Τη δυσκολότερη φάση της βιώνει η αγορά τροφίμων για πρώτη φορά μετά τη Μεταπολίτευση. Η δύσκολη, πρωτοφανής και παρατεταμένη οικονομική κρίση, τα capital controls και η πίεση του διαθέσιμου καταναλωτικού εισοδήματος οδήγησαν πολλούς Ελληνες σε περιορισμό των δαπανών, με αποτέλεσμα τη μεγάλη πτώση των αγορών.
Δεν είναι τυχαίο ότι όλοι οι σχετικοί δείκτες κατανάλωσης επιδεινώθηκαν, ενώ ορατές είναι οι πρώτες ζημίες και σε επίπεδο λουκέτων σε σούπερ μάρκετ. Επιχειρήσεις με μακρά ιστορία έχουν οδηγηθεί σε πτώχευση, όπως η αλυσίδα σούπερ μάρκετ Μαρινόπουλος, με την κυβέρνηση να φιλοτεχνεί ακόμη το δικό της success story! Πόσο όμως αλήθεια είναι η ανάκαμψη της αγοράς και πόσο επικοινωνιακό τέχνασμα;
Χαρακτηριστικό δείγμα του τι συμβαίνει στον κλάδο τροφίμων είναι η πορεία της βορειοελλαδίτικης εταιρείας Βασίλαγας Α.Ε. 3Β Markets. Μια εταιρεία που ίδρυσε ο επιχειρηματίας Κωνσταντίνος Βασίλαγας μαζί με τους τρεις γιους του Παναγιώτη, Βασίλη και Κωνσταντίνο-Ιωάννη το 1994 και έφτασε να διατηρεί πλήθος καταστημάτων, ενώ από το 2006 είχε παρουσία στη χονδρική με δύο καταστήματα χονδρικής cash&carry (ένα στο Κάτω Σχολάρι Χαλκιδικής και ένα στο Καλοχώρι).
Η επιχείρηση που ξεκίνησε την εισαγωγή ειδών σούπερ μάρκετ το τελευταίο διάστημα οδηγήθηκε σε δύσκολη θέση και λόγω της ασφυκτικής κατάστασης που δημιουργήθηκε αναγκάστηκε να περιορίσει τη δράση της και να κλείσει τα μαγαζιά της.
Τα σημάδια της πτώσης είχαν αρχίσει να γίνονται φανερά από τον περσινό Μάιο λόγω των αποτελεσμάτων των capital controls, με αποτέλεσμα να εφαρμοστεί στην εταιρεία και τα καταστήματά της η εκ περιτροπής εργασία. Παρότι ο Κώστας Βασίλαγας, εκ των ιδιοκτητών και γενικός διευθυντής της εταιρείας, διεμήνυε τότε ότι έχει κλείσει συμφωνία με μεγάλη γαλλική εταιρεία στον χώρο του λιανεμπορίου, η οποία επρόκειτο να συμμετάσχει ως στρατηγικός επενδυτής στην αλυσίδα, τίποτα δεν προχώρησε.
Μία ακόμα προσπάθεια με τη συμμετοχή Ελληνα χονδρέμπορου δεν τελεσφόρησε και έτσι η αλυσίδα με τα 13 καταστήματα λιανικής στη Βόρεια Ελλάδα δεν τα κατάφερε αφήνοντας πίσω της ανεξόφλητες οφειλές τόσο σε εργαζομένους όσο και σε προμηθευτές και τράπεζες. Συνολικά, οι υποχρεώσεις που εμφάνιζε στο τέλος του 2015 ανέρχονταν σε 9,7 εκατ. ευρώ, ενώ η πορεία της στις οικονομικές καταστάσεις χαρακτηριζόταν «όχι καλή, με δεδομένη την κακή οικονομική κατάσταση που επικρατεί στην αγορά».
Η αγωνία της Καλλιμάνης
Αυτή τη στιγμή αγώνα ζωής ή θανάτου δίνει και η βιομηχανία κατεψυγμένων ψαριών Καλλιμάνης. Η πρόεδρος της επιχείρησης Βασιλική Καλλιμάνη επιδιώκει να κρατήσει ζωντανή μια άλλοτε ακμαία εταιρεία που επί περίπου 30 χρόνια γνώριζε μόνο ανάπτυξη.
Η οικονομική κρίση όμως που ξέσπασε, τα τραπεζικά ανοίγματα της εταιρείας που ξεπερνούν τα 40 εκατ. ευρώ και η πτώση της αλυσίδας Μαρινόπουλος, που παρέσυρε πολλές περιφερειακές βιομηχανικές δυνάμεις, δυσκολεύουν την πορεία της πάλαι ποτέ βιομηχανίας-πρότυπο, μιας εταιρείας-κόσμημα για την αχαϊκή επιχειρηματικότητα. Τα σύννεφα πύκνωσαν για την ιστορική αυτή εταιρεία ήδη από το 2015. Οι έλεγχοι στην κίνηση κεφαλαίων δυσκόλεψαν τη βιωσιμότητά της, με αποτέλεσμα στο β’ εξάμηνο του 2016 η κρίση να γίνει ανεξέλεγκτη.
Οι εργαζόμενοι έμειναν απλήρωτοι επί μήνες, οι τράπεζες έκαναν πιο δύσκολη την πορεία της, ενώ υπήρχε και το άνοιγμα άνω του 1 εκατ. ευρώ που έχει στη Μαρινόπουλος. Οι συγκεκριμένες συνθήκες έφεραν κάμψη και μπροστά στην αδυναμία της να πληρώνει τακτικά τους εργαζομένους της η επιχειρηματίας τούς ζήτησε εκ περιτροπής διήμερη ή τριήμερη εργασία, κάτι που δεν έγινε δεκτό. Σε κάθε περίπτωση, η προσπάθεια συνεχίζεται για μια βιομηχανία πολύ σημαντική στην περιοχή του Αιγίου και της Αχαΐας.
Κανείς δεν περίμενε την αρνητική είδηση ότις μία από τις σημαντικές εταιρείες του κλάδου αρτοποιίας, με σημαντική παρουσία στα είδη ζαχαροπλαστικής, η Credin της οικογένειας Μπερτζελέτου, θα ανακοίνωνε πτώχευση μέσα στο καλοκαίρι.
Η Credin εδώ και καιρό βρισκόταν σε διαπραγματεύσεις με τις τράπεζες και θεωρούνταν εφικτή η εύρεση μιας λύσης για τη σωτηρία της λόγω των παράλληλων επιχειρηματικών δραστηριοτήτων της οικογένειας των μετόχων. Πολλοί μίλησαν για αιφνιδιασμό από την πλευρά της οικογένειας Μπερτζελέτου προς τις τράπεζες, οι οποίες δεν αποκλείεται να αναλάβουν με τη σειρά τους δράση. H Credin Hellas δραστηριοποιείται στον κλάδο πρώτων υλών αρτοποιίας, ζαχαροπλαστικής, παγωτού και food service από το 1968.
Παράγει και διανέμει περισσότερα από 2.000 προϊόντα. Εχει μακροχρόνιες συνεργασίες με περισσότερους από 15 πολύ γνωστούς οίκους του εξωτερικού και απασχολεί 200 άτομα προσωπικό. Εκτός από την Credin, η οικογένεια Μπερτζελέτου δραστηριοποιείται στην αγορά και μέσω των εταιρειών Μπερτζελέτος Α.Ε. και Σουλφούρ Ελλάς ΑΒΕΕ.
Η Σουλφούρ Ελλάς ιδρύθηκε το 1960 από τον Θεόδωρο Δ. Μπερτζελέτο και τον Χένρυ Tζ. Λέαρ. Ο όμιλος εταιρειών Δημ. Θ. Μπερτζελέτος & Αφοί Α.Ε. ιδρύθηκε στην Ελλάδα το 1893 και έχει στην ιδιοκτησία του σημαντικό αριθμό εταιρειών. Οι εταιρείες που ανήκουν στον όμιλο, όπως αναφέρεται στον διαδικτυακό τόπο του ομίλου, είναι η Κρεντίν Ελλάς, η Μόρφατ, το Ελληνικόν Αλας, ΙΝΤΕΡΕΞΠΟΡΤ και η Sulphur Hellas.
Ξεκάθαρα για την κατάσταση που έχει διαμορφωθεί ευθύνεται η αρνητική τροπή που πήραν τα πράγματα από το καλοκαίρι του 2015 και μετά. Σαν να μην έφταναν τα παραπάνω στον ευρύτερο χώρο των τροφίμων και της εστίασης, έκλεισε το γνωστό κατάστημα «Λουκουμάδες Αιγαίον» έπειτα από έναν αιώνα ζωής. Από το 1926 το «Αιγαίον», ιστορικό κατάστημα του κέντρου της Αθήνας, βρισκόταν επί της Πανεπιστημίου. Η συνταγή του Γεωργίου Φύλλα άντεξε στον χρόνο, αλλά όχι και στη δύσκολη οικονομική κατάσταση.
Το δύσκολο 2015 κόστισε
Παράλληλα, φημολογούνται από την αγορά προβλήματα για μία ακόμη μεσαία αλυσίδα σούπερ μάρκετ με έδρα στην Αττική και την Κορινθία, για δύο μεσαίου μεγέθους βιομηχανίες παραγωγής φασόν τροφίμων και γλυκών, ενώ αβέβαιο κρίνεται το μέλλον και για σημαντική εταιρεία που αντιπροσωπεύει διεθνή οίκο στον χώρο της αρτοποιίας.
Ολα τα παραπάνω είναι αποτέλεσμα της πολύπλευρης κρίσης που υπάρχει στην αγορά και των προβλημάτων που προέκυψαν από το καλοκαίρι του 2015. Πολλές επιχειρήσεις που εισήγαν πρώτες ύλες ή εξαρτιόνταν από το διαθέσιμο καταναλωτικό εισόδημα είδαν ξαφνικά κατάρρευση σε συνδυασμό βέβαια με τη μεγάλη πτώση της δαπάνης των καταναλωτών.
Δεν είναι τυχαία η μεγάλη πτώση στην κατανάλωση τροφίμων που κατέγραψε στις έρευνές της η εταιρεία AC Nielsen ακόμα και σε είδη πρώτης ανάγκης για κάθε ελληνική οικογένεια, όπως το γάλα και το ψωμί. Κάμψη η οποία έγινε αισθητή και το 2017 με μείωση 10% από το καλάθι της νοικοκυράς και με 13.000 λουκέτα, όπως ανακοίνωσε η ΓΣΕΒΕΕ, κυρίως στο λιανεμπόριο και τη μεταποίηση.
Οι φόβοι όμως μεγαλώνουν ακόμα περισσότερο αν κρίνουμε από τις δόσεις του ΕΝΦΙΑ που ξεκινούν και από την πληρωμή του φόρου εισοδήματος που έρχεται, σε συνδυασμό με τις αυξήσεις στον ΕΦΚΑ που αφορούν μια μεγάλη ομάδα επιχειρηματιών και αυτοαπασχολούμενων. Μια άλλη ένδειξη για τον δύσκολο χειμώνα που έρχεται είναι η τάση αύξησης της αγοράς χύμα προϊόντων, που παρουσίασαν ανάπτυξη 2%, δείγμα που αποδεικνύει ότι πολλά έχουν αλλάξει για τους δοκιμαζόμενους Ελληνες καταναλωτές.
Υπό ακραίες συνθήκες οικονομικής πίεσης, οι καταναλωτές οδηγούνται μακριά από τις μάρκες, από εμπορικά σήματα αξίας και επενδύουν σε άλλες μορφές, γεγονός που συμβαίνει για πρώτη φορά μετά από πολλά χρόνια.