Συγκλονιστικές ομοιότητες με το σήμερα στην αναφορά που έστειλε στο Κογκρέσο ο επικεφαλής της αποστολής των ΗΠΑ στη χώρα μας Π. Πόρτερ
Από τον
Κώστα Παπαχλιμίντζο
Η απελπισία είναι παντού η ίδια. Ολη η χώρα, απ΄ άκρου εις άκρον, είναι γκρίζα, χωρίς ανακούφιση, με τόσο βαθιά έλλειψη πίστης στο μέλλον, ώστε (οι πολίτες) να καταντούν αδρανείς στο παρόν. Από τους μεγάλους κατασκευαστές κλωστοϋφαντουργικών προϊόντων στην Αθήνα, στους μικρούς καταστηματάρχες και στους αγρότες στο βορειότερο τμήμα της Μακεδονίας, οι άνθρωποι έχουν παραλύσει από αβεβαιότητα και φόβο. Οι επιχειρηματίες δεν επενδύουν, οι καταστηματάρχες δεν φέρνουν αγαθά, οι αγρότες δεν επισκευάζουν τα κατεστραμμένα τους σπίτια».
Τα παραπάνω θα μπορούσαν, με μικρές μόνο τροποποιήσεις, να περιλαμβάνονται σε κάποια έκθεση του ΔΝΤ ή της Κομισιόν από την Ελλάδα την τελευταία επταετία. Κι όμως, είναι απόσπασμα από την επιστολή που έστειλε στις 14 Φεβρουαρίου 1947 προς το Κογκρέσο ο τότε πρεσβευτής και επικεφαλής της Αμερικανικής Οικονομικής Αποστολής των ΗΠΑ στη χώρα μας Πολ Α. Πόρτερ.
Το συμπέρασμα; Σαν να μην πέρασε μια μέρα! Εβδομήντα χρόνια μετά την έκθεση Πόρτερ για την κατάσταση στην Ελλάδα, οι ομοιότητες σε πολλά επίπεδα είναι τόσο πολλές, που δημιουργούν εύλογα προβληματισμό και πολλά ερωτηματικά για το παρόν και το μέλλον της χώρας μας. Χαρακτηριστικό μάλιστα είναι και το ακόλουθο απόσπασμα από την ίδια επιστολή: «Από όσο βλέπω, η ελληνική κυβέρνηση δεν ασκεί καμία αποτελεσματική πολιτική εκτός από το να ζητεί ξένη βοήθεια ώστε να κρατιέται στην εξουσία […] Η κυβέρνηση θέλει, κατά την κρίση μου, να χρησιμοποιεί την ξένη βοήθεια ως μέσο διαιώνισης των προνομίων μιας μικρής τραπεζικής και εμπορικής κλίκας που αποτελεί την αόρατη εξουσία στην Ελλάδα».
Ο Πολ Πόρτερ έφτασε στην Ελλάδα της μεταπολεμικής φτώχειας και του Εμφυλίου Πολέμου στις 18 Ιανουαρίου 1947 και μαζί με τα υπόλοιπα έντεκα μέλη της αποστολής παρέμειναν στη χώρα έως τις 22 Μαρτίου. Ο σκοπός του ήταν, ελλείψει αξιόπιστων επίσημων στοιχείων, να καταγράψει τα βασικά μεγέθη της ελληνικής οικονομίας και τις ανάγκες της για τα επόμενα χρόνια σε μια εκτενή έκθεση, την οποία στη συνέχεια παρέδωσε στην αμερικανική κυβέρνηση. Αν και η αποστολή ήρθε στην Ελλάδα έπειτα από αίτημα της χώρας μας για οικονομική βοήθεια, ύψους 175.000.000 δολαρίων, όταν ολοκλήρωσε τη μελέτη της και τεκμηρίωσε τις πραγματικές ανάγκες, πρότεινε την αποστολή βοήθειας ύψους 335.000.000 δολαρίων για πέντε χρόνια.
Η έκθεση της Αμερικανικής Οικονομικής Αποστολής στην Ελλάδα, η «Εκθεση Πόρτερ», όπως καθιερώθηκε να λέγεται, φυλάσσεται σήμερα σε μια από τις 13 προεδρικές βιβλιοθήκες του Εθνικού Αρχείου των ΗΠΑ, τη Harry S. Truman Library & Museum στο Μιζούρι, και δημοσιεύτηκε πρόσφατα, για πρώτη φορά σε πλήρη μορφή, από τη διαΝΕΟσις.
Αυτά που γράφει η «Εκθεση Πόρτερ» για το Δημόσιο και για το φορολογικό σύστημα θα μπορούσαν κάλλιστα να έχουν γραφτεί και σήμερα σε αντίστοιχη έκθεση του ΔΝΤ! Η έκθεση σημειώνει ότι το κράτος έπρεπε να καλύψει ένα μισθολογικό κόστος των δημοσίων υπαλλήλων που ήταν κατά 44% μεγαλύτερο σε σχέση με το ποσό πριν από τον πόλεμο, ενώ και ο αριθμός των δημοσίων υπαλλήλων είχε αυξηθεί δυσανάλογα με το κόστος, κατά 65%. Πρόκειται για ένα ανθρώπινο δυναμικό που χαρακτηρίζεται «εκτεταμένο, υποαμειβόμενο και απογοητευμένο». Ο Πόρτερ υπολογίζει μάλιστα ότι το 20% των Ελλήνων -περίπου 1.500.000 πολίτες- σε εκείνη τη φάση ήταν είτε δημόσιοι υπάλληλοι είτε εξαρτημένοι από το κράτος. Ακόμη, αναφέρεται σε επιπλέον 1.000.000 απόρους, εξαρτημένους από κρατική βοήθεια. Η εισήγηση Πόρτερ περιλαμβάνει και μείωση του όγκου του κράτους, μέσω απολύσεων δημοσίων υπαλλήλων αλλά και συγκράτησης ή συγχώνευσης δομών. Μάλιστα, προτείνεται και μικρότερος αριθμός υπουργείων!
Ως προς το φορολογικό, η κυβέρνηση είχε επιβάλει 45 φόρους οι οποίοι λειτουργούσαν συνήθως κλιμακωτά, αλλά εισέφεραν πολύ μικρά ποσά στα δημόσια ταμεία. Η έκθεση αποτυπώνει με μεγάλη λεπτομέρεια το φορολογικό σύστημα της εποχής, όπως και την αναποτελεσματικότητά του. Επιπλέον, αναφέρεται στις απαρχαιωμένες λογιστικές μεθόδους που χρησιμοποιούνταν και επέστρεφαν αναξιόπιστα στατιστικά δεδομένα, καθώς και στον δυσλειτουργικό και αδιαφανή τρόπο με τον οποίο μοιραζόταν η βοήθεια της UNRRA, αναφέροντας χαρακτηριστικά ότι «ο χρόνος που εξαγοράστηκε με αυτήν δεν αξιοποιήθηκε».
«Απαιτείται ισοσκελισμός Προϋπολογισμού»
Σε ποιο παραγωγικό μοντέλο μπορεί να βασίζει η Ελλάδα την ανάπτυξή της; Ηδη από το 1947 ο Πόρτερ διαπιστώνει τις βασικές αδυναμίες της χώρας μας στον τομέα της γεωργίας και της βιομηχανίας. «Η Ελλάδα έχει συνολική έκταση 50.000 τετραγωνικά μίλια. Από αυτά, λιγότερο από το 20% είναι καλλιεργήσιμα» σημειώνει και συνεχίζει λίγο παρακάτω: «Το εθνικό εισόδημα, σε σύγκριση με τα δυτικά δεδομένα, ήταν πάντοτε χαμηλό, ένα από τα χαμηλότερα σε όλη την Ευρώπη. Η βιομηχανική ανάπτυξη άρχισε να γίνεται σημαντικός παράγοντας μόλις στα τέλη της δεκαετίας του ’30 και στο απόγειό της έφερε στην οικονομία μόνο ένα ποσοστό της σπουδαιότητας της πρωτόγονης γεωργίας στη χώρα». Οπως υποστηρίζει σε άλλο σημείο η έκθεση, η ανάκαμψη της ελληνικής βιομηχανίας είναι αργή εξαιτίας της ανασφάλειας, της έλλειψης ρευστότητας, της απουσίας τροχαίου υλικού, της αδυναμίας απόκτησης ανταλλακτικών για ξένα μηχανήματα, της ανεπάρκειας των μεταφορών και του υψηλού κόστους στην παραγωγή.
Εντούτοις, στην έκθεσή του ο Πόρτερ σημειώνει ως κύριο στόχο της αμερικανικής βοήθειας προς την Ελλάδα τον… ισοσκελισμό του Προϋπολογισμού. Με τον τρόπο αυτό, εξηγεί, «η εμπιστοσύνη στη δραχμή σταδιακά θα αποκατασταθεί, κάτι που με τη σειρά του θα προωθήσει την αύξηση στην επιχειρηματική δραστηριότητα και θα μειώσει τη συσσώρευση αποθεματικών για κερδοσκοπία, θα οδηγήσει στην πτώση των τιμών και στον περιορισμό των απαιτήσεων για υψηλότερους μισθούς. Ο ισοσκελισμός του Προϋπολογισμού θα βοηθήσει σημαντικά στην αντιμετώπιση της οικονομικής κρίσης στην Ελλάδα». Πριν από 70 χρόνια η δημοσιονομική πειθαρχία ήταν το κύριο ζητούμενο, όπως και η συγκράτηση της δαπάνης για τη μισθοδοσία των δημοσίων υπαλλήλων.
«Τα αιτήματα για αυξήσεις στους μισθούς των δημοσίων υπαλλήλων και άλλων (εργαζομένων), των οποίων οι μισθοί πληρώνονται άμεσα ή έμμεσα από το κράτος, πρέπει να εξετάζονται από ένα μισθολογικό συμβούλιο, το οποίο πρέπει να ιδρυθεί και καμία δέσμευση για αύξηση μισθών να μη δίνεται χωρίς την έγκριση του συμβουλίου» σημειώνει χαρακτηριστικά η έκθεση, η οποία στηλιτεύει επίσης το γεγονός ότι οι δημόσιοι υπάλληλοι δουλεύουν μόνο 33 ώρες την εβδομάδα!
Φοροδιαφυγή, συντάξεις και τουρισμός
Τα μέτρα που προτείνει ο Πόρτερ για τη φορολογία στην κυβέρνηση Σοφούλη (ανέλαβε τον Σεπτέμβριο του 1947) θα μπορούσαν να αποτελούν συστάσεις και προς την… κυβέρνηση Τσίπρα.
Συγκεκριμένα, ο έμπειρος Αμερικανός δικηγόρος και διπλωμάτης προτείνει μεταξύ άλλων: α) την κατάργηση των αντιπαραγωγικών φόρων και την απλοποίηση του φορολογικού συστήματος, β) την αύξηση των προστίμων που επιβάλλονται για φορολογικές παραβάσεις, συμπεριλαμβανομένης της ποινής φυλάκισης για παραποίηση δήλωσης εισοδήματος, γ) την κατάργηση των φόρων στη μεταφορά αγαθών μόλις βρεθούν εναλλακτικοί τρόποι εσόδων για το κράτος. Φυσικά, δεν λείπει η προτροπή για μείωση των συντάξεων.
«Η δαπάνη για συντάξεις για το 1947-1948, περίπου 9% της συνολικής δημόσιας δαπάνης των 360 δισ. δραχμών, αποτελεί ένα βαρύ φορτίο για το κράτος» γράφει η έκθεση, αν και αναγνωρίζει ότι ο αριθμός όσων δικαιούνται σύνταξη αυξήθηκε απότομα ως αποτέλεσμα του πολέμου. Παράλληλα, εναποθέτει πολλές από τις ελπίδες του για την αύξηση του εθνικού εισοδήματος -πού αλλού;- στον τουρισμό. «Οι τουρίστες από την ανατολική Ευρώπη και την Αμερική έλκονται από την Ελλάδα από ενδιαφέρον για τον αρχαίο πολιτισμό και από δεσμούς αίματος με τη μητέρα πατρίδα (σ.σ.: αναφέρεται στα εκατομμύρια των Ελλήνων της ομογένειας). Με λίγη προσπάθεια αυτή η πηγή εσόδων μπορεί να αναπτυχθεί» εκτιμά ο Πόρτερ και πιστεύει ότι αυτό μπορεί να επιτευχθεί με «καλύτερα μεταφορικά μέσα, βελτίωση των ξενοδοχειακών εγκαταστάσεων και διαφήμιση».
Ο τρόπος, τέλος, που περιγράφει ο Πόρτερ τους υπουργούς μόνο θλίψη προκαλεί αλλά και εύλογες αναλογίες με το σήμερα: «Κάθε υπουργός είναι και μέλος του Κοινοβουλίου και εκλέγεται σε κάποια περιφέρεια. Η δημοφιλία του είναι το βασικό πολιτικό προσόν του. Συνεπώς, κάθε υπουργός γνωρίζει διαρκώς την ανάγκη να επανεκλεγεί και το γεγονός ότι η επιστροφή του στο Κοινοβούλιο εξαρτάται περισσότερο από τις προσωπικές επαφές του και τη δημοφιλία του από το έργο που θα κάνει ως υπουργός».
Συνεχής διεύρυνση κοινωνικών ανισοτήτων
Οι κοινωνικές ανισότητες στην Ελλάδα, όπως παρατηρεί η αμερικανική αποστολή, όχι απλά ήταν υπαρκτές, αλλά διευρύνονταν.
Ο Πόρτερ στην εισαγωγή της έκθεσης αναφέρεται στο θέμα σημειώνοντας τις ευθύνες της πολιτική ελίτ:
«Υφίσταται μια ευρεία ανισότητα στις συνθήκες διαβίωσης και στο εισόδημα σε όλη τη χώρα. Οι επωφελούμενοι -έμποροι, κερδοσκόποι και μαυραγορίτες- θριαμβεύουν μέσα στον πλούτο και στην πολυτέλεια, ένα
πρόβλημα το οποίο καμία κυβέρνηση δεν έχει αντιμετωπίσει με αποτελεσματικό τρόπο.
Την ίδια στιγμή, οι μάζες απλώς επιβιώνουν. Οι επωφελούμενοι είναι σχετικά λίγοι και ο συνολικός πλούτος τους, στην περίπτωση που μοιραζόταν στον πληθυσμό, θα έφερνε μικρή βελτίωση των γενικών συνθηκών διαβίωσης. Παρ’ όλα αυτά, ο πολυτελής τρόπος ζωής εν μέσω φτώχειας πικραίνει τις μάζες και υπερτονίζει τις δυσκολίες των φτωχών».
Το τραγούδι
Ενδεικτικό είναι και το ακόλουθο περιστατικό, που περιγράφει ο Πόρτερ στην επιστολή του στο Κογκρέσο: «Θυμάμαι ακόμα ένα περίτεχνο δείπνο, όταν ένας κορυφαίος τραπεζίτης με διασκέδασε στο πολυτελές διαμέρισμά του στην Αθήνα. Υπήρχαν τρεις μπάτλερ με ποδιές, αρκετά υπέροχα κρασιά, εκπληκτικά καλό φαγητό.
Ενας εκ των επισκεπτών κατά τη διάρκεια του δείπνου τραγούδησε τις ομορφιές της θαλασσινής ζωής και του υψηλού σπορ του ψαρέματος με ψαροντούφεκο και γυαλιά. Η αντίθεση ανάμεσα στο υπέροχο πάρτι στο διαμέρισμα και τα υποσιτισμένα παιδιά στους δρόμους ήταν απλά πάρα πολύ χτυπητή και σκληρή».