Στο εδώλιο του Πενταμελούς Εφετείου Δωδεκανήσου θα καθίσουν τον επόμενο μήνα 46χρονος ασφαλιστικός σύμβουλος και 44χρονος τραπεζικός υπάλληλος κατηγορούμενοι για δύο υποθέσεις πλαστογραφίας και υπεξαίρεσης αντίστοιχα.
Οι δύο υποθέσεις εκδικάζονται σε δεύτερο βαθμό, καθώς πριν από ένα χρόνο το Τριμελές Εφετείο επί Κακουργημάτων Δωδεκανήσου ως πρωτοβάθμιο δικαστήριο, έκρινε ένοχους τους δύο κατηγορούμενους και επέβαλλε ποινή κάθειρξης 21 ετών στον ασφαλιστικό σύμβουλο με την έφεση να έχει αναστέλλουσα δύναμη υπό όρους, και συνολική ποινή φυλάκισης 9 ετών στον τραπεζικό υπάλληλο επίσης και για τις δύο υποθέσεις με την έφεση να έχει αναστέλλουσα δύναμη.
Κατά των αποφάσεων αυτών οι δύο άνδρες άσκησαν έφεση η οποία προσδιορίστηκε να εκδικαστεί στο Πενταμελές Εφετείο Δωδεκανήσου στις 25 Σεπτεμβρίου 2017.
Η πρώτη υπόθεση η οποία παραπέμφθηκε σε δίκη με βούλευμα του Συμβουλίου Πλημμελειοδικών Ρόδου, αφορά τα αδικήματα της πλαστογραφίας μετά χρήσεως κατ’ επάγγελμα και κατά συνήθεια με το συνολικό όφελος και τη συνολική ζημία να υπερβαίνουν τις 30.000 ευρώ τελεσθείσα κατ’ εξακολούθηση, υπεξαίρεση κατ’ εξακολούθηση αντικειμένου ιδιαιτέρως μεγάλης αξίας που το είχαν εμπιστευθεί στον υπαίτιο λόγω ιδιότητας του ως εντολοδόχου και διαχειριστή ξένης περιουσίας, ενώ το συνολικό ποσό είναι άνω των 120.000 ευρώ, απιστία από την οποία η περιουσιακή ζημία υπερβαίνει το ποσό των 15.000 ευρώ κατ’ εξακολούθηση και άμεση συνέργεια στην κατηγορία της υπεξαίρεσης.
Σύμφωνα με το βούλευμα του δικαστικού συμβουλίου η υπόθεση αφορά χρήματα που ανήκαν στον σύζυγο συμπολίτισσας μας το ποσό των οποίων ξεπερνά τις 180.000 ευρώ. Τα χρήματα αυτά ο 46χρονος ασφαλιστής επρόκειτο να τα επενδύσει σε αμοιβαία κεφάλαια της εταιρείας που εργαζόταν αλλά κατηγορείται ότι αντί αυτού φέρεται να τα ιδιοποιήθηκε.
Στην υπόθεση αυτή ο 44χρονος ταμίας ο οποίος διατηρεί σχέση εξ αγχιστείας με τον ασφαλιστή κατηγορείται για άμεση συνέργεια.
Το πρωτόδικο δικαστήριο τον Σεπτέμβριο του 2016, αφού αξιολόγησε όλα τα στοιχεία έκρινε ένοχο όπως κατηγορείται τον 46χρονο και του επέβαλλε ποινή κάθειρξης 7 ετών για κάθε πράξη, δηλαδή κατά συγχώνευση 10 έτη κάθειρξης με την έφεση να έχει αναστέλλουσα δύναμη υπό τους όρους της απαγόρευσης εξόδου από τη χώρα, της εμφάνισης του μία φορά το μήνα στο αστυνομικό τμήμα της περιοχής του και της καταβολής εγγυοδοσίας ποσού 1000 ευρώ.
Ο 44χρονος τραπεζικός υπάλληλος για αυτή την υπόθεση κρίθηκε επίσης ένοχος και καταδικάστηκε σε φυλάκιση 4 ετών με την έφεση να έχει αναστέλλουσα δύναμη.
Για την δεύτερη υπόθεση, είχαν ασκηθεί ποινικές διώξεις που αφορούσαν τις κατηγορίες: της υπεξαίρεσης κατ’ εξακολούθηση αντικειμένου ιδιαιτέρως μεγάλης αξίας που το είχαν εμπιστευθεί στον υπαίτιο λόγω ιδιότητας του ως εντολοδόχου και διαχειριστή ξένης περιουσίας, ενώ το συνολικό ποσό είναι άνω των 120.000 ευρώ, της πλαστογραφίας μετά χρήσεως κατ’ επάγγελμα και κατά συνήθεια με το συνολικό όφελος και τη συνολική ζημία να υπερβαίνουν τις 30.000 ευρώ τελεσθείσα κατ’ εξακολούθηση και άμεση συνέργεια σε υπεξαίρεση κατ’ εξακολούθηση αντικειμένου ιδιαιτέρως μεγάλης αξίας.
Σύμφωνα με το παραπεμπτικό βούλευμα του Συμβουλίου Πλημμελειοδικών Ρόδου, στις 31 Οκτωβρίου 2001 ο 46χρονος ασφαλιστικός σύμβουλος πλαστογράφησε την υπογραφή συμπολίτισσας μας, την οποία και έβαλε για λογαριασμό της σε ένταλμα πληρωμής ύψους 9.134 ευρώ και στην συνέχεια το προσκόμισε σε υποκατάστημα τράπεζας και εισέπραξε το ποσό αυτό.
Ο ίδιος κατηγορείται ότι και στις 18 Ιανουαρίου 2002 έκανε το ίδιο σε δεύτερο ένταλμα πληρωμής βάζοντας την ίδια υπογραφή συμπολίτισσας μας και καταφέρνοντας έτσι να εισπράξει το ποσό των 29.347 ευρώ.
Αλλά και στις 8 Ιουλίου 2008 ο 46χρονος ασφαλιστής υπέγραψε αντί της συμπολίτισσας μας γραμμάτιο είσπραξης τράπεζας υπέρ της ασφαλιστικής εταιρείας στην οποία εργαζόταν, ποσού 11.345 ευρώ, το οποίο και στη συνέχεια κατέθεσε στο λογαριασμό της εταιρείας του. Δηλαδή η συνολική ζημία ανέρχεται στο ποσό των 49.826 ευρώ.
Ο ασφαλιστής κατηγορείται και για υπεξαίρεση, και ειδικότερα ότι το χρονικό διάστημα από το 1996 έως το 2008 ως ασφαλιστικός σύμβουλος υπεξαίρεσε από τους λογαριασμούς της συμπολίτισσας μας συνολικά το ποσό των 345.430 ευρώ, ενώ ο 44χρονος ταμίας κατηγορείται για άμεση συνέργεια στην πράξη αυτή.
Το Τριμελές Εφετείο επί Κακουργημάτων Δωδεκανήσου (πρωτόδικο δικαστήριο) για αυτή την υπόθεση έκρινε ένοχους και τους δύο κατηγορούμενους και επέβαλλε ποινή κάθειρξης 8 ετών για κάθε πράξη στον 46χρονο ασφαλιστικό σύμβουλο, δηλαδή κατά συγχώνευση 11 έτη κάθειρξης με την έφεση να έχει αναστέλλουσα δύναμη υπό τους όρους της απαγόρευσης εξόδου από τη χώρα, της εμφάνισης του μία φορά το μήνα στο αστυνομικό τμήμα της περιοχής του και της καταβολής εγγυοδοσίας ποσού 1000 ευρώ, και στον 44χρονο τραπεζικό υπάλληλο ποινή φυλάκισης 5 ετών με την έφεση να έχει αναστέλλουσα δύναμη.
Συνήγοροι υπεράσπισης στην υπόθεση παραστάθηκαν οι κ.κ. Άκης Δημητριάδης και Φώτης Κωστόπουλος και πολιτική αγωγή για το ζευγάρι των συμπολιτών μας (και οι δύο υποθέσεις ουσιαστικά αφορούν μία οικογένεια καθώς η συμπολίτισσα μας στη δεύτερη υπόθεση είναι σύζυγος με τον συμπολίτη μας στην πρώτη) ο δικηγόρος κ. Κώστας Κυπραίος.
Και οι δύο κατηγορούμενοι άσκησαν εφέσεις και έτσι οι υποθέσεις τους θα εκδικαστούν και σε δεύτερο βαθμό τον επόμενο μήνα.