Η προοπτική επικαιροποίησης της τελωνειακής ένωσης Ε.Ε. – Τουρκίας, που αναμένεται να έρθει στο προσκήνιο μετά τις γερμανικές εκλογές και τον σχηματισμό της νέας κυβέρνησης στο Βερολίνο, θα αποτελέσει το επόμενο κρίσιμο πεδίο στην πορεία των ελληνοτουρκικών σχέσεων και του Κυπριακού.
Παρά την επιδείνωση των γερμανοτουρκικών σχέσεων και την αρνητική στάση που υιοθέτησε η Αγκελα Μέρκελ δηλώνοντας αντίθετη στο άνοιγμα άλλων κεφαλαίων στο εγγύς μέλλον –το Βερολίνο θεωρεί πως θα έστελνε «λάθος μήνυμα» τη στιγμή που η Τουρκία παραβιάζει κατάφωρα το κράτος δικαίου– ο Ταγίπ Ερντογάν εμφανίζεται πεπεισμένος ότι μετά τις γερμανικές εκλογές το κλίμα θα αλλάξει, οι διμερείς σχέσεις με την ηγέτιδα δύναμη της Ευρώπης θα βελτιωθούν και η συνεργασία της Αγκυρας με τις Βρυξέλλες θα επανεξετασθεί σε νέα βάση.
Σε μια τέτοια εξέλιξη, η Ελλάδα θα μπορούσε να αποτελέσει σύμμαχο της Τουρκίας στο βεβαρημένο ευρωπαϊκό περιβάλλον για την Αγκυρα. Η Αθήνα εδώ και χρόνια έχει κάνει τη στρατηγική επιλογή να στηρίζει την ευρωπαϊκή προοπτική της Τουρκίας, ωστόσο, όπως υπογράμμισε πριν από λίγες ημέρες και ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας, «ο προσανατολισμός αυτός της Τουρκίας έχει μια αυτονόητη, θεσμική και πολιτική προϋπόθεση, ήτοι τον πλήρη σεβασμό του ευρωπαϊκού κεκτημένου και του διεθνούς δικαίου στο σύνολό τους, επομένως και τον πλήρη σεβασμό της Συνθήκης της Λωζάννης του 1923 και της Συνθήκης των Παρισίων του 1947». Υπενθύμισε, δε, ότι τα σύνορα της Ελλάδας αποτελούν και σύνορα της Ε.Ε.
Υπό αυτό το πρίσμα, οι επαναλαμβανόμενες αμφισβητήσεις της Συνθήκης της Λωζάννης –το έχει κάνει επανειλημμένα ο πρόεδρος Ερντογάν, το επανέλαβε ουσιαστικά πριν από λίγες ημέρες ο υπ. Εξωτερικών, Μεβλούτ Τσαβούσογλου, μιλώντας για απουσία θαλασσίων συνόρων μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας– μπορεί να γίνονται για εσωτερική κατανάλωση και με στόχο την απήχηση στα εθνικιστικά ένστικτα των ψηφοφόρων των Γκρίζων Λύκων, ενώ ταυτόχρονα να εξυπηρετούν και άλλες στοχεύσεις προς Ανατολάς, αλλά επιβαρύνουν τις ελληνοτουρκικές σχέσεις.
Η συζήτηση για την επικαιροποίηση της τελωνειακής ένωσης θα επηρεάσει και τις εξελίξεις στο Κυπριακό, καθώς δεν αποκλείεται να ασκηθούν πιέσεις και να υπάρξει ένα ιδιότυπο «πάρε-δώσε» στο πλαίσιο των ευρωτουρκικών σχέσεων.
Το προσεχές διάστημα, το διπλωματικό χρονοδιάγραμμα περιλαμβάνει την ετήσια Γενική Συνέλευση των Ην. Εθνών στο περιθώριο της οποίας είθισται να πραγματοποιείται διμερής συνάντηση Ελλάδας – Τουρκίας. Εάν στη Νέα Υόρκη μεταβεί ο Αλέξης Τσίπρας αναμένεται να υπάρξει επαφή του πρωθυπουργού με τον Τούρκο πρόεδρο, όπου θα εξετασθούν και οι ευρωτουρκικές σχέσεις και το Κυπριακό.
Η παρουσία των πρωταγωνιστών του Κυπριακού εκείνες τις ημέρες στη Νέα Υόρκη προσφέρει ευκαιρία για μια πρώτη ανταλλαγή ιδεών για την «επόμενη ημέρα», τη στιγμή που η μεν Λευκωσία δηλώνει πρόθυμη να επανέλθει σε συνομιλίες, η δε Αγκυρα διαμηνύει ότι οι διαπραγματεύσεις για το Κυπριακό δεν διακόπηκαν, αλλά ολοκληρώθηκαν.
Στην πρώτη του Γεν. Συνέλευση ως επικεφαλής του ΟΗΕ, ο Αντόνιο Γκουτιέρες θα επιχειρήσει να αξιοποιήσει τις καθιερωμένες συναντήσεις που θα έχει με τους ηγέτες της Ελλάδας, της Τουρκίας, αλλά και της Κύπρου, για να αποτυπώσει το πού βρισκόμαστε και να δώσει το στίγμα των προθέσεών του.
Πριν από λίγες ημέρες, ο αν. εκπρόσωπος του ΟΗΕ διεμήνυσε ότι το μέλλον της Κύπρου εξαρτάται από τις διαπραγματεύσεις και τις αποφάσεις των δύο μερών, επισημαίνοντας ότι σε αυτό το στάδιο «διανύουμε μια περίοδο περισυλλογής και ηρεμίας, μετά την οποία ελπίζουμε και αναμένουμε ότι τα μέρη θα επιστρέψουν έτοιμα για να συνομιλήσουν».