Τρία δισ. δολάρια σε δωροδοκίες από τον πρόεδρο του Αζερμπαϊτζάν
Χλιδή, σπατάλη και διαφθορά επικών διαστάσεων. Δεν πρόκειται για απλή «διπλωματία του χαβιαριού», με τις γνωστές πολυτέλειες σε ξένους επισήμους, αλλά για ένα θηριώδες «πλυντήριο» αμαρτωλού κρατικού λόμπινγκ, και ξεπλύματος τεράστιων ποσών μαύρου χρήματος.
Το Αζερμπαϊτζάν, υπό την αυταρχική και διεφθαρμένη ηγεσία του Ιλχάμ Αλίγεφ, φαίνεται πως ξόδεψε περίπου 2,9 δισ. δολάρια από το 2012 έως το 2014 για να εξαγοράσει στήριξη από το εξωτερικό, προσφέροντας πανάκριβα «δώρα» σε ευρωπαίους πολιτικούς, επιχειρηματίες, λομπίστες και δημοσιογράφους. Για να μη μιλούν, και να κάνουν τα στραβά μάτια στις κατάφωρες παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων σε αυτή την πλούσια σε πετρέλαιo πρώην σοβιετική δημοκρατία του Καυκάσου.
Το σκάνδαλο ήρθε στο φως από σύμπραξη ερευνητών δημοσιογράφων σε μεγάλες ευρωπαϊκές εφημερίδες («Guardian», «Le Monde», «Suddeutsche Zeitung») με το Πρόγραμμα Πληροφόρησης για το Οργανωμένο Εγκλημα και τη Διαφθορά (OCCRP). Ταρακουνάει το Συμβούλιο της Ευρώπης, τον παλαιότερο ευρωπαϊκό θεσμό που ασχολείται με θέματα ανθρωπίνων δικαιωμάτων, γιατί δείχνει ότι μέλη του, γερμανοί και ιταλοί πολιτικοί υπεράνω κάθε υποψίας, τσέπωναν ασμένως μεγάλα ποσά με αντάλλαγμα σιωπή για την καταστολή, τις διώξεις κάθε λογής αντιφρονούντων στο Αζερμπαϊτζάν, και για τη συστηματική νοθεία στις κάλπες από το καθεστώς Αλίγεφ.
Διεθνές δίκτυο
Τα μαύρα λεφτά πήγαν σε ευρωπαίους πολιτικούς και δημοσιογράφους, στο πλαίσιο διεθνούς δικτύου άσκησης πίεσης για να απομακρύνεται η κριτική από τον Αλίγεφ και να προωθείται θετική εικόνα για τη χώρα του. Εκατοντάδες εκατομμύρια μετρητά, από μυστικούς λογαριασμούς στο Αζερμπαϊτζάν και στη Ρωσία, ταξίδευαν σε σκοτεινές βρετανικές επιχειρήσεις μέσω του δυτικού χρηματοπιστωτικού συστήματος, χωρίς να κινούνται υποψίες.
Μία από τις μεγαλύτερες ευρωπαϊκές τράπεζες, η Danske Bank της Δανίας, διαχειριζόταν τις πληρωμές μέσω θυγατρικής στην Εσθονία, μέχρι που το κόλπο αποκαλύφθηκε όταν απόρρητα τραπεζικά αρχεία διέρρευσαν στην εφημερίδα «Berlingske» της Δανίας και έγιναν γνωστά στον OCCRP. Τα στοιχεία καλύπτουν περίοδο μόλις 30 μηνών, αλλά μάλλον είναι η κορυφή του παγόβουνου.
Πολλές από τις αμαρτωλές πληρωμές έγιναν σε πρώην μέλη της Κοινοβουλευτικής Συνέλευσης του Συμβουλίου της Ευρώπης (Pace). Μεταξύ τους είναι ο Εντουαρντ Λίντνερ, γερμανός πρώην βουλευτής της Χριστιανοκοινωνικής Ενωσης, αδελφού κόμματος του CDU της Μέρκελ, και ο ιταλός πρώην επικεφαλής της Κεντροδεξιάς στην Pace Λούκα Βολοντέ.
Φίμωμα στην κριτική
Τα λεφτά δόθηκαν την περίοδο που το Αζερμπαϊτζάν ήταν στο στόχαστρο σφοδρής κριτικής για συλλήψεις ακτιβιστών για τα ανθρώπινα δικαιώματα, πολιτικών και δημοσιογράφων, και για νοθεία στις κάλπες.
Το καθεστώς του Αλίγεφ φαίνεται ότι επεδίωξε να φιμώσει την κριτική από την Ευρώπη και τις ΗΠΑ με δωροδοκίες, «λαδώματα» και εξαγορά στήριξης στην αντιπαράθεσή του με την Αρμενία για τον διαφιλονικούμενο θύλακα του Ναγκόρνο-Καραμπάχ. Στόχος ήταν επίσης να πάψουν να ακούγονται διεθνώς επικρίσεις κατά του προέδρου για τη διαφθορά, τη νοθεία στις εκλογές και τις παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων, όπως φυλακίσεις μελών της αντιπολίτευσης, ακτιβιστών και δημοσιογράφων.
Σύμφωνα με το OCCRP, με τα μαύρα λεφτά που έδινε το Αζερμπαϊτζάν κατάφερε να πείσει την Pace να καταψηφίσει επικριτική έκθεση, που κατήγγειλε την κατάσταση των πολιτικών κρατουμένων στη χώρα.
Τον Ιούνιο, το Συμβούλιο της Ευρώπης διόρισε τρεις ειδικούς για να ερευνήσουν τις καταγγελίες για διαφθορά νυν ή πρώην μελών του, που «εξαγοράστηκαν» από το Μπακού για να καταψηφίσουν την έκθεση.
Εκατομμύρια δολάρια από το «πλυντήριο» δόθηκαν και σε λομπίστες για εξωραϊσμό της διεθνούς εικόνας της χώρας. Το 2014, ο Εκαρτ Σάγκερ, πρώην παραγωγός του CNN με έδρα το Λονδίνο, πήρε 2 εκατ. δολ. για να προωθήσει άρθρα υπέρ της κυβέρνησης του Αζερμπαϊτζάν.
Στο «πλυντήριο»
Το «πλυντήριο» χρησιμοποιήθηκε και υπέρ «ημετέρων» του καθεστώτος, με ποσά που δόθηκαν για να καλύψουν ιατρικά έξοδα και δίδακτρα για ιδιωτικά σχολεία στη Βρετανία του αναπληρωτή πρωθυπουργού, του πρεσβευτή του Αζερμπαϊτζάν στην ΕΕ και του γραμματέα Τύπου του προέδρου.
Εμπλέκονται και οι παρ’ ολίγον συνεταίροι του Ντόναλντ Τραμπ, που θα έχτιζαν έναν πολυτελή Πύργο Τραμπ στο Μπακού. Ντόπιος εργολάβος στο σχέδιο, το οποίο τελικά δεν πραγματοποιήθηκε, ήταν ο Ανάρ Μαμάντοφ, δισεκατομμυριούχος γιος του αζέρου πρώην υπουργού Μεταφορών, που εμφανίζεται και αυτός στο «πλυντήριο».
Φυσικά, η κυβέρνηση Αλίγεφ αρνείται οργισμένη τα πάντα. Βρήκε μάλιστα την ευκαιρία να κάνει εθνικιστική αντεπίθεση σε ιστορικούς εχθρούς. Σύμβουλος του προέδρου μίλησε για «ανυπόστατα στοιχεία με στόχο εκστρατεία δυσφήμισης του Αζερμπαϊτζάν στην οποία επιδίδονται δυνάμεις που είναι εναντίον της χώρας μας, η Αρμενία και το διεθνές αρμενικό λόμπι».
Ο πρόεδρος-δυνάστης και το άδειο ψυγείο των Αζέρων
Ιλχάμ Αλίγεφ, 55 ετών, κληρονομικώ δικαιώματι πρόεδρος του Αζερμπαϊτζάν από το 2003, όταν διαδέχθηκε τον πατέρα του, πρώην πράκτορα της KGB και πρώτο ηγέτη της χώρας μετά την ανεξαρτησία από την ΕΣΣΔ. Γνωστός και ως «Πούτιν του Μπακού» για τον αυταρχισμό και την καταπίεση στη μουσουλμανική χώρα των 9,7 εκατ. ανθρώπων, που παραμένουν φτωχοί, παρά τα τεράστια κέρδη από το πετρέλαιο τη δεκαετία του 2000.
Αλλά η «Αγία οικογένεια» της δυναστείας Αλίγεφ διαθέτει μια αυτοκρατορία κρυμμένου πλούτου, που υπολογίζεται σε πολλά δισ. δολάρια, αν κρίνει κανείς και από όσα αποκάλυψαν τα Panama Papers. Πίσω από ένα δαιδαλώδες δίκτυο με offshore και εταιρείες-βιτρίνες, ο πρόεδρος, η καλλονή σύζυγός του, τα τρία παιδιά τους, άλλοι στενοί συγγενείς και άνθρωποι της κλίκας του έχουν βγάλει βουνά μαύρου χρήματος στο εξωτερικό.
Αλλο σκάνδαλο; Τον Φεβρουάριο, ο Αλίγεφ διόρισε την πρώτη κυρία αντιπρόεδρο της κυβέρνησης, πολιτική θέση που παρέχει ασυλία, προφανώς για να προστατεύσει την ωραία Μεχριμπάν με τα ακριβά γούστα (τη λένε «Σοφία Λόρεν της Κασπίας») από διώξεις για παράνομο πλουτισμό. Είναι τέτοια η καταστολή, και στον χώρο της Δικαιοσύνης, που αυτό μοιάζει απίθανο, αλλά το Αζερμπαϊτζάν έχει εκλογές το 2018 και ο πρόεδρος δεν αφήνει τίποτα στην τύχη.
«Διαφθορά και κλεπτοκρατία παραλύουν τη χώρα, ενώ η δυναστεία των Αλίγεφ και ο περίγυρός τους συνεχίζουν να πλουτίζουν σε βάρος του λαού» λέει στον «Guardian» η Χάτζια Ισμαήλοβα, δημοσιογράφος που φυλακίστηκε από το καθεστώς για τα αποκαλυπτικά ρεπορτάζ της.
«Οι εκλογές στο Αζερμπαϊτζάν δεν ήταν ποτέ ελεύθερες ούτε δίκαιες, δεν ανταποκρίθηκαν ποτέ στα διεθνή πρότυπα. Παρατηρητές του ΟΑΣΕ μίλησαν για σημαντικές παρατυπίες στις προηγούμενες προεδρικές και βουλευτικές εκλογές.
Αλλά οι τηλεοπτικοί σταθμοί του Αζερμπαϊτζάν, φερέφωνα του καθεστώτος, δείχνουν ξένους πολιτικούς και μέλη δυτικών κοινοβουλίων να επαινούν το επίπεδο δημοκρατίας στο Αζερμπαϊτζάν» λέει η Ισμαήλοβα.
Και τονίζει: «Ακόμη και τώρα που πέφτουν οι τιμές του πετρελαίου, το καθεστώς ξοδεύει τεράστια ποσά για να διαφθείρει ευρωπαϊκά θεσμικά όργανα και να επηρεάσει πολιτικούς διεθνώς, όπως δείχνουν οι αποκαλύψεις του “Πλυντηρίου”».
Ο Αλίγεφ προσπαθεί να φιμώσει τις επικρίσεις για τα ανθρώπινα δικαιώματα, αλλά θα αποτύχει, γιατί υπάρχει μια συσκευή που λέει την αλήθεια σε κάθε σπίτι – το άδειο ψυγείο. Οι άνθρωποι στο Αζερμπαϊτζάν καταλαβαίνουν πολύ καλά ότι ο πλούτος των ολιγαρχών έχει οικοδομηθεί σε βάρος των άδειων ψυγείων μας. Και θα έρθει η ώρα που η οργή της φτώχειας θα εκραγεί…».