Mε την υπ’ αρίθμ. 193/2017 απόφαση, που εξέδωσε χθες το Πολυμελές Πρωτοδικείο Ρόδου, έγινε δεκτή η αγωγή της Ελληνικής Ορθοδόξου Κοινότητας Ρόδου, που εκπροσωπείται νόμιμα υπό του Προέδρου της, Μητροπολίτου Ρόδου, κατά ανώνυμης κατασκευαστικής εταιρείας, για την τύχη του κληροδοτήματος Κινδυλίδη.
Ο Αντώνιος Κινδυλίδης του Ελευθερίου, που απεβίωσε στις 14/8/1936, με την από 17/7/1933 μυστική του διαθήκη, η οποία αποσφραγίστηκε και δημοσιεύθηκε στις 18/9/1936 από το Πνευματικό Δικαστήριο της Ιεράς Μητροπόλεως Ρόδου, εγκατέστησε κληρονόμους στο ακίνητο, που είχε στην κυριότητά του, ήτοι ένα οικόπεδο, με οικοδομή, κείμενο στους Αγίους Αναργύρους Ρόδου, επιφανείας 1.010 τ.μ., τις δύο ενορίες της πόλεως Ρόδου, ήτοι των Αγίων Αναργύρων και του Τιμίου Προδρόμου, υπό τον όρο να χρησιμοποιήσουν τα δύο δωμάτια της οικοδομής ως Νηπιαγωγείο ή διτάξιο Δημοτικό Σχολείο, ανάλογα με τις ανάγκες των συνοικιών, τα δε υπόλοιπα δωμάτια, όπως και το οικόπεδο, να το εκμεταλλευθούν ως προσοδοφόρο πόρο για τη συντήρηση του Νηπιαγωγείου ή του Δημοτικού Σχολείου.
Η χρήση αυτή από τις ενορίες θα γινόταν μετά το θάνατο του αδελφού του Σπύρου, της αδελφής του Ασπασίας Κινδυλίδου και της ανιψιάς του Ευαγγελίας Δημητριάδου, οι οποίοι θα εδικαιούντο μέχρι το θάνατό τους, να κατοικούν στην οικία του και να εκμεταλλεύονται το οικόπεδο.
Επίσης ο διαθέτης όρισε ότι σε περίπτωση, που οι ενορίες δεν μπορούν να συντηρούν τα σχολεία ή αδιαφορήσουν για το σκοπό αυτό, το ακίνητο θα περιερχόταν στην κυριότητα του Σωματείου της Φιλοπτώχου Αδελφότητος, εφόσον αυτό υφίστατο και λειτουργούσε κατά το χρόνο του θανάτου του, διαφορετικά στην Κοινότητα.
Με την διαθήκη του αυτή όρισε επίσης ο διαθέτης ότι απαγορεύεται η εκποίηση του ακινήτου από οποιονδήποτε γίνει κύριος αυτού, ενώ ο νόμιμος κάτοχος του θα έχει δικαίωμα μόνο να καρπώνεται τις προσόδους του και να τις χρησιμοποιεί με τον προσήκοντα τρόπο, ήτοι για τη συντήρηση των σχολείων.
Τέλος, διόρισε εκτελεστές της διαθήκης, τους Γρηγόριο Κινδυλίδη, Αλέξανδρο Στεφανίδη, Μιχαήλ Αντ. Βιττώρια και Κυριάκο Πατάκα, ώστε να φροντίσουν για την ακριβή και ανελλιπή εκτέλεση των διατάξεων της διαθήκης του.
Το ανωτέρω ακίνητο, περιήλθε τελικά στην κυριότητα της Ελληνικής Ορθοδόξου Κοινότητας Ρόδου, καθώς οι ως άνω ενορίες το αποποιήθηκαν ρητώς το έτος 1955, ενώ το Σωματείο Φιλοπτώχου Αδελφότητος, δεν υπήρχε κατά το χρόνο της επαγωγής, και η επικαρπία των συγγενών του διαθέτη είχε αποσβεσθεί λόγω θανάτου τους.
Με το υπ’ αριθμ. 3/21.8.1981 πρακτικό συνεδρίασης της Διοικητικής Επιτροπής της Κοινότητάς, αποφασίστηκε να ανατεθεί το παραπάνω ακίνητο στην εναγομένη Ανώνυμη Εταιρεία κατά το σύστημα της αντιπαροχής προκειμένου να κατασκευασθεί επ’ αυτού οικοδομή και να λάβει η Κοινότητα κάποιες οριζόντιες ιδιοκτησίες.
Πράγματι, στις 29/12/1982 υπεγράφη το υπ’ αριθμ. 67073/29.12.1982 συμβολαιογραφικό προσύμφωνο μεταβιβάσεως ακινήτου και εργολαβικό του συμβολαιογράφου Ρόδου με το οποίο συμφωνήθηκε να ανεγερθεί επί του ως άνω ακινήτου πολυώροφη οικοδομή.
Την ίδια ημέρα, ήτοι 29/12/1982, υπεγράφη πράξη συστάσεως οριζοντίου ιδιοκτησίας.
Από το έτος 1982, που υπεγράφησαν το παραπάνω προσύμφωνο-εργολαβικό και η σύσταση οριζοντίου ιδιοκτησίας, δεν έγινε καμία απολύτως ενέργεια για την έναρξη των εργασιών ανοικοδόμησης της συμφωνηθείσας οικοδομής από καμία των δύο πλευρών.
Ούτε η Ορθόδοξη Κοινότητα προσκάλεσε την αντισυμβαλλόμενή της κατασκευαστική εταιρία να ξεκινήσει τις εργασίες, αλλά ούτε και η εταιρία αξίωσε την παράδοση του οικοπέδου, ώστε να προβεί στην ανοικοδόμηση αυτή.
Μόλις το μήνα Σεπτέμβριο του έτους 2006 η εναγομένη εταιρία έστειλε επιστολή, με την οποία εξέφραζε την επιθυμία της να ξεκινήσει τις διαδικασίες για την ανέγερση της οικοδομής, με πρώτη ενέργεια αυτήν της εκδόσεως οικοδομικής άδειας.
Η Ελληνική Ορθοδόξη Κοινότητα Ρόδου υποστηρίζει ότι ο διαθέτης ορίζει ρητώς ότι αποκλείεται η εκποίηση του ακινήτου από τον δικαιούχο αυτού, ο οποίος θα μπορεί μόνο να καρπώνεται τις προσόδους αυτού και να τις χρησιμοποιεί προσηκόντως, για την ικανοποίηση του κοινωφελούς σκοπού, για τον οποίο κατέλιπε την περιουσία του, ήτοι τη λειτουργία Νηπιαγωγείου ή Δημοτικού Σχολείου, ανάλογα με τις ανάγκες των συνοικιών της Ρόδου.
Υποστηρίζει ακόμη ότι δεν ακολουθήθηκε αυτή η διαδικασία, ώστε να δοθεί «η άδεια» εκποιήσεως του μέσω της ανοικοδόμησης με το σύστημα της αντιπαροχής, παραβιαζομένων των διατάξεων του Ν.455/1976, ενώ προσθέτει ότι απαγορεύεται η διάθεση του ακινήτου, που κατέλιπε ο διαθέτης στην Ορθόδοξη Κοινότητα, και ότι απαγορεύεται και η ανάληψη υποχρέωσης για διάθεση αυτού.
Κατά συνέπεια, όπως υποστηρίζεται στην αγωγή, το υπ’ αριθμ. 67073/1982 προσύμφωνο που υπεγράφη με την εναγομένη, αλλά και η μετέπειτα υπ’ αριθμ. 67075/1982 σύσταση οριζοντίου ιδιοκτησίας, απαγορεύονται από το νόμο και είναι άκυρες με αποτέλεσμα να ζητείται από το δικαστήριο να αναγνωρισθεί η ακυρότητά τους αυτή με απόφασή του.
Άλλως και όλως επικουρικώς, ζητήθηκε από το δικαστήριο, να αναγνωρισθεί η μη έννομη δεσμευτικότητα του ως άνω προσυμφώνου, λόγω παραγραφής των σε αυτό προβλεπόμενων αξιώσεων της εναγομένης και να υποχρεωθεί αυτή σε δήλωση βουλήσεως, ώστε να υπογραφεί συμβολαιογραφική πράξη κατάργησης της οριζοντίου ιδιοκτησίας, απειλούμενη σε περίπτωση αρνήσεώς της με χρηματική ποινή ύψους 3.000 €.
Το δικαστήριο με την απόφαση του αναγνωρίζει την ακυρότητα του με αριθμό 67073/29.12.1982 προσυμφώνου μεταβίβασης ακινήτου και εργολαβικού συμβολαίου και της υπ’ αριθ. 67075/20.12.1982 πράξης σύστασης οριζόντιας ιδιοκτησίας και κανονισμού πολυκατοικίας του ίδιου συμβολαιογράφου.
Την υπόθεση χειρίστηκε ο δικηγόρος κ. Μιχάλης Καντιδενός.
Προηγούμενο άρθροΜε αυστηρά κριτήρια η χορήγηση δανείων
Επόμενο άρθρο Spiegel:«Αφήστε και τους Έλληνες να ψηφίσουν»