Οι αποδόσεις των διεθνών ομολόγων αυξάνονται έντονα το τελευταίο διάστημα καθώς οι επενδυτές βλέπουν πως οι κεντρικές τράπεζες είναι έτοιμες να απομακρυνθούν από την υπερβολικά χαλαρή νομισματική πολιτική. Οι αναλυτές που εδώ και μία δεκαετία υπήρξαν ταύροι των ομολόγων, γυρίζουν πλέον σε bearish την στάση τους.
Η Fed “οδηγεί” τον δρόμο, με μία ακόμη αύξηση επιτοκίων να αναμένεται για φέτος και με ένα σχέδιο μείωσης του ισολογισμού της ακόμη και από τον Σεπτέμβριο.
Η ΕΚΤ από την μεριά της, όπως έδειξαν και τα πρακτικά της συνεδρίασης του Ιουνίου, φαίνεται πλέον ανοικτή να προχωρήσει προς την μείωση των έκτακτων μέτρων τόνωσης, με τα μέλη του εκτελεστικού συμβουλίου της να εξετάζουν το ενδεχόμενο απόσυρσης της δέσμευσης για την περαιτέρω αύξηση του QE.
Ο Γενς Βαίντμαν, επικεφαλής της Bundesbank και εδώ και χρόνια επικριτής της εξαιρετικά χαλαρής πολιτικής της ΕΚΤ δήλωσε χθες πως η συνεχιζόμενη οικονομική ανάκαμψη δημιουργεί τώρα την προοπτική μιας ομαλοποίησης της νομισματικής πολιτικής. Τα “νέα” από τα πρακτικά της ΕΚΤ ενισχύουν ακόμη περισσότερο την θέση των “γερακιών” της ΕΚΤ για τερματισμό της ποσοτικής χαλάρωσης.
Την περασμένη εβδομάδα,, ο διοικητής της Τράπεζας της Αγγλίας, Mark Carney, εξέπληξε πολλούς παραδεχόμενος ότι είναι πιθανό να χρειαστεί μία αύξηση των επιτοκίων καθώς η βρετανική οικονομία πλησιάζει τα όρια της μέγιστης δυναμικότητάς της full capacity. Αυτό έστειλε την στερλίνα πάνω από το 1,30 έναντι του δολαρίου, για πρώτη φορά σε πέντε εβδομάδες.
Παράλληλα, η Τράπεζα του Καναδά προχώρησε περαιτέρω, με δύο κορυφαίους αξιωματούχους να υποδεικνύουν ότι ενδέχεται να καταστούν αυξηθούν τα επιτόκια ακόμη και μέσα στον Ιούλιο.
Αυτό που προσπαθούσαν να επικοινωνήσουν οι κεντρικοί τραπεζίτες “είναι πως η 30ετής bull market τελείωσε και τα πράγματα θα πρέπει να επιστρέψουν στο κανονικό”, όπως σημειώνει ο επικεφαλής του τμήματος σταθερού εισοδήματος της JPMorgan Asset Management, Bob Michele.
Όπως σημειώνει η Saxo Bank, μετά από 10 χρόνια πειραματισμού σε επίπεδο νομισματικής πολιτικής, η πίστωση στις παγκόσμιες αγορές αρχίζει να μειώνεται. Με πρωτοπόρο την Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ (Fed) και τις αυξήσεις επιτοκίων που εφαρμόζει σταδιακά, οι κεντρικές τράπεζες σε ολόκληρο τον κόσμο αναζητούν πιθανές διεξόδους από τα προγράμματα ποσοτικής χαλάρωσης (Τράπεζα της Ιαπωνίας) ή ξεκινούν συζητήσεις περί περιορισμού (Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα). Παράλληλα, ο ρυθμός αύξησης της πίστωσης αποκτά αρνητικό πρόσημο.
Το πότε και το πόσες δυτικές κεντρικές τράπεζες θα απομακρυνθούν από την πρωτοφανή εποχή των υπερβολικά χαμηλών επιτοκίων και τα μεγάλης κλίμακας προγράμματα αγοράς assets, γνωστά ως ποσοτική χαλάρωση, είναι τα κυριότερα ερωτήματα για τους παγκόσμιους επενδυτές αυτή τη στιγμή.
Τα χρόνια φθηνής ρευστότητας από τις κεντρικές τράπεζες έχουν ωθήσει τις παγκόσμιες χρηματιστηριακές αγορές σε επίπεδα ρεκόρ. Μια άλλη επίπτωση ωστόσο ήταν και η εκρηκτική πιστωτική επέκταση, καθώς τα νοικοκυριά, οι εταιρείες και οι κυβερνήσεις έσπευσαν να επωφεληθούν από το χαμηλό κόστος δανεισμού.
Έτσι, το παγκόσμιο χρέος ανέρχεται πλέον στο 327% της ετήσιας οικονομικής παραγωγής του κόσμου, σύμφωνα με το το Ινστιτούτο Διεθνών Οικονομικών (IIF). Τα επίπεδα του παγκόσμιου χρέους αυξήθηκαν κατά 500 δισεκατομμύρια δολάρια το προηγούμενο έτος στο ρεκόρ των 217 τρισεκατομμυρίων δολαρίων.
Όπως σημειώνουν οι αναλυτές, μόλις αρχίσει η σύσφιξη της νομισματικής πολιτικής παγκοσμίως, το τέλος δηλαδή του εύκολου χρήματος, τα ομόλογα, οι μετοχές, το real estate και πολλά άλλα assets η πορεία των οποίων έχει συνδεθεί έντονα με την στήριξη της νομισματικής πολιτικής από την εποχή της παγκόσμια χρηματοπιστωτικής κρίσης,θα βρεθούν αντιμέτωπα με ένα σημαντικό σοκ.
“Μόλις αρχίσει η συγχρονισμένη σύσφιξη της νομισματικής πολιτικής διεθνώς, τα ομόλογα, οι μετοχές, οι τιμές των κατοικιών και άλλες αγορές περιουσιακών στοιχείων θα αντιμετωπίσουν για πολύ καιρό σημαντική αναταραχή”, σημειώνει η ANZ.
Ο τερματισμός του QE της ΕΚΤ “θα είναι ίσως η πιο σημαντική αλλαγή στο μέτωπο προσφοράς-ζήτησης που θα έχει σημειωθεί ποτέ στις αγορές ομολόγων”, όπως σημειώνει ο Tim Haywood, διευθυντής επενδύσεων στην GAM.
Στον απόηχο των πρακτικών της ΕΚΤ, το sell-off των γερμανικών ομολόγων ήταν αυτό που κυριάρχησε στις αγορές. Οι αποδόσεις του Bund χτύπησαν υψηλό 18 μηνών και το 0,57%. Αξίζει να σημειώσουμε πως η απόδοσή του βρισκόταν σε αρνητικά επίπεδα τον Οκτώβριο του 2016.
“Η αγορά είναι απίθανο να συνεχίσει να συνεχίσει το sell-off χωρίς να υπάρχει νέα πληροφόρηση, αλλά η ψυχολογία της αγοράς παραμένει bearish, όπως σημειώνει η Credit Agricole.
Το 10ετές κρατικό ομόλογο της Ιαπωνίας άγγιξε σήμερα 0,105%, το υψηλότερο από τον Φεβρουάριο, πριν υποχωρήσει λόγω της δήλωσης της Τράπεζας της Ιαπωνίας ότι θα αγοράσει απεριόριστη ποσότητα ομολόγων για να στηρίξει την αγορά, τηρώντας την δέσμευσή της για yields “κοντά στο 0%”.
“Δεν είναι λογικό τα επιτόκια να είναι τόσο περιορισμένα όταν έχεις κεντρικές τράπεζες που προχωρούν σε σύσφιξη πολιτικής σχεδόν μαζικά”, σημειώνει η Wells Fargo.
“Είχαμε άρνηση και τώρα ξυπνάμε και λέμε ότι βρισκόμαστε σε λάθος τιμές και τώρα πρέπει να προσαρμοστούμε” σημειώνει η Nomura.
Πώς επηρεάζεται η Ελλάδα
Σε αυτό το νέο παγκόσμιο σκηνικό, η Ελλάδα δεν αναμένεται να μείνει “ατάραχη”. Αν και τα ελληνικά ομόλογα δεν συμμετέχουν στο QE, η άνοδος των αποδόσεων στo Bund θα παρασύρει και το ελληνικό spread. Οπως έχει πρ΄σοφατα σημειώσει η Capital Economics, oι πιέσεις και ειδικά τις Γερμανίας, για το τέλος της ποσοτικής χαλάρωσης θα ενταθούν, μετά και την ισχυρή βελτίωση των οικονομικών στοιχείων της ευρωζώνης, έτσι το QE – το οποίο εδώ και δύο και κάτι χρόνια έχει καταφέρει να κρατήσει σε συγκρατημένα επίπεδα το κόστος δανεισμού των χωρών της ευρωζώνης – θα φτάσει σύντομα στο τέλος του, ωθώντας σε άνοδο τις αποδόσεις των γερμανικών ομολόγων ακόμα και στο 2% στο τέλος του 2019.. Αυτό αυτομάτως σημαίνει πως το ελληνικό spread θα πάρει επόσης την ανηφόρα.
Αυτό φάνηκε ήδη στην ελληνική αγορά. Αν και το ράλι των 2ετών ομολόγων ήταν εντυπωσιακό το τελευταίο διάστημα, με τις αποδόσεις να επιστρέφουν σε επίπεδα του Ιανουαρίου του 2010, και με τα 10ετή να ακολουθούν αν και με λιγότερο έντονους ρυθμούς, το χθεσινό sell-off στα γερμανικά ομόλογα “χτύπησε” και τα ελληνικα assets. Η απόδοση του 2ετούς εκτοξέυθηκε κατά 2,3% αγγίζοντας ενδοσυνεδριακά ακόμα και το 3,995%, ενώ σήμερα αυξάνεται περαιτέρω κατά 2,14% και διαμορφώνεται στο 3,864%.