Στις 18 Σεπτεμβρίου η συνέχεια
Στα πελάγη των παραδικαστικών κυκλωμάτων, της αδυσώπητης γραφειοκρατίας και των ατέρμονων διαδικασιών πλέουν ακόμη πολύκροτες δικογραφίες για το σκάνδαλο του Χρηματιστηρίου το 1999 που ανέτρεψε την κοινωνική δομή της χώρας αφήνοντας βαθύ χνάρι στην παθογένεια της Μεταπολίτευσης. Δεκαοκτώ χρόνια μετά οι δίκες των υπαιτίων για την αναδιανομή του εθνικού εισοδήματος δεν έχουν ακόμη τελεσιδικήσει ενώ παρά τις προεκλογικές δεσμεύσεις των εκάστοτε κυβερνώντων καμία Εξεταστική δεν διερεύνησε τις ευθύνες των πολιτικών πρωταγωνιστών εκείνης της περιόδου.
Μία από τις πράξεις του δράματος πιθανόν να ολοκληρωθεί μετά από πολυετή μαραθώνιο, στις 18 Σεπτεμβρίου, ενώπιον του 5μελούς Εφετείου Κακουργημάτων. Οι δύο βασικοί κατηγορούμενοι, ο επιχειρηματίας Θ. Λαναράς και ο χρηματιστής Γ. Περβανάς καταδικάστηκαν πρωτοδίκως τον Ιούλιο του 2011, σε κάθειρξη 8 και 6 ετών αντίστοιχα. Λίγους μήνες αργότερα ο Λαναράς κατέληξε χτυπημένος από την επάρατη νόσο. Η νέα δίκη, εμφανίζει τεράστια εμπόδια πριν ξεκινήσει καθώς ο μηνυτής Ζ. Λαναράς, εξάδελφος του θανόντος, κατέθεσε στις 21 Ιουνίου 2017 αίτηση εξαίρεσης της προέδρου της έδρας η οποία απορρίφθηκε για «τυπικούς λόγους» όμως 5 μέρες μετά η οικογένεια του με αναφορά της στην εισαγγελία του Αρείου Πάγου (αρ. πρωτ. 5673/26.06.2017) επανήλθε καταγγέλλοντας παρασκηνιακές διεργασίες με αποτέλεσμα να διαταχθεί προκαταρκτική έρευνα.
Ιστορικό
Η πολυσήμαντη δικογραφία μπήκε και βγήκε κάμποσες φορές στο αρχείο μέχρι τον Ιούνιο του 2007 όταν ο τότε αντιεισαγγελέας Εφετών και νυν Αρεοπαγίτης Π. Καραγιάννης άσκησε δίωξη κατά των εμπλεκόμενων για απάτη κατ΄ εξακολούθηση και κατάχρηση της εμπιστοσύνης του εγκαλούντος ο οποίος στην ουσία, στα τέλη της δεκαετίας του 1990, τους ανέθεσε τη διαχείριση πολλών εκατομμυρίων ευρώ και κατέληξε πτωχός και χρεωμένος. Σύμφωνα με το κατηγορητήριο, ο Ζαφείρης Λαναράς διέμενε από μακρού χρόνου στο εξωτερικό, κυρίως στην Ελβετία για σοβαρούς λόγους υγείας και επέστρεψε στην Ελλάδα το 2002.
Ο εξάδελφος του, γνωρίζοντας ότι ο μηνυτής είχε κληρονομήσει από τον πατέρα του Ιωάννη Λαναρά, μέτοχο εν ζωή του 49% της ΒΕΤΛΑΝΣ ΝΑΟΥΣΑ, σημαντική ακίνητη περιουσία στην Ελλάδα και το εξωτερικό (Γενεύη ), χρηματικές καταθέσεις σε τράπεζα του εξωτερικού (UBS Γενεύης) ανερχόμενες κατά τον χρόνο του θανάτου αυτού το 1990 στο ποσό των 5.500.000 δολαρίων, καθώς και πολλά μετρητά, τον πλησίασε μετά το κλείσιμο της ΒΕΤΛΑΝΣ ΝΑΟΥΣΑ το 1995 με σκοπό να κάνει επενδύσεις σε χρηματιστηριακές δραστηριότητες. Όπερ και εγένετο λίγο αργότερα αποσπώντας του αρχικώς 1 δις δραχμές.
Απώλειες
Τον Αύγουστο του 1999, εν μέσω της οργιώδους χρηματιστηριακής έκρηξης , μαζί με τον χρηματιστή Περβανά, τον έπεισαν να υπογράψει σύμβαση με την εταιρία του δεύτερου (ΠΕΡΒΑΝΑΣ ΑΧΕ) «χωρίς ουσιαστικά να γνωρίζει το περιεχόμενο της» υποσχόμενοι σίγουρα κέρδη λόγω των υψηλών γνωριμιών τους στην Κεφαλαιαγορά αλλά και σε πολιτικό επίπεδο. Όπως ανέφερε στο σκεπτικό του ο εισαγγελέας , «για να πετύχουν ευκολότερα τον σκοπό τους, στην αρχή (έτη 1999 έως 2000) πραγματοποιήθηκαν επ’ ονόματί του αγορές μετοχών μεγάλων εταιρειών του δημοσίου, ΔΕΚΟ και Τραπεζών και σχηματίσθηκε χαρτοφυλάκιο αποτελούμενο κατά βάση από μετοχές τέτοιου είδους, ώστε με την αποστολή των μηνιαίων ενημερωτικών καταστάσεων, σχετικά με τις κινήσεις των μετοχών και τις αγορές που γίνονταν και αφορούσαν τον «κωδικό του αριθμό» στη χρηματιστηριακή εταιρεία ΠΕΡΒΑΝΑΣ ΑΧΕ, να καθησυχάσουν τόσον τον ίδιο όσο και τους οικείους του και να διασκεδάσουν τις τυχόν επιφυλάξεις και φόβους τους σχετικά με τη μεταφορά των κεφαλαίων του από την ασφαλή κατάθεσή τους, μέχρι τότε, σε τράπεζα της αλλοδαπής (UBS Γενεύης) στην Ελλάδα και την επένδυσή τους σε μετοχές του ΧΑΑ». Ο Γολγοθάς του Ζ. Λαναρά συνεχίστηκε έως τον Ιανουάριο του 2004 όταν διαπιστώθηκε πως τα χρήματα του είχαν εξανεμιστεί στα λεγόμενα «λαναρόχαρτα» (ΚΛΩΝΑΤΕΞ, ΛΑΜΝΕΤ, ΛΑΜΤΕΚ κτλ) και σε διάφορα περίεργα χαρτοφυλάκια με αποτέλεσμα ο χρηματιστηριακός του λογαριασμός να εμφανίζει χρεωστικό υπόλοιπο 87.961 ευρώ!
Σκοτεινές διαδρομές
Η δίκη της 18ης Σεπτεμβρίου είχε προσδιοριστεί από τον Νοέμβριο του 2016. Μετά από αλλεπάλληλες αναβολές ξεκίνησε να εξετάζεται τον Μάιο του 2017. Η πρόεδρος της έδρας, κατά τον Ζ. Λαναρά, παρενέβαινε συνεχώς πότε εις βάρος των μαρτύρων υπερασπίσεως του και πότε εναντίον του υιοθετώντας ακόμη και την άποψη ότι οδηγεί «κόκκινη Ferrari» την οποία πιθανόν να έχει στην Ελβετία παρά το γεγονός ότι το πρώτο δικαστήριο έχει δεχθεί πλήρως ότι η κατάσταση της υγείας του μηνυτή είναι εξαιρετικά δυσμενής. «Είναι απορίας άξιον πως ενώ οι μάρτυρες ανέφεραν και αποδείκνυαν μια άσχημη κατάσταση υγείας, η πρόεδρος επέμενε σε ένα κατά φαντασία αυτοκίνητο το οποίο ούτως ή άλλως δεν θα μπορούσα να οδηγήσω» τονίζει ο κ. Λαναράς. Η ένσταση του κατά της προέδρου της έδρας κρίθηκε απαράδεκτη αφού, μεταξύ άλλων, α) έπρεπε να συνοδεύεται από παράβολο 50 ευρώ β) να πιστοποιείται το γνήσιο της υπογραφής του ενάγοντα και γ) κατατέθηκε σε κάποιο άλλο γραφείο της εισαγγελίας εφετών αι όχι στο … αρμόδιο. Στους διαδρόμους του Εφετείου ψιθυρίζονται έντονες φήμες για συγγενικές σχέσεις μέλους της έδρας με την ανώτατη δικαστική και πολιτική εξουσία.