Δηλαδή, όταν αυτό είναι αναγκαίο προς το συμφέρον της ασφάλειας της Δημοκρατίας ή την αποτροπή, διερεύνηση ή δίωξη σοβαρών ποινικών αδικημάτων όπως είναι ο φόνος εκ προμελέτης, η ανθρωποκτονία, η εμπορία προσώπων, καθώς και τα αδικήματα που σχετίζονται με την παιδική πορνογραφία, τα ναρκωτικά, τη διαφθορά, καθώς και με το νόμισμα ή το χαρτονόμισμα της Δημοκρατίας.
Το νομοσχέδιο θα αποτελέσει ένα ισχυρό όπλο στα χέρια της Νομικής Υπηρεσίας, της Αστυνομίας και της ΚΥΠ. Ήδη, με νομοσχέδιο που ψήφισε η Βουλή, τον Δεκέμβριο του 2015, τερματίστηκε το απόρρητο της ιδιωτικής επικοινωνίας αναφορικά με το καταγεγραμμένο περιεχόμενο σε οποιοδήποτε έγγραφο, συσκευή (όπως βίντεο από κάμερες) ή αντικείμενο και περιλαμβάνει επικοινωνία καταγεγραμμένη σε επιστολές, ηλεκτρονικά μηνύματα και στο διαδίκτυο.
Σύμφωνα με το νομοσχέδιο, τις παρακολουθήσεις των συνομιλιών και των τηλεφωνικών συνδιαλέξεων θα διενεργούν μόνο μέλη της Αστυνομίας και της ΚΥΠ, τα οποία θα είναι ειδικά εξουσιοδοτημένα για τον σκοπό αυτό από τον αρχηγό της Αστυνομίας και τον διοικητή της ΚΥΠ για περιορισμένο χρονικό διάστημα και συγκεκριμένα για περίοδο δυο χρόνων, με δυνατότητα ανανέωσης για άλλα δυο χρόνια. Η διαδικασία που θα ακολουθείται, σύμφωνα πάντα με το νομοσχέδιο, θα είναι η ακόλουθη:
Ο Γενικός Εισαγγελέας, κατόπιν γραπτού αιτήματος του αρχηγού της Αστυνομίας ή του διοικητή της ΚΥΠ ή οποιουδήποτε άλλου ανακριτή, με μονομερή αίτηση θα ζητά την έκδοση δικαστικού διατάγματος για παρακολούθηση ιδιωτικής επικοινωνίας εφόσον αυτή είναι αναγκαία για το συμφέρον της ασφάλειας της Δημοκρατίας ή για την αποτροπή, διερεύνηση ή δίωξη σοβαρών ποινικών αδικημάτων. Η αίτηση για την έκδοση δικαστικού διατάγματος παρακολούθησης ιδιωτικής επικοινωνίας θα γίνεται εγγράφως, θα υπογράφεται από τον Γενικό Εισαγγελέα και θα συνοδεύεται από ένορκο δήλωση αρμόδιου δημόσιου λειτουργού.
Η ένορκος δήλωση θα περιέχει, μεταξύ άλλων, τα εξής στοιχεία:
1) Πλήρη και εμπεριστατωμένη έκθεση γεγονότων και περιστατικών στα οποία βασίζεται ο αιτητής (Αστυνομία ή ΚΥΠ) για να δικαιολογήσει την πεποίθησή του, ότι το ζητούμενο δικαστικό ένταλμα πρέπει να εκδοθεί. Η έκθεση θα πρέπει να περιλαμβάνει: τις λεπτομέρειες του αδικήματος, γενική περιγραφή της φύσης και του τόπου, αν είναι γνωστά, απ’ όπου η ιδιωτική επικοινωνία ζητείται να παρακολουθηθεί, γενική περιγραφή του είδους της ιδιωτικής επικοινωνίας καθώς και του τρόπου με τον οποίο θα πραγματοποιηθεί η παρακολούθηση, την ταυτότητα των προσώπων των οποίων η ιδιωτική επικοινωνία ζητείται να παρακολουθηθεί και κατά πόσο έχουν δοκιμαστεί άλλες συνήθεις ανακριτικές ή διερευνητικές διαδικασίες και απέτυχαν.
2) Την υπολογιζόμενη χρονική διάρκεια της παρακολούθησης και σε περίπτωση παράτασης της ισχύος του δικαστικού εντάλματος, έκθεση που να παραθέτει τα μέχρι στιγμής αποτελέσματα από την παρακολούθηση της ιδιωτικής επικοινωνίας.
Σε περίπτωση που μέλη της Αστυνομίας ή της ΚΥΠ που έχουν εξουσιοδοτηθεί για παρακολουθήσεις συνομιλιών και τηλεφωνικών συνδιαλέξεων παραβιάσουν με οποιονδήποτε τρόπο τους όρους του δικαστικού εντάλματος παρακολούθησης, θα είναι ένοχοι αδικήματος και σε περίπτωση καταδίκης, θα υπόκεινται σε φυλάκιση που δεν υπερβαίνει τα πέντε έτη ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις €50.000 ή και στις δύο αυτές ποινές.
Το νομοσχέδιο καθιστά σαφές ότι οι τηλεπικοινωνιακοί οργανισμοί στην Κύπρο είναι υποχρεωμένοι να διατηρούν την κατάλληλη υποδομή και λογισμικό για σύνδεση των δικτύων τους με τον τεχνικό εξοπλισμό της Αστυνομίας – ΚΥΠ, κατά τρόπο ώστε να παρακολουθείται η διεξαγόμενη επικοινωνία και να λαμβάνεται το περιεχόμενο και τα στοιχεία της σε πραγματικό χρόνο. Επιπρόσθετα, οι τηλεπικοινωνιακοί οργανισμοί είναι υποχρεωμένοι να παρέχουν άμεσα τις απαιραίτητες διευκολύνσεις προς τον αρχηγό Αστυνομίας και τον διοικητή της ΚΥΠ στο πλαίσιο εκτέλεσης των καθηκόντων και των εξουσιών τους που απορρέουν από την έκδοση δικαστικού εντάλματος.
Το νομοσχέδιο περιέχει, επίσης, εκσυγχρονιστικές διατάξεις που αφορούν στον τομέα των ηλεκτρονικών επικοινωνιών για σκοπούς εφαρμογής του τεχνικού μέρους των παρακολουθήσεων από τις αρμόδιες Αρχές. Πρόσθετα, προβλέπονται διατάξεις για τις υποχρεώσεις των παρόχων ηλεκτρονικών επικοινωνιών σε σχέση με τη συνδρομή που θα παρέχουν στις αρμόδιες Αρχές για την εκτέλεση των διαταγμάτων παρακολούθησης.
Τριμελής Επιτροπή για εποπτεία
Η εφαρμογή της νομοθεσίας θα εποπτεύεται από Τριμελή Επιτροπή, η οποία θα ελέγχει την τήρηση των όρων και τη διαδικασία άρσης του απορρήτου. Η Τριμελής Επιτροπή θα διορίζεται από το Υπουργικό Συμβούλιο μετά από εισήγηση του Προέδρου της Δημοκρατίας. Το νομοσχέδιο παρέχει στην Επιτροπή, μεταξύ άλλων, τις ακόλουθες εξουσίες:
-Να διενεργεί αυτεπάγγελτα ή κατόπιν καταγγελίας τακτικούς και έκτακτους ελέγχους σε εγκαταστάσεις, τεχνικό εξοπλισμό, αρχεία, δεδομένα και έγγραφα της ΚΥΠ και της Αστυνομίας.
-Να λαμβάνει πληροφορίες από την Αστυνομία, την ΚΥΠ, τους παροχείς υπηρεσιών, άλλες δημόσιες υπηρεσίες, υπηρεσίες του ευρύτερου δημόσιου τομέα και ιδιωτικές επιχειρήσεις που ασχολούνται με τηλεπικοινωνιακές υπηρεσίες ή άλλες υπηρεσίες που σχετίζονται με την επικοινωνία.
-Να καλεί σε ακρόαση οποιοδήποτε πρόσωπο κρίνει ότι μπορεί να συμβάλει στην εκπλήρωση της αποστολής της.
Σε περίπτωση που η Τριμελής Επιτροπή κρίνει ότι συντρέχει ενδεχόμενη παραβίαση του απορρήτου της επικοινωνίας, θα ενημερώνει τον Γενικό Εισαγγελέα για τις δικές του ενέργειες.