Το Ομοσπονδιακό Κοινωνικό Δικαστήριο (BSG), με έδρα στο Κάσελ, εξέδωσε την Τετάρτη μια σημαντική απόφαση που αφορά ικανό αριθμό εργαζομένων σε εταιρείες που έχουν την έδρα τους σε άλλες χώρες της Ε.Ε. και απασχολούνται για μεγάλο χρονικό διάστημα στη Γερμανία. Ολα ξεκίνησαν όταν μια πολωνική εταιρεία κατέθεσε αγωγή κατά της γερμανικής Υπηρεσίας για την Απασχόληση και την Κοινωνική Ασφάλιση στο Εξωτερικό (DVKA).
Η πολωνική εταιρεία απασχολούσε μεταξύ 2005 και 2006 για μεγάλα χρονικά διαστήματα μέρος του προσωπικού της στη Γερμανία. Ωστόσο, ήθελε να αποφύγει την καταβολή των υψηλών γερμανικών εισφορών κοινωνικής ασφάλισης και μάλιστα αναδρομικά, και για τον λόγο αυτό ζήτησε άδεια προκειμένου να υπαχθεί σε ειδικό καθεστώς εξαίρεσης από τη γερμανική νομοθεσία. Την άδεια αυτή δεν την έλαβε, τελικά, από την αρμόδια γερμανική αρχή. Δικαιολογημένα, όπως επιβεβαίωσε χθες με την απόφασή του επί του θέματος το Δικαστήριο του Κάσελ.
Πότε είναι δυνατή η εξαίρεση από τον κανόνα;
Oι εργαζόμενοι από χώρα της Ε.Ε. που στέλνονται σε άλλη για πάνω από δύο χρόνια υπάγονται στο καθεστώς κοινωνικής ασφάλισης της χώρας εγκατάστασης.
Η επίμαχη υπόθεση κρίθηκε στη βάση προηγούμενης σχετικής νομολογίας. Σύμφωνα με όσα αναφέροντα στην απόφαση του Ομοσπονδιακού Γερμανικού Δικαστηρίου, από την 1η Μαΐου 2001 ισχύει στην Ε.Ε. η αρχή ότι οι εργαζόμενοι κατά κανόνα υπάγονται στο δίκαιο κοινωνικής ασφάλισης που ισχύει στη χώρα στην οποία απασχολούνται. Σύμφωνα με το ευρωπαϊκό νομικό πλαίσιο, αν μια εταιρεία με έδρα κάποιο κράτος-μέλος της Ε.Ε. στείλει έναν εργαζόμενό της για επαγγελματικούς σκοπούς σε μιαν άλλη χώρα της Ε.Ε., τότε εξακολουθούν να ισχύουν οι κανόνες κοινωνικής ασφάλισης της πρώτης χώρας μόνον εφόσον η διάρκεια της απασχόλησης στο νέο κράτος-μέλος δεν ξεπερνάει τους 24 μήνες. Επίσης, ένας άλλος εργαζόμενος δεν μπορεί να αντικαταστήσει τον εργαζόμενο του οποίου η σύμβαση που έχει υπογραφεί υπό ένα τέτοιο καθεστώς έχει λήξει.
Εντούτοις, είναι δυνατόν να σταλούν εργαζόμενοι από μία χώρα της Ε.Ε. προς άλλη και για χρονικό διάστημα άνω των 24 μηνών. Ομως σε μια τέτοια περίπτωση ισχύουν οι κανόνες κοινωνικής ασφάλειας της χώρας εγκατάστασης. Βέβαια, δύο χώρες είναι δυνατόν να συμφωνήσουν μεταξύ τους στην καθιέρωση εξαιρέσεων. Αρμόδια αρχή στη Γερμανία για την επιβολή αντίστοιχων εξαιρέσεων είναι η Υπηρεσία για την Απασχόληση και την Κοινωνική Ασφάλιση στο Εξωτερικό. Στην επίδικη υπόθεση η συγκεκριμένη αρχή απέρριψε την αίτηση της πολωνικής εταιρείας για σχετική άδεια και για τον λόγο αυτό η εν λόγω εταιρεία προσέφυγε δικαστικά.
Παρότι το Ομοσπονδιακό Κοινωνικό Δικαστήριο δεν έκανε δεκτή την άποψη της DVKA ότι η προσφυγή κατά της απορριπτικής απόφασης για την άδεια είναι απαράδεκτη από νομικής απόψεως, προχώρησε στη δικαστική διερεύνησή της. Εκρινε όμως τελικά ότι, πράγματι, δικαιολογημένα η συγκεκριμένη άδεια δεν μπορούσε να παραχωρηθεί στην πολωνική εταιρεία, υποστηρίζοντας ότι μόνο αν συνέτρεχαν ειδικές περιστάσεις για μεμονωμένους εργαζομένους θα ήταν δυνατή μια εξαίρεση από την υπαγωγή στο γερμανικό καθεστώς κοινωνικής προστασίας.
Τέτοιες, όμως, ειδικές περιστάσεις δεν συνέτρεχαν. Το επιχείρημα ότι η πολωνική εταιρεία θα μπορούσε να σταθεί καλύτερα στον ανταγωνισμό απέναντι στις γερμανικές εταιρείες μόνο αν εφάρμοζε το ευνοϊκότερο για την ίδια πολωνικό νομικό πλαίσιο –εις βάρος των εργαζομένων– δεν ευσταθεί, σύμφωνα με τους Γερμανούς δικαστές.