Στο ερώτημα αν με την καταβολή των αναδρομικών αποδοχών σε τραπεζικό λογαριασμό, το πιστωτικό ίδρυμα εις χείρας του οποίου επιβλήθηκε η κατάσχεση υποχρεούται να αναγάγει το σύνολο του ποσού σε μηνιαία καταβολή και να εφαρμόσει την προστατευτική ρήτρα περί μηνιαίας καταβαλλόμενης σύνταξης, σε ό,τι αφορά το ακατάσχετο αυτής, κατά τις διατάξεις του άρθρου 31 του ΚΕΔΕ (Ακατάσχετα εις χείρας τρίτων), όπως αυτό ίσχυε κατά το χρόνο έκδοσης της υπ’ αριθ. 384/2013 γνωμοδότησης ή αν η διάταξη της παραγράφου 2 του ανωτέρω άρθρου αποκλείει την εφαρμογή εκ μέρους του πιστωτικού ιδρύματος του γενικού ακατάσχετου μισθών, συντάξεων και ασφαλιστικών βοηθημάτων που ορίζεται στην παράγραφο 1 του αυτού ως άνω άρθρου, ενόψει των οριζομένων στην παράγραφο 2 τούτου, περί μη εφαρμογής κάθε άλλης διάταξης, που ρυθμίζει αντίθετα προς τις διατάξεις της εν λόγω παραγράφου επί των επιβαλλόμενων στα χέρια των ιδρυμάτων κατασχέσεων και β) σε περίπτωση καταφατικής απάντησης, ως προς την υποχρέωση του πιστωτικού ιδρύματος να εφαρμόσει την παράγραφο 1 του ανωτέρω άρθρου και να αναγάγει το σύνολο του ποσού σε μηνιαία καταβολή, για πόσο χρονικό διάστημα θα ισχύσει το ακατάσχετο του κατατεθέντος ποσού, με δεδομένο ότι, αφενός μεν στην αιτιολογική έκθεση επί της περίπτωσης 4 της παρ. Α του άρθρου τρίτου του ν. 4254/2014 ρητά αναφέρεται ότι δεν έχει εφαρμογή η διάταξη της παραγράφου 3 του άρθρου 982 του ΚΠολΔ, αφετέρου δε ο οφειλέτης του Δημοσίου δύναται να αφήσει τα εν λόγω «ακατάσχετα» ποσά στον τραπεζικό λογαριασμό για ανάληψη στο απώτερο μέλλον ή αδυνατεί να τα αναλάβει μετά την επιβολή των capital controls, γνωμοδότησε το Νομικό Συμβούλιο του Κράτους.
Το Νομικό Συμβούλιο του Κράτους (Α’ Τακτική Ολομέλεια), γνωμοδότησε, κατά πλειοψηφία, ότι α) η ΕΤΕ υποχρεούται να αναγάγει το σύνολο των κατατεθέντων ποσών, που αφορούν αναδρομικώς καταβαλλόμενες συντάξεις, σε μηνιαία καταβολή και να εφαρμόσει την προστατευτική ρήτρα περί ακατασχέτου της μηνιαίως καταβαλλόμενης σύνταξης, κατά τα οριζόμενα στο πρώτο εδάφιο της παραγράφου 2 του άρθρου 31 του ΚΕΔΕ, όπως αυτή προστέθηκε με την υποπαράγραφο 4 της παραγράφου Α του άρθρου τρίτου του ν. 4254/2014 και το όριο τούτου (ακατασχέτου) ίσχυε, ανερχόμενο τότε στο ύψος των 1.500 ευρώ το μήνα, ενόψει του χρόνου γένεσης των επίμαχων απαιτήσεων, δηλαδή πριν από την αντικατάσταση του πρώτου εδαφίου αυτής, με την παράγραφο 8β της υποπαραγράφου Δ1 του άρθρου 2 του ν. 4336/2015, υπό τον όρο ότι έχει τηρηθεί από τον δικαιούχο η διαδικασία ηλεκτρονικής υποβολής δήλωσης γνωστοποίησης για την ύπαρξη ενός μοναδικού και αποκλειστικού λογαριασμού περιοδικής πίστωσης μισθών, συντάξεων και ασφαλιστικών βοηθημάτων, και β) ότι δεν προκύπτει εκ του νόμου χρονικός περιορισμός εντός του οποίου πρέπει να αναληφθούν από τον καταθέτη και οφειλέτη του Δημοσίου οι ως άνω απαιτήσεις του, οι οποίες καταλαμβάνονται από το ακατάσχετο. Δείτε το πλήρες κείμενο της Γνωμοδότησης εδώ