ΑΡΙΘΜΟΣ 736/2017 (ποιν.)
ΑΡΕΙΟΣ ΠΑΓΟΣ
– Σωματική βλάβη. Ιατρική αμέλεια. Αναίρεση εισαγγελέα. Έλλειψη ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας. Αναιρείται η προσβαλλόμενη απόφαση.
-Κατά το άρθρο 314 παρ. 1α ΠΚ, όποιος από αμέλεια προκαλεί σωματική κάκωση ή βλάβη της υγείας άλλου τιμωρείται με φυλάκιση μέχρι τρία έτη, ενώ, κατά το άρθρο 315 παρ. 1 εδ. β’ ΠΚ, στην περίπτωση του άρθρου 314 η ποινική δίωξη ασκείται αυτεπαγγέλτως, αν ο υπαίτιος ήταν υπόχρεος λόγω της υπηρεσίας ή του επαγγέλματός του να καταβάλει ιδιαίτερη επιμέλεια ή προσοχή. Επίσης, κατά το άρθρο 28 ΠΚ, από αμέλεια πράττει όποιος, από έλλειψη της προσοχής, την οποία όφειλε κατά τις περιστάσεις και μπορούσε να καταβάλει, είτε δεν προέβλεψε το αποτέλεσμα που προκάλεσε η πράξη του, είτε το προέβλεψε ως δυνατό, αλλά πίστευσε ότι αυτό δεν θα επερχόταν. Από τον συνδυασμό των διατάξεων αυτών προκύπτει ότι, για να θεμελιωθεί η αξιόποινη πράξη της σωματικής βλάβης από αμέλεια, απαιτείται: α) Να μην καταβλήθηκε από τον δράστη η επιβαλλόμενη κατ’ αντικειμενική κρίση προσοχή, την οποία ο μέσος συνετός και ευσυνείδητος άνθρωπος οφείλει υπό τις ίδιες πραγματικές περιστάσεις να καταβάλει, με βάση τους νομικούς κανόνες, τις συνήθειες που επικρατούν στις συναλλαγές και την κοινή, κατά τη συνήθη πορεία των πραγμάτων, πείρα και λογική, β) Να μπορούσε αυτός, με βάση τις προσωπικές του ιδιότητες, γνώσεις, ικανότητες και περιστάσεις και ιδίως λόγω της υπηρεσίας ή του επαγγέλματός του, να προβλέψει και να αποφύγει το αξιόποινο αποτέλεσμα, το οποίο από έλλειψη της οφειλόμενης προσοχής είτε δεν προέβλεψε, είτε το προέβλεψε ως δυνατό, πίστευσε όμως ότι δεν θα επερχόταν. Και γ) Να υπάρχει αιτιώδης σύνδεσμος μεταξύ της ενέργειας ή παράλειψης του δράστη και του αποτελέσματος που επήλθε.
Με τις προϋποθέσεις αυτές, ποινική ευθύνη ιατρού για σωματική βλάβη από αμέλεια κατά την άσκηση του επαγγέλματός του υπάρχει στις περιπτώσεις εκείνες που το σχετικό αποτέλεσμα οφείλεται σε παράβαση από τον ιατρό των κοινώς αναγνωρισμένων κανόνων της ιατρικής επιστήμης, για τους οποίους δεν μπορεί να γεννηθεί αμφισβήτηση και εφόσον η σχετική ενέργεια ή παράλειψή του δεν ήταν σύμφωνη με το αντικειμενικώς επιβαλλόμενο καθήκον επιμέλειας, που απορρέει από την άσκηση του επαγγέλματός του και ανάγεται σε νομική υποχρέωση αυτού από επιτακτικούς νομικούς κανόνες, όπως είναι ο ΑΝ 1565/1939 “περί κώδικος ασκήσεως του ιατρικού επαγγέλματος” και το ΒΔ 156/6-7-1955 “περί κανονισμού ιατρικής δεοντολογίας”. Ειδικότερα, κατά το άρθρο 24 του ΑΝ 1565/1939, που διατηρήθηκε σε ισχύ και μετά την εισαγωγή του ΑΚ με το άρθρο 47 Εισαγ.ΝΑΚ, ο ιατρός οφείλει να παρέχει με ζήλο, ευσυνειδησία και αφοσίωση την ιατρική συνδρομή του, σύμφωνα με τις θεμελιώδεις αρχές της ιατρικής επιστήμης και της πείρας που έχει αποκτήσει, τηρώντας τις ισχύουσες διατάξεις για τη διαφύλαξη των ασθενών και την προστασία των υγιών. Επίσης, κατά το άρθρο 8 εδ. α’ του ΒΔ 156/6-7-1955, ο ιατρός δεν επιτρέπεται να προβαίνει σε οποιαδήποτε μη ενδεδειγμένη θεραπευτική ή χειρουργική επέμβαση ή πειραματισμό, που μπορεί να θίξει το αίσθημα της προσωπικής ελευθερίας του ασθενούς. Επομένως, ο ιατρός (οποιασδήποτε ειδικότητας) ενεργεί με αμέλεια, αν από επιπολαιότητα ή άγνοια των πραγμάτων, που όφειλε να γνωρίζει ή από απρονοησία δεν ακολούθησε γενικά παραδεκτές αρχές της ιατρικής επιστήμης ή σύγχρονες μεθόδους και η σχετική επιπολαιότητα, άγνοια ή απρονοησία τον οδήγησαν σε εσφαλμένη διάγνωση ή θεραπευτική αγωγή ή επέμβαση για την αποτροπή προσβολών ή κινδύνων κατά της σωματικής ακεραιότητας, της υγείας ή της ζωής.