Το Συμβούλιο της επικρατείας με πρόσφατη απόφασή του (ΣτΕ 1495/2017) έκρινε ότι είναι δυνατή η υποβολή διακοπής των εργασιών ατομικής επιχειρήσεως λόγω εξαφανίσεως του φορέως αυτής φυσικού προσώπου και στην περίπτωση αυτή (της εξαφάνισης) ΔΕΝ επιβάλλεται εκ μέρους των συγγενών του εξαφανισθέντος (και πιθανών, εκ του νόμου, εξ αδιαθέτου κληρονόμων του) κήρυξη αυτού ως αφάντου, ώστε να μπορέσουν στη συνέχεια με την ιδιότητα των κληρονόμων του να υποβάλουν δήλωση περί διακοπής των εργασιών της επιχειρήσεώς του.
“Ο Αστικός Κώδικας ορίζει, στο άρθρο 216 ότι «Η εξουσία αντιπροσώπευσης παρέχεται με την σχετική δικαιοπραξία (πληρεξουσιότητα)», στο άρθρο 218 ότι «Η πληρεξουσιότητα παύει με ανάκληση», στο άρθρο 223 ότι «Η πληρεξουσιότητα, εφ’ όσον δεν συνάγεται το αντίθετο, παύει με τον θάνατο ή την δικαιοπρακτική ανικανότητα αυτού που έδωσε…την πληρεξουσιότητα», στο άρθρο 39 ότι «Θεωρείται ότι έχει αποδειχθεί ο θάνατος προσώπου που το σώμα του δεν βρέθηκε, αν εξαφανίστηκε υπό συνθήκες που κάνουν τον θάνατο του βέβαιο», στο άρθρο 40 ότι «Αν ο θάνατος προσώπου είναι πολύ πιθανός, επειδή εξαφανίστηκε ενώ βρισκόταν σε κίνδυνο ζωής ή επειδή λείπει πολύ καιρό χωρίς ειδήσεις, το δικαστήριο τον κηρύσσει άφαντο ύστερα από αίτηση οποιουδήποτε εξαρτά δικαιώματα από τον θάνατο του», στο άρθρο 41 ότι «Η κήρυξη της αφάνειας δεν μπορεί να ζητηθεί πριν από την πάροδο ενός τουλάχιστον έτους από την στιγμή του κινδύνου και, εάν ήταν παρατεταμένος, από την τελευταία στιγμή του ή πέντε τουλάχιστον ετών από την τελευταία είδηση» και στο άρθρο 48 ότι «Μετά την δημοσίευση της τελεσίδικης απόφασης που κηρύσσει την αφάνεια, εφ’ όσον ο νόμος δεν ορίζει διαφορετικά, μπορούν να ασκηθούν όλα τα δικαιώματα που εξαρτώνται από τον θάνατο του αφάντου, σαν να είχε αποδειχθεί ο θάνατος».”