Συγκρατημένη αισιοδοξία για την κατάσταση της ελληνικής οικονομίας εξέφρασε χθες ο πρόεδρος του Συνδέσμου Επιχειρήσεων και Βιομηχανιών (ΣΕΒ) Θεόδωρος Φέσσας, μη διστάζοντας να κάνει λόγο όχι μόνο για επιστροφή στην κανονικότητα, αλλά και για σημάδια που δείχνουν ένα καλύτερο μέλλον. Η αισιοδοξία αυτή αποτυπώνεται και στην ετήσια έρευνα γνώμης του ΣΕΒ «Ο σφυγμός του επιχειρείν», η οποία έγινε σε συνεργασία με την εταιρεία MRB Hellas και παρουσιάστηκε χθες. Η έρευνα πραγματοποιήθηκε σε δείγμα 706 επιχειρήσεων το διάστημα Φεβρουαρίου – Απριλίου, πριν δηλαδή από την ολοκλήρωση της δεύτερης αξιολόγησης.
Ειδικότερα, σύμφωνα με την έρευνα, οι επιχειρηματίες δηλώνουν πιο αισιόδοξοι για το μέλλον των δικών τους επιχειρήσεων, καθώς το 54,8% αναμένει ότι η οικονομική κατάσταση της επιχείρησής τους θα παραμείνει σταθερή ή θα βελτιωθεί και 79,8% εκτιμά ότι το προσωπικό τους θα παραμείνει σταθερό ή και θα αυξηθεί, συγκριτικά με τις προοπτικές της χώρας, όπου μόνο το 40,7% πιστεύει ότι η οικονομική κατάστασή της θα βελτιωθεί μέσα στα επόμενα πέντε χρόνια. Αξίζει δε να σημειωθεί ότι μία στις πέντε επιχειρήσεις εκτιμά ότι θα απαιτηθούν περισσότερα από οκτώ χρόνια για να βγει η χώρα από την κρίση, ενώ 7,1% πιστεύει ότι η «λύτρωση» δεν θα έρθει ποτέ. Ο επικεφαλής της MRB Hellas Δ. Μαύρος, που παρουσίασε τα συμπεράσματα της έρευνας, κάλεσε τον επιχειρηματικό κόσμο να μεταφέρει αυτήν τη μεγαλύτερη αισιοδοξία και στους πολίτες οι οποίοι σε ποσοστό μόλις 20,4% πιστεύουν ότι θα απαιτηθούν έως πέντε χρόνια για να βγει η Ελλάδα από την κρίση, ενώ το 24,8% πιστεύει ότι αυτό δεν θα συμβεί ποτέ. Ο πρόεδρος του ΣΕΒ δήλωσε, πάντως, χθες: «Το λέμε σε όλους τους τόνους ότι υπάρχει μια συγκρατημένη αισιοδοξία. Τα αποτελέσματα της έρευνας είναι ένας πρόδρομος δείκτης. Ολα δείχνουν ένα καλύτερο μέλλον. Δεν έχουν δει οι επιχειρηματίες περισσότερα έσοδα. Αισθάνονται, όμως, ότι μπαίνουν σε μια κανονικότητα».
Αν και οι επιχειρήσεις αναλόγως του μεγέθους τους και του κλάδου όπου δραστηριοποιούνται προτάσσουν διαφορετικές ανάγκες, συγκλίνουν στα εμπόδια. Τα πέντε κυριότερα προβλήματα που αντιμετωπίζουν στην καθημερινή λειτουργία τους είναι τα ακόλουθα: ασταθές φορολογικό πλαίσιο (84,8%), αδυναμία πρόσβασης στη χρηματοδότηση (54,6%), καθυστέρηση στην απονομή δικαιοσύνης (49,2%), πολυνομία και το ασαφές θεσμικό πλαίσιο (49,0%) και έλλειμμα χρηματοδοτικών και επενδυτικών κινήτρων (48,9%).
Χαμηλό βαθμό
Χαμηλό βαθμό δίνουν οι επιχειρήσεις στις μεταρρυθμίσεις που έχουν γίνει στα χρόνια του μνημονίου. Αυτές με την πιο θετική επίδραση είναι η απλοποίηση της έναρξης επιχείρησης (27%), η ελαστικοποίηση των σχέσεων στην αγορά εργασίας (23,4%), οι διαδικασίες αδειοδότησης των επιχειρήσεων (17,7%). Από τα παραπάνω προκύπτει, βεβαίως, ότι για την πλειονότητα των ερωτηθέντων ούτε καν αυτές οι σημαντικές μεταρρυθμίσεις δεν είχαν επίδραση. «Το γεγονός αυτό μπορεί να σημαίνει ότι η αγορά έχει αποκτήσει την ευελιξία να λειτουργεί σε μορφές οργάνωσης επιχειρήσεων, οι οποίες όλα αυτά τα χρόνια επιβίωναν παρά την ύπαρξη αυτών των προβλημάτων, διαπίστωση η οποία ενδεχομένως να συνδέεται και με τη συγκράτηση των ελληνικών επιχειρήσεων σε ένα μικρό μέγεθος, όπως και σε μορφές οργάνωσης που είναι πιο συμβατές με την “ατυπία”», αναφέρει ως μια πιθανή ερμηνεία ο ΣΕΒ.
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζουν τα στοιχεία σχετικά με τον βαθμό ικανοποίησης των επιχειρήσεων από την ποιότητα των παρεχόμενων υπηρεσιών και διαφάνειας των διαφόρων φορέων. Τα Κέντρα Εξυπηρέτησης Πολιτών (ΚΕΠ) και η Υπηρεσία Γενικού Εμπορικού Μητρώου (ΓΕΜΗ) «αριστεύουν» ως προς την ποιότητα των υπηρεσιών αλλά και τη διαφάνεια. Τα τελωνεία κατατάσσονται στην τέταρτη θέση ως προς την ποιότητα των παρεχόμενων υπηρεσιών, όμως το 50,7% θεωρεί αδιαφανή τη λειτουργία τους. Η πολεοδομία κατατάσσεται στις τελευταίες θέσεις και στα δύο κριτήρια, ενώ παρόμοια είναι η εικόνα και για τα δικαστήρια.
Να αλλάξει η δομή της επιχειρηματικότητας
«Δεν μπορούμε να πάμε μπροστά με τα σουβλατζίδικα και τα κομμωτήρια. Πρέπει να αλλάξει η δομή της επιχειρηματικότητας». Αυτό επισήμανε χθες ο πρόεδρος του ΣΕΒ Θ. Φέσσας, καθώς και στα αποτελέσματα της έρευνας αποτυπώνεται η υστέρηση ανάμεσα στις μικρές και μη καινοτόμες επιχειρήσεις και στις μεγαλύτερες, πιο οργανωμένες, καινοτόμες και εξωστρεφείς.
Σε επίπεδο κλάδων, οι κατασκευές και το εμπόριο, καθώς έχουν πληγεί περισσότερο από την κρίση, εμφανίζονται ως οι κλάδοι με τη μεγαλύτερη απαισιοδοξία, ενώ η πρωτογενής παραγωγή, οι μεταφορές και ο τουρισμός αξιολογούν θετικά την υφιστάμενη οικονομική τους κατάσταση. Ακόμα, παρατηρείται ότι όσο μικρότερο είναι το μέγεθος των επιχειρήσεων, βάσει αριθμού εργαζομένων, τόσο μεγαλύτερες είναι οι οικονομικές δυσκολίες που αντιμετωπίζουν. Επιπλέον παρατηρούνται διαφορετικές «ταχύτητες» και εντός των κλάδων με ενδεικτικά παραδείγματα τη μεταποίηση και τον τουρισμό, όπου οι οργανωμένες επιχειρήσεις δηλώνουν πιο αισιόδοξες για το μέλλον σε σχέση με τις πολύ μικρές και μικρές επιχειρήσεις. Οι επιχειρήσεις που είναι σε φάση ανάπτυξης προτάσσουν ως ανάγκες την ενθάρρυνση της καινοτομίας και τη διευκόλυνση της αδειοδότησης, ενώ όσες προσπαθούν να επιβιώσουν ζητούν υγιή ανταγωνισμό, εργασιακές ρυθμίσεις και προσιτό δανεισμό.