Παράνομη κρίνεται η στάση εργασίας σε τηλεοπτικούς σταθμούς εάν δεν έχει τηρηθεί η προθεσμία που θέτει ο νόμος της προειδοποίησης τέσσερις ημέρες πριν την πραγματοποίησή της.
Ρεπορτάζ: Πωλίνα Βασιλοπούλου
Τα παραπάνω ορίζονται με την υπ’ αριθμ. 1050/2017 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών η οποία εκδόθηκε μετά από προσφυγή του καναλιού STAR (σ.σ. υπό την εταιρική επωνυμία «ΝΕΑ ΤΗΛΕΟΡΑΣΗ ΑΕ») κατά της Ένωσης Τεχνικών Ιδιωτικής Τηλεόρασης Αττικής (Ε.ΤΙ.Τ.Α.). Πρόσθετη παρέμβαση στην διαδικασία άσκησε και η Πανελλήνια Ομοσπονδία Συλλόγου Προσωπικού Επιχειρήσεων Ραδιοφωνίας, Τηλεόρασης (ΠΟΣΠΕΡΤ).
Συγκεκριμένα το STAR στην προσφυγή του ανέφερε πως η εναγόμενη ένωση τεχνικών, η οποία είναι πρωτοβάθμια συνδικαλιστική οργάνωση με μέλη τεχνικούς υπαλλήλους που απασχολούνται στην ίδια, στις 28 Ιουνίου από ώρα 18:00 έως και 22:00 πραγματοποίησε παράνομη και καταχρηστική για τους ειδικότερα εν αυτή αναφερόμενους λόγους τετράωρης διαρκείας στάση εργασίας με συνέπεια το κανάλι να υποστεί ηθική βλάβη λόγω της ανατροπής του προγράμματός του και «την απώλεια εσόδων από διαφημίσεις με την εντεύθεν απαξίωση του κύρους της και της μείωσης της φήμης και της αξιοπιστίας της έναντι του τηλεοπτικού κοινού».
Λόγω αυτού ζητούσε με την προσφυγή του «να αναγνωρισθεί ο παράνομος και καταχρηστικός χαρακτήρας της εν λόγω στάσης, να υποχρεωθεί η εναγόμενη να της καταβάλει το συνολικό ποσό των 5.000 ευρώ ως αποζημίωση της για την ηθική βλάβη που υπέστη, να απαγορευθεί η εκ μέρους της προκήρυξη στο μέλλον έτερων απεργιών ή στάσεων εργασίας για τους ίδιους λόγους, με το ίδιο σκεπτικό και αιτήματα άνευ της τήρησης των νόμιμων προς τούτο προϋποθέσεων επ’ απειλή χρηματικής ποινής».
Εκ των υστέρων παράνομη, αλλά χωρίς αποζημίωση
Το Δικαστήριο, παρά το γεγονός ότι όταν συζητήθηκε η υπόθεση η στάση είχε ήδη πραγματοποιηθεί, έκρινε ότι ο τηλεοπτικός σταθμός διατηρεί το δικαίωμα να την κηρύξει παράνομη λόγω «των συνεπειών που η νομιμότητα της ή μη επιφέρει στις υποχρεώσεις και στα δικαιώματα αυτής ως εργοδότριας και των συμμετασχόντων – εργαζομένων στην εν λόγω κινητοποίηση».
Μετά την ακροαματική διαδικασία τελικά το Δικαστήριο κατέληξε πως η εναγόμενη συνδικαλιστική οργάνωση μόλις την 28η/6/2017 ανήγγειλε με ηλεκτρονική ανάρτησή της σε δική της ιστοσελίδα την πραγματοποίηση τετράωρης στάσης εργασίας από την 18:00 έως 22: 00, δηλαδή μόλις μερικές ώρες προ της στάσης, χωρίς να τηρηθούν οι εκ του νόμου προς τούτο διατάξεις. Εν ολίγοις το δικαστήριο έκρινε ότι το κανάλι δεν ενημερώθηκε νομότυπα και προ τεσσάρων ημερών κατ’ άρθρο 20 παρ. 2 Ν. 1264/1982, για τους λόγους και τα συναρτώμενα με αυτούς αιτήματα της στάσης εργασίας. Συνεπώς, εφόσον δεν τηρήθηκε η από το νόμο επιτασσόμενη προθεσμία, η ως άνω στάση εργασίας είναι παράνομη.
Σημειώνεται, πάντως, ότι ο ισχυρισμός του καναλιού ότι υπέστη ηθική βλάβη κρίθηκε απορριπτέος ως κατ’ ουσίαν αβάσιμος, καθώς σύμφωνα με το δικαστήριο ο τηλεοπτικός σταθμός παρά την πραγματοποιηθείσα στάση εργασίας διαμόρφωσε έγκαιρα το πρόγραμμα του, διαφοροποιώντας μεν τη ροή του αλλά χωρίς να προκληθεί διακοπή του, ουδ’ άλλωστε διεκόπησαν οι ηλεκτρονικές της αναρτήσεις στο διαδίκτυο για τις ειδήσεις και τις εξελίξεις κατά το παραπάνω χρονικό διάστημα.
Επίσης δεν προέκυψε ότι από την ανατροπή του προγράμματος της ετρώθη η φήμη ή η αξιοπιστία της επιχείρησης, καθώς άλλωστε πρόκειται και περί σταθμού με πολυετή λειτουργία, ούτε το εύρος της τυχόν περιουσιακής της βλάβης εκ της μη προβολής διαφημίσεων ένεκα και της δυνατότητας προβολής τους εκ νέου, πολλώ δε μάλλον ουδόλως προέκυψε ότι η εναγόμενη απέβλεψε στην απαξίωση του κύρους της καθ’ οιοδήποτε τρόπο, ανεξάρτητα από την παράτυπη πραγματοποίηση της επίδικης στάσης. «Επομένως, το αίτημα για τη χρηματική ικανοποίηση της ενάγουσας κρίνεται απορριπτέο ως αβάσιμο κατ’ ουσίαν», κατέληξε το δικαστήριο.