Ηταν αργά το βράδυ πριν από μερικές ημέρες και το κτίριο του Εφετείου στη λεωφόρο Aλεξάνδρας έμοιαζε άδειο. Και όμως, λίγο πριν από τα μεσάνυχτα ακούστηκαν φωνές από μια αίθουσα στο ισόγειο. Η πρόεδρος είχε μόλις αναγνώσει τις ποινές για την εγκληματική –όπως τη χαρακτήρισε– οργάνωση που πουλούσε σπίτια εν αγνοία των πραγματικών ιδιοκτητών.
Μετά δέκα μαραθώνιες συνεδριάσεις, 13 από τους 20 κατηγορουμένους καταδικάστηκαν και για τουλάχιστον μισή ώρα περίμεναν να μάθουν εάν θα οδηγηθούν το ίδιο κιόλας βράδυ στις φυλακές Κορυδαλλού. Μια γυναίκα, που παρίστανε τη μεσίτρια, δικηγόροι, συμβολαιογράφοι και μια ομάδα συνεργατών «γενικών καθηκόντων», πολλοί από αυτούς με βεβαρημένο ποινικό μητρώο, άλλοι «πρωτάρηδες», μέχρι πρότινος υπεράνω κάθε υποψίας.
Με το που άκουσαν τις ποινές διαμαρτυρήθηκαν, φωνάζοντας πως είχαν αδικηθεί, πως και εκείνοι είχαν πέσει θύματα. Μια απίστευτη ιστορία και ένα κύκλωμα που για πρώτη φορά αποκάλυψε η «Κ» το 2015.
To κόλπο
Η υπόθεση αφορούσε έξι ακίνητα σε ακριβές περιοχές της Αττικής (στο Παλαιό Ψυχικό, στο Μαρούσι, στο Γαλάτσι και στη Βούλα). Και τα έξι είχαν κάποιο «ευαίσθητο σημείο»: Στο ένα ο ιδιοκτήτης νοσηλευόταν στο ψυχιατρείο των φυλακών, στο άλλο η ιδιοκτήτρια βρισκόταν σε κώμα στην εντατική έπειτα από τροχαίο ατύχημα, στο τρίτο εργαζόταν εδώ και χρόνια στην Αμερική κ.λπ. Η μεθοδολογία σε όλες τις υποθέσεις η ίδια:
Τα μέλη του κυκλώματος φαίνεται πως ήταν σε θέση να γνωρίζουν λεπτομέρειες για τα ακίνητα, αλλά και τα πλήρη στοιχεία των ιδιοκτητών – σε κάποιες περιπτώσεις το σπίτι πράγματι πουλιόταν και έτσι είχαν καταφέρει να έχουν πρόσβαση και σε όλα τα δικαιολογητικά που χρειάζονταν για το συμβόλαιο. Ο μηχανισμός τους πάντα ο ίδιος:
«Δημιουργούσαν» έναν ψεύτικο ιδιοκτήτη –συνήθως έμοιαζε με τον πραγματικό– και είχε, όπως ειπώθηκε στο δικαστήριο, μια «αριστοτεχνικά φτιαγμένη» πλαστή αστυνομική ταυτότητα, με όλα τα στοιχεία του πραγματικού. Εδειχναν λοιπόν το σπίτι σε ενδιαφερόμενους αγοραστές και στη συνέχεια προχωρούσαν κανονικά στην πώλησή του, εν αγνοία των ιδιοκτητών, οι οποίοι ξαφνικά μάθαιναν πως το ακίνητό τους είχε πουληθεί. Από την άλλη, οι αγοραστές, με ένα άκυρο συμβόλαιο στο χέρι, έμεναν να αναζητούν το πού κατέληξαν τα εκατοντάδες χιλιάδες ευρώ που είχαν καταβάλει. Μόνο γι’ αυτά τα έξι ακίνητα, τα χρήματα που έχουν δοθεί –και αυτή τη στιγμή αγνοούνται– είναι 2,5 εκατ. ευρώ.
Η «Κ» ερεύνησε και δημοσίευσε για πρώτη φορά την ιστορία τον Φεβρουάριο του 2015. Το πρόβλημα ήταν πως τότε –αλλά και για αρκετούς μήνες μετά– η κάθε υπόθεση, παρότι είχε κοινούς πρωταγωνιστές – υπόπτους, εξεταζόταν ως μεμονωμένο περιστατικό, με αποτέλεσμα οι εμπλεκόμενοι να ισχυρίζονται στις ανακρίσεις πως και αυτοί ήταν με κάποιο τρόπο εξαπατημένοι.
Οι άνδρες της Ασφάλειας, όμως, άρχισαν να παρακολουθούν εκείνο το καλοκαίρι τις τηλεφωνικές συνομιλίες των βασικών υπόπτων. Ετσι έμαθαν πως ήταν έτοιμοι να πουλήσουν δύο ακόμη ακίνητα. Ενα στο Ψυχικό και ένα στη Βούλα. Στο τελευταίο μάλιστα, ο άτυχος υποψήφιος αγοραστής είχε ήδη δώσει για προκαταβολή χρυσές λίρες, ενώ είχε αναγκαστεί να πουλήσει και προσωπικά αντικείμενα αξίας για να συγκεντρώσει τα μετρητά της προκαταβολής.
Το δόλωμα
Η αστυνομία, όμως, δεν μπορούσε να επέμβει μέχρι να «δέσει» την υπόθεση. Οταν κατάλαβαν πως ήταν έτοιμοι να προχωρήσουν σε συμβόλαιο για το ακίνητο του Ψυχικού, προσέγγισαν τον υποψήφιο αγοραστή και του ζήτησαν να συμμετάσχει στην επιχείρηση σύλληψης ως «δόλωμα». Ετσι και έγινε.
Ο 35χρονος άνδρας πέρασε από εκπαίδευση στην Aσφάλεια, ώστε να συμπεριφερθεί με τρόπο που δεν θα κινήσει υποψίες και αφού προσημειώθηκαν όλα τα χαρτονομίσματα που θα τους έδινε, κλείστηκε το ραντεβού-παγίδα για το συμβόλαιο.
Από εκείνο το σημείο όλα κινήθηκαν γρήγορα – τουλάχιστον για τα ελληνικά δεδομένα (σ.σ. αντίστοιχη υπόθεση του 2007 δεν έχει δικαστεί ακόμα σε πρώτο βαθμό). Σε αυτή την υπόθεση, όμως, μέσα σε ενάμιση χρόνο βγήκε η καταδικαστική απόφαση. Σημαίνει, όμως, αυτό άραγε και το τέλος της απίστευτης δράσης τους;
Το «κύκλωμα» φαίνεται πως διαθέτει πρόσβαση σε έναν ευρύ κύκλο «συνεργατών», οι οποίοι χρησιμοποιούνται και εναλλάσσονται σε διάφορους συνδυασμούς, ενώ ακόμα και όταν γνωρίζουν πως η αστυνομία τους έχει εντοπίσει βρίσκουν τρόπους και συνεχίζουν.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα η υπόθεση της Αμαρυλλίδος –ενός ακινήτου που η καταδικασμένη πλέον μεσίτρια– είχε προσπαθήσει να πουλήσει σε ένα ανυποψίαστο ζευγάρι. Οταν δημοσιεύθηκε η έρευνα της «Κ», η υποψήφια αγοράστρια θορυβημένη τηλεφώνησε στην εφημερίδα. Στην δική της περίπτωση η μεσίτρια της είχε μιλήσει για ένα «ξεχωριστό» ακίνητο, 330 τ.μ. με κήπο, «ακριβώς» στα χρήματα που διέθετε.
Είχε σκεφτεί τότε πως ακούγεται πολύ καλό για να είναι αληθινό, συμφώνησε, όμως, να το δει. Εκεί την περίμεναν η μεσίτρια και ένας ασπρομάλλης κύριος που της συστήθηκε ως «καλός φίλος» του ιδιοκτήτη. Ενθουσιάστηκε με το σπίτι, απόρησε βέβαια με την τιμή που ήταν ιδιαίτερα χαμηλή, αλλά πείστηκε από τα λεγόμενα του «φίλου» πως ο ιδιοκτήτης ήταν σε διάσταση με τη σύζυγό του και είχε άμεσα μεγάλη ανάγκη χρημάτων.
Λίγες ημέρες αργότερα, κανόνισε να δει εκ νέου το σπίτι με τον σύζυγό της. Βρήκαν και πάλι τον ασπρομάλλη «φίλο» γιατί ο ιδιοκτήτης «μένει πολύ μακριά, έχει και προβλήματα υγείας και του είναι δύσκολο να έρθει», τους εξήγησε. Οταν τελικά έπειτα από πιέσεις συνάντησαν και τον ιδιοκτήτη, κάτι δεν τους κολλούσε. Ο εν λόγω κύριος –ηλικιωμένος με προβλήματα ομιλίας– έμοιαζε τελείως ξένος με τον χώρο.
Στο στόχαστρο
Η «Κ» τότε εντόπισε και επικοινώνησε με τον πραγματικό ιδιοκτήτη και επιβεβαίωσε πως και αυτό το ακίνητο είχε μπει στο στόχαστρο του κυκλώματος. Ο ιδιοκτήτης, πράγματι, είχε βάλει το σπίτι του προς πώληση, αλλά δεν γνώριζε τη συγκεκριμένη μεσίτρια, πόσο μάλλον ότι κάποιος φερόμενος ως ιδιοκτήτης είχε εμφανιστεί και παρίστανε τον ίδιο!
Οπως προκύπτει από την έρευνα, το πιθανότερο είναι πως «συνδετικός κρίκος» κυκλώματος και αγοραστή ήταν ο ασπρομάλλης άνδρας – που είχε συστηθεί ως «φίλος» και είχε δείξει το σπίτι στους υποψήφιους αγοραστές: πρόκειται για άτομο που στα τέλη της δεκαετίας του ’90 συμβούλευε το ΥΠΕΧΩΔΕ στη δημιουργία του Κτηματολογίου. Ο ίδιος είχε προσεγγίσει τον ιδιοκτήτη και του είχε συστηθεί ως άνθρωπος με πολλές επαφές που θα μπορούσε να πουλήσει εύκολα το σπίτι του.
Ο συγκεκριμένος άνδρας είχε συλληφθεί λίγα χρόνια νωρίτερα επ’ αυτοφώρω στο πλαστό συμβόλαιο ενός άλλου ακινήτου στην οδό Παπαδιαμάντη στο Ψυχικό. Προφυλακίστηκε και έκτοτε περιμένει να δικαστεί. Συνέχισε όπως φαίνεται να ασχολείται με το… real estate και παρότι δεν ήταν κατηγορούμενος στην υπόθεση των 6 ακινήτων που μόλις δικάστηκε, έδινε το… «παρών» σχεδόν σε όλες τις συνεδριάσεις, παρακολουθώντας με ιδιαίτερο ενδιαφέρον την εξέλιξη της δίκης.
Και σε επωνύμους
Η υπόθεση του ακινήτου στην Αμαρυλλίδος δεν μπήκε ποτέ στη δικογραφία – η παρ’ ολίγον αγοράστρια μην έχοντας υποστεί οικονομική ζημία δεν θέλησε να καταθέσει. Το ίδιο και ο ιδιοκτήτης – άλλαξε κλειδαριές, μεσίτες και δεν θέλησε να ασχοληθεί. Δεν είναι όμως η μοναδική υπόθεση που δεν έφτασε στο δικαστήριο. Υπάρχει τουλάχιστον ένα ακόμη ακίνητο στη Γλυφάδα και ο εξαπατημένος σε αυτήν την περίπτωση είναι ένας πολύ γνωστός εφοπλιστής.
Σύμφωνα με τη μήνυση που κατέθεσε πριν από μερικούς μήνες είχε πέσει και εκείνος θύμα της καταδικασμένης πλέον μεσίτριας και δύο –άγνωστων μέχρι σήμερα– συνεργών της. Η μεσίτρια του είχε μιλήσει για μια μεγάλη ευκαιρία και πράγματι όταν η σύζυγός του επισκέφτηκε το διαμέρισμα ενθουσιάστηκε με την τοποθεσία και τη χαμηλή τιμή.
Ο εφοπλιστής και ο… αρραβώνας
Ο εφοπλιστής της ιστορίας έδωσε προκαταβολή για το διαμέρισμα που του «έδειξε» το κύκλωμα, σχεδόν άμεσα. Συγκεκριμένα, λίγες εβδομάδες αργότερα και αφού η μεσίτρια του προσκόμισε όλα τα απαραίτητα δικαιολογητικά, που οι δικηγόροι του της είχαν ζητήσει – συναντήθηκαν στο γραφείο του συμβολαιογράφου με την υποτιθέμενη ιδιοκτήτρια.
Εκεί, οι δύο πλευρές υπέγραψαν τον λεγόμενο αρραβώνα. Το τελικό συμβόλαιο όμως καθυστερούσε και ο εφοπλιστής έστειλε κάποια στιγμή ένα εξώδικο στην ιδιοκτήτρια. Ο δικαστικός επιμελητής χτυπώντας την πόρτα του διαμερίσματος βρήκε την… πραγματική ιδιοκτήτρια, η οποία με έκπληξη έμαθε για το προσύμφωνο που ουδέποτε είχε υπογράψει.
«Δεν σας γνωρίζω» έγραψε στον εφοπλιστή σε δικό της εξώδικο. Εκείνος θορυβημένος τηλεφώνησε στη μεσίτρια, αλλά εκείνη συνέχισε να τον κοροϊδεύει: «Αυτή η γυναίκα δεν είναι η ιδιοκτήτρια» του έλεγε, «πρόκειται για μια τρελή ξαδέρφη της, που έχει μαλώσει με όλη την οικογένεια». Ο εφοπλιστής, όμως, δεν πείστηκε. Είχε πλέον καταλάβει πως είχε μπλέξει.
Προσπάθησε να βρει τον συνεργάτη της μεσίτριας –μέσω του οποίου την είχε γνωρίσει– αλλά ήταν εξαφανισμένος. Επικοινώνησε με την τράπεζα για να μάθει ποιος είχε εισπράξει τις επιταγές των 85.000 ευρώ που είχε ήδη δώσει για το ακίνητο και του έδωσαν τα στοιχεία ενός άνδρα, τον οποίο δεν κατάφερε να εντοπίσει.
Γνωρίζουμε σήμερα πως ο άνδρας αυτός εμφανίστηκε την περασμένη εβδομάδα στο δικαστήριο ως ένας από τους βασικούς κατηγορουμένους στην υπόθεση των 6 ακινήτων (υποδυόταν τον ιδιοκτήτη ενός ακινήτου). Ατημέλητος, με δυσκολία στην έκφραση, ήταν φανερό σε όσους τον ακούσαμε να καταθέτει πως πιθανότερο ήταν να είναι το «παιδί για όλες τις δουλειές», παρά ο εγκέφαλος του κυκλώματος.
Ο εν λόγω καταδικάστηκε σε 14 χρόνια και έξι μήνες. Η ποινή του όπως και των άλλων κατηγορουμένων είχε τελικά ανασταλτικό χαρακτήρα και έτσι όλοι (πλην της μεσίτριας που ήταν ήδη προφυλακισμένη) επέστρεψαν εκείνο το βράδυ στα σπίτια τους όπου και θα παραμείνουν ελεύθεροι μέχρι το εφετείο.
Το γεγονός, ωστόσο, πως ένας από τους κατηγορουμένους της υπόθεσης –ένας 45χρονος που συστηνόταν ως δικηγόρος– γνώριζε όταν γινόταν το παράνομο συμβόλαιο για ένα από τα έξι ακίνητα, πως σε δύο μόλις ημέρες θα προφυλακιζόταν για δύο άλλες παλαιότερες υποθέσεις, αλλά και τα ευρήματα της «Κ» που δείχνουν πως δεν κάθισαν όλοι οι πρωταγωνιστές στο εδώλιο την περασμένη εβδομάδα, ενισχύει την ανησυχία πολλών που έχουν παρακολουθήσει από κοντά την υπόθεση πως μάλλον δεν είναι η τελευταία φορά που ακούμε για το κύκλωμα.