Πρωτοφανής κυριολεκτικά είναι αυτή τη φορά η υπόθεση που έφθασε ενώπιον της έδρας στο Επαρχιακό Δικαστήριο Πάφου, με διάδικους ένα οδηγό ταξί από τη Λευκωσία και ένα κτηματομεσίτη από την Πάφο.
Η διαφορά αφορούσε σε επιταγή που κατείχε ο πρώτος μετά την μεσολάβηση του για αγορά πολυτελούς κατοικίας από Ρωσίδα με μεσιτία του δεύτερου. Η ουσιώδης λεπτομέρεια της υπόθεσης ωστόσο, έγκειται στο ότι η επιστολή που δόθηκε στον οδηγό ταξί από τον κτηματομεσίτη, ανέφερε ολογράφως «Ευρώ εβδομήντα χιλιάδες καυλιές».
Μια πρωτοφανής υπόθεση, η οποία προκάλεσε μέχρι και ανάλυση του δικαστηρίου για την έννοια της συγκεκριμένης βρισιάς στην καθομιλουμένη και πώς η αναγραφή της στην επιταγή επηρέαζε καθοριστικά την έκβαση της δίκης.
Η απίστευτη υπόθεση που έφθασε στο δικαστήριο, διαδραματίσθηκε το 2008. Ο ενάγοντας, οδηγός ταξί, προσέφυγε στη δικαιοσύνη κατά του κτηματομεσίτη υποστηρίζοντας ότι ενώ ο τελευταίος του έδωσε επιταγή 70 χιλιάδων ευρώ κατόπιν συμφωνίας ότι θα του έπαιρνε αλλοδαπούς ενδιαφερόμενους για αγορά κατοικίας, η τράπεζα αρνήθηκε να την αποδεχθεί επειδή σε αυτήν αναγραφόταν ολογράφως η λέξη «εβδομήντα χιλιάδες καυλιές», την οποία δεν είχε προσέξει όταν παραλάμβανε την επιταγή.
Ο συνήγορος του ενάγοντος, Π. Αγγελίδης, υποστήριξε ότι η τράπεζα θα έπρεπε να δεχθεί την επιταγή για τις 70 χιλιάδες ευρώ, παραβλέποντας την επίμαχη λέξη, αφού σύμφωνα με αυτόν η λέξη εκείνη δεν είχε ουσιώδη ρόλο στην προκειμένη περίπτωση.
Αντιθέτως, ο εναγόμενος δια της συνηγόρου του, Μ. Κορακίδου, υποστήριξε ότι η επίδοση της επιταγής προς τον ενάγοντα έγινε κατόπιν φορτικών πιέσεων και απειλών προς τον ίδιο, ενώ αυτός δεν δεχόταν ότι όφειλε αυτό το ποσό στον οδηγό ταξί για οποιοδήποτε λόγο.
Η εγγραφή της λέξης «καυλιές» στην επιταγή, υποστήριξε, έγινε ακριβώς για να απαλλαγεί αυτών των απειλών, χωρίς παράλληλα να είναι νόμιμη η επιταγή που θα κατείχε ο ενάγοντας.
Τη θέση του εναγόμενου δέχθηκε το δικαστήριο Πάφου, το οποίο με βάση τη νομολογία και την γλωσσολογική ερμηνεία της επίμαχης λέξης απεφάνθη ότι ορθώς η τράπεζα δεν δέχθηκε το συγκεκριμένο τεκμήριο, αφού η προσθήκη της λέξης έδινε ένα εντελώς άλλο νόημα στην ύπαρξη της επιταγής.
Αν και χαρακτήρισε απαράδεκτη και μη δικαιολογημένη σε κάθε περίπτωση την αναγραφή τέτοιας λέξης στην επιταγή, η έδρα αναγνώρισε ότι δεν μπορεί να γίνει δεκτή η θέση του ενάγοντος ότι μόνος του ο κτηματομεσίτης του έδωσε τέτοιο μεγάλο ποσό, αποδεχόμενη τη θέση του εναγόμενου ότι δεχόταν απειλές και πιέσεις από τον ενάγοντα.