Στην υλοποίηση 90 από τα 113 συνολικά προαπαιτούμενα που μένουν έως το τέλος του προγράμματος θα στοχεύσει η κυβέρνηση κατά την τρίτη αξιολόγηση, η οποία θα αρχίσει μετά από τις γερμανικές εκλογές τον Σεπτέμβριο και αναμένεται να ολοκληρωθεί έως το τέλος του Δεκεμβρίου εφέτος.
Τον Σεπτέμβριο θα αποσαφηνιστεί το πότε, πόσες αξιολογήσεις, με ποια προαπαιτούμενα, αλλά και ποιους διαπραγματευτές θα αντιμετωπίσει η κυβέρνηση.
Η ελληνική διαπραγματευτική ομάδα και οι εκπρόσωποι των θεσμών αναμένεται να έχουν μια πρώτη επαφή στο τέλος Αυγούστου ή στις αρχές Σεπτεμβρίου για τον καθορισμό του χρονοδιαγράμματος της νέας αξιολόγησης και την κατάρτιση του προσχεδίου του νέου προϋπολογισμού. Η επαφή αυτή θα πραγματοποιηθεί είτε μέσω τηλεδιάσκεψης είτε, το πιθανότερο, στις Βρυξέλλες, όπου, άλλωστε, στις 4 Σεπτεμβρίου συνεδριάζει το Euro Working Group.
Εκτιμάται ότι μετά από τη νέα αξιολόγηση θα υπάρξουν ακόμη δύο- ήτοι τρεις συνολικά- έως το τέλος του προγράμματος. Στο μεσοδιάστημα σύμφωνα με πληροφορίες, η κυβέρνηση θα επιχειρήσει και άλλες εξόδους στις αγορές, τόσο για άντληση ρευστότητας, όσο και για βελτίωση της καμπύλης των επιτοκίων. ‘Αλλωστε, τα επιτόκια δανεισμού της χώρας θα αποτελέσουν έναν από τους βασικούς παράγοντες για το εάν η «επόμενη ημέρα» μετά το πρόγραμμα θα αποτελεί «καθαρή έξοδο» ή θα «συνοδεύεται» από μιας μορφής στήριξη από τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Σταθερότητας (ΕSM) με πιστωτική γραμμή (την ενισχυμένη ECCL ή την απλή PCCL).
Η Αθήνα θεωρεί ότι η απόφαση του Eurogroup τον Ιούνιο προϊδεάζει για «καθαρή έξοδο», αλλά αυτό πρέπει να συμφωνηθεί ρητά με τους πιστωτές. Εκ του λόγου αυτού, στο υπουργείο Οικονομικών κρατούν κλειστά τα χαρτιά τους, κάτι που εν πολλοίς θεωρείται αναμενόμενο. «Σε όλες τις ευρωπαϊκές κυβερνήσεις οι υπουργοί Οικονομικών πρέπει να είναι πάντα πιο συντηρητικοί (και από τους πρωθυπουργούς ακόμη) έως τέλους», ενώ παράλληλα «δουλειά τους είναι να σπάζουν τα νεύρα των άλλων υπουργών για να συντονίζονται και να υλοποιούνται ο προϋπολογισμοί», αναφέρουν κυβερνητικοί παράγοντες.