Άλλα 3 δισ. ευρώ στα βάρη επιχειρήσεων και νοικοκυριών θα προσθέσει ο προϋπολογισμός που κατατίθεται την Δευτέρα στην Βουλή και έχει ως στόχο να πετύχει πρωτογενές πλεόνασμα 6,62 δισ. ευρώ ( 3,5% του ΑΕΠ) έναντι 3,7 δισ. ευρώ ( 2,1 % του ΑΕΠ ) που αναμένεται να έχει το 2017.
Προδιαγράφει όμως και την ανάκαμψη της οικονομίας αφού προβλέπει ρυθμό ανάπτυξης 1,8% του ΑΕΠ για φέτος και 2,4% του ΑΕΠ το 2018 το οποίο θα βασίζεται στην αύξηση επενδύσεων ( η οποίες όπως ξεκινούν από πολύ χαμηλή βάση ) και των εξαγωγών . Η γνώμη του Ελληνικού δημοσιονομικού συμβουλίου για το προσχέδιο του προϋπολογισμού επισημαίνει και κάτι που είναι παράδοξο στην εποχή των μνημονίων η αύξηση της κατανάλωσης θα είναι αναλογικά μεγαλύτερη στις δαπάνες του δημοσίου παρά τους ιδιωτικού τομέα. Η δημόσια κατανάλωση σύμφωνα με το προσχέδιο αναμένεται να αυξηθεί φέτος κατά 1% έναντι 0,1% που προβλέπονταν ότι θα αυξηθούν με βάση το ΜΠΔΣ 2018 -2021 για φέτος και θα μειωθεί οριακά κατά 0,2% το 2018.
Αντίθετα η κατανάλωση του ιδιωτικού τομέα αναμένονταν να έχει αύξηση 1,4% φέτος και 1,6% και στο προσχέδιο υπάρχει πρόβλεψη για σταθερή αύξηση 1,4% και το 2017 και το 2018.
Σε ό,τι αφορά την επίτευξη του πρωτογενούς πλεονάσματος ο λογαριασμός στέλνεται στα συνήθη υποζύγια. Ο προϋπολογισμός προβλέπει αύξηση κατά 1,2 δισ. ευρώ των φορολογικών εσόδων , περιορισμό των φορολογικών δαπανών κατά συνολικά 600 εκατ. ευρώ και 1,4 δισ. ευρώ από την περικοπή δαπανών κυρίως από το τομέα της κοινωνικής πρόνοιας των συντάξεων. Η πρόσθετη αυτή εξοικονόμηση θα προέλθει όχι τόσο από νέα μέτρα ( παρότι υπάρχουν και νέα φορολογικά μέτρα για τον επόμενο χρόνο ) όσο από την ωρίμανση των περιοριστικών μέτρων που είχαν ως αποτέλεσμα το 2016 η Ελλάδα να έχει το πρωτογενές πλεόνασμα μαμούθ του 4,2% του ΑΕΠ έναντι στόχου για πρωτογενές πλεόνασμα .
Ωστόσο ούτε και το 2018 δεν θα είναι χρονιά χωρίς νέα μέτρα . Μετά την επιμονή των δανειστών το οικονομικό επιτελείο υποχρεώθηκε να κλείσει το «κενό» που έβλεπαν οι δανειστές για τον επόμενο χρόνο και να υιοθετήσει νέα μέτρα 530 εκατ. ευρώ ( 0,3% του ΑΕΠ ) τα οποία δεν διακρίνονται τόσο στο Μεσοπρόθεσμο Πρόγραμμα Δημοσιονομικής Στρατηγικής όσο στο αναθεωρημένο μνημόνιο με την ΕΕ .
Πέραν αυτών όμως αναμένονται -ακόμη άγνωστες – παρεμβάσεις για το 2018 με στόχο να κλείσει ( όσο αυτό είναι δυνατό ) η τρύπα των περίπου 600 εκατ. ευρώ που ανοίγει η κατώτερη του αναμενομένου απόδοση των φόρου εισοδήματος και ασφαλιστικών εισφορών για τους ελεύθερους επαγγελματίες οι οποίοι « αμύνονται» στην υπερφορολόγηση δηλώνοντας εισοδήματα μικρότερα από τα πραγματικά διαπράττοντας φοροδιαφυγή .
Σε ό,τι αφορά το 2017 πάντως υπάρχει αισιοδοξία ότι ο στόχος για πρωτογενές πλεόνασμα 1,,75% του ΑΕΠ θα ξεπεραστεί και τελικά το πρωτογενές πλεόνασμα θα φτάσει το 2,1% – 2,2% του ΑΕΠ αφήνοντας περιθώρια για κοινωνικό μέρισμα ύψους περίπου 600 εκατ. ευρώ
Ωστόσο τόσο ο προϋπολογισμός του 2017 όσο και του 2018 θα κριθούν από τρείς βασικές παραμέτρους.
Την φοροδοτική ικανότητα μισθωτών και συνταξιούχων που δείχνουν να έχουν γονατίσει πληρώνοντας μόνο το 65% των βεβαιωμένων φόρων . Βαρόμετρο θα είναι τα έσοδα του Σεπτεμβρίου με τις διπλές πληρωμές φόρου εισοδήματος και ΕΝΦΙΑ καθώς να ξεκαθαρίσουν το οποίο σχετικά με τα επόμενα διπλά ραντεβού με την εφορία που θα είναι το Νοέμβριο ( πάλι με φόρο εισοδήματος και με ΕΝΦΙΑ ) και τον Δεκέμβριο με ΕΝΦΙΑ και τέλη κυκλοφορίας .
Το δεύτερο βασικό στοιχείο θα είναι η προώθηση των επενδύσεων για τις οποίες υπάρχει αναθεώρηση προς τα κάτω σε ότι αφορά την εξέλιξη τους το 2017 . Μετά το νεκρό πρώτο εξάμηνο και το πάγωμα μεγάλων επενδύσεων όπως του Ελληνικού της Ελ Ντοράντο και της αποεπενδύσεις της Νεστλέ στο χώρο του παγωτού το ΥΠΟΙΚ θέτει ως στόχο μέχρι και το τέλος του χρόνου αύξηση των επενδύσεων κατά 4,6% έναντι αύξησης 6,3% που προέβλεπε νωρίτερα . Μεταφέρει πάντως τις προσδοκίες για αύξηση των επενδύσεων για το 2018 ελπίζοντας σε αύξηση 12,6% έναντι 10,3% που έθετε ως στόχο στο Μεσοπρόθεσμο Πλαίσιο Δημοσιονομική Στρατηγικής 2018 -2021.