Με την ΠΟΛ 1124/2017 κοινοποιούνται:
α) τις διατάξεις των άρθρων 1 έως 17 και 23 του ν. 4469/2017 (ΦΕΚΑ’62/3-5-2017) «Εξωδικαστικός μηχανισμός ρύθμισης οφειλών επιχειρήσεων και άλλες διατάξεις», με τον οποίο θεσπίστηκε νέα συλλογική διαδικασία εξωδικαστικής ρύθμισης οφειλών φυσικών και νομικών προσώπων με επιχειρηματική δραστηριότητα προς τους πιστωτές τους, συμπεριλαμβανομένων και των βεβαιωμένων έως και 31/12/2016 οφειλών προς το Δημόσιο και υπέρ τρίτων που βεβαιώνονται και εισπράττονται από τη Φορολογική Διοίκηση, τις διατάξεις του άρθρου 46 του ν. 4472/2017 (ΦΕΚ Α’ 74/19-5-2017), με τις οποίες τροποποιήθηκε ο ν. 4469/2017, καθώς και την αιτιολογική έκθεση του ν. 4469/2017, προς υποστήριξη της ενιαίας ερμηνείας και εφαρμογής αυτού, εν αναμονή έκδοσης σχετικής ερμηνευτικής εγκυκλίου από το αρμόδιο Υπουργείο (Οικονομίας και Ανάπτυξης), β) την Απόφαση Υπουργού Οικονομικών ΠΟΛ 1105/2017 (ΦΕΚΒ’2426/14-7-2017) «Καθορισμός των κριτηρίων για τη διαμόρφωση της ψήφου του Δημοσίου στο πλαίσιο του εξωδικαστικού μηχανισμού ρύθμισης οφειλών επιχειρήσεων, της μεθοδολογίας και των κριτηρίων για τον προσδιορισμό των δόσεων αποπληρωμής οφειλών προς το Δημόσιο με σύμβαση αναδιάρθρωσης και ειδικότερων θεμάτων για την εφαρμογή των παραγράφων 1 έως 13 του άρθρου 15 του ν. 4469/2017», η οποία εκδόθηκε κατ’ εξουσιοδότηση της παραγράφου 14 του άρθρου 15 του ν. 4469/2017
και παρέχουμε οδηγίες σχετικά με τη συμμετοχή του Δημοσίου, ως πιστωτή, στη διαδικασία εξωδικαστικής ρύθμισης οφειλών του ν. 4469/2017, τη διαχείριση από τη Φορολογική Διοίκηση των προς ρύθμιση οφειλών, όσο εκκρεμεί η ανωτέρω διαδικασία, και την εφαρμογή της σύμβασης αναδιάρθρωσης οφειλών, αφότου αυτή καταστεί δεσμευτική για το Δημόσιο, με την υπογραφή ή τη δικαστική επικύρωση της συμφωνίας, κατά περίπτωση, σύμφωνα με τα οριζόμενα στην Απόφαση Υπουργού Οικονομικών ΠΟΛ 1105/2017.
α. οφειλές στη φορολογική διοίκηση που υπάγονται στο πεδίο εφαρμογής του νομού – εξαιρούμενες οφειλές
Σύμφωνα με την παράγραφο 4 του άρθρου 2 του νόμου, με τη σύμβαση αναδιάρθρωσης οφειλών του ν. 4469/2017 μπορούν να ρυθμιστούν οφειλές προς πιστωτές του αιτούντος που έχουν γεννηθεί έως και την 31η Δεκεμβρίου 2016.
Ειδικά όσον αφορά τις οφειλές προς το Δημόσιο, αυτές μπορούν να υπαχθούν σε σύμβαση αναδιάρθρωσης, μόνο εφόσον είναι ήδη βεβαιωμένες (κατά τις διατάξεις του ν.δ. 356/1974– Κ.Ε.Δ.Ε., του ν. 4174/2013-Κ.Φ.Δ. ή του ν. 2960/2001 – Εθνικού Τελωνειακού Κώδικα) κατά την ανωτέρω ημερομηνία. Το ίδιο ισχύει για τις οφειλές υπέρ τρίτων πιστωτών που βεβαιώνονται και εισπράττονται από τη Φορολογική Διοίκηση σύμφωνα με τις διατάξεις του Κ.Ε.Δ.Ε. Οι ανωτέρω οφειλές προς το Δημόσιο και υπέρ τρίτων υπολογίζονται με τις προσαυξήσεις ή τόκους εκπρόθεσμης καταβολής επ’ αυτών κατά το χρόνο υποβολής της αίτησης για υπαγωγή στο νόμο, σύμφωνα με το άρθρο 4 αυτού (βλ. υπό στοιχεία ιστ και ιζ της παραγράφου 2 του άρθρου 1 του νόμου).
Επισημαίνεται ότι σύμφωνα με την παράγραφο 7 του άρθρου 2 του νόμου και το άρθρο 7 της Α.Υ.Ο. ΠΟΛ 1105/2017 δεν αποτελούν αντικείμενο σύμβασης αναδιάρθρωσης βεβαιωμένες οφειλές οι οποίες αφορούν σε ανάκτηση κρατικών ενισχύσεων που χορηγήθηκαν με τη σύσταση ειδικών αφορολόγητων αποθεματικών σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 1 του άρθρου 22 του ν. 4002/2011 ή σύμφωνα με άλλες ειδικές διατάξεις. Το Δημόσιο δεν συναινεί σε διαγραφή απαιτήσεών του, με την έννοια της παρ.2 του άρθρου 15 του ν.4469/2017 για βασική οφειλή από τελωνειακούς δασμούς της Ευρωπαϊκής Ένωσης οι οποίοι ως παραδοσιακοί ίδιοι πόροι, αποτελούν έσοδό της και αποδίδονται στον Ευρωπαϊκό Προϋπολογισμό, ακόμη και σε περίπτωση διαγραφής τους (άρθρο 1 παρ.3 της ΑΥΟ 1105/2017).
Β. ΣΥΜΜΕΤΟΧΗ ΤΟΥ ΔΗΜΟΣΙΟΥ ΣΤΗΝ ΨΗΦΟΦΟΡΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΓΚΡΙΣΗ ΠΡΟΤΑΣΗΣ ΑΝΑΔΙΑΡΘΡΩΣΗΣ
Στις περιπτώσεις συμμετοχής του Δημοσίου, ως πιστωτή, στη διαδικασία του εξωδικαστικού μηχανισμού ρύθμισης οφειλών κατά τις διατάξεις του ν. 4469/2017, ο εκπρόσωπος του Δημοσίου υπερψηφίζει ορισμένη πρόταση οφειλέτη ή αντιπρόταση πιστωτή για αναδιάρθρωση οφειλών που τίθεται σε ψηφοφορία κατά τις διατάξεις του άρθρου 8 του ν. 4469/2017, εφόσον πληρούνται σωρευτικά οι προϋποθέσεις της παραγράφου 1 του άρθρου 1 της Α.Υ.Ο. ΠΟΛ 1105/2017. Στις προϋποθέσεις αυτές εμπίπτει η εφαρμογή των υποχρεωτικών κανόνων του άρθρου 9 του νόμου. Επιπροσθέτως, επισημαίνεται ότι είναι άκυρος ο όρος σύμβασης αναδιάρθρωσης, που προβλέπει:
α) την αποπληρωμή οφειλών προς το Δημόσιο σε περισσότερες από εκατόν είκοσι (120) δόσεις,
β) την τμηματική αποπληρωμή οφειλών προς το Δημόσιο ανά χρονικά διαστήματα που υπερβαίνουν το μήνα,
γ) την καταβολή μηνιαίας δόσης μικρότερης των πενήντα (50) ευρώ,
δ) την παροχή περιόδου χάριτος για την αποπληρωμή οφειλών προς το Δημόσιο και
ε) την ικανοποίηση απαιτήσεών του με άλλα ανταλλάγματα αντί χρηματικού ποσού.
Ως έσοδα για την ικανότητα αποπληρωμής προκειμένου για φυσικά πρόσωπα, λαμβάνονται υπόψη μόνο πραγματικά εισοδήματα φορολογητέα ή μη, όπως κέρδη από άσκηση επιχειρηματικής δραστηριότητας, της πιο κερδοφόρας χρήσης της τελευταίας τριετίας πριν από την υποβολή της αίτησης του οφειλέτη, μισθοί, ενοίκια, τόκοι και άλλα και όχι τεκμαρτά εισοδήματα όπως εισόδημα από δωρεάν παραχώρηση ακινήτων, τεκμήρια διαβίωσης και άλλα.
Αν προτείνεται τροποποίηση υφιστάμενης ρύθμισης οφειλών κατά τις διατάξεις του ν. 4152/2013, του άρθρου 43 του ν. 4174/2013, του άρθρου 51 ν. 4305/2014 ή των άρθρων 1 έως 17 του ν. 4321/2015, της οποίας οι όροι τηρούνται, σύμφωνα με την παράγραφο 4 του άρθρου 15 του ν. 4469/2017, ο εκπρόσωπος του Δημοσίου συναινεί στην πρόταση τροποποίησης της ρύθμισης, εφόσον σωρρευτικά:
(α) το ύψος δόσης που οφείλεται βάσει της υφιστάμενης ρύθμισης υπερβαίνει τη μηνιαία δυνατότητα αποπληρωμής του οφειλέτη και των συνοφειλετών που δεσμεύονται από τη σύμβαση αναδιάρθρωσης, σύμφωνα με την περίπτωση (αβ) της παραγράφου 1 του άρθρου 1 της Α.Υ.Ο. ΠΟΛ 1105/2017 και
(β) Η προτεινόμενη τροποποίηση περιορίζεται μόνο στην αύξηση του αριθμού των δόσεων της υφιστάμενης ρύθμισης, έως το μέγιστο όριο των 120 δόσεων.
Γ. ΕΝΑΡΞΗ ΙΣΧΥΟΣ ΤΗΣ ΣΥΜΒΑΣΗΣ ΑΝΑΔΙΑΡΘΡΩΣΗΣ ΓΙΑ ΤΟ ΔΗΜΟΣΙΟ – ΕΠΕΚΤΑΣΗ ΙΣΧΥΟΣ ΤΗΣ ΣΥΜΦΩΝΙΑΣ ΣΕ ΣΥΝΟΦΕΙΛΕΤΕΣ
Όπως προκύπτει από την παράγραφο 6 του άρθρου 9 του νόμου, η σύμβαση αναδιάρθρωσης οφειλών δημιουργεί δικαιώματα και υποχρεώσεις για τα συμβαλλόμενα μέρη, δηλαδή τα δεσμεύει, από την υπογραφή της, χωρίς να απαιτείται δικαστική επικύρωση αυτής σύμφωνα με το άρθρο 12 του νόμου. Επομένως, στις περιπτώσεις που το Δημόσιο συμμετέχει στην πλειοψηφία των συναινούντων πιστωτών που υπέγραψαν τη σύμβαση αναδιάρθρωσης σύμφωνα με την παράγραφο 8 του άρθρου 8 του νόμου ή οι ψήφοι του προσμετρώνται στις θετικές ψήφους σύμφωνα με την παράγραφο 6 του άρθρου 15 αυτού, από την υπογραφή της σύμβασης επέρχονται οι συνέπειες που περιγράφονται στο κεφάλαιο Ε της παρούσας. Επισημαίνεται όμως ότι αν και η δικαστική επικύρωση δεν είναι, στην περίπτωση αυτή, προϋπόθεση για την έναρξη ισχύος της σύμβασης έναντι του Δημοσίου, η μη επικύρωσή της, σε περίπτωση που κατατεθεί αίτηση επικύρωσης, οδηγεί στην ανατροπή της σύμβασης. Πιο συγκεκριμένα, σύμφωνα με το τελευταίο εδάφιο της παραγράφου 6 του άρθρου 12, σε περίπτωση που κατατεθεί αίτηση για τη δικαστική επικύρωση της υπογραφείσας σύμβασης αναδιάρθρωσης και η αίτηση αυτή απορριφθεί από το δικαστήριο τελεσίδικα, η υπογραφείσα σύμβαση παύει να ισχύει έναντι όλων των συμβαλλόμενων πιστωτών, επομένως και του Δημοσίου, και επέρχεται η ανατροπή αυτής, όπως και στην περίπτωση δικαστικής ακύρωσης κατά το άρθρο 14 του νόμου.
Σε περίπτωση που το Δημόσιο δεν συμμετείχε στη διαδικασία διαπραγμάτευσης των άρθρων 7 και επόμενα του νόμου ή καταψήφισε την πρόταση αναδιάρθρωσης που εγκρίθηκε από την πλειοψηφία των συμμετεχόντων πιστωτών, η υπογραφείσα σύμβαση καθίσταται δεσμευτική για το Δημόσιο από τη δικαστική επικύρωσή της, δηλαδή την έκδοση της απόφασης επικύρωσης (βλ. παράγραφο 8 του άρθρου 12 του νόμου), οπότε επέρχονται και οι συνέπειες που περιγράφονται στο κεφάλαιο Ε της παρούσας.
Σημειώνεται ότι, σύμφωνα με το τελευταίο εδάφιο της παραγράφου 5 του άρθρου 12 του νόμου, το Δημόσιο κλητεύεται υποχρεωτικά στη δίκη της επικύρωσης, με κοινοποίηση αντιγράφου της αίτησης στο οποίο σημειώνεται ο προσδιορισμός της δικασίμου (βλ. 748 παρ. 3 ΚΠολΔ), όταν υπάρχουν χρέη του οφειλέτη προς αυτό και έχει τη δυνατότητα να ασκήσει, δια του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους, κύρια παρέμβαση στη δίκη προς απόρριψη της αίτησης επικύρωσης, σε περίπτωση συνδρομής κάποιου από τους λόγους που προβλέπονται στην παράγραφο 6 του άρθρου 12.
Επισημαίνεται ότι η ισχύς της σύμβασης αναδιάρθρωσης καταλαμβάνει μόνο τον οφειλέτη (επιχείρηση) που υπέβαλε την αίτηση του άρθρου 4 του νόμου και τυχόν αλληλεγγύως ευθυνόμενα με αυτόν πρόσωπα (συνοφειλέτες) που υπέβαλαν την αίτηση από κοινού με τον οφειλέτη, σύμφωνα με το ίδιο άρθρο, ενώ δεν ευνοεί τυχόν συνοφειλέτες που δεν συνέπραξαν στην αίτηση (βλ. παράγραφο 5 του άρθρου 9 του νόμου). Η ανωτέρω προϋπόθεση δεν ισχύει για τυχόν πρόσωπα που έχουν παράσχει εγγύηση για ορισμένη οφειλή της επιχείρησης προς το Δημόσιο που ρυθμίζεται με τη σύμβαση αναδιάρθρωσης (εγγυητές), τα οποία καταλαμβάνονται από τη σύμβαση σε κάθε περίπτωση (βλ. παράγραφο 5 του άρθρου 9 του νόμου).
Δ. ΑΝΑΣΤΟΛΗ ΜΕΤΡΩΝ ΚΑΤΑ ΤΗ ΔΙΑΡΚΕΙΑ ΤΗΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑΣ ΤΟΥ Ν. 4469/2017
I. Αναστολή μέτρων:
α. λόγω υποβολής αίτησης (άρθρου 13 του ν.4469/2017)
Από την ημερομηνία αποστολής της πρόσκλησης του συντονιστή προς την αρμόδια υπηρεσία της Φορολογικής Διοίκησης προκειμένου αυτή να συμμετάσχει στη διαδικασία εξωδικαστικού μηχανισμού, αναστέλλονται αυτοδικαίως τα μέτρα, εκκρεμή ή μη, ατομικής και συλλογικής αναγκαστικής εκτέλεσης, κατά του αιτούντα οφειλέτη και μόνο για τις οφειλές που υπάγονται σε εξωδικαστική ρύθμιση, καθώς και η λήψη οποιουδήποτε ασφαλιστικού μέτρου. Ειδικά για την περίπτωση που κατά το χρόνο κατάθεσης της αίτησης υπαγωγής στον εξωδικαστικό μηχανισμό εκκρεμεί εναντίον του οφειλέτη διαδικασία αναγκαστικής εκτέλεσης, αυτή αναστέλλεται με την κοινοποίηση εκ μέρους του οφειλέτη της πιστοποιημένης από την ΕΓΔΙΧ βεβαίωσης του συντονιστή για την πληρότητα της αίτησης υπαγωγής στην αρμόδια για την επιδίωξη είσπραξης της οφειλής υπηρεσία της Φορολογικής Διοίκησης. Η ως άνω βεβαίωση πρέπει σε κάθε περίπτωση να έπεται χρονικά της πρόσκλησης του συντονιστή προς τους πιστωτές για τη συμμετοχή τους στη διαδικασία.
Η αναστολή ισχύει κατ’ αρχήν για χρονικό διάστημα έως εβδομήντα ( 70) ημερών και δύναται να παραταθεί για χρονικό διάστημα έως τεσσάρων (4) επιπλέον μηνών, κατόπιν έκδοσης σχετικής δικαστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου της έδρας του οφειλέτη και κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στην παράγραφο 3 του ιδίου άρθρου. Πρόωρη παύση της αναστολής επέρχεται :
α. αυτοδικαίως, εφόσον η διαδικασία περαιωθεί ως άκαρπη είτε λόγω έλλειψης απαρτίας, είτε για οποιονδήποτε άλλο λόγο (σχετ. παρ. 2 του άρθρου 13),
β. αυτοδικαίως, εφόσον ληφθεί σχετική απόφαση της απόλυτης πλειοψηφίας των συμμετεχόντων πιστωτών (σχετ. παρ. 2 του άρθρου 13 ) και
γ. κατόπιν έκδοσης δικαστικής του Μονομελούς Πρωτοδικείου της περιφέρειας εντός της οποίας έχει έδρα ο οφειλέτης, μετά από αίτηση οποιουδήποτε πιστωτή (και ως εκ τούτου και της Φορολογικής Διοίκησης), εφόσον πληρούνται οι προϋποθέσεις της παραγράφου 4 του ιδίου άρθρου ( σχετ. παρ. 4 του άρθρου 13). Επισημάνσεις :
(1) Η αναστολή μέτρων καταλαμβάνει τόσο τα μέτρα αναγκαστικής εκτέλεσης όσο και τα ασφαλιστικά μέτρα. Ως εκ τούτου, δεν επιτρέπεται επί των οφειλών αυτών η εγγραφή υποθήκης προς διασφάλισή τους. Κατ’ εξαίρεση, επιτρέπεται η λήψη ασφαλιστικού μέτρου, αν με αυτό επιδιώκεται η αποτροπή της απομάκρυνσης ή αφαίρεσης ή μετακίνησης κινητών πραγμάτων της επιχείρησης ή εν γένει εξοπλισμού, η οποία δεν έχει συμφωνηθεί και ενέχει κίνδυνο απαξίωσης της επιχείρησης του οφειλέτη.
(2) Πράξεις αναγκαστικής εκτέλεσης που διενεργούνται μετά την κοινοποίηση, κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στο τέταρτο εδάφιο της παραγράφου 2 του άρθρου 7 του ιδίου νόμου, στην αρμόδια υπηρεσία της Φορολογικής Διοίκησης από το συντονιστή αντιγράφου της αίτησης υπαγωγής, είναι άκυρες και ως εκ τούτου η Φορολογική Διοίκηση οφείλει να τις ανακαλεί. Για την εφαρμογή των ανωτέρω, συνιστάται ο έλεγχος για την τήρηση των ανωτέρω και ειδικότερα η συνδρομή των προαναφερθεισών ημερομηνιών, με τα αποδεικτικά αυτών στοιχεία, προκειμένου να διαγνωστεί το έγκυρο ή μη της διοικητικής εκτέλεσης.
β. λόγω υποβολής αίτησης δικαστικής επικύρωσης της σύμβασης αναδιάρθρωσης οφειλών (άρθρου 12 του ν.4469/2017)
Από την κατάθεση της αίτησης για την επικύρωση της σύμβασης αναδιάρθρωσης οφειλών στο αρμόδιο δικαστήριο, αναστέλλονται αυτοδίκαια τα μέτρα, εκκρεμή ή μη, ατομικής και συλλογικής αναγκαστικής εκτέλεσης, κατά του αιτούντα οφειλέτη και μόνο για τις οφειλές που ρυθμίζονται από τη σύμβαση, καθώς και η λήψη ασφαλιστικών μέτρων. Ειδικά για την περίπτωση που κατά το χρόνο κατάθεσης της αίτησης για τη δικαστική επικύρωση της σύμβασης, εκκρεμεί εναντίον του οφειλέτη διαδικασία αναγκαστικής ή διοικητικής εκτέλεσης, αυτή αναστέλλεται με την κοινοποίηση εκ μέρους του οφειλέτη της αίτησης για την επικύρωση της σύμβασης στην αρμόδια για την επιδίωξη είσπραξης της οφειλής υπηρεσία της Φορολογικής Διοίκησης.
Η αναστολή ισχύει έως την έκδοση της δικαστικής απόφασης σχετικά με την επικύρωση ή μη της συμφωνίας. Επισημαίνεται πάντως ότι, κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στην παράγραφο 4 του ιδίου άρθρου, η συζήτηση της αίτησης για την επικύρωση της σύμβασης αναδιάρθρωσης οφειλών προσδιορίζεται εντός δύο (2) μηνών από την κατάθεση, ενώ η απόφαση του αρμόδιου δικαστηρίου δημοσιεύεται εντός τριών (3) μηνών από την ημερομηνία της συζήτησης.
Επισημάνσεις :
(1) Η αναστολή μέτρων καταλαμβάνει τόσο τα μέτρα αναγκαστικής εκτέλεσης όσο και τα ασφαλιστικά μέτρα. Ως εκ τούτου, δεν επιτρέπεται επί των οφειλών αυτών η εγγραφή υποθήκης προς διασφάλισή τους. Κατ’ εξαίρεση, επιτρέπεται: (α) η εγγραφή προσημείωσης υποθήκης ή άλλο ασφαλιστικό μέτρο που έχει συμφωνηθεί με τη σύμβαση αναδιάρθρωσης οφειλών και (β) η λήψη ασφαλιστικού μέτρου, αν με αυτό επιδιώκεται η αποτροπή της απομάκρυνσης ή αφαίρεσης ή μετακίνησης κινητών πραγμάτων της επιχείρησης ή εν γένει εξοπλισμού, η οποία δεν έχει συμφωνηθεί και ενέχει κίνδυνο απαξίωσης της επιχείρησης του οφειλέτη.
(2) Η εν λόγω αναστολή ισχύει μόνο σε περίπτωση που το Δημόσιο δεν έχει υπογράψει τη σύμβαση αναδιάρθρωσης οφειλών, καθώς στην περίπτωση που έχει ήδη εγκρίνει και συνυπογράψει αυτή δεσμεύεται κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στο άρθρο 15 του ιδίου νόμου (βλ. αναλυτικά κεφάλαιο Ε, υποκεφάλαιο I, περίπτωση V )
(3) Για την εφαρμογή των ανωτέρω, κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στην παράγραφο 5 του ιδίου άρθρου, ο αιτών οφειλέτης ειδοποιεί τους εμπλεκόμενους πιστωτές (και ως εκ τούτου και την αρμόδια υπηρεσία της Φορολογικής Διοίκησης, εφόσον συντρέχει περίπτωση) εντός πέντε (5) εργασίμων ημερών από την κατάθεση της αίτησης επικύρωσης για την κατάθεση αυτής και την ημερομηνία συζήτησής της. Εξάλλου, σε περίπτωση οφειλών προς το Δημόσιο, διατάσσεται υποχρεωτικά η κλήτευση της Φορολογικής Διοίκησης.
Ε. ΣΥΝΕΠΕΙΕΣ ΕΝΤΑΞΗΣ ΟΦΕΙΛΩΝ ΣΕ ΣΥΜΒΑΣΗ ΑΝΑΔΙΑΡΘΡΩΣΗΣ
I. Ευεργετήματα υπέρ του οφειλέτη
i) Καταβολή σε έως 120 μηνιαίες δόσεις σύμφωνα με τα οριζόμενα στη σύμβαση αναδιάρθρωσης
ii) Δεν υπολογίζονται τα πρόστιμα του άρθρου 57 του Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας και του άρθρου 6 του ΚΕΔΕ από την έναρξη ισχύος της σύμβασης αναδιάρθρωσης και κατά τη διάρκεια ισχύος αυτής.
iii) Δεν επιβαρύνονται με προσαυξήσεις ή τόκους εκπρόθεσμης καταβολής κατά Κ.Ε.Δ.Ε. και κατά Κ.Φ.Δ. οι υπαχθείσες στη σύμβαση αναδιάρθρωσης οφειλές, από την έναρξη ισχύος της σύμβασης αναδιάρθρωσης και κατά τη διάρκεια ισχύος αυτής
iv) Αποδεικτικό ενημερότητας χορηγείται σύμφωνα με τους όρους και τις προϋποθέσεις του άρθρου 12 του Κ.Φ.Δ. και των κατ’ εξουσιοδότηση εκδοθεισών αποφάσεων ΓΓΔΕ ΠΟΛ 1274 & 1275/2013 (ΦΕΚ 3398 Β’), όπως ισχύουν.
Επισημαίνεται ότι :
α) για την εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 12 του ΚΦΔ οι βεβαιωμένες στη Φορολογική Διοίκηση οφειλές που έχουν ρυθμιστεί στο πλαίσιο της σύμβασης αναδιάρθρωσης θεωρούνται ως νόμιμα τακτοποιημένες με ρύθμιση τμηματικής καταβολής.
β) σε περίπτωση που ζητείται αποδεικτικό ενημερότητας από τον οφειλέτη ή από τους συνοφειλέτες που δεσμεύονται από τη σύμβαση αναδιάρθρωσης οφειλών, δεν λαμβάνονται υπόψη τυχόν προς διαγραφή οφειλές, όπως αυτές προσδιορίζονται στη σύμβαση αναδιάρθρωσης.
v. Αναστολή διοικητικής εκτέλεσης λόγω σύμβασης δεσμευτικής για το Δημόσιο (παρ. 11 του άρθρου 15 του ν.4469/2017)
Από την ημερομηνία υπογραφής από το Δημόσιο της εγκριθείσας σύμβασης αναδιάρθρωσης ή, σε περίπτωση δικαστικής επικύρωσης, από την κοινοποίηση στο Δημόσιο της δικαστικής απόφασης με την οποία επικυρώθηκε σύμβαση αναδιάρθρωσης οφειλών, και μόνο για τις υπαγόμενες στη σύμβαση οφειλές, αναστέλλεται η λήψη αναγκαστικών μέτρων και η συνέχιση της διαδικασίας αναγκαστικής εκτέλεσης επί απαιτήσεων, κινητών και ακινήτων κατά του οφειλέτη. Επισημαίνεται ότι η αναστολή αυτή δεν ισχύει για τις ληξιπρόθεσμες δόσεις της σύμβασης.
Η αναστολή ισχύει είτε μέχρι την αυτοδίκαιη ανατροπή της σύμβασης αναδιάρθρωσης οφειλών έναντι του Δημοσίου για τους λόγους που αναφέρονται στην παράγραφο 6 του άρθρου 14 του ιδίου νόμου, είτε κατόπιν έκδοσης δικαστικής απόφασης περί ακύρωσης αυτής κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στις παραγράφους 1 έως 5 του ως άνω άρθρου.
vi) Αναστολή ποινικής δίωξης
Για το χρονικό διάστημα της αναστολής της παρ. 11 του άρθρου 15 του ν. 4469/2017 αναστέλλεται η ποινική δίωξη για το αδίκημα του άρθρου 25 του ν.1882/1990 (Α’43) και αναβάλλεται η εκτέλεση της ποινής που επιβλήθηκε σύμφωνα με το άρθρο αυτό ή, εφόσον άρχισε, η εκτέλεσή της διακόπτεται. Κατά το χρονικό διάστημα της αναστολής της ποινικής δίωξης αναστέλλεται η παραγραφή του αδικήματος, χωρίς να ισχύει ο χρονικός περιορισμός της παραγράφου 3 του άρθρου 113 του Π.Κ.
II. Ένταξη υφιστάμενων ενεργών ρυθμίσεων στη σύμβαση αναδιάρθρωσης
Εφόσον υφίστανται βεβαιωμένες στη Φορολογική Διοίκηση οφειλές που έχουν υπαχθεί σε ρύθμιση τμηματικής καταβολής κατά τις διατάξεις του ν. 4152/2013, του άρθρου 43 του ν. 4174/2013, του άρθρου 51 ν. 4305/2014 και των άρθρων 1 έως 17 του ν. 4321/2015, των οποίων οι όροι τηρούνται, οι ρυθμίσεις αυτές, όπως έχουν διαμορφωθεί κατά την ημερομηνία έγκρισης της σύμβασης αναδιάρθρωσης εντάσσονται σε αυτήν κατά το μέρος που αφορά στον αριθμό και στο ύψος των ανεξόφλητων δόσεων, εκτός από τις περιπτώσεις που η ρύθμιση έχει τροποποιηθεί σύμφωνα με την παράγραφο 4 του άρθρου 15 του ν. 4469/2017, δηλαδή έχει αυξηθεί ο αριθμός των δόσεων αυτής.
III. Δικαίωμα του Δημοσίου για συμψηφισμό
Το Δημόσιο διατηρεί το δικαίωμα και μετά την έναρξη ισχύος της σύμβασης αναδιάρθρωσης να προβαίνει σε συμψηφισμό των χρηματικών απαιτήσεων του οφειλέτη κατά του – εν στενή εννοία – Δημοσίου κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στο άρθρο 42 του ΚΦΔ και στο άρθρο 83 του ΚΕΔΕ, όπως ισχύουν.
Επισημαίνεται ότι:
i) Εφόσον η γενεσιουργός αιτία της ανωτέρω απαίτησης κατά του Δημοσίου ανάγεται σε χρόνο προγενέστερο της έναρξης ισχύος της σύμβασης αναδιάρθρωσης οφειλών, με το συμψηφισμό πιστώνονται, κατά σειρά προτεραιότητας, οφειλές εκτός σύμβασης, δόσεις υφιστάμενων ρυθμίσεων που εντάσσονται στο σχέδιο αναδιάρθρωσης οφειλών κατ’ άρθ. 15 παρ. 4 του ν. 4469/2017, δόσεις της σύμβασης αναδιάρθρωσης και, τέλος, εφόσον έχουν εξαντληθεί οι λοιπές βεβαιωμένες στη Φορολογική Διοίκηση οφειλές, οι προβλεπόμενες στη σύμβαση προς διαγραφή οφειλές στη Φορολογική Διοίκηση.
ii) Εφόσον η γενεσιουργός αιτία της ανωτέρω απαίτησης κατά του Δημοσίου ανάγεται σε χρόνο μεταγενέστερο της έναρξης ισχύος της σύμβασης αναδιάρθρωσης οφειλών, με το συμψηφισμό πιστώνονται, κατά σειρά προτεραιότητας οι δόσεις της σύμβασης αναδιάρθρωσης, δόσεις υφιστάμενων ρυθμίσεων που εντάσσονται στο σχέδιο αναδιάρθρωσης οφειλών κατ’ άρθ. 15 παρ. 4 του ν. 4469/2017 και οφειλές εκτός σύμβασης.
Τυχόν υπόλοιπο ποσό επιστρέφεται στον οφειλέτη με βάση τα ισχύοντα στην Απόφαση Υφυπουργού Οικονομικών ΠΟΛ 1116/2013.
ΣΤ. ΑΡΡΥΘΜΙΣΤΕΣ ΟΦΕΙΛΕΣ ΜΕ ΠΟΣΟ ΒΑΣΙΚΗΣ ΟΦΕΙΛΗΣ ΕΩΣ 20.000 ΕΥΡΩ
Σε περίπτωση υπογραφής σύμβασης αναδιάρθρωσης, στην οποία εντάσσονται οφειλές προς το Δημόσιο που εμπίπτουν στις περιπτώσεις της παραγράφου 6 του άρθρου 15 του ν. 4469/2017, ήτοι όταν το συνολικό ύψος της βασικής βεβαιωμένης έως τις 31.12.2016 οφειλής προς το Δημόσιο είναι έως είκοσι χιλιάδες (20.000) ευρώ (στο οποίο δεν προσμετρώνται τυχόν οφειλές που έχουν ήδη υπαχθεί σε ρύθμιση σύμφωνα με τους ν. 4152/2013, 4174/2013,4305/2014 και 4321/2015 των οποίων οι όροι τηρούνται), η τήρηση των υποχρεωτικών κανόνων των άρθρων 9 και 15 του νόμου διαπιστώνεται από το συντονιστή με το πρακτικό περαίωσης της παραγράφου 16 του άρθρου 8, υπό την επιφύλαξη του δικαστικού ελέγχου του άρθρου 12 του νόμου, είτε αυτεπαγγέλτως είτε κατόπιν υποβολής ένστασης ή άσκησης παρέμβασης από τρίτο πιστωτή.
Ειδικότερα :
α) για βασικές οφειλές έως τρεις χιλιάδες (3.000) ευρώ:
i) η αποπληρωμή αυτών και των επ’ αυτών προσαυξήσεων ή τόκων εκπρόθεσμης καταβολής γίνεται τμηματικά σε τριάντα έξι (36) μηνιαίες δόσεις κατ’ ανώτατο όριο,
ii) ελάχιστη μηνιαία δόση πενήντα (50) ευρώ,
iii) δεν υφίσταται δυνατότητα διαγραφής κανενός ποσού.
β) για βασικές οφειλές άνω των τριών χιλιάδων (3.000) και έως είκοσι χιλιάδες (20.000) ευρώ:
i) η αποπληρωμή αυτών και των επ’ αυτών προσαυξήσεων ή τόκων εκπρόθεσμης καταβολής γίνεται τμηματικά σε εκατόν είκοσι (120) μηνιαίες δόσεις κατ’ ανώτατο όριο,
ii) ελάχιστη μηνιαία δόση πενήντα (50) ευρώ,
iii) δεν υφίσταται δυνατότητα διαγραφής βασικής οφειλής.
Στις ανωτέρω περιπτώσεις, το Δημόσιο δεν συμμετέχει στις διαπραγματεύσεις, ούτε υποβάλλει πρόταση αναδιάρθρωσης οφειλών και οι οφειλές προς αυτό προσμετρώνται στις θετικές ψήφους των συμμετεχόντων πιστωτών, εφόσον στο τελικό σχέδιο αναδιάρθρωσης έχουν τηρηθεί οι κανόνες του άρθρου 15 και οι λοιποί υποχρεωτικοί κανόνες του άρθρου 9 του ν. 4469/2017.
Ζ. ΑΥΤΟΔΙΚΑΙΗ ΑΝΑΤΡΟΠΗ της ΣΥΜΒΑΣΗΣ ΑΝΑΔΙΑΡΘΡΩΣΗΣ ΕΝΑΝΤΙ ΤΟΥ ΔΗΜΟΣΙΟΥ
Ι. Αυτοδίκαιη ανατροπή επέρχεται, με συνέπεια την υποχρεωτική άμεση καταβολή του υπολοίπου της οφειλής σύμφωνα με τα στοιχεία βεβαίωσης μαζί με τους αναλογούντες τόκους και προσαυξήσεις εκπρόθεσμης καταβολής, εάν ο οφειλέτης:
α) δεν καταβάλει δόσεις της σύμβασης αναδιάρθρωσης ή καταβάλει μερικώς δόσεις προς τη Φορολογική Διοίκηση, όπως αυτές προσδιορίζονται στη σύμβαση αναδιάρθρωσης οφειλών, έως τη συμπλήρωση του ποσού που αντιστοιχεί σε τρεις (3) δόσεις,
β) δεν υποβάλλει τις προβλεπόμενες δηλώσεις φορολογίας εισοδήματος και Φ.Π.Α., εφόσον υπέχει σχετική υποχρέωση, καθ’ όλη τη διάρκεια της σύμβασης, το αργότερο εντός τριών (3) μηνών από την πάροδο της προθεσμίας υποβολής τους ή εντός τριών (3) μηνών από την ημερομηνία αίτησης για υπαγωγή στη ρύθμιση, εφόσον η προθεσμία υποβολής έχει παρέλθει πριν την έναρξη ισχύος της σύμβασης,
γ) παραλείψει να εξοφλήσει ή να τακτοποιήσει με νόμιμο τρόπο, με αναστολή είσπραξης ή ρύθμιση τμηματικής καταβολής, τις οφειλές του προς το Δημόσιο ή υπέρ τρίτων που εισπράττονται από τη Φορολογική Διοίκηση, οι οποίες βεβαιώθηκαν μετά τις 31 Δεκεμβρίου 2016 εντός ενενήντα (90) ημερών από την ημερομηνία έναρξης ισχύος ή, σε περίπτωση δικαστικής επικύρωσης, από την ημερομηνία επικύρωσης της σύμβασης αναδιάρθρωσης ή, προκειμένου για οφειλές που κατέστησαν ληξιπρόθεσμες μετά την έναρξη ισχύος ή την επικύρωση της σύμβασης, εντός εξήντα (60) ημερών από τη λήξη της νόμιμης προθεσμίας καταβολής τους.
Επισημαίνεται ότι το Δημόσιο υποχρεούται να γνωστοποιήσει αμελλητί την επέλευση της αυτοδίκαιης ανατροπής της σύμβασης σε όλους τους πιστωτές.
ΙΙ. Εκτός από την προαναφερθείσα υπό στοιχείο I περίπτωση ανατροπής της σύμβασης έναντι του Δημοσίου, που επέρχεται αυτοδικαίως, η σύμβαση αναδιάρθρωσης μπορεί να ακυρωθεί ως προς όλους τους πιστωτές, συμπεριλαμβανομένου του Δημοσίου, με δικαστική απόφαση κατόπιν αίτησης τρίτου πιστωτή σύμφωνα με τις παραγράφους 1 και 2 του άρθρου 14 του νόμου.
Η. ΔΙΑΓΡΑΦΗ ΟΦΕΙΛΩΝ
Αν στη σύμβαση αναδιάρθρωσης προβλέπεται διαγραφή οφειλών προς το Δημόσιο, αυτή γίνεται κατά σειρά παλαιότητας, από την παλαιότερη οφειλή προς τη νεότερη, με κριτήριο το χρόνο καταχώρισης της οφειλής στα βιβλία εισπρακτέων εσόδων και όχι το χρόνο λήξης της νόμιμης προθεσμίας καταβολής αυτής, είτε η καταβολή γίνεται εφάπαξ είτε σε δόσεις. Η διαγραφή των οφειλών του προηγούμενου εδαφίου τελεί υπό την αναβλητική αίρεση της ολοσχερούς αποπληρωμής των ρυθμιζόμενων οφειλών προς κάθε πιστωτή και της μη ακύρωσης ή ανατροπής της σύμβασης αναδιάρθρωσης σύμφωνα με το άρθρο 14 του ν. 4469/2017.
Θ. ΛΟΙΠΑ ΘΕΜΑΤΑ
I. Απόδοση κατασχεθέντων στα χέρια τρίτων ποσών (άρθρο 6 της Απόφασης Υπουργού Οικονομικών ΠΟΛ 1105/2017)
Επί κάθε είδους κατασχέσεων απαιτήσεων που έχουν επιβληθεί στα χέρια τρίτων, ο τρίτος υποχρεούται να αποδώσει στο Δημόσιο τις απαιτήσεις που έχουν γεννηθεί μέχρι το χρόνο έναρξης ισχύος των αναστολών των άρθρων 12, 13, και 15 του ν. 4469/2017. Ποσά των οποίων η προθεσμία απόδοσης στο Δημόσιο εκπνέει μετά την έναρξη ισχύος των αναστολών των άρθρων 12, 13 και 15 του ν.4469/2017 πιστώνονται στην οφειλή προς το Δημόσιο σύμφωνα με τα οριζόμενα στη σύμβαση αναδιάρθρωσης.
II. Αναστολή παραγραφής οφειλών (παρ. 9 του άρθρου 12 του ν.4469/2017)
Σύμφωνα με την παρ. 9 του άρθρου 12 του ν.4469/2017, από την ημερομηνία υποβολής της αίτησης του άρθρου 4 και έως την ολοσχερή εξόφληση των οφειλών που ρυθμίζονται από τη σύμβαση αναδιάρθρωσης ή την ακύρωσή της ή την αυτοδίκαιη ανατροπή της κατά το άρθρο 14, αναστέλλεται η παραγραφή των ρυθμιζόμενων οφειλών.
III. Προαφαίρεση οφειλών προς το Δημόσιο
Ως προαφαιρούμενα κατά ποσοστό ενενήντα πέντε τοις εκατό (95%) πρόστιμα, σύμφωνα με την υποπερίπτωση ββ) της περίπτωσης δ) της παραγράφου 2 του άρθρου 9 του ν. 4469/2017 νοούνται ιδίως τα εξής πρόστιμα, εφόσον επιβάλλονται αυτοτελώς και δεν συμβεβαιώνονται με την κύρια οφειλή :
α) του άρθρου 54, της παρ. 6 του άρθρου 54Α, των άρθρων 55, 56, 58 και 58Α του ν. 4174/2013,
β) των άρθρων 4, 5, 6, 7 και 8 του ν. 2523/1997,
γ) της παραγράφου 4 του άρθρου 16 και του άρθρου 9 του ν. 3634/2008,
δ) των άρθρων 30, 31 και 33 του ν.820/1978,
ε) του άρθρου 117 του ν.δ.118/1973,
στ) του άρθρου 15 του α.ν.1521/1950,
ζ) του άρθρου 49 του ν. 3842/2010 (ΦΑΠ),
η) του άρθρου 33 του ν. 2459/1997 (ΦΜΑΠ),
θ) της παραγράφου 11 του άρθρου 31, της παραγράφου 2 του άρθρου 36 και των παραγράφων 4, 5 και 7 του άρθρου 82 του ν. 2238/1994,
ι) του άρθρου 7 του ν. 4337/2015,
ια) του άρθρου 10 του ν. 1809/1988,
ιβ) της παραγράφου 4 του άρθρου 47, των παραγράφων 1 και 3 του άρθρου 48, της παραγράφου 1 του άρθρου 50 του ν. 1642/1986,
ιγ) του άρθρου Πρώτου Υποπαράγραφος Ε7 του ν. 4093/2012.
ιδ) του άρθρου 143, των παραγράφων 3,7,8 και 9 του άρθρου 144 και της παραγράφου 1 του άρθρου 146 του ν.2960/2001 (Εθνικός Τελωνειακός Κώδικας).
Ως προαφαιρούμενα κατά ποσοστό ογδόντα πέντε τοις εκατό (85%) από προσαυξήσεις και τόκους εκπρόθεσμης καταβολής, σύμφωνα με την υποπερίπτωση ββ) της περίπτωσης δ) της παραγράφου 2 του άρθρου 9 του ν. 4469/2017 νοούνται τα εξής :
α) οι προσαυξήσεις και οι τόκοι εκπρόθεσμης καταβολής κατά τις διατάξεις του άρθρου 6 του ν.δ. 356/74,
β) οι τόκοι εκπρόθεσμης καταβολής κατά τις διατάξεις του άρθρου 53 του ν. 4174/2013 όπως τα ανωτέρω ισχύουν κατά το χρόνο υποβολής της αίτησης του άρθρου 4 του ν. 4469/2017.
IV. Εκκρεμείς συμψηφισμοί επιστροφών με οφειλές προς το Δημόσιο
Σε περίπτωση που στο Δημόσιο εκκρεμεί συμψηφισμός ποσού άνω των 50 ευρώ ο συμψηφισμός ενεργείται κατά προτεραιότητα και τυχόν εναπομείνασα οφειλή μπορεί να υπαχθεί στη σύμβαση αναδιάρθρωσης.