Νέα δεδομένα στις έρευνες για την τρομοκρατία και το οργανωμένο έγκλημα κομίζει η Οδηγία της Κομισιόν για την ενεργοποίηση της λεγόμενης Ευρωπαϊκής Εντολής Ερευνας. Στο εξής, εάν οι βελγικές –για παράδειγμα– δικαστικές ή διωκτικές αρχές έχουν πληροφορίες για παρουσία τρομοκρατών στην Αθήνα, θα ζητούν απευθείας από την ΕΛ.ΑΣ. να τους ανακρίνει, χωρίς την υποχρέωση να ενεργοποιείται η συνήθης –μέχρι σήμερα– διαδικασία δικαστικής συνδρομής.
Η Οδηγία προβλέπει σημαντικές αλλαγές και στον μηχανισμό άρσης απορρήτου, καθώς επιτρέπει στα ευρωπαϊκά κράτη να κάνουν τηλεφωνικές υποκλοπές στο έδαφος ενός άλλου κράτους-μέλους. Ακόμα, ανοίγει για πρώτη φορά τον δρόμο στην προσωρινή μεταγωγή κρατουμένων π.χ. από την Αθήνα στο Μόναχο ή το Παρίσι, στο πλαίσιο έρευνας που διεξάγουν η ομοσπονδιακή αστυνομία της Γερμανίας ή η γαλλική αντιτρομοκρατική υπηρεσία.
Το χρονικό των εξελίξεων έχει ως εξής: την 22α Μαΐου 2017 η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ανακοίνωσε επίσημα την ενεργοποίηση της Ευρωπαϊκής Εντολής Ερευνας, ενός «εργαλείου», όπως το χαρακτήρισαν οι αξιωματούχοι στις Βρυξέλλες, που έχει στόχο να απλοποιήσει και να επιταχύνει τις διασυνοριακές ποινικές έρευνες. Σε δήλωσή της η επίτροπος Δικαιοσύνης Βέρα Γιούροβα είχε επισημάνει ότι το μέτρο «θα βοηθήσει τις δικαστικές αρχές να συνεργάζονται με αποτελεσματικό τρόπο για την καταπολέμηση του οργανωμένου εγκλήματος και της τρομοκρατίας. Θα προσφέρει γρήγορη πρόσβαση σε αποδεικτικά στοιχεία». Η Κομισιόν ζήτησε από τα κράτη-μέλη της Ε.Ε. να ενσωματώσουν την Οδηγία στην εθνική τους νομοθεσία, το αργότερο μέχρι τα τέλη Mαΐου. Στην Ελλάδα, η δημόσια διαβούλευση του νομοσχεδίου ολοκληρώθηκε στις 10 Mαΐου και τέσσερις μήνες αργότερα, την 30ή Αυγούστου, κατατέθηκε προς ψήφιση στη Βουλή.
Σύμφωνα με το σχέδιο νόμου, που συνυπογράφουν οι υπουργοί Δικαιοσύνης, Οικονομικών, Ναυτιλίας, Εσωτερικών, καθώς και ο αναπληρωτής υπουργός Δημόσιας Τάξης Νίκος Τόσκας, αρμόδιες για την έκδοση Ευρωπαϊκών Εντολών Ερευνας είναι οι δικαστικές και προανακριτικές (ΕΛ.ΑΣ., Λιμενικό, τελωνεία κ.ά.) αρχές της χώρας. Εάν κάποια απ’ αυτές θέλει να ενεργοποιήσει τον μηχανισμό, υποχρεούται να παράσχει στο «συνεργαζόμενο» κράτος-μέλος πληροφορίες για: το αντικείμενο και τους λόγους έκδοσης της εντολής, τα εμπλεκόμενα πρόσωπα, την αξιόποινη πράξη που ερευνάται αλλά και να προσδιορίσει τα αποδεικτικά στοιχεία που πρόκειται να συλλεγούν.
Για την άρση απορρήτου, στην αιτιολογική έκθεση αποσαφηνίζεται ότι «η Ευρωπαϊκή Εντολή Ερευνας συνίσταται στο να επιτραπεί σε ένα κράτος-μέλος να υλοποιήσει ένα μέτρο άρσης απορρήτου στο έδαφος ενός άλλου κράτους-μέλους». Στο ίδιο άρθρο επισημαίνεται ακόμα ότι «οι διατάξεις περί άρσης απορρήτου θα μπορούν να εφαρμόζονται σε όλες τις μορφές επικοινωνιών, οι οποίες καθίστανται δυνατές από τις παρούσες και μελλοντικές τεχνολογίες».
Τέλος, η Ευρωπαϊκή Εντολή Ερευνας παρέχει τη δυνατότητα στα κράτη-μέλη να ζητούν την προσωρινή μεταγωγή κρατουμένων ή την εξέτασή τους μέσω τηλεδιάσκεψης, στο πλαίσιο ερευνών που βρίσκονται σε εξέλιξη. Ως προϋπόθεση για την εφαρμογή του μέτρου καθορίζεται η συναίνεση του ίδιου του κρατουμένου καθώς και η «επάνοδος» – επιστροφή του μεταχθέντος μέσα στον προσυμφωνημένο χρόνο.