σχέση που “έσπασε”
Πάντως, αρκετές εταιρείες έχουν χρησιμοποιήσει τη στρατηγική του hedging για να προστατευθούν από τις όποιες “αναταραχές” στην αγορά νομίσματος. Εξίσου σημαντικό και… “σωτήριο” είναι πως, παρόλο που η πτώση του δολαρίου τείνει να αυξάνει τη ζήτηση για τα commodities, καθιστώντας ακριβότερη την ενέργεια και τις πρώτες ύλες, αφού διαπραγματεύονται διεθνώς σε δολάρια (μια από τις βασικές αρχές της παγκόσμιας οικονομίας είναι η αρνητική σχέση μεταξύ δολαρίου και πετρελαίου), η συγκεκριμένη σχέση έχει φέτος “σπάσει”, με τις δύο κατηγορίες assets να κινούνται παράλληλα και να έχουν χάσει έδαφος “μαζί”, αντισταθμίζοντας, έτσι, την επιβάρυνση για τις εταιρείες.
Αυτή η… ανατροπή, σύμφωνα με τους αναλυτές, οφείλεται στην ατζέντα Tραμπ και στα εμπόδια που έχει βρει στην οδό της εφαρμογής της, στην επαναδιαπραγμάτευση (τελικά) της συμφωνίας NAFTA, με τον Tραμπ και πάλι να μη βρίσκει στήριξη από το Κογκρέσο για την κατάργησή της, καθώς και στη συνέχιση της bull market των μετοχών οι οποίες διαπραγματεύονται σε επίπεδα-ρεκόρ παρά την ενίσχυση των πολιτικών κινδύνων διεθνώς.