Τις πιο δυσοίωνες μέρες του Ψυχρού Πολέμου και των πρακτικών εκφοβισμού που τον χαρακτήρισαν φέρνει στο νου η απόφαση του Ρώσου προέδρου Βλαντιμίρ Πούτιν να στείλει 100.000 στρατιώτες στα σύνορα της Ρωσίας με χώρες-συμμάχους των ΗΠΑ στο ΝΑΤΟ στο τέλος του καλοκαιριού. Η στρατιωτική δύναμη, η οποία θα είναι η πολυπληθέστερη στρατιωτική δύναμη υπό μία κοινή διοίκηση από την πτώση της Σοβιετικής Ένωσης, θα πραγματοποιήσει ασκήσεις, προγραμματισμένες για διάρκεια πολλών μηνών, στη Λευκορωσία, τη Βαλτική Θάλασσα, τη δυτική Ρωσία και το Καλίνινγκραντ.
Με μια πρώτη ανάγνωση, η συγκεκριμένη κίνηση θα μπορούσε να ιδωθεί ως επέκταση των τελευταίων αντιποίνων κατά των ΗΠΑ για τις νέες κυρώσεις κατά τις Μόσχας, εντούτοις αποτελούν μέρος ενός ευρύτερου πλάνου του Ρώσου προέδρου να «ορθώσει» το ανάστημα της ρωσικής στρατιωτικής ισχύος, το οποίο εντάσσεται στη γενικότερη διεκδικητική και επιθετική στάση της Ρωσίας. Θα αποτελέσει ουσιαστικά ένα ακόμη κομμάτι ενός παζλ που απαρτίζεται από διάφορες δράσεις του Κρεμλίνου, όπως η φερόμενη εμπλοκή στις αμερικανικές προεδρικές εκλογές, η στρατιωτική επέμβαση στη Συρία, η προσάρτηση της Κριμαίας και η συμμετοχή στις συγκρούσεις στην ανατολική Ουκρανία.
Ακόμη πιο ανησυχητικό, σύμφωνα με ανώτατους αξιωματικούς των αμερικανικών Ενόπλων Δυνάμεων, είναι το γεγονός ότι οι ασκήσεις αυτές μπορεί να λειτουργήσουν ως πρόσχημα για την ενίσχυση της ρωσικής στρατιωτικής παρουσίας στη Λευκορωσία, μία χώρα της κεντρικής Ευρώπης που συνορεύει με τρεις καίριους νατοϊκούς συμμάχους: την Πολωνία, τη Λεττονία και τη Λιθουανία. Παρότι αρκετοί στρατιωτικοί δυτικοί αξιωματούχοι δηλώνουν ότι όλα αυτά δεν σημαίνουν πως οι δύο πλευρές βρίσκονται στα πρόθυρα ενός ευρέος καταστροφικού πολέμου, εκφράζουν παράλληλα την αγωνία τους για μία πιθανή ακούσια σύρραξη, η οποία θα έρθει ως αποτέλεσμα της αυξημένης ρωσικής στρατιωτικής δραστηριότητας.
Ανασύσταση μίας ιστορικής μονάδας
Σε αντίθεση με τον «υβριδικό πόλεμο» που διεξήγαγε στην ανατολική Ουκρανία, ο οποίος περιελάμβανε κυβερνοεπιθέσεις, εκστρατείες παραπληροφόρησης και επιστράτευση ντόπιων φιλορωσικών δυνάμεων, οι οποίες πλαισίωναν τη στρατιωτική ρωσική ισχύ, σήμερα τα πράγματα μοιάζουν διαφορετικά.
Στις επερχόμενες ασκήσεις αναμένεται να λάβει μέρος μία ιστορική τεθωρακισμένη και μηχανοκίνητη μονάδα με την ονομασία «First Guards Tank Army», φημισμένη για τις μάχες τις στο Ανατολικό Μέτωπο κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, καθώς και για την καταστολή της Άνοιξης της Πράγας το 1968, η οποία παρότι «ανενεργή» για σχεδόν 20 χρόνια, ανασυστάθηκε από τον πρόεδρο Πούτιν, με σκοπό να ενισχύσει τις επιθετικές ικανότητες του ρωσικού στρατού και να προβεί σε μια επιπλέον επίδειξη της στρατιωτικής ισχύος της χώρας. Σε συνδυασμό με άλλη μία μηχανοκίνητη μονάδα που βρίσκεται κοντά στα σύνορα με τη Λευκορωσία , ο ρωσικός στρατός θα έχει σε στρατιωτική ετοιμότητα 800 τεθωρακισμένα οχήματα, περισσότερα απ’ όσα έχει το ΝΑΤΟ στις Βαλτικές Χώρες, την Πολωνία και τη Γερμανία μαζί.
Το γεγονός ότι το ΝΑΤΟ δεν μπορεί να ανταποκριθεί άμεσα και σε μικρό χρονικό διάστημα στην παρουσία της συγκεκριμένης μονάδας, θα αυξήσει τις πιέσεις στις Βαλτικές Χώρες και την Πολωνία, αναγκάζοντας τες πιθανώς να πειθαρχήσουν στις επιταγές της Μόσχας.
Παρότι η Ρωσία προσπαθεί να καθησυχάσει το ΝΑΤΟ σχετικά το μέγεθος των επικείμενων ασκήσεων, κάνοντας λόγο για συμμετοχή σε αυτές λιγότερων από 13.000 στρατιώτες, οι αξιωματούχοι του ΝΑΤΟ παραμένουν ανήσυχοι, πιστεύοντας ότι οι ασκήσεις σκοπεύουν να τεστάρουν τις δυνατότητες της ρωσικής πολεμικής μηχανής σε έναν πιθανό ανοιχτό πόλεμο, επιστρατεύοντας σε αυτές ακόμη και τις πολιτικές υπηρεσίες της χώρας.