Το υπ’ αριθμ. Α’ τμήμα του Συμβουλίου της Επικρατείας, που εξέδωσε την υπ’ αρίθμ. 1638/2017 απόφασή του, επιλήφθηκε της αιτήσεως για αναίρεση της 1867/2007 αποφάσεως του Διοικητικού Εφετείου Πειραιώς.
Με την τελευταία, επί αντιθέτων εφέσεων των διαδίκων κατά της 295/2003 αποφάσεως του Διοικητικού Πρωτοδικείου Ρόδου, η μεν έφεση του αναιρεσείοντος Ελληνικού Δημοσίου απερρίφθη, η δε έφεση των αναιρεσιβλήτων έγινε εν μέρει δεκτή και αναγνωρίσθηκε ότι τα ποσά που τους είχαν επιδικασθεί πρωτοδίκως έπρεπε να καταβληθούν νομιμοτόκως από την επίδοση της αγωγής έως και την εξόφληση.
Με την πρωτόδικη απόφαση, είχε γίνει εν μέρει δεκτή αγωγή των αναιρεσιβλήτων και είχε αναγνωρισθεί η υποχρέωση του Ελληνικού Δημοσίου να καταβάλει σε κάθε έναν εξ αυτών χρηματική ικανοποίηση, λόγω ψυχικής οδύνης που υπέστησαν από τον θάνατο του υιού των δύο πρώτων και αδελφού του τρίτου, ο οποίος προκλήθηκε κατά τη διάρκεια της στρατιωτικής του θητείας από παράνομες, κατά τους ισχυρισμούς τους, πράξεις και παραλείψεις των οργάνων του Ελληνικού Δημοσίου.
Ο στρατιώτης σε ηλικία 25 ετών, κατατάχθηκε στις 23 Μαρτίου 1998 στο Κέντρο Εκπαίδευσης Πυροβολικού για να εκτίσει τη στρατιωτική του θητεία.
Μετά την ολοκλήρωση της βασικής του εκπαίδευσης, μετατέθηκε στο 115ο Τάγμα Εθνοφυλακής (Τ.Ε.) στη Ρόδο, στο οποίο παρουσιάστηκε, για να αναλάβει υπηρεσία, στις 14 Μαΐου 1998.
Κατά τη διάρκεια της θητείας του και, συγκεκριμένα, το πρωί της 29ης Ιουλίου 1998 και ενώ βρισκόταν σε εργασία συλλογής δικτύων παραλλαγής, αισθάνθηκε ζάλη και εξετάστηκε από τον γιατρό του 153ου Τ.Ε., που κάλυπτε προσωρινά τη μονάδα.
Κατά την εξέταση, διαπιστώθηκε ότι ο τελευταίος είχε πυρετό 38,5ο C, κόπωση και μυϊκή αδυναμία των άκρων. Για τον λόγο αυτό, του χορηγήθηκε αντιπυρετική αγωγή με παρακεταμόλη, ενώ του συστήθηκε κατάκλιση για ξεκούραση.
Το μεσημέρι της ίδιας ημέρας εξετάστηκε και από γιατρό του 115ου Τ.Ε. στρατιώτη υγειονομικού. Κατά τη νεότερη εξέταση του ασθενούς, διαπιστώθηκε ότι η θερμοκρασία του είχε ανέλθει στους 39,5ο C, ότι οι σφίξεις του ήταν εκατό (100) ανά λεπτό, ότι η αρτηριακή του πίεση ήταν 150/90mmHg, καθώς και ότι είχε διάσπαρτους συρίττοντες ήχους στους πνεύμονες και ελαφρά ερυθρότητα στον φάρυγγα.
Για την καλύτερη αντιμετώπιση της νόσου, κρίθηκε απαραίτητη η παραπομπή του στον Σταθμό Επανακτησίμων (ΣΤ.ΕΠ.), όπου, μετά από εξέτασή του από τον εφημερεύοντα γιατρό, εισήχθη στο αναρρωτήριο και τέθηκε υπό αντιπυρετική και αντιβιοτική φαρμακευτική αγωγή.
Κατά τις πρωινές ώρες της επόμενης ημέρας, ο πυρετός του ασθενούς είχε διαρκείς αυξομειώσεις, ενώ μετά το μεσημέρι, κατά τη διάρκεια εξετάσεώς του από τον γιατρό εφημερίας του ΣΤ.ΕΠ., διαπιστώθηκε ότι είχε μεν καλή γενική κλινική κατάσταση, πλην, όμως, παρουσίαζε ακροαστικώς διάσπαρτους ξηρούς ρόγχους αμφοτέρων των πνευμονικών πεδίων, ελαφρώς εξέρυθρα παρίσθμια και πυρετό 39ο C.
Για τους λόγους αυτούς, αποφασίσθηκε η συνέχιση της αντιπυρετικής και αντιβιοτικής αγωγής που του είχε δοθεί από τον προηγούμενο γιατρό εφημερίας.
Παρά ταύτα, κατά τις νυχτερινές ώρες της ίδιας ημέρας ο πυρετός του παρουσίασε σημαντική αύξηση (39,2ο C στις 20.00 και 39,6ο C στις 21.00), για τον λόγο αυτό αποφασίσθηκε να διακομισθεί στο 95ο Τάγμα Υγειονομικού Εθνοφυλακής (Τ.Υ.ΕΘ.) για περαιτέρω κλινικοεργαστηριακό έλεγχο.
Στη μονάδα αυτή υποβλήθηκε σε κλινική εξέταση από τον γιατρό εφημερίας, από την οποία προέκυψε ότι η θερμοκρασία του ασθενούς ήταν 39,3ο C, καθώς και ότι παρουσίαζε μουσικούς ρόγχους άμφω και ιδιαίτερα στο άνω και μέσο πνευμονικό πεδίο δεξιά και εξέρυθρα παρίσθμια με βύσμα πύου στη δεξιά αμυγδαλή.
Επιβεβλημένη κρίθηκε, επίσης, η υποβολή του σε ακτινογραφία θώρακος, η οποία ήταν φυσιολογική, και σε έλεγχο μηνιγγιτιδικών σημείων Kerning Bruzinsky και δυσκαμψίας του αυχένα, ο οποίος ήταν αρνητικός.
Βάσει των ευρημάτων αυτών, διαγνώσθηκε αμυγδαλίτιδα, συστήθηκε δε αντιπυρετική αγωγή και αντιβιοτική θεραπεία με Amoxil.
Στη συνέχεια, ο ασθενής επέστρεψε στο ΣΤ.ΕΠ. Φρουράς για νοσηλεία, όπου ο γιατρός εφημερίας εφάρμοσε την αγωγή που είχε δοθεί από τον γιατρό του 95ου Τ.Υ.ΕΘ.
Κατά την παρακολούθηση του ασθενούς κατά τις πρώτες πρωινές ώρες της επόμενης ημέρας, δεν παρουσιάστηκε κάτι το ανησυχητικό.
Τα πράγματα, ωστόσο, επιδεινώθηκαν ραγδαία μετά το μεσημέρι της ίδιας ημέρας, κατά την οποία επικρατούσαν ιδιαιτέρως υψηλές θερμοκρασίες, οι οποίες δημιούργησαν κακές συνθήκες περιβάλλοντος στον θάλαμο που νοσηλευόταν. Σύμφωνα με την κατάθεση αυτή, στον χώρο του αναρρωτηρίου δεν υπήρχε κλιματισμός, αλλά μόνον ένας ανεμιστήρας, στον δε ασθενή είχε συσταθεί μεν να πίνει αρκετές ποσότητες νερού και να καταβρέχει συχνά το πρόσωπό του.
Το μεσημέρι της ίδιας μέρας και περί ώρα 14:30 ανέλαβε υπηρεσία γιατρού εφημερίας του ΣΤ.Ε.Π. Φρουράς στρατιώτης υγειονομικού, ο οποίος εξέτασε τον ασθενή και διαπίστωσε θερμοκρασία 39,2ο C υπό αγωγή παρακεταμόλης, χωρίς κανένα κλινικό σύμπτωμα λοιμώξεως.
Λίγο αργότερα (15:15) επισκέφθηκε τον ασθενή η μνηστή του η οποία, επιβεβαίωσε ότι η θερμοκρασία του θαλάμου ήταν ιδιαίτερα υψηλή (περίπου 40ο C) και ότι υπήρχε μόνον ένας ανεμιστήρας.
Το απόγευμα της ίδιας ημέρας και περί ώρα 18:00 επισκέφθηκε και εξέτασε τον ασθενή ο γιατρός της μονάδας του, ο οποίος δεν διέγνωσε κάποια εμφανή εστία λοιμώξεως που να δικαιολογεί τον υψηλό πυρετό που εμφάνιζε (39,5ο C). Για τον λόγο αυτό, αποφάσισε, από κοινού με το γιατρό εφημερίας, την εκ νέου παραπομπή του ασθενούς στο 95ο Τ.Υ.ΕΘ.
Κατά την ώρα, όμως, που ετοιμάζονταν τα έγγραφα για την παραπομπή του και ενώ προηγουμένως του είχε γίνει ένεση παρακεταμόλης, η κατάσταση του ασθενούς άρχισε να επιδεινώνεται ραγδαία, η θερμοκρασία του ανήλθε σε 40,5ο C, άρχισε να παρουσιάζει αστάθεια βαδίσεως, έγινε συγχυτικός, παραληρούσε, εμφάνισε μείωση του επιπέδου συνειδήσεως και σπασμούς και, τελικώς, έπεσε σε κωματώδη κατάσταση.
Λόγω της ραγδαίας επιδείνωσης της κατάστασης της υγείας του, ειδοποιήθηκε ασθενοφόρο του Ε.Κ.Α.Β., το οποίο τον παρέλαβε περί την ώρα 19:45 για διακομιδή στο Γενικό Νομαρχιακό Νοσοκομείο Ρόδου, όπου έφθασε μισή ώρα αργότερα.
Στο τμήμα επειγόντων περιστατικών που διακομίσθηκε, διαπιστώθηκε ότι βρισκόταν σε κωματώδη κατάσταση, χωρίς καμία αντίδραση σε επώδυνα ερεθίσματα ή προφορικές εντολές, και με διαταραχές στην αναπνοή.
Παρά τα άμεσα μέτρα που λήφθηκαν από τους γιατρούς του Νοσοκομείου, παρουσίασε άπνοια και καρδιακή ανακοπή και τελικώς, μετά από ανεπιτυχείς προσπάθειες καρδιοαναπνευστικής αναζωογονήσεώς του, κατέληξε περί την 21:30 ώρα.
Αιτία θανάτου, σύμφωνα με την ιστολογική εξέταση του θανόντος, αποτέλεσε η «συστηματική υπερθερμία», με πιθανότερη αιτία προκλήσεως κάποια ενδογενή διαταραχή (π.χ. φλεγμονή).
5 στρατιωτικοί γιατροί παραπέμφθηκαν σε δίκη, κατηγορούμενοι για ανθρωποκτονία από αμέλεια, τελικώς, όμως, αθωώθηκαν με απόφαση του Πενταμελούς Στρατοδικείου Αθηνών.
Το Συμβούλιο της Επικρατείας απορρίπτοντας την αναίρεση του Ελληνικού Δημοσίου επιδίκασε στον πρώτο τον εναγόντων ποσό 140.000 ευρώ ως χρηματική ικανοποίηση και 6.163 ευρώ ως αποζημίωση για τα έξοδα κηδείας, στη δεύτερη δε και τον τρίτο εξ αυτών 140.000 ευρώ και 100.000 ευρώ, ως χρηματική ικανοποίηση, λόγω της ψυχικής οδύνης που υπέστησαν από την απώλεια του υιού και αδελφού τους, αντιστοίχως και διέταξε την καταβολή τους νομιμοτόκως από την επίδοση της αγωγής μέχρις εξοφλήσεως.
Αποζημίωση σε συγγενείς στρατιώτη που πέθανε από συστηματική υπερθερμία!
Προηγούμενο άρθρο«Η Ελλάδα… ανατρέπει οικονομικούς κανόνες»