Να αποφεύγουν την χρήση γενικεύσεων για τους άλλους λαούς και να απέχουν από τα στερεότυπα καλεί τους συμπολίτες της η καγκελάριος Μέρκελ σε σημερινή συνέντευξή της στην Frankfurter Allgemeine Sonntagszeitung και προειδοποιεί για τον κίνδυνο οι λέξεις να οδηγήσουν ακόμη και στη βία. Αναφερόμενη δε στην ευρωπαϊκή προοπτική της Τουρκίας, σημειώνει ότι θα πρέπει να αποφασιστεί αν οι ενταξιακές διαπραγματεύσεις θα ανασταλούν ή θα τερματιστούν.
“Πάντα προσπαθούσα πάρα πολύ να πω στους συμπολίτες μου: μην μιλάτε ποτέ για ‘τους Έλληνες’, ‘τους Ιταλούς’, ‘τους Γάλλους’. Να κοιτάζετε πάντα τον κάθε άνθρωπο”, καθώς, έτσι όπως υπάρχουν τεμπέληδες και εργατικοί Γερμανοί, τσιγκούνηδες και άνθρωποι που μοιράζονται με χαρά, “έτσι πρέπει και απέναντι σε άλλες χώρες να απέχουμε από στερεότυπα”, τονίζει η κυρία Μέρκελ και προειδοποιεί ότι με την γλώσσα μπορεί κανείς να ξυπνήσεις αισθήματα από τα οποία μπορεί να προκληθούν πολλά, “ακόμη και βία”.
Στην ίδια συνέντευξη η κυρία Μέρκελ αναφέρεται και στην φυλάκιση Γερμανών πολιτών από τις τουρκικές αρχές, χαρακτηρίζοντάς τες “εξαιρετικά σοβαρό θέμα, το οποίο σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να γίνει ανεκτό”. Η Τουρκία απομακρύνεται όλο και περισσότερο από την Ευρώπη και τις αξίες της, επισημαίνει η καγκελάριος και εκτιμά ότι πρέπει αφενός να μην συνεχιστούν οι διαπραγματεύσεις για την περαιτέρω διεύρυνση της Τελωνειακής Ένωσης και αφετέρου να αποφασίσουμε εάν οι διαπραγματεύσεις για την ένταξη θα ανασταλούν ή ακόμη και θα τερματιστούν. “Υπάρχουν πολλές επιλογές στο τραπέζι”, καταλήγει.
Ερωτώμενη για τα εμπόδια που βάζουν κάποια κράτη-μέλη στην εφαρμογή της απόφασης για κατανομή των προσφύγων, η Άγγελα Μέρκελ εκφράζει την ελπίδα να βρεθεί μια λύση αλληλεγγύης “στο όχι πολύ μακρινό μέλλον”. Μια προϋπόθεση η οποία θα μπορούσε να βοηθήσει σε αυτό, αναφέρει, θα ήταν “να είναι πιο σταθερά όλα τα άλλα στοιχεία της προσφυγικής και μεταναστευτικής πολιτικής”, δηλαδή να γίνει αποτελεσματικά η αντιμετώπιση των αιτίων της προσφυγιάς, η φύλαξη των συνόρων, η αναπτυξιακή συνεργασία με την Αφρική, αλλά και ο περιορισμός της δράσης των δουλεμπόρων. “Θα πρέπει όμως να απαιτήσουμε το αργότερο τότε την εσωτερική αλληλεγγύη της Ευρωπαϊκής Ένωσης, χωρίς αν και εφόσον”, τονίζει.