Καταδίκη του επιζόντα σε επιβίωση με 200-300 ευρώ τον μήνα ή και… τίποτα
«Έφυγε και άφησε πίσω του συντρίμμια…». Δεν υπάρχει καλύτερη φράση για να αποτυπώσει το δράμα που ζουν τους τελευταίους μήνες χιλιάδες πολίτες που έρχονται αντιμέτωποι με την απώλεια δικού τους ανθρώπου. Στα όποια δινά προκαλεί σε μια οικογένεια ένας θάνατος, έρχεται πλέον να προστεθεί και η οικονομική καταστροφή των κληρονόμων, ειδικά της συζύγου. Η είδηση που ήρθε στο προσκήνιο τις προηγούμενες ημέρες μέσω του ιατρικού δελτίου σόκαρε: καρkινοπαθής παρακάλεσε τους γιατρούς να τον κρατήσουν στη ζωή για μερικές ημέρες με μηχανική υποστήριξη μόνο και μόνο για να συμπληρώσει η σύζυγός του το όριο ηλικίας και να μην χάσει διαπαντός τη σύνταξη χηρείας. Υπερβολή; Κάθε άλλο. Αυτό ακριβώς ορίζει ο νόμος Κατρούγκαλου καθιστώντας τους μελλοντικούς δικαιούχους συντάξεων χηρείας υποψήφιους… φτωχούς.
Το θέμα των συντάξεων χηρείας επανήλθε στο προσκήνιο όχι μόνο εξαιτίας της τραγικής ιστορίας του καρκινοπαθούς αλλά και μέσα από τις επισκέψεις που πραγματοποίησε ο σύλλογος θανόντων συζύγων ΑΞΙΑ σε όλα τα πολιτικά κόμματα. Το θέμα θα φτάσει σύντομα στη Βουλή καθώς θα κατατεθεί από την αντιπολίτευση νομοθετική ρύθμιση για την τροποποίηση του άρθρου 12 του νόμου Κατρούγκαλου. Είναι το άρθρο που κυριολεκτικά μπορεί να καταστρέψει χιλιάδες ανθρώπους στη πιο δύσκολη στιγμή της ζωής τους. Οι επισκέψεις του συγκεκριμένου συλλόγου που συγκροτήθηκε για να αναδείξει το μείζον θέμα, περιελάμβαναν και τον αρμόδιο υφυπουργό Κοινωνικής Ασφάλισης Αναστάσιο Πετρόπουλο. Πρωτοβουλία από την πλευρά της κυβέρνησης όμως δεν αναμένεται καθώς τίθεται θέμα μνημονιακών δεσμεύσεων.
Ποιος είναι όμως ο πυρήνας του προβλήματος;
Με βάση το ηλικιακό κριτήριο που έθεσε ο νόμος Κατρούγκαλου για να κατακρεουργήσει τις συντάξεις χηρείας, οι σύζυγοι κατατάσσονται σε τρεις κατηγορίες:
- Στην πρώτη κατηγορία, ανήκουν οι χήροι ή χήρες οι οποίες/οποίοι δεν συμπληρώνουν το 55οέτος της ηλικίας τους ακόμη και τρία χρόνια μετά την ημερομηνία του θανάτου του συζύγου. Σε αυτή την περίπτωση, η σύνταξη χηρείας (το 50% του ποσού της σύνταξης που εισέπραττε ή θα εισέπραττε ο θανών) καταβάλλεται μόνο για τρία χρόνια από τον θάνατο του δικαιούχου και κόβεται δια παντός. Δηλαδή, γυναίκα που έμεινε χήρα στα 51 και η οποία μπορεί να εργάζεται η ίδια μπορεί όμως και όχι, θα εισπράξει για μια τριετία ποσό της τάξεως των 300-400 ευρώ και στη συνέχεια θα μείνειμε μηδενικό εισόδημα. Προφανώς, ο νομοθέτης σκέφτηκε ότι στην Ελλάδα του 2017 με την ανεργία να κινείται στα υψηλότερα επίπεδα της Ευρώπης και τους μισθούς να έχουν καταρρεύσει, είναι πολύ εύκολο για μια γυναίκα 54 ετών που έμεινε μόνη της στη ζωή να μπορέσει να βρει μια πηγή εισοδήματος (πχ μια θέση εργασίας). Όσον αφορά στο τελευταίο στάδιο του βίου (μετά τα 67) θα πρέπει να πληρούνται οι ελάχιστες προϋποθέσεις συνταξιοδότησης (15 χρόνια ασφάλισης) προκειμένου τουλάχιστον να θεμελιωθεί το δικαίωμα ίδιας σύνταξης. Διαφορετικά; Ελάχιστο εγγυημένο εισόδημα ή σύνταξη απορίας και… καταδίκη για επιβίωση με 200-300 ευρώ τον μήνα.
- Στη δεύτερη κατηγορία ανήκουν οι χήροι και οι χήρες που μπορεί να μην είναι 55 χρονών τη στιγμή του θανάτου του συζύγου, ωστόσο φτάνουν στα 55 πριν συμπληρωθούν τρία χρόνια από τον θάνατο. Και σε αυτή την περίπτωση, η σύνταξη χηρείας διακόπτεται τρία χρόνια μετά τον θάνατο ωστόσο καταβάλλεται εκ νέου μόλις συμπληρωθεί το 67οέτος της ηλικίας του χήρου ή της χήρας. Και πάλι ο νομοθετής θεωρεί δεδομένο ότι επί μια 12ετία ο επιζών θα μπορέσει να βρει την άκρη
- Η 3ηκατηγορία είναι και η πιο… προνομιούχος. Σε αυτήν κατατάσσονται όσοι έχουν συμπληρώσει το 55οέτος της ηλικίας τους κατά τη στιγμήτου θανάτου του συζύγου ή της συζύγου. Το προνόμιο που εξασφαλίζουν είναι ότι η σύνταξη χηρείας χορηγείται στον ή στην δικαιούχο και δεν διακόπτεται μέχρι τον θάνατό της. Σε αυτή την 3ηκατηγορία ήθελε να εντάξει τη σύζυγό του και ο καρκινοπαθής που ζήτησε από τον γιατρό να παρατείνει τη ζωή του για μερικές ημέρες.
Οι χήροι και οι χήρες, δεν βρίσκονται σε αυτή τη φάση αντιμέτωποι μόνο με τα ηλικιακά κριτήρια του νόμου αλλά και με την αδυναμία του κρατικού μηχανισμού να υπολογίσει το ποσό που δικαιούται ο κάθε επιζών. Ο νόμος ορίζει ότι ο χήρος πρέπει να εισπράξει το 50% της σύνταξης του θανόντος. Αυτή όμως θα πρέπει να υπολογιστεί εκ νέου με βάση τις διατάξεις του τελευταίου ασφαλιστικού νόμου. Δηλαδή, να υπολογιστεί η εθνική σύνταξη (384 ευρώ ή λιγότερα ανάλογα με τα χρόνια προϋπηρεσίας) αλλά και το αναλογικό κομμάτι με βάση τον συνολικό χρόνο απασχόλησης. Μέχρι και σήμερα δεν έχει υπολογιστεί καμία σύνταξη. Έτσι, όποιος χάνει τον δικό του άνθρωπο, αφενός μένει για πολλούς μήνες χωρίς εισόδημα, αφετέρου όταν τελικώς του αποδίδεται ένα ποσο, αυτό δεν είναι τίποτα περισσότερο από ένα «έναντι» της τάξεως των 200-300 ευρώ. Σε κάθε περίπτωση, το μέλλον των δικαιούχων συντάξης χηρείας είναι εξαιρετικά… σκοτεινό:
- Ακόμη και να γίνει ο υπολογισμός με βάση τις διατάξεις του νόμου Κατρούγκαλου, από το 2019, θα υπάρξουν νέες μειώσεις λόγω της κατάργησης της προσωπικής διαφοράς.
- Ούτως ή άλλως ο νόμος προβλέπει ότι μετά την παρέλευση 3ετίας, η σύνταξη χηρείας αντί για το 50% της σύνταξης του θανόντος πέφτει στο 25%. Με αυτά τα δεδομένα, στο μέλλον δεν θα υπάρχει δικαιούχος σύνταξης χηρείας άνω των 200-300 ευρώ.