Η αλλαγή στο επιτελείο Τραμπ, ο ρόλος του αμερικανού πρέσβη και οι δίαυλοι με το υπουργείο Αμυνας – Ο ρόλος της Σούδας και τα ανταλλάγματα που ζητεί η ελληνική πλευρά
Η απρόβλεπτη φύση της «νέας Τουρκίας» του
Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, σε συνδυασμό με τη δυναμική επανεμφάνιση της Ρωσίας του
Βλαντίμιρ Πούτιν στη Μεσόγειο και στη Μέση Ανατολή, διαμορφώνουν τις προϋποθέσεις ώστε η Ελλάδα να διεκδικήσει ενεργότερο ρόλο για την προάσπιση των δυτικών συμφερόντων στην περιοχή.
Αυτό εκτιμούν ανώτατοι στρατιωτικοί και διπλωματικοί επιτελείς στο «Βήμα», μιλώντας ανωνύμως λόγω της ευαισθησίας των θεμάτων αυτών. Είναι σαφές ότι αυτή τη στιγμή κυβερνητικοί κύκλοι των Αθηνών διαβλέπουν μια μεγάλη ευκαιρία για σύσφιγξη των σχέσεων με τις Ηνωμένες Πολιτείες, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι υποβαθμίζεται η δυσκολία επικοινωνίας με την Ουάσιγκτον, η οποία απορρέει από τη ρευστότητα που δημιουργείται εξαιτίας των συνεχών αλλαγών στο επιτελείο του Λευκού Οίκου επί προεδρίας Τραμπ.
Ο δίαυλος με την ομάδα του Λευκού Οίκου
Ωστόσο οι ίδιοι κύκλοι σημειώνουν ότι αυτή τη στιγμή μοιάζει να διαμορφώνεται στην αμερικανική πρωτεύουσα ένας άξονας ανθρώπων με σαφή γνώση των στρατηγικών προτεραιοτήτων της υπερδύναμης που αποτελείται από πρώην και νυν στρατιωτικούς. Ουσιαστικά, η τριάδα του νέου προσωπάρχη του Λευκού Οίκου Τζον Κέλι, του συμβούλου Εθνικής Ασφαλείας Χέρμπερτ Ρέιμοντ Μακμάστερ και του υπουργού Αμυνας Τζέιμς Μάτις αποτελεί πλέον την ομάδα που διαμορφώνει την εξωτερική πολιτική των Ηνωμένων Πολιτειών.
Το Στέιτ Ντιπάρτμεντ, υπό την ηγεσία του υπουργού Εξωτερικών Ρεξ Τίλερσον, φαίνεται να περιορίζεται (προς το παρόν) σε δευτερεύοντα ρόλο. Ωστόσο, η αμερικανική διπλωματική γραφειοκρατία έχει επιδείξει σοβαρές αντιστάσεις στην επικρατούσα ρευστότητα. Η δραστηριότητα του αμερικανού πρέσβη στην Αθήνα Τζέφρι Πάιατ είναι αξιοθαύμαστη, ιδιαίτερα σε τομείς πολύ κρίσιμους όπως η ενέργεια και η αμυντική συνεργασία.
Η αναβάθμιση μιας ομάδας πρώην και νυν στρατιωτικών στην Ουάσιγκτον έχει επιτρέψει την ανάπτυξη ενός πολύ στενού διαύλου επικοινωνίας με το ελληνικό υπουργείο Εθνικής Αμυνας. Σε όσους βρέθηκαν στο προαύλιο της αμερικανικής πρεσβείας την ημέρα του εορτασμού της επετείου των 70 ετών από την έναρξη του Σχεδίου Μάρσαλ δεν πέρασε απαρατήρητη η ιδιαίτερη και πολύ θερμή αναφορά του κ. Πάιατ στον έλληνα Α/ΓΕΕΘΑ ναύαρχο Ευάγγελο Αποστολάκη.
Ο αμερικανός πρέσβης απέδωσε μάλιστα στον επικεφαλής των ελληνικών Ενόπλων Δυνάμεων το προσωνύμιο «war monk», το οποίο συνοδεύει τον αμερικανό υπουργό Αμυνας κ. Μάτις. Ο τελευταίος θεωρείται ένας στρατιωτικός με ισχυρές θεωρητικές, διανοητικές και στρατηγικές αναζητήσεις και όπως φαίνεται ο κ. Πάιατ έχει εκτιμήσει τις ανάλογες, όπως ο ίδιος περιέγραψε, ικανότητες του ναυάρχου Αποστολάκη κατά τη συνεργασία του μαζί του.
Ο έλληνας Α/ΓΕΕΘΑ, ο οποίος πριν από μερικές εβδομάδες είχε εκτενείς διμερείς επαφές με τον αμερικανό ομόλογό του στρατηγό Τζέιμς Ντάνφορντ, είναι ο άνθρωπος που χειρίζεται, σε συνεργασία με τον υπουργό Εθνικής Αμυνας Πάνο Καμμένο, τον φάκελο των ελληνοαμερικανικών αμυντικών σχέσεων, χωρίς να σημαίνει ότι το Μέγαρο Μαξίμου δεν έχει εποπτεία των εξελίξεων μέσω του διπλωματικού γραφείου του Πρωθυπουργού.
Το «χαρτί» της Κρήτης και ο 6ος Στόλος
Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η αεροναυτική βάση της Σούδας στην Κρήτη αποτελεί το ισχυρότερο διαπραγματευτικό «χαρτί» της Αθήνας στην αμυντική συνεργασία με την Ουάσιγκτον. Οι Αμερικανοί το γνωρίζουν αυτό, ενώ παράλληλα αναγνωρίζουν τη στρατηγική σημασία της βάσης για την προβολή της ισχύος τους στη Νοτιοανατολική Μεσόγειο, στη Βόρεια Αφρική και στη Μέση Ανατολή. Πρόκειται άλλωστε για τη μοναδική βάση στη Μεσόγειο που μπορεί να φιλοξενήσει αεροπλανοφόρο και στην οποία ένα τέτοιο σκάφος μπορεί να σβήσει τον αντιδραστήρα με τον οποίο λειτουργεί. Είναι πλέον κοινό μυστικό ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες επιθυμούν τη χρονική επέκταση, από ένα σε πέντε χρόνια, της συμφωνίας χρήσης της βάσης – κάτι που απαιτεί κοινοβουλευτική έγκριση και αυτόματα εγείρει πολιτικό ζήτημα για την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ.
Η κυβέρνηση δεν είναι αντίθετη στην επέκταση της συμφωνίας. Είναι όμως ξεκάθαρο ότι ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας συνδυάζει το «πράσινο φως» της ελληνικής πλευράς με ορισμένα πολιτικά ή και υλικά ανταλλάγματα εκ μέρους των Αμερικανών. «Τα ανταλλάγματα θα πρέπει να είναι ουσιαστικά» εκμυστηρεύεται στενός συνεργάτης του Πρωθυπουργού, σημειώνοντας ότι σε αυτό το ζήτημα η θέση του κ. Τσίπρα είναι «αυστηρότερη» έναντι του μικρότερου κυβερνητικού εταίρου. Ο Πάνος Καμμένος εμφανίζεται ως πολύ ένθερμος υποστηρικτής της χρονικής επέκτασης της συμφωνίας, αλλά τόσο στο Μέγαρο Μαξίμου όσο και εντός του υπουργείου Εθνικής Αμυνας υπάρχουν πρόσωπα που προσεγγίζουν το ζήτημα πιο προσεκτικά. Στο δε υπουργείο Εξωτερικών, ο Νίκος Κοτζιάς είναι επίσης υπέρ της απόσπασης ανταλλαγμάτων, αποφεύγει όμως να ορίσει τι θα επιθυμούσε.
Στον αμερικανικό στρατηγικό σχεδιασμό, η Σούδα «κούμπωνε» επί δεκαετίες με τη βάση του Ιντσιρλίκ στη Νοτιοανατολική Τουρκία. Η ισορροπία αυτή έχει διαταραχθεί, επηρεαζόμενη από την αστάθεια που εσχάτως επικρατεί στις αμερικανοτουρκικές σχέσεις. Η Τουρκία του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν εξακολουθεί να θεωρείται κρίσιμος κρίκος για την αμερικανική εξωτερική πολιτική, αλλά η «υδραργυρική προσωπικότητα» του τούρκου προέδρου λειτουργεί ανασταλτικά για τους αμερικανικούς σχεδιασμούς. Στο παρασκήνιο έχουν αρχίσει και διατυπώνονται ιδέες και προτάσεις για τη μετακίνηση των αμερικανικών δυνάμεων που εδρεύουν σήμερα στο Ιντσιρλίκ – και τούτο παρά τη μείζονα στρατηγική σημασία του για τις επιχειρήσεις εναντίον του Ισλαμικού Κράτους. Στο αμερικανικό αμυντικό περιοδικό «Stars and Stripes» υπήρξε πρόσφατα εκτενές ρεπορτάζ επί του θέματος, το οποίο έχει μία επιπλέον διάσταση: την ύπαρξη, αν και όχι επίσημη, αμερικανικών πυρηνικών κεφαλών στο Ιντσιρλίκ.
Ανώτατοι επιτελείς του ελληνικού Πενταγώνου, απαντώντας σε ερωτήσεις για το κατά πόσο θα μπορούσαν οι υποδομές του Ιντσιρλίκ να μεταφερθούν στην Ελλάδα, ξεκαθαρίζουν πως τουλάχιστον σε ό,τι αφορά τη μεταφορά των πυρηνικών κεφαλών η Αθήνα είναι αρνητική. Αυτό δεν σημαίνει ότι άλλες δραστηριότητες δεν μπορούν να μεταφερθούν, αλλά σε ό,τι αφορά τα πυρηνικά φαίνεται πως οι Αμερικανοί προσανατολίζονται σε άλλες περιοχές, όπως π.χ. η Ιορδανία, ή ακόμη και σε κάποιον μελλοντικό κουρδικό θύλακα σε Συρία ή Ιράκ.
Τα ανταλλάγματα και οι συζητήσεις
Το ερώτημα έρχεται επομένως στα ανταλλάγματα τα οποία θα μπορούσε να λάβει η Αθήνα. Μια ιδέα που έχει πέσει στο τραπέζι θα ήταν η στάθμευση στη Σούδα των δύο εκ των τεσσάρων υπερσύγχρονων αντιτορπιλικών Arleigh Burke που σήμερα σταθμεύουν στη Ρότα της Ισπανίας, έδρα του αμερικανικού 6ου Στόλου. Δεν είναι κρυφό το ελληνικό ενδιαφέρον για προμήθεια τέτοιων αντιτορπιλικών για τον ελληνικό στόλο, αλλά η αμερικανική νομοθεσία δεν φαίνεται να την ευνοεί.
Παράλληλα, ο ναύαρχος Αποστολάκης και οι επιτελείς του φέρονται να έχουν συζητήσει την αναβάθμιση των υπαρχουσών υποδομών στη Σούδα, με αμερικανικά κονδύλια, τόσο για τη βελτίωση της προβλήτας Κ14 (για τα αεροπλανοφόρα) όσο και άλλων προβλητών που θα επέτρεπαν τη στάθμευση ελληνικών πολεμικών πλοίων στην Κρήτη αντί για τον Ναύσταθμο Σαλαμίνας. Με τον τρόπο αυτόν το ελληνικό Πολεμικό Ναυτικό θα μπορούσε να ανταποκριθεί καλύτερα στον ρόλο που επιθυμεί να διαδραματίσει στην Ανατολική Μεσόγειο και παράλληλα να συνδράμει τις αμερικανικές δυνάμεις στην περιοχή. Σε αυτό το πλαίσιο, διεξάγονται συζητήσεις και για την κατασκευή κατοικιών για το ελληνικό προσωπικό που θα διαμένει στο νησί.
Η αναβάθμιση του ελληνικού οπλοστασίου και η Τουρκία
Στο ελληνικό Πεντάγωνο παρακολουθούν με πολύ μεγάλη προσοχή την προσπάθεια που καταβάλλει η Αγκυρα να ενισχύσει τις Ενοπλες Δυνάμεις της, ιδιαίτερα στον αεροναυτικό τομέα. Πέραν της προμήθειας άνω των 100 υπερσύγχρονων αεροσκαφών 5ης γενιάς F-35 που φέρουν τεχνολογία stealth, η κίνηση που μπορεί να μεταβάλει έτι περαιτέρω τα δεδομένα εις βάρος της Ελλάδας και υπέρ της Τουρκίας στο Αιγαίο και στην Ανατολική Μεσόγειο θα είναι η προμήθεια του ρωσικού αντιπυραυλικού συστήματος S-400 από τη Μόσχα. Σύμφωνα μάλιστα με πολύ πρόσφατα δημοσιεύματα από τη Ρωσία, τα συμβόλαια είναι έτοιμα για το οπλικό σύστημα, η προμήθεια του οποίου αγγίζει τα 2,5 δισ. δολάρια.
Εφόσον η συμφωνία ολοκληρωθεί, η Τουρκία θα είναι η πρώτη χώρα-μέλος του ΝΑΤΟ που αγοράζει ένα τόσο σημαντικό ρωσικό οπλικό σύστημα. Ηδη οι αμερικανικές αντιρρήσεις είναι έντονες και επρόκειτο να εκφραστούν στην πρόσφατη επίσκεψη του υπουργού Αμυνας Τζιμ Μάτις στην Αγκυρα. Δεν αποκλείεται πάντως η Τουρκία να χρησιμοποιεί το ενδεχόμενο προμήθειας του ρωσικού αντιπυραυλικού συστήματος ως διαπραγματευτικό όπλο για τον περιορισμό ή και τον τερματισμό της παροχής στρατιωτικής βοήθειας και βαρέος οπλισμού από τους Αμερικανούς προς τις κουρδικές δυνάμεις στη Συρία (YPG).
Το ΓΕΕΘΑ έχει επισημάνει σε όλους τους τόνους προς την αμερικανική πλευρά τους κινδύνους από τη στρατιωτική ανισορροπία που θα δημιουργηθεί. Είναι σαφές ότι η Αθήνα επιθυμεί ενίσχυση τόσο στην Αεροπορία όσο και στο Ναυτικό, λαμβανομένων υπόψη φυσικά των οικονομικών περιορισμών της τρέχουσας περιόδου. Στη μεν Αεροπορία, η κατάσταση είναι σχετικά σαφής. Οι έλληνες επιτελείς θέλουν να προχωρήσει όσο το δυνατόν ταχύτερα και ομαλότερα η αναβάθμιση του στόλου των F-16. Την ίδια στιγμή όμως βάζουν στο τραπέζι ακόμα δύο ζητήματα. Το πρώτο είναι η πιθανή αναβάθμιση του συστήματος Patriot (ως απάντηση σε ενδεχόμενη προμήθεια των S-400 από τουρκικής πλευράς) που βρίσκεται εγκατεστημένο στην Κρήτη. Το δεύτερο και μάλλον δυσκολότερο είναι η προμήθεια μιας μοίρας αεροσκαφών F-35.
Απαιτούνται όμως επίσης γρήγορα αποφάσεις για την ενίσχυση και ενδυνάμωση του Πολεμικού Ναυτικού. Σήμερα η ουσιαστική δύναμη πυρός αποτελείται από τις έξι φρεγάτες τύπου S και από τα υποβρύχια 214 που με πολύ κόπο και εργατικότητα κατέστησαν επιχειρησιακά τα τελευταία χρόνια. Αυτό όμως που συζητείται ευρέως τόσο στο ΓΕΕΘΑ όσο και στο ΓΕΝ είναι η ανάγκη αναβάθμισης των φρεγατών τύπου ΜΕΚΟ ώστε να κερδηθεί χρόνος για την προμήθεια νέων σκαφών επιφανείας. Το σημερινό σκεπτικό κινείται σε μια συντηρητική λογική, σύμφωνα με την οποία, με κόστος περίπου 35-40 εκατ. ευρώ ανά σκάφος που θα περιλαμβάνει αλλαγή ραντάρ και την αναβάθμιση ορισμένων ακόμα συστημάτων, οι φρεγάτες ΜΕΚΟ θα κέρδιζαν 15 χρόνια ζωής.
Ηδη πάντως όσοι κοιτάζουν μπροστά μιλούν για την ανάγκη να μπει η Ελλάδα σε ένα πρόγραμμα κατασκευής αμερικανικών πολεμικών πλοίων. Αυτό θα επιτρέψει την ενίσχυση του στόλου, την απόκτηση τεχνογνωσίας και φυσικά εργασία για τα ελληνικά ναυπηγεία. Οι γνωρίζοντες ομιλούν για τη διερεύνηση εισόδου της χώρας μας στο πρόγραμμα ναυπήγησης κορβετών τύπου Freedom. Πρόκειται για το είδος πολεμικού σκάφους που πρόσφατα αποφάσισαν να πουλήσουν οι Ηνωμένες Πολιτείες στη Σαουδική Αραβία.
Φυσικά, το κόστος ενός τέτοιου πλοίου είναι υψηλότατο, άρα θα απαιτηθούν συνομιλίες εις βάθος και πιθανότατα η προμήθεια να γινόταν μέσω του αμερικανικού προγράμματος FMS. Το εν λόγω σκάφος, πάντα σύμφωνα με ανώτατους επιτελείς, ταιριάζει στα χαρακτηριστικά που επιθυμεί το Ελληνικό Ναυτικό. Ωστόσο, αν μια τέτοια ιδέα δεν προχωρήσει, δεν αποκλείεται η ελληνική πλευρά να στραφεί σε πιο… γνωστές υποθέσεις, όπως οι γαλλικές φρεγάτες FREMM (ίσως σε συνδυασμό με κάποιες κορβέτες). Δεν αποκλείεται δε μια γενική συζήτηση να πραγματοποιηθεί στο πλαίσιο της αναμενόμενης στις 7-8 Σεπτεμβρίου επίσκεψης του γάλλου προέδρου
Εμανουέλ Μακρόν στην Αθήνα.
Επαφές και παζάρια
Η αναβάθμιση μιας ομάδας πρώην και νυν στρατιωτικών στην Ουάσιγκτον έχει επιτρέψει την ανάπτυξη ενός πολύ στενού διαύλου επικοινωνίας με το ελληνικό υπουργείο Εθνικής Αμυνας.
***
Ο ναύαρχος Αποστολάκης και οι επιτελείς του φέρονται να έχουν συζητήσει την αναβάθμιση των υπαρχουσών υποδομών στη Σούδα, με αμερικανικά κονδύλια.{CR}Ανώτατοι επιτελείς του ελληνικού Πενταγώνου, απαντώντας σε ερωτήσεις για το κατά πόσο θα μπορούσαν οι υποδομές του Ιντσιρλίκ να μεταφερθούν στην Ελλάδα, ξεκαθαρίζουν πως τουλάχιστον σε ό,τι αφορά τη μεταφορά των πυρηνικών κεφαλών η Αθήνα είναι αρνητική.