Η διάταξη που θεσπίζει τον νόμιμο τόκο επί των κυρίων οφειλών του Δημοσίου και των ΝΠΔΔ σε 6% ετησίων που οφείλεται από την επίδοση της σχετικής αγωγής δεν αντιβαίνει στις διατάξεις του Συντάγματος και της ΕΣΔΑ. Αυτό έκρινε το Ειρηνοδικείο Άργους με την υπ´ αριθμον 126/2017 απόφασή του.
Ρεπορτάζ: Πωλίνα Βασιλοπούλου
«Σε περίπτωση εκτέλεσης και παράδοσης έργου ή παροχής υπηρεσιών ή εργασιών με άκυρη σύμβαση ο αντισυμβαλλόμενος του παρέχοντος υποχρεούται να αποδώσει την ωφέλεια την οποία απέκτησε χωρίς νόμιμη αιτία και που συνίσταται σε περίπτωση αδυναμίας αυτούσιας απόδοσης της παροχής που έλαβε χωρίς νόμιμη αιτία, στη χρηματική αποτίμηση του παρασχεθέντος έργου ή της παρασχθείσας εργασίας ή υπηρεσίας και στη δαπάνη που εξοικονόμησε, στην οποία θα υποβαλλόταν, αν την εκτέλεση του ίδιου έργου ή της εργασίας ανέθετε, με έγκυρη σύμβαση, σε άλλο πρόσωπο, το οποίο θα διέθετε τα ίδια επαγγελματικά προσόντα και ικανότητες» επισημαίνει το Ειρηνοδικείο Άργους στην απόφαση του.
Η απόφαση εκδόθηκε κατόπιν διένεξης εταιρείας με δήμο. Στην προκείμενη περίπτωση με την υπό κρίση αγωγή και κατ’ εκτίμηση του περιεχομένου της, η ενάγουσα εταιρεία εκθέτει ότι με την αναφερόμενη έγγραφη σύμβαση παροχής υπηρεσιών, που καταρτίστηκε στις 14 Οκτωβρίου 2013 με τον δήμο Άργους – Μυκηνών (νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου), νόμιμα εκπροσωπούμενο από τον δήμαρχο, ανέλαβε τη διενέργεια των αναλυτικά αναφερομένων στην ένδικη αγωγή ενεργειών, που αφορούσαν την παροχή συμβούλου για την προετοιμασία φακέλου πρότασης των έργων εκσυγχρονισμού υφιστάμενων αρδευτικών δικτύων των τοπικών κοινοτήτων Λιμνών και Προσύμνης του δήμου Αργούς – Μυκηνών, έναντι της αναφερόμενης για τις εν λόγω υπηρεσίες συμφωνηθείσας αμοιβής, η οποία, όμως, δεν της καταβλήθηκε έκτοτε, παρ’ ότι εκτέλεσε τις συμφωνηθείσες υπηρεσίες και τις παρέδωσε στον εναγόμενο δήμο.
Με βάση τα ανωτέρω η ενάγουσα αιτείται να υποχρεωθεί ο εναγόμενος δήμος κυρίως από τη σύμβαση, επικουρικά δε σύμφωνα με τις διατάξεις περί αδικαιολόγητου πλουτισμού, με απόφαση προσωρινά εκτελεστή να της καταβάλει το χρηματικό ποσό των δέκα τριών χιλιάδων οκτακοσίων ενενήντα εννέα ευρώ (€13.899), νομιμοτόκως από την επομένη της εκδόσεως του τιμολογίου παροχής υπηρεσιών, άλλως από την κοινοποίηση της αγωγής και μέχρι οριστικής εξοφλήσεως, καθώς και να καταδικασθεί το τελευταίο στη δικαστική της δαπάνη.
Το δικαστήριο επισημαίνει ότι η υποχρέωση προς καταβολή τόκων επί των οφειλών των ΝΠΔΔ αρχίζει πάντοτε και μόνον από την επίδοση της αγωγής και μόνο για ποσοστό 6%.
Κατά συνέπεια η αγωγή κατά το μέρος, που κρίθηκε νόμιμη πρέπει να γίνει δεκτή και ως προς την ουσιαστική της βασιμότητα και να υποχρεωθεί το εναγόμενο νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου να καταβάλει στην ενάγουσα το χρηματικό ποσό των €13.899, με τον νόμιμο τόκο υπολογιζόμενο σε 6% ετησίως από την επίδοση της αγωγής. Τέλος, τα δικαστικά έξοδα των διαδίκων πρέπει, κατ’ άρθρο 179 ΚΠολΔ, να συμψηφιστούν, λόγω του ότι η ερμηνεία των κανόνων δικαίου, που εφαρμόστηκαν, ήταν ιδιαίτερα δυσχερής καταλήγει η δικαστική απόφαση.