Οι πολιτικές δυνάμεις στην Αθήνα συγκλίνουν στο ότι δεν έχουν διαμορφωθεί οι συνθήκες που θα επέτρεπαν μία μετακίνηση από το «κεκτημένο του Βουκουρεστίου»
Η αλλαγή κυβέρνησης στα Σκόπια και η γενικότερη αστάθεια στα Δυτικά Βαλκάνια έχουν επαναφέρει δυναμικά στην ατζέντα τις σκέψεις για ένταξη της πρώην Γιουγκοσλαβικής Δημοκρατίας της Μακεδονίας (πΓΔΜ) στο ΝΑΤΟ με ορίζοντα την επόμενη Σύνοδο Κορυφής του 2018. Ηδη, σύμφωνα με ασφαλείς πληροφορίες, στην έδρα της Συμμαχίας στις Βρυξέλλες έχουν γίνει το τελευταίο διάστημα άτυπες κινήσεις αλλά σε χαμηλό επίπεδο.
Ωστόσο, οι κινήσεις αυτές συνιστούν καμπανάκι για την Αθήνα, που δεν μπορεί να τις αγνοήσει. Αυτό που διαφαίνεται είναι μία επιθυμία των Σκοπίων να επιδιώξουν να προσκληθούν στη Συμμαχία με την προσωρινή τους ονομασία (πΓΔΜ) και στη συνέχεια να εντατικοποιηθούν οι διαπραγματεύσεις για το ονοματολογικό κατά το διάστημα μέχρι την επίσημη ένταξη. Ωστόσο, αυτή δεν θα αναβληθεί εφόσον, εν τω μεταξύ, δεν υπάρξει συμφωνία επί της οριστικής ονομασίας.
Μια τέτοια προοπτική θα έθετε σε δοκιμασία το «διπλωματικό κεκτημένο» της Αθήνας από τη Σύνοδο Κορυφής του Βουκουρεστίου το 2008, όταν η προηγούμενη λύση της εκκρεμότητας της ονομασίας συνδέθηκε με την ένταξη της πΓΔΜ στο ΝΑΤΟ.
Ωστόσο, οι πολιτικές δυνάμεις στην Αθήνα συγκλίνουν ότι δεν έχουν διαμορφωθεί οι συνθήκες που θα επέτρεπαν μια μετακίνηση από το «κεκτημένο του Βουκουρεστίου» το οποίο, σημειωτέον, έχει επαναληφθεί σε πέντε Συνόδους Κορυφής μετά το 2008 και με αναλλοίωτο λεκτικό. Δεν πρέπει επίσης να λησμονείται ότι η αίτηση της χώρας για ένταξη στο ΝΑΤΟ έχει γίνει με τη συνταγματική της ονομασία («Δημοκρατία της Μακεδονίας»).
Οι συζητήσεις για πιθανή ένταξη των Σκοπίων με την προσωρινή ονομασία έχουν αναζωπυρωθεί στους νατοϊκούς διαδρόμους, με τις Ηνωμένες Πολιτείες να περιλαμβάνονται στις χώρες που θεωρούν ότι η ένταξη της πΓΔΜ στο ΝΑΤΟ θα βοηθούσε τόσο σε έναν καλύτερο έλεγχο του ισλαμιστικού εξτρεμισμού στους κόλπους των Αλβανών όσο και στην ανάσχεση της θεωρούμενης ως διευρυνόμενης ρωσικής επιρροής στη χώρα. Θετικά προς την πΓΔΜ διάκεινται πολλά από τα νεότερα μέλη της Συμμαχίας, από την Κεντρική Ευρώπη και τα Βαλκάνια, ακόμη και η Ιταλία.
Ο σκοπιανός πρωθυπουργός Ζόραν Ζάεφ συναντήθηκε πρόσφατα στην έδρα της Συμμαχίας με τον Γενικό Γραμματέα Γενς Στόλτεμπεργκ, ο οποίος φέρεται, σύμφωνα με ασφαλείς πληροφορίες, να του είπε ότι η όποια λύση προϋποθέτει τη συμφωνία της Αθήνας. Λίγες ημέρες αργότερα, σε επίσκεψή του στη Σόφια, ο κ. Ζάεφ δεν παρουσίασε τα πράγματα όπως ακριβώς έγιναν. Πάντως, την προσεχή εβδομάδα, ο βοηθός Γενικός Γραμματέας για τη Δημόσια Διπλωματία, ο τούρκος Τακάν Ιλντέμ, θα μεταβεί στην πΓΔΜ για συνομιλίες. Ανάλογη επίσκεψη του κ. Στόλτεμπεργκ δεν αναμένεται πριν από το φθινόπωρο.
Την ίδια στιγμή και μετά από περίπου τρία χρόνια, ο ειδικός απεσταλμένος του Γενικού Γραμματέα των Ηνωμένων Εθνών, ο Μάθιου Νίμιτς, επανεμφανίστηκε στην περιοχή. Επισκέφθηκε τα Σκόπια και συναντήθηκε τόσο με κυβερνητικούς αξιωματούχους όσο και με τα κόμματα της αντιπολίτευσης. Θα πρέπει να αναμένεται επίσκεψή του και στην Αθήνα, αλλά οι συνομιλίες για το Κυπριακό στην Ελβετία δεν επέτρεπαν στον Νίκο Κοτζιά να είναι διαθέσιμος. Ο κ. Νίμιτς δήλωσε, ευρισκόμενος στα Σκόπια, ότι δεν προσήλθε με κάποια ιδέα. «Συζητήσαμε για τη διαδικασία, την εντατικοποίηση των σχέσεων μεταξύ των δύο γειτονικών χωρών και για τη θέση της εδώ κυβέρνησης να ανοιχθεί στους γείτονες και να λύσει τα προβλήματα στην περιοχή» τόνισε ο πολύπειρος διαπραγματευτής.
Η νέα σκοπιανή κυβέρνηση εμφανίζεται ιδιαίτερα κινητική. Ο πρωθυπουργός Ζάεφ και ιδιαίτερα ο υπουργός Εξωτερικών Νίκολα Ντιμιτρόφ έχουν επιδοθεί από την επομένη της ανάληψης των καθηκόντων τους σε μία εκστρατεία για να πείσουν τα σημαντικά κέντρα αποφάσεων στην Ευρώπη και στις Ηνωμένες Πολιτείες ότι η σταθεροποίηση της πΓΔΜ περνά μέσα από μια ταχεία προσέγγιση με την Ατλαντική Συμμαχία και μακροπρόθεσμα με την ΕΕ. Οι δύο άνδρες επισκέφθηκαν τις Βρυξέλλες, ο κ. Ντιμιτρόφ ήλθε στην Αθήνα, όπου συναντήθηκε με τον κ. Κοτζιά, ενώ παράλληλα υπάρχει άνοιγμα προς τη Σόφια. Στις αρχές Αυγούστου αναμένεται μάλιστα η υπογραφή ενός αναθεωρημένου Συμφώνου Φιλίας, Συνεργασίας και Καλής Γειτονίας με έμφαση, σύμφωνα με πληροφορίες, στα θέματα ταυτότητας.
Η σκοπιανή πλευρά ανέμενε ότι σε επίπεδο δημόσιας ρητορικής η ελληνική κυβέρνηση θα εμφανιζόταν θετικότερη σε μια ταχύτερη προσέγγιση της πΓΔΜ με το ΝΑΤΟ. Αυτό δεν συνέβη. Συμφωνήθηκε να ενισχυθούν τα Μέτρα Οικοδόμησης Εμπιστοσύνης ενώ ο κ. Κοτζιάς αναμένεται να επισκεφθεί την πΓΔΜ την τελευταία εβδομάδα του Αυγούστου. Πάντως, η Αθήνα ενοχλήθηκε από τις αναφορές του κ. Ντιμιτρόφ (σε δηλώσεις του με αφορμή την επίσκεψη του Μεβλούτ Τσαβούσογλου στα Σκόπια) στην απόφαση του Διεθνούς Δικαστηρίου της Χάγης (ΔΔΧ), σύμφωνα με την οποία η Ελλάδα παραβίασε την Ενδιάμεση Συμφωνία του 1995 και άρα αυτό θα έπρεπε να ληφθεί υπόψη από το ΝΑΤΟ.
Ο ρόλος Γερμανίας, ΗΠΑ και το ορόσημο του Οκτωβρίου
Δύο είναι οι χώρες που εμφανίζονται να επιδεικνύουν αυξημένο ενδιαφέρον για την περιοχή γενικότερα και, κατά συνέπεια, για την πΓΔΜ ειδικότερα: η Γερμανία και οι ΗΠΑ. Το Βερολίνο επιδιώκει να προσδέσει τα Δυτικά Βαλκάνια στη σφαίρα της οικονομικής του επιρροής και για τον λόγο αυτό προωθεί μια αναβάθμιση της γνωστής «Διαδικασίας του Βερολίνου» με ένα σχέδιο «Berlin Plus» και με στενότερη πρόσδεση των χωρών της περιοχής στο ΝΑΤΟ.
Παράλληλα οι Αμερικανοί επιθυμούν την ευρωατλαντική ενσωμάτωση όπως είπε πρόσφατα ο βοηθός υφυπουργό Εξωτερικών για ευρωπαϊκές υποθέσεις Μπράιαν Χόιτ Γι στην Επιτροπή Εξωτερικών Σχέσεων της Γερουσίας. Ο δε αμερικανός αντιπρόεδρος Μαρκ Πενς αναμένεται να δώσει το «παρών» στη Σύνοδο του Διαλόγου της Αδριατικής στο Μαυροβούνιο στις 22 Αυγούστου.
Αυτό δεν σημαίνει βέβαια ότι οι εξελίξεις μπορούν να είναι δραματικά γρήγορες. Η εσωτερική πολιτική κατάσταση στην πΓΔΜ παραμένει ιδιαίτερα τεταμένη καθώς παραμένει άγνωστο το μέλλον του πρώην πρωθυπουργού Νίκολα Γκρούεφσκι. Η σύγκρουση κυβέρνησης – αντιπολίτευσης είναι σκληρή και δεν πρόκειται να διαφανεί ποιος έχει το πάνω χέρι πριν από τις τοπικές εκλογές στις 15 Οκτωβρίου.
Το ορόσημο του Οκτωβρίου αναγνωρίζεται και στις Βρυξέλλες ως πιθανό σημείο εκκίνησης μιας νέας διπλωματικής προσπάθειας. Κατά τον κ. Σαββαΐδη, πάντως, «αν η πΓΔΜ επιλέξει τη γνωστή αντιπαραγωγική τακτική απομόνωσης της Ελλάδος στο ζήτημα ένταξης σε ΝΑΤΟ και ΕΕ, το αποτέλεσμα θα είναι απογοητευτικό».
Η επίλυση του ονοματολογικού: Η στρατηγική «βήμα προς βήμα» και οι δυσκολίες της διαπραγμάτευσης
Η ιδέα να προσκληθεί η γειτονική χώρα με την προσωρινή ονομασία στο ΝΑΤΟ και να ακολουθήσουν εντατικές διαπραγματεύσεις για επίλυση του ονοματολογικού φαντάζει δύσκολο να ευοδωθεί. Σημειώνεται ότι μετά την πρόσκληση ακολουθούν τρεις μήνες για συζητήσεις, στη συνέχεια συντάσσεται το πρωτόκολλο ένταξης που πρέπει να κυρωθεί από τα Κοινοβούλια των κρατών-μελών και ακολούθως κατατίθεται στον θεματοφύλακα, που είναι η κυβέρνηση των ΗΠΑ.
Κατά μία εκδοχή, πριν από τη Σύνοδο Κορυφής του Βουκουρεστίου, το 2008, είχε πέσει στο τραπέζι η ιδέα να προσκληθεί η γειτονική χώρα με την προσωρινή ονομασία. «Επίσημο αίτημα ώστε τα Σκόπια να εισέλθουν ως πΓΔΜ στη Συμμαχία δεν υπήρξε ποτέ προς την Ελλάδα» λέει μιλώντας στο «Βήμα» ο πρέσβης ε.τ. και πρώην Γενικός Γραμματέας του υπουργείου Εξωτερικών Γεώργιος Σαββαΐδης, που την περίοδο εκείνη ήταν στενός σύμβουλος της τότε υπουργού Εξωτερικών Ντόρας Μπακογιάννη και αργότερα επικεφαλής της ομάδος που χειρίστηκε εκ μέρους της Αθήνας την προσφυγή της πΓΔΜ στο ΔΔΧ με το αιτιολογικό της παραβίασης της Ενδιάμεσης Συμφωνίας του 1995. «Και να υπήρχε όμως» προσθέτει «δεν θα γινόταν δεκτό δεδομένης της τακτικής των Σκοπίων να υποβάλουν αίτηση ένταξης σε διεθνείς οργανισμούς ως “Δημοκρατία της Μακεδονίας”, να γίνονται δεκτά ως πΓΔΜ και στη συνέχεια να συμπεριφέρονται συστηματικά με τη συνταγματική ονομασία».
Η προσφυγή στο ΔΔΧ έγινε από την κυβέρνηση Γκρούεφσκι κυρίως για εσωτερικούς πολιτικούς λόγους. Το δικαστήριο διαπίστωσε την παραβίαση εκ μέρους της Ελλάδας του Αρθρου 11 (1) της Ενδιάμεσης Συμφωνίας αναφορικά με την εναντίωσή της στην πρόσκληση των Σκοπίων να ενταχθούν στο ΝΑΤΟ, αλλά η απόφαση του δικαστηρίου είναι αναμφίβολα πιο περίπλοκη από όσο δείχνει σε πρώτη ανάγνωση.
Τα Σκόπια ζητούσαν επίσης από το δικαστήριο να καλέσει την Ελλάδα να μην κάνει στην ΕΕ ό,τι έπραξε στο ΝΑΤΟ. Το αίτημα αυτό τελικώς απεσύρθη. Το σημαντικότερο όμως είναι ότι το ΔΔΧ απέρριψε το τρίτο σκοπιανό αίτημα, δηλαδή η Ελλάδα να μην εκφράσει ξανά στο μέλλον αντίρρηση για την ένταξή τους σε διεθνή οργανισμό.
Η πΓΔΜ είχε μάλιστα ζητήσει από το ΔΔΧ να διατάξει την Ελλάδα να απέχει από οποιαδήποτε μελλοντική συμπεριφορά που παραβιάζει την υποχρέωση του Αρθρου 11(1). Το ΔΔΧ δεν αμφισβήτησε την καλή θέληση της Ελλάδας, αν και η διατύπωση που χρησιμοποίησε υπήρξε διπλωματική. Το ΔΔΧ υπογράμμισε ότι «ως γενικός κανόνας, δεν υπάρχει λόγος να υποτεθεί ότι ένα κράτος, μία πράξη ή συμπεριφορά του οποίου ανακηρύχθηκε άδικη από το Δικαστήριο, θα επαναλάβει αυτή την πράξη ή συμπεριφορά στο μέλλον, καθώς θα πρέπει να υποτεθεί η καλή του βούληση».
Πρέπει επίσης να σημειωθεί ότι το ΝΑΤΟ αρνήθηκε ότι η απόφαση της Χάγης επηρεάζει τις δικές του, πολιτικές, αποφάσεις. Μετά την έκδοση της απόφασης του ΔΔΧ, ο τότε Γενικός Γραμματέας της Συμμαχίας Αντερς Φογκ Ράσμουσεν είχε ξεκαθαρίσει ότι η θέση του ΝΑΤΟ δεν πρόκειται να επηρεασθεί και μία πρόσκληση προς την πΓΔΜ θα σταλεί «μόλις βρεθεί μία αμοιβαία αποδεκτή λύση στο ζήτημα της ονομασίας». Κατά τον κ. Σαββαΐδη, αυτό δεν συνιστά έκπληξη καθώς «η διεύρυνση συνιστά μία εξόχως πολιτική διαδικασία. Η ένταξη στη Συμμαχία γίνεται με βάση τα κριτήριά της και όχι με βάση την Ενδιάμεση Συμφωνία και βεβαίως ποτέ με βάση δικαστικές αποφάσεις που αφορούν στους διαδίκους αλλά όχι στη Συμμαχία».
Το κρίσιμο ερώτημα είναι πως θα προσέγγιζε η Αθήνα έναν νέο γύρο διαπραγματεύσεων. Πηγές που βρέθηκαν πολύ κοντά στις διαπραγματεύσεις τα τελευταία χρόνια, επί κυβερνήσεως Γκρούεφσκι αλλά και νωρίτερα, παραδέχονται ότι δύο είναι τα κρίσιμα ζητήματα: Πρώτον, η αλλαγή της συνταγματικής ονομασίας σε συνδυασμό με την ερμηνεία του όρου erga omnes (έναντι όλων) και, δεύτερον, η αναφορά σε «μακεδονική» εθνότητα και γλώσσα.
Το πρώτο ζήτημα άπτεται του εύρους χρήσεως. «Εκεί θα κριθεί το παιχνίδι» τονίζει άριστα ενημερωμένη πηγή. Και τούτο διότι ουσιαστικά όλες οι ελληνικές κυβερνήσεις γνώριζαν πόσο δύσκολο, αν όχι αδύνατο, είναι αυτό να συμβεί, από τη στιγμή που η πΓΔΜ μετρά ήδη άνω των 130 αναγνωρίσεων με τη συνταγματική της ονομασία. Ισως μία διέξοδος να ήταν η εισαγωγή στο Σύνταγμα της χώρας μιας τροπολογίας που να αφορά τη διεθνή της ονομασία. Η υπόθεση της «μακεδονικής» εθνότητας και γλώσσας θα είναι πιο περίπλοκη. Ο σλαβικός επιθετικός προσδιορισμός (makedonski) θα μπορούσε να είναι μία λύση, αλλά αυτό δεν έχει γίνει μέχρι στιγμής αποδεκτό από σκοπιανής πλευράς.
Αλλη πηγή που έχει επίσης ασχοληθεί επί μακρόν με το Σκοπιανό προκρίνει μια στρατηγική «βήμα προς βήμα». Σε αυτό το πλαίσιο θα πρέπει να φανεί και η καλή θέληση της πΓΔΜ, π.χ. με τη μετονομασία του αεροδρομίου των Σκοπίων από «Μέγας Αλέξανδρος» ή των αυτοκινητοδρόμων. Φυσικά, αγκάθι συνιστά και η δέσμευση Γκρούεφσκι ότι κάθε λύση θα υποβαλλόταν σε δημοψήφισμα. Τούτο θα υποχρέωνε πιθανότατα την Αθήνα σε ανάλογη κίνηση.