Δικαιώθηκαν από το δικαστήριο 11 εργαζόμενοι οι οποίοι επειδή ήταν απλήρωτοι για πέντε μήνες, προχώρησαν σε επίσχεση εργασίας με αποτέλεσμα να απολυθούν!
Συγκεκριμένα, το Μονομελές Πρωτοδικείο Ρόδου με την απόφαση του όχι μόνο υποχρεώνει την εταιρεία να πληρώσει όλα τα δεδουλευμένα (αποδοχές, μισθούς υπερημερίας, επίδομα αδείας, αποδοχές αδείας, Δώρο Χριστουγέννων και Δώρο Πάσχα) αλλά ακυρώνει και την καταγγελία των συμβάσεων εργασίας για επτά εργαζόμενους (οι υπόλοιποι είχαν αποχωρήσει οικειοθελώς) και την υποχρεώνει να επιστρέψουν τρεις εξ αυτών στις θέσεις τους. Σε περίπτωση δε που η επιχείρηση δεν συμμορφωθεί με τη συγκεκριμένη διάταξη, τότε θα καταβάλλει το ποσό των 100 ευρώ για κάθε ημέρα άρνησής της!
Οι 11 εργαζόμενοι, προσέφυγαν στη δικαιοσύνη δια της δικηγόρου τους κας Δήμητρας Δασκαλάκη, καταθέτοντας στο Μονομελές Πρωτοδικείο Ρόδου αγωγή για αναγνώριση ακυρότητας καταγγελίας και καταβολή δεδουλευμένων αποδοχών και μισθών υπερημερίας.
Για τους εργαζόμενους όλα ξεκίνησαν στις αρχές Οκτωβρίου 2015 όταν μετά από συνεχείς προφορικές οχλήσεις επέδωσαν με δικαστικό επιμελητή στην επιχείρηση εξώδικη δήλωση επίσχεσης εργασίας, πρόσκληση και διαμαρτυρία την οποία κοινοποίησαν ταυτόχρονα στο Σώμα Επιθεωρητών Εργασίας (Σ.ΕΠ.Ε) καθώς και στην κ. Προϊσταμένη της Εισαγγελίας Πλημμελειοδικών Ρόδου. Με τις εξώδικες δηλώσεις τους, ενημέρωσαν τους υπευθύνους της επιχείρησης για το ποσό των δεδουλευμένων αποδοχών που οφείλονταν στον καθένα επισημαίνοντας ότι – λόγω της σημαντικής καθυστέρησης (5 μήνες) αναφορικά με τη καταβολή των μηνιαίων τους μισθών – θα ασκούσαν το δικαίωμα επίσχεσης εργασίας που είχαν μέχρι τη πλήρη και ολοσχερή εξόφληση των οφειλόμενων δεδουλευμένων αποδοχών τους και κάλεσαν τους υπευθύνους της επιχείρησης να τους εξοφλήσουν άμεσα προκειμένου να επανέλθουν στην εργασία τους.
Πράγματι την επόμενη μέρα οι εργαζόμενοι προσέφυγαν στο Σώμα Επιθεωρητών Εργασίας (Σ.ΕΠ.Ε) και κατέθεσαν αίτημα για διενέργεια εργατικής διαφοράς αναφορικά με την καθυστέρηση της καταβολής των δεδουλευμένων αποδοχών τους. Η συζήτηση έγινε (μετά από αναβολή), ένα μήνα μετά και στο διάστημα αυτό οι εργαζόμενοι βρίσκονταν ήδη σε επίσχεση εργασίας, ενώ τους είχε καταβληθεί μόνο ένα ποσό ως έναντι του μισθού που τους οφείλονταν για τον Ιούνιο 2015. Στη συζήτηση που έγινε, ο εκπρόσωπος της εταιρείας παραδέχθηκε την καθυστέρηση της καταβολής των δεδουλευμένων και πρότεινε στους εργαζόμενους την σταδιακή εξόφληση αυτών σε τρεις (3) δόσεις αλλά οι εργαζόμενοι επέμειναν στις θέσεις τους και συνέχισαν να βρίσκονται σε επίσχεση εργασίας.
Κατά τη διάρκεια όλων αυτών των μηνών που βρισκόντουσαν οι εργαζόμενοι νομίμως σε επίσχεση εργασίας, η επιχείρηση συνέχισε να τους οφείλει τις δεδουλευμένες αποδοχές τους από τον Ιούνιο του 2015, ενώ σταδιακά ξεκίνησε μέσα στο έτος 2016 να τους καταβάλει κάποια ποσά έναντι των οφειλόμενων δεδουλευμένων αποδοχών.
Ωστόσο στις αρχές Ιουνίου 2016 η επιχείρηση κοινοποίησε στους 11 εργαζόμενους εξώδικη απάντηση σύμφωνα με την οποία τους ενημέρωσε πως τους κατέβαλε τις δεδουλευμένες αποδοχές για τις υπηρεσίες που παρείχαν έως και τις αρχές Οκτωβρίου 2015 (ημέρα οπότε και ξεκίνησαν όλα) και μεταξύ άλλων τους δήλωσε ότι λύθηκε η μεταξύ τους σύμβαση εργασίας λόγω της αντισυμβατικής εργασιακής τους συμπεριφοράς, η οποία συνιστά κατά την άποψη της επιχείρησης αναίτια μονομερή καταγγελία εκ μέρους τους.
Μετά από αυτό, οι εργαζόμενοι προσέφυγαν στη δικαιοσύνη και κατέθεσαν στις 15/06/2016 αγωγή με ζητώντας τα εξής:
1) Να αναγνωριστεί η ακυρότητα της από 06/06/2016 καταγγελίας των συμβάσεων εργασίας
2) Να υποχρεωθεί η επιχείρηση να αποδέχεται στο μέλλον τις νομίμως προσφερόμενες υπηρεσίες τους
3) Να καταδικαστεί να τους καταβάλει τους μισθούς υπερημερίας
4) Να καταδικαστεί να τους καταβάλει τις δεδουλευμένες αποδοχές.
Το δικαστήριο με την 275/06-09-2017 απόφαση του έκανε δεκτά τα αιτήματα των εργαζομένων και αναγνώρισε την ακυρότητα της από 06/06/2016 καταγγελίας των συμβάσεων εργασίας για επτά εργαζόμενους, την υποχρεώνει να αποδέχεται τις υπηρεσίες τριών εργαζομένων με τους ίδιους όρους που απασχολούνταν και πριν τις 6 Ιουνίου 2016 και την καταδικάζει σε χρηματική ποινή 100 ευρώ για κάθε ημέρα άρνησής της, σε περίπτωση μη συμμόρφωσής της προς την ανωτέρω διάταξη.
Τους εργαζόμενους εκπροσώπησε η κα. Δήμητρα Δασκαλάκη και την επιχείρηση ο κ. Γρηγόρης Μοράρης.