Ολοκληρώνεται στο τέλος του μήνα το πρόγραμμα μετεγκατάστασης αιτούντων άσυλο από την Ελλάδα (και την Ιταλία) σε άλλες χώρες της Ε.Ε., χωρίς η επέκτασή του να υπάρχει στους ευρωπαϊκούς σχεδιασμούς, ούτε ως πιθανότητα αυτήν τη στιγμή.
Αυτό σημαίνει ότι στην πράξη, μετά δύο χρόνια εφαρμογής, κλείνει ερμητικά ο βασικός νόμιμος δρόμος για τη μετάβαση σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες όσων αιτούντων άσυλο φτάνουν στην Ελλάδα. Απομένει η δυνατότητα χρήσης του δικαιώματος της οικογενειακής επανένωσης, που αφορά όμως συγκεκριμένες περιπτώσεις (πυρηνικές οικογένειες, ανήλικα αδέλφια) και πάλι υπό προϋποθέσεις.
Αντιθέτως, η Ελλάδα όχι μόνο δεν θα μπορεί νομίμως να «στέλνει» αιτούντες άσυλο στις άλλες χώρες της Ε.Ε. αλλά είναι υποχρεωμένη και να υποδεχτεί όσους ακολουθούν τον αντίστροφο δρόμο, εκείνον της επιστροφής στη χώρα εισόδου, σύμφωνα με τον κανονισμό Δουβλίνο ΙΙΙ που έχει τεθεί και πάλι σε εφαρμογή. Τους τελευταίους μήνες αυξάνονται τα αιτήματα επιστροφής αιτούντων άσυλο προς την Ελλάδα από άλλα κράτη-μέλη, σε μια προσπάθεια να επανέλθει η «κανονικότητα» όσον αφορά την αντιμετώπιση της παράνομης μετανάστευσης.
Ετσι, έως τις 16/8 η Ελλάδα είχε δεχτεί αιτήματα για την επιστροφή 524 ατόμων –στο πλαίσιο της εφαρμογής του Δουβλίνου που καθορίζει ότι το αίτημα ασύλου πρέπει να εξετάζεται στην πρώτη χώρα άφιξης, εν προκειμένω την Ελλάδα–, η πλειονότητα των οποίων προερχόταν από τη Γερμανία και το Βέλγιο, αλλά και από την Ελβετία και τη Νορβηγία.
Το αίτημα της Ελλάδας αλλά και της Ιταλίας να θεσμοθετηθεί ένας μόνιμος ευρωπαϊκός μηχανισμός μετεγκατάστασης, ώστε να επιμερίζεται σε όλα τα κράτη-μέλη η ευθύνη εξέτασης των αιτημάτων ασύλου που κατατίθενται στην Ε.Ε., αντιμετωπίζεται από τα περισσότερα κράτη-μέλη είτε με αδιαφορία είτε και με σαφή άρνηση.
Στα δύο χρόνια εφαρμογής του προγράμματος μετεγκατάστασης, ταξίδεψαν από την Ελλάδα προς άλλα κράτη-μέλη 18.098 αιτούντες άσυλο. Σύμφωνα με τα στοιχεία, 4.187 άτομα έχουν γίνει αποδεκτά από άλλα κράτη-μέλη, αλλά ακόμη δεν έχει οργανωθεί το ταξίδι τους. Στελέχη της υπηρεσίας ασύλου διαβεβαιώνουν ότι όσοι έχουν λάβει επισήμως έγκριση θα ταξιδέψουν ακόμη και μετά την επίσημη λήξη του προγράμματος, στο τέλος Σεπτεμβρίου. Συνολικά, με την ολοκλήρωση του προγράμματος προβλέπεται να έχουν μετεγκατασταθεί 22.285 άτομα, στα οποία μπορούν κάτω από συγκεκριμένες προϋποθέσεις να προστεθούν περίπου 1.000 άτομα. Σε κάθε περίπτωση, θα πραγματοποιηθούν πολύ λιγότερες από τις 64.000 μετεγκαταστάσεις από την Ελλάδα που προέβλεπε το πρόγραμμα, διότι απλούστατα μόνο Σύροι, Ιρακινοί και Ερυθραίοι μπορούσαν να ενταχθούν σύμφωνα με τα κριτήρια επιλεξιμότητας. Ωστόσο, στην Ελλάδα το 36,2% όσων έχουν υποβάλει αίτημα ασύλου είναι Σύροι (8.761 το 2017 και 26.693 το 2016), όμως το 12,4% είναι από το Πακιστάν (4.993 άτομα το 2017 και 4.695 το 2016), το 11,7% από το Αφγανιστάν (4.360 το 2017 και 4.371 το 2016), το 3,2% από το Μπανγκλαντές (756 το 2017 και 1.215 το 2016) και το 15,7% προέρχεται από «άλλες χώρες» (5.213 το 2017 και 4.360 το 2016).
Σύμφωνα με τον υπουργό Μεταναστευτικής Πολιτικής Γιάννη Μουζάλα, με τις παρούσες συνθήκες αναμένεται να παραμείνουν στην Ελλάδα περίπου 30.000 άτομα, τα οποία θα καταθέσουν αίτηση ασύλου. Στην πλειονότητά τους, όσοι παραμείνουν απλώς δεν έχουν άλλη επιλογή: πρόκειται για Αφγανούς, Πακιστανούς, καθώς και από το Μπανγκλαντές κατά κύριο λόγο, αλλά και πολλούς από χώρες που «τυπικά» δεν θεωρούνται ότι «παράγουν» πρόσφυγες.