Βαριές είναι οι «καμπάνες» που αντιμετωπίζουν όσοι συλλαμβάνονται από τον ελεγκτικό μηχανισμό της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων να φοροδιαφεύγουν. Εκτός από τα πρόστιμα και τα λουκέτα μπορούν να βρεθούν αντιμέτωποι και με ποινικές κυρώσεις, που ξεκινούν από 3 μήνες φυλάκιση και φθάνουν τα 10 χρόνια κάθειρξη. Την ίδια ώρα ο επικεφαλής της ΑΑΔΕ έχει προαναγγείλει και την αυστηροποίηση των νομικών κυρώσεων σε ο,τι αφορά τα κρούσματα απειλών και προπηλακισμών ελεγκτών.
Αναλυτικά ανά κατηγορία οι ποινές:
1. Έγκλημα φοροδιαφυγής στο φόρο εισοδήματος, στον ενιαίο φόρο ιδιοκτησίας ακινήτων (ΕΝΦΙΑ) ή στον ειδικό φόρο ακινήτων (Ε.Φ.Α.), διαπράττει, όποιος με πρόθεση, προκειμένου να αποφύγει την πληρωμή των παραπάνω φόρων, αποκρύπτει από τα όργανα της Φορολογικής Διοίκησης, φορολογητέα εισοδήματα από οποιαδήποτε πηγή ή περιουσιακά στοιχεία, ιδίως παραλείποντας να υποβάλει δήλωση ή υποβάλλοντας ανακριβή δήλωση ή καταχωρίζοντας στα λογιστικά αρχεία εικονικές δαπάνες ή επικαλούμενος στη φορολογική δήλωση τέτοιες δαπάνες, ώστε να μην εμφανίζεται φορολογητέα ύλη ή να εμφανίζεται αυτή μειωμένη.
Αυτά τα εγκλήματα φοροδιαφυγής τιμωρούνται, ανά είδος φόρου, ως εξής:
– Με ποινή φυλάκισης τουλάχιστον δύο ετών, εφόσον ο φόρος που αναλογεί στα φορολογητέα εισοδήματα ή στα περιουσιακά στοιχεία που έχουν αποκρυβεί, υπερβαίνει, ανά φορολογικό ή διαχειριστικό έτος, τις 100.000 ευρώ, και
– με ποινή κάθειρξης, εφόσον, κατά τα ως άνω, το ποσό του φόρου υπερβαίνει, τις 150.000 ευρώ.
2. Έγκλημα φοροδιαφυγής στο φόρο προστιθέμενης αξίας, στο φόρο κύκλου εργασιών, στο φόρο ασφαλίστρων και στους παρακρατούμενους και επιρριπτόμενους φόρους, τέλη ή εισφορέςδιαπράττει, όποιος με πρόθεση, προκειμένου να αποφύγει την πληρωμή αυτών, δεν αποδίδει ή αποδίδει ανακριβώς ή συμψηφίζει ή εκπίπτει ανακριβώς τους παραπάνω φόρους, τέλη ή εισφορές, καθώς και, όποιος παραπλανά τη Φορολογική Διοίκηση με την παράσταση ψευδών γεγονότων ως αληθινών ή με την αθέμιτη παρασιώπηση ή απόκρυψη αληθινών γεγονότων και δεν αποδίδει ή αποδίδει ανακριβώς ή συμψηφίζει ή εκπίπτει ανακριβώς αυτούς ή λαμβάνει επιστροφή, καθώς και όποιος διακρατεί τέτοιους φόρους, τέλη ή εισφορές.
Το έγκλημα φοροδιαφυγής στο ΦΠΑ τιμωρείται:
– Με ποινή φυλάκισης τουλάχιστον δύο ετών, αν το προς απόδοση ποσό του κύριου φόρου που δεν αποδόθηκε ή αποδόθηκε ανακριβώς ή επεστράφη ή συμψηφίστηκε ή εξέπεσε ή διακρατείται, υπερβαίνει ανά φορολογικό ή διαχειριστικό έτος τις 50.000 ευρώ, και
– με ποινή κάθειρξης, εφόσον κατά τις ως άνω ίδιες προϋποθέσεις, το ποσό του φόρου υπερβαίνει τις 100.000 ευρώ.
3. Τα εγκλήματα φοροδιαφυγής στο φόρο κύκλου εργασιών, στο φόρο ασφαλίστρων και στους παρακρατούμενους και επιρριπτόμενους φόρους, τέλη ή εισφορές, τιμωρούνται, ανά είδος φόρου, ως εξής:
– Με ποινή φυλάκισης τουλάχιστον δύο ετών, εφόσον το προς απόδοση ποσό του κύριου φόρου, τέλους ή εισφοράς, σύμφωνα με τα ανωτέρω και κατά περίπτωση, ανά φορολογικό ή διαχειριστικό έτος υπερβαίνει τις 100.000 ευρώ, και
– με ποινή κάθειρξης εφόσον, κατά τις ανωτέρω ίδιες προϋποθέσεις, το ποσό του φόρου, τέλους ή εισφοράς, υπερβαίνει τις 150.000 ευρώ.
4. Έγκλημα φοροδιαφυγής στο φόρο πλοίων, διαπράττει, όποιος με πρόθεση, προκειμένου να αποφύγει την πληρωμή φόρου πλοίων, δεν αποδίδει ή αποδίδει ανακριβώς στο Δημόσιο φόρο πλοίων και τιμωρείται:
– Με ποινή φυλάκισης τουλάχιστον δύο ετών, εφόσον, κατά τις ως άνω προϋποθέσεις, το εν λόγω ποσό φόρου υπερβαίνει, ανά φορολογικό ή διαχειριστικό έτος, τις 100.000 ευρώ, και
– με ποινή κάθειρξης, εφόσον, κατά τις ίδιες ως άνω προϋποθέσεις, το εν λόγω ποσό φόρου υπερβαίνει, ανά φορολογικό ή διαχειριστικό έτος, τις 150.000 ευρώ.
5. Εγκλήματα φοροδιαφυγής για περιπτώσεις έκδοσης, αποδοχής, φορολογικών στοιχείων και για τη νόθευση φορολογικών στοιχείων, διαπράττει, όποιος εκδίδει πλαστά ή εικονικά φορολογικά στοιχεία και, όποιος αποδέχεται εικονικά φορολογικά στοιχεία ή νοθεύει τέτοια στοιχεία, ανεξάρτητα από το εάν διαφεύγει ή μη την πληρωμή φόρου.
Τα ως άνω εγκλήματα τιμωρούνται με ποινή φυλάκισης τουλάχιστον τριών μηνών, (ανεξαρτήτως της αναγραφόμενης αξίας συναλλαγής).
Επίσης:
– Με ποινή φυλάκισης τουλάχιστον ενός έτους, εφόσον η συνολική αξία των εικονικών φορολογικών στοιχείων υπερβαίνει το ποσό των 75.000 ευρώ, και
– με ποινή κάθειρξης έως δέκα έτη, εφόσον το ποσό υπερβαίνει τις 200.000 ευρώ.