ΣΧΕΔΙΟ ΝΟΜΟΥ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΡΟΣΑΡΜΟΓΗ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΝΟΜΟΘΕΣΙΑΣ ΣΤΙΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΤΟΥ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΥ (ΕΕ) 909/2014 ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΤΗΣ 23ΗΣ ΙΟΥΛΙΟΥ 2014 «ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΗ ΒΕΛΤΙΩΣΗ ΤΟΥ ΔΙΑΚΑΝΟΝΙΣΜΟΥ ΑΞΙΟΓΡΑΦΩΝ ΣΤΗΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΝΩΣΗ ΚΑΙ ΤΑ ΚΕΝΤΡΙΚΑ ΑΠΟΘΕΤΗΡΙΑ ΤΙΤΛΩΝ (ΚΑΤ) ΚΑΙ ΓΙΑ ΤΗΝ ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΣΗ ΤΩΝ ΟΔΗΓΙΩΝ 98/26/ΕΚ ΚΑΙ 2014/65/ΕΕ ΚΑΙ ΤΟΥ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΥ (ΕΕ) 236/2012»
ΣΧΕΔΙΟ ΝΟΜΟΥ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΡΟΣΑΡΜΟΓΗ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΝΟΜΟΘΕΣΙΑΣ ΣΤΙΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΤΟΥ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΥ ΕΕ 909_2014
Το Υπουργείο Οικονομικών (Γενική Δ/νση Οικονομικής Πολιτικής, Δ/νση Χρηματοοικονομικής Πολιτικής), ενόψει της προσαρμογής της ελληνικής νομοθεσίας στις διατάξεις του Κανονισμού (ΕΕ) 909/2014, καλεί τους άμεσα ενδιαφερόμενους φορείς (Υπουργεία, άλλες δημόσιες υπηρεσίες, Ν.Π.Δ.Δ., Ν.Π.Ι.Δ., εταιρείες του χρηματοπιστωτικού τομέα, ενώσεις εταιρειών, φυσικά πρόσωπα κλπ.) να συμμετάσχουν καταθέτοντας προτάσεις, διατυπώνοντας απόψεις και παρατηρήσεις επί του υποβληθέντος σχεδίου νόμου.
Σημειώνεται ότι ο Κανονισμός (ΕΕ) 909/2014 (γνωστός ως CSDR) θεσπίζει ενιαίες απαιτήσεις για το διακανονισμό των χρηματοοικονομικών μέσων, καθώς και για την οργάνωση και λειτουργία των ΚΑΤ στην ΕΕ. Αναλυτικότερα με τις διατάξεις του Κανονισμού (ΕΕ) 909/2014 απελευθερώνονται οι υπηρεσίες που παρέχονται από ΚΑΤ, ως φορείς διακανονισμού και τήρησης κινητών αξιών σε λογιστική μορφή, σε πανευρωπαϊκό επίπεδο. Στο πλαίσιο αυτό τα ΚΑΤ υπάγονται σε ειδικές ρυθμίσεις αδειοδότησης και εποπτείας, ενώ εισάγεται δέσμη μέτρων αναφορικά με την εναρμόνιση του χρόνου διακανονισμού στις συναλλαγές κινητών αξιών (Τ+2) και την έγκαιρη διεξαγωγή του σε πανευρωπαϊκό επίπεδο, ως και την εναρμόνιση των κανόνων λειτουργίας των ΚΑΤ με τη θεσμοθέτηση οργανωτικών, δεοντολογικών και προληπτικών απαιτήσεων αδειοδότησης και λειτουργίας ΚΑΤ, την εγκαθίδρυση ειδικών ελευθεριών εγκατάστασης και διασυνοριακής παροχής υπηρεσιών σε σχέση με τις υπηρεσίες που παρέχουν, την αναγνώριση ευχερειών πανευρωπαϊκής χρήσης υπηρεσιών ΚΑΤ από τους εκδότες τίτλων, αλλά και πρόσβασης μεταξύ ΚΑΤ και υποδομών αγοράς (τόπων διαπραγμάτευσης και κεντρικών αντισυμβαλλομένων), και άλλα συναφή.
Οι διατάξεις του σχεδίου νόμου αποσκοπούν στην προσαρμογή του εθνικού δικαίου, που αφορά το διέπον την Ελληνική Κεφαλαιαγορά σύστημα άυλων τίτλων, όπως λειτουργεί από το Κεντρικό Αποθετήριο Αξιών ως διαχειριστή του Συστήματος Άυλων Τίτλων (ιδίως ν. 2396/1996, ν. 3756/2009, ν. 3606/2007), προς τις διατάξεις του Κανονισμού (ΕΕ) 909/2014. Το σύστημα αυτό λειτουργεί κατά βάση με διαχωρισμό ανά πελάτη και ο μέτοχος είναι ο εγγεγραμμένος στα αρχεία του Κεντρικού Αποθετηρίου Τίτλων, οι μεταβιβάσεις άυλων τίτλων διενεργούνται με καταχωρίσεις στα αρχεία του (άρθρ. 39επ. ν. 2396/1996), καθώς και ότι οι άυλοι τίτλοι τηρούνται επ’ ονόματι ενός εκάστου επενδυτή («Μερίδα επενδυτή») στο Σύστημα Άυλων Τίτλων και όχι επ’ ονόματι των συμμετεχόντων υπό το πρότυπο του συλλογικού λογαριασμού. Ταυτόχρονα με τις διατάξεις του νομοσχεδίου επιχειρείται η ενοποίηση και ομογενοποίηση των ρυθμίσεων της κείμενης νομοθεσίας αναφορικά με το σύστημα άυλων τίτλων ώστε η προσαρμογή προς το εν θέματι ενωσιακό μέτρο να συμπεριλάβει τα ειδικότερα νομικά χαρακτηριστικά του ημεδαπού συστήματος, όπως ιδίως την εμπράγματη φυσιογνωμία που το δίκαιο έχει αποδώσει στους άυλους τίτλους (όπως, άρθρα 42 παρ. 3, 43 παρ. 2, 46 παρ. 2, 49 ν. 2396/1996, 991Α ΚΠολΔ) αλλά και τις ειδικότερες εταιρικές προεκτάσεις της λειτουργίας τους (άρθρο 8β παρ. 7 κ.ν. 2190/1920).
Η ευρύτατη συμμετοχή όλων των ανωτέρω θα είναι ιδιαίτερα χρήσιμη, προκειμένου το Υπουργείο Οικονομικών να εξετάσει τις προτάσεις και όπου κριθεί αναγκαίο να προβεί στις απαραίτητες τροποποιήσεις του σχεδίου νόμου, πριν αυτό προωθηθεί προς ψήφιση στη Βουλή των Ελλήνων.
Η διαβούλευση θα ολοκληρωθεί την 25η Σεπτεμβρίου 2017 και ώρα 14:00.
Ο ΥΠΟΥΡΓΟΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ
Ευκλείδης Τσακαλώτος
ΣΧΕΔΙΟ ΝΟΜΟΥ
ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΡΟΣΑΡΜΟΓΗ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΝΟΜΟΘΕΣΙΑΣ ΣΤΙΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΤΟΥ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΥ (ΕΕ) 909/2014 ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΤΗΣ 23ΗΣ ΙΟΥΛΙΟΥ 2014 “ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΗ ΒΕΛΤΙΩΣΗ ΤΟΥ ΔΙΑΚΑΝΟΝΙΣΜΟΥ ΑΞΙΟΓΡΑΦΩΝ ΣΤΗΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΝΩΣΗ ΚΑΙ ΤΑ ΚΕΝΤΡΙΚΑ ΑΠΟΘΕΤΗΡΙΑ ΤΙΤΛΩΝ (ΚΑΤ) ΚΑΙ ΓΙΑ ΤΗΝ ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΣΗ ΤΩΝ ΟΔΗΓΙΩΝ 98/26/ΕΚ ΚΑΙ 2014/65/ΕΕ ΚΑΙ ΤΟΥ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΥ (ΕΕ) 236/2012”
ΜΕΡΟΣ Α΄
ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΡΟΣΑΡΜΟΓΗ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΝΟΜΟΘΕΣΙΑΣ ΣΤΙΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΤΟΥ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΥ (ΕΕ) 909/2014 ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΤΗΣ 23ΗΣ ΙΟΥΛΙΟΥ 2014 “ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΗ ΒΕΛΤΙΩΣΗ ΤΟΥ ΔΙΑΚΑΝΟΝΙΣΜΟΥ ΑΞΙΟΓΡΑΦΩΝ ΣΤΗΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΝΩΣΗ ΚΑΙ ΤΑ ΚΕΝΤΡΙΚΑ ΑΠΟΘΕΤΗΡΙΑ ΤΙΤΛΩΝ (ΚΑΤ)
Άρθρο 1
Πεδίο εφαρμογής
1. Ο παρόν νόμος εφαρμόζεται στα κεντρικά αποθετήρια τίτλων κατά την έννοια του Κανονισμού (ΕΕ) 909/2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (ΕΕ L257/28.8.2014) τα οποία λειτουργούν στην Ελλάδα μετά από άδεια της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς. Οι διατάξεις των άρθρων 5, 6 παρ. 1, 8, 9, 11, 13, 20 και 21 του παρόντος νόμου εφαρμόζονται αναλόγως και στην περίπτωση των χρηματοπιστωτικών μέσων (ή αξιογράφων) κατά την έννοια της περίπτωσης 8) της παραγράφου 1 του άρθρου 2 του Κανονισμού (ΕΕ) 909/2014.
2. Από τις διατάξεις του παρόντος νόμου εξαιρείται το Σύστημα Παρακολούθησης Συναλλαγών επί Τίτλων σε Λογιστική Μορφή, που προβλέπεται στο Κεφάλαιο Β` του ν. 2198/1994 (Α` 43) και η Τράπεζα της Ελλάδος ως διαχειριστής του.
Άρθρο 2
Ορισμοί
Για τους σκοπούς του παρόντος νόμου νοούνται ως:
α) “Διαμεσολαβητής”: AΕΠΕΥ του ν. 3606/2007 (Α΄195) ή επιχείρηση επενδύσεων ή επιχείρηση τρίτης χώρας κατά την έννοια της Οδηγίας 2014/65/ΕΕ, πιστωτικό ίδρυμα κατά την έννοια του ν. 4261/2014 (Α΄ 107) ή της Οδηγίας 2013/36/ΕΚ με έδρα στην Ελλάδα ή σε άλλο κράτος μέλος της ΕΕ ή σε τρίτη χώρα, ή κεντρικό αποθετήριο τίτλων που έχει λάβει άδεια στην Ελλάδα ή σε άλλο κράτος μέλος της ΕΕ ή σε τρίτη χώρα του Κανονισμού (ΕΕ) 909/2014 που παρέχουν υπηρεσίες φύλαξης κινητών αξιών, διαχείρισης κινητών αξιών ή τήρησης λογαριασμών αξιών εξ ονόματος τρίτων.
β) “Εγγεγραμμένος διαμεσολαβητής”: Ο διαμεσολαβητής που τηρεί για λογαριασμό πελατών του συλλογικό λογαριασμό αξιών αποθετηρίου ως συμμετέχων σε κεντρικό αποθετήριο τίτλων ή μέσω συμμετέχοντος σε αυτό.
γ) “Συλλογικός λογαριασμός αξιών”: Ο λογαριασμός κινητών αξιών μέσω του οποίου τηρούνται συγκεντρωτικά κινητές αξίες που ανήκουν σε τρίτους.
δ) “Συλλογικός λογαριασμός αξιών αποθετηρίου”: Ο συλλογικός λογαριασμός αξιών που τηρείται σε κεντρικό αποθετήριο τίτλων για σκοπούς συνολικού διαχωρισμού πελατών σύμφωνα με το άρθρο 38 του Κανονισμού (ΕΕ) 909/2014.
ε) “Συλλογικός λογαριασμός αξιών διαμεσολαβητή”: Ο συλλογικός λογαριασμός αξιών που τηρείται από εγκατεστημένο στην Ελλάδα διαμεσολαβητή και απεικονίζει κινητές αξίες που τηρούνται σε κεντρικό αποθετήριο τίτλων.
στ) “Συμμετέχων”: Ο συμμετέχων κατά την έννοια της περίπτωσης 19 της παραγράφου 1 του άρθρου 2 του Κανονισμού (ΕΕ) 909/2014 που συμμετέχει σε κεντρικό αποθετήριο τίτλων σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος νόμου.
ζ) “Τόπος διαπραγμάτευσης”: Η ρυθμιζόμενη αγορά ή ο πολυμερής μηχανισμός διαπραγμάτευσης (ΠΜΔ) κατά την έννοια της περίπτωσης 24 της παραγράφου 1 του άρθρου 4 της Οδηγίας 2014/65/ΕΕ και της παραγράφου 16 του άρθρου 2 του Κανονισμού (ΕΕ) 600/2014 όπου τυγχάνουν διαπραγμάτευσης κινητές αξίες.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α΄
ΕΙΔΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΔΕΙΟΔΟΤΗΣΗ ΚΑΙ ΤΟΥΣ ΟΡΟΥΣ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑΣ ΚΕΝΤΡΙΚΩΝ ΑΠΟΘΕΤΗΡΙΩΝ ΤΊΤΛΩΝ
Άρθρο 3
Ειδικές διατάξεις για την άδεια λειτουργίας κεντρικού αποθετηρίου τίτλων
1. Το κεντρικό αποθετήριο τίτλων λειτουργεί με τη μορφή ανώνυμης εταιρείας του κ.ν. 2190/1920 (A’ 37) μετά από άδεια λειτουργίας που χορηγείται από την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς σύμφωνα με τις διατάξεις του Κανονισμού (ΕΕ) 909/2014 και συμπληρωματικώς του παρόντος νόμου.
2. Οι μετοχές του κεντρικού αποθετηρίου τίτλων είναι ονομαστικές. Οι καταχωρίσεις που προβλέπονται από τις διατάξεις της νομοθεσίας για τις ανώνυμες εταιρείες γίνονται στο Γενικό Εμπορικό Μητρώο.
3. Το κεντρικό αποθετήριο τίτλων υποβάλλει στην Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς τουλάχιστον ετησίως τις εκθέσεις των ορκωτών ελεγκτών-λογιστών (ΟΕΛ) από τους τακτικούς και έκτακτους ελέγχους σχετικά με την ύπαρξη επαρκών διαδικασιών για τη συμμόρφωσή του με τις υποχρεώσεις που απορρέουν από τον Κανονισμό (ΕΕ) 909/2014 και των κατ` εξουσιοδότησή του ρυθμιστικών και εκτελεστικών τεχνικών προτύπων. Επιπρόσθετα, το κεντρικό αποθετήριο τίτλων οφείλει να υποβάλλει στην Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς τις αναφορές των υπηρεσιών συμμόρφωσης και εσωτερικού ελέγχου αυτού που υποβάλλονται στο διοικητικό του συμβούλιο.
4. Το Διοικητικό Συμβούλιο της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς χορηγεί άδεια κεντρικού αποθετηρίου τίτλων εφόσον διαπιστώσει ότι πληρούνται, πέραν των διατάξεων του Κανονισμού (ΕΕ) 909/2014, οι όροι και προϋποθέσεις του παρόντος νόμου. Οι αποφάσεις της παραγράφου αυτής δημοσιεύονται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
Άρθρο 4
Κανονισμός λειτουργίας
1. Το κεντρικό αποθετήριο τίτλων διαθέτει Κανονισμό με τον οποίο ρυθμίζεται η λειτουργία του σύμφωνα με τον Κανονισμό (ΕΕ) 909/2014 και τον παρόντα νόμο. Οι συμμετέχοντες στο κεντρικό αποθετήριο τίτλων και κάθε άλλο πρόσωπο στο οποίο αφορά ο Κανονισμός οφείλουν να συμμορφώνονται προς τις υποχρεώσεις τους που απορρέουν από αυτόν. Με τον Κανονισμό καθορίζονται οι συνέπειες που επέρχονται σε περίπτωση παράβασης των κανόνων του.
2. Το Διοικητικό Συμβούλιο της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς εγκρίνει τον Κανονισμό του κεντρικού αποθετηρίου τίτλων ταυτόχρονα με τη χορήγηση της άδειας σύμφωνα με το άρθρο 3 ως προς τη νομιμότητα του, ως και κάθε τροποποίηση αυτού. Οι αποφάσεις της παραγράφου αυτής δημοσιεύονται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. Από την ημερομηνία έναρξης ισχύος της εγκριτικής απόφασης της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς ο Κανονισμός και οι τροποποιήσεις του ισχύουν έναντι των προσώπων της παραγράφου 1.
3. Το κεντρικό αποθετήριο τίτλων υποβάλλει στην Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς κάθε εκτελεστική απόφαση που εκδίδει σε εφαρμογή του Κανονισμού του.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β΄
ΕΙΔΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΡΧΙΚΗ ΚΑΤΑΧΩΡΙΣΗ ΚΙΝΗΤΩΝ ΑΞΙΩΝ ΣΕ ΛΟΓΙΣΤΙΚΗ ΜΟΡΦΗ ΣΕ ΚΕΝΤΡΙΚΟ ΑΠΟΘΕΤΗΡΙΟ ΤΙΤΛΩΝ
Άρθρο 5
Αρχική καταχώριση κινητών αξιών σε λογιστική μορφή
1. Η αρχική καταχώριση κινητών αξιών σε λογιστική μορφή διενεργείται από κεντρικό αποθετήριο τίτλων σύμφωνα με τις διατάξεις του Κανονισμού (ΕΕ) 909/2014 και συμπληρωματικώς του παρόντος νόμου.
2. Για τις κινητές αξίες που καταχωρίζονται στα αρχεία του κεντρικού αποθετηρίου τίτλων δεν εκδίδονται τίτλοι. Οι τυχόν υφιστάμενοι τίτλοι, που αποϋλοποιούνται ή ακινητοποιούνται, παύουν να ενσωματώνουν αξιογραφικά
δικαιώματα και τα σχετικά δικαιώματα παριστώνται μέσω των καταχωριζόμενων κινητών αξιών σύμφωνα με τον παρόντα νόμο και τον Κανονισμό του κεντρικού αποθετηρίου τίτλων.
3. Εάν οι καταχωριζόμενες κινητές αξίες έχουν συσταθεί βάσει αλλοδαπού δικαίου, τα πάσης φύσεως αξιογραφικά δικαιώματα εξ αυτών και η άσκησή τους έναντι του εκδότη καθορίζονται με βάση το ως άνω δίκαιο.
4. Η αξίωση του δικαιούχου κινητής αξίας για έκδοση ενσώματου τίτλου αυτής έναντι του εκδότη γεννάται μόνο εφόσον αρθεί η καταχώριση της κινητής αξίας από το κεντρικό αποθετήριο τίτλων για οποιοδήποτε νόμιμο λόγο.
Άρθρο 6
Ειδικές διαδικασίες αποϋλοποίησης
1. Εάν η αποϋλοποίηση διενεργείται με απευθείας έκδοση των κινητών αξιών σε άυλη μορφή, κατά το χρόνο που εκκρεμεί αίτηση καταχώρισης του εκδότη, ως προς τις κινητές αξίες στις οποίες αφορά η αίτηση, δεν εκδίδονται ενσώματοι τίτλοι. Εφόσον η αίτηση για καταχώρίση γίνει αποδεκτή από το κεντρικό αποθετήριο τίτλων ο εκδότης διαβιβάζει στο κεντρικό αποθετήριο τίτλων τις απαραίτητες καταστάσεις δικαιούχων και σχετικών κινητών αξιών προς καταχώριση στα αρχεία του σύμφωνα με τα ειδικότερα προβλεπόμενα στον Κανονισμό του.
2. Εάν οι προς καταχώριση τίτλοι της παραγράφου 1 είναι ανώνυμες μετοχές του κ.ν. 2190/1920 (Α΄37), η εκδότρια ανώνυμη εταιρεία διαβιβάζει στο κεντρικό αποθετήριο τίτλων για καταχώριση στα αρχεία του κατάσταση μετόχων και μετοχών. Εάν είναι ονομαστικές μετοχές, η εκδότρια γνωστοποιεί στο κεντρικό αποθετήριο τίτλων τις οικείες εγγραφές στα βιβλία της προς καταχώριση στα αρχεία του κεντρικού αποθετηρίου τίτλων.
3. Εάν η αποϋλοποίηση διενεργείται με μετατροπή ενσώματων μετοχών του κ.ν. 2190/1920 σε άυλες, τηρείται η εξής ειδικότερη διαδικασία:
α) Η εκδότρια ανώνυμη εταιρεία, μόλις ειδοποιηθεί από το κεντρικό αποθετήριο τίτλων για την αποδοχή της αίτησης καταχώρισης, καλεί αμελλητί τους μετόχους της όπως, εντός προθεσμίας που τίθεται από αυτή, η οποία δεν μπορεί να υπολείπεται του ενός μήνα, της παραδώσουν τους μετοχικούς τίτλους και δηλώσουν τα πλήρη
στοιχεία τους ως και τυχόν εμπράγματα δικαιώματα επ’ αυτών, προκειμένου αυτά να διαβιβασθούν στο κεντρικό αποθετήριο τίτλων, και τους παρέχει πληροφόρηση ως προς τις συνέπειες της μη εμπρόθεσμης παράδοσης των μετοχών τους μέχρι την ημερομηνία μετατροπής σύμφωνα με την περίπτωση (γ). Η πρόσκληση προς τους μετόχους γίνεται σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 2 του άρθρου 26 του κ.ν. 2190/1920 και επιπλέον με δημοσίευση στο διαδικτυακό τόπο του Γενικού Εμπορικού Μητρώου σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στο άρθρο 232 του ν. 4072/2012 (Α΄86).
β) Με τη λήξη της τιθέμενης προθεσμίας η εκδότρια ανώνυμη εταιρεία παραδίδει στο κεντρικό αποθετήριο τίτλων κατάσταση και αρχείο σε ηλεκτρονική μορφή με τα στοιχεία των μετόχων και την ποσότητα των παραληφθέντων τίτλων που έκαστος κατέχει. Εφόσον πρόκειται για ονομαστικές μετοχές του κ.ν. 2190/1920, η εκδότρια δύναται, μη εφαρμοζομένου του άρθρου 12α του κ.ν. 2190/1920, να νομιμοποιήσει το μέτοχό της και χωρίς την προσκόμιση του τίτλου, εφόσον αυτός είναι εγγεγραμμένος στο μετοχολόγιό της.
γ) Το κεντρικό αποθετήριο τίτλων μετά την παραλαβή των ανωτέρω στοιχείων ειδοποιεί την εκδότρια για την ημερομηνία μετατροπής, την οποία δημοσιοποιεί μέσω της ιστοσελίδας του, και καταχωρίζει τα στοιχεία στα αρχεία του σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στον Κανονισμό του. Οι καταχωρίσεις δύναται να αφορούν και στοιχεία που κατατίθενται από την εκδότρια συμπληρωματικώς σε σχέση με παραδόσεις τίτλων μέχρι την ορισθείσα ημερομηνία μετατροπής. Κατά την ημερομηνία μετατροπής η εκδότρια ακυρώνει τους παραληφθέντες τίτλους.
δ) Σε περίπτωση μη εμφάνισης δικαιούχων μετόχων μέχρι την ημερομηνία μετατροπής οι μετοχές των μη εμφανισθέντων μετόχων εκποιούνται αμελλητί από την εκδότρια σύμφωνα με το άρθρο 7.
4. Εάν η αποϋλοποίηση διενεργείται με μετατροπή ενσώματων τίτλων σε άυλους που αφορούν κινητές αξίες εκτός των μετοχών, εφαρμόζεται ανάλογη διαδικασία προς αυτή της παραγράφου 3 με βάση τα ειδικότερα κατά περίπτωση χαρακτηριστικά των τίτλων στους οποίους αφορά.
5. Η καταχώριση στα αρχεία του κεντρικού αποθετηρίου τίτλων περιλαμβάνει και την τυχόν υφιστάμενη επικαρπία, ενέχυρο ή άλλο εμπράγματο δικαίωμα επί των κινητών αξιών, εφόσον ο εκδότης ή ο δικαιούχος του σχετικού εμπραγμάτου
δικαιώματος έχει προηγουμένως εγγράφως ενημερώσει σχετικά το κεντρικό αποθετήριο τίτλων.
Άρθρο 7
Αναγκαστική εκποίηση μετοχών συνεπεία μη εμφάνισης δικαιούχων ή εταιρικών πράξεων
1. Οι μετοχές οι οποίες αντιστοιχούν στους ενσώματους τίτλους που δεν κατατέθηκαν στην εκδότρια ανώνυμη εταιρεία σύμφωνα με την παράγραφο 3 του άρθρου 6 και οι οποίες έχουν καταχωρισθεί στα αρχεία του κεντρικού αποθετηρίου τίτλων, υπόκεινται σε εκποίηση μέσω τόπου διαπραγμάτευσης. Για την εκποίηση ορίζεται μέλος διαπραγμάτευσης που επιλέγεται από το διαχειριστή του τόπου διαπραγμάτευσης βάσει κατάστασης μελών κατ’ αλφαβητική σειρά.
Η εκποίηση διενεργείται βάσει ειδικής μεθόδου εκτός της κανονικής διαπραγμάτευσης που προβλέπεται στον Κανονισμό του τόπου διαπραγμάτευσης. Η τιμή εκποίησης βρίσκεται εντός των ορίων ημερήσιας διακύμανσης της εκποιούμενης κινητής αξίας και δεν λαμβάνεται υπόψη κατά τον προσδιορισμό τιμών και δεικτών την ημέρα διενέργειας της εκποίησης.
2. Η εκδότρια ανώνυμη εταιρεία δημοσιοποιεί στην ιστοσελίδα της και σε αυτή του τόπου διαπραγμάτευσης τις προκαθορισμένες από αυτή ημερομηνίες εκποίησης τουλάχιστον δέκα (10) ημέρες πριν την ημερομηνία εκποίησης. Σε παρόμοια δημοσιοποίηση προβαίνει και ως προς τα αποτελέσματα της εκποίησης.
3. Οι ως άνω υποκείμενες σε εκποίηση μετοχές εκποιούνται, με επιμέλεια της εκδότριας ανώνυμης εταιρείας, ελεύθερες από κάθε δικαίωμα ή επιβάρυνση. Το προϊόν της εκποίησης κατατίθεται, εντός τριών (3) εργασίμων ημερών από την ημερομηνία εκποίησης, από την εκδότρια στο Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων στη διάθεση των δικαιούχων, στους οποίους αποδίδεται με βάση σχετικό έγγραφο της εκδότριας. Η εκδότρια προβαίνει, ταυτόχρονα με την κατάθεση, σε σχετική έγγραφη ενημέρωση των δικαιούχων μετόχων ως προς τα αποτελέσματα της εκποίησης και το ποσό της εκποίησης και ως προς τα στοιχεία του λογαριασμού στον οποίο βρίσκεται κατατεθειμένο για λογαριασμό τους το σχετικό ποσό.
4. Εάν μετά από αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου εκδότη ή άλλη εταιρική πράξη προκύψουν κλασματικά υπόλοιπα κινητών αξιών, οι σχετικές κινητές αξίες, αφού καταχωρισθούν στα αρχεία του κεντρικού αποθετηρίου τίτλων, εκποιούνται αμελλητί με επιμέλεια του εκδότη μέσω τόπου διαπραγμάτευσης και το προϊόν της εκποίησης αποδίδεται στους δικαιούχους σύμφωνα με τα ειδικότερα προβλεπόμενα στον Κανονισμό του κεντρικού αποθετηρίου τίτλων. Ως προς τη διαδικασία της εκποίησης εφαρμόζονται οι παράγραφοι 1 και 2.
Άρθρο 8
Καταχώριση κινητών αξιών μετά από ακινητοποίηση
1. Κινητές αξίες εκδότη μπορεί να κατατίθενται προς ακινητοποίηση και να καταχωρίζονται στο κεντρικό αποθετήριο τίτλων σε λογιστική μορφή σύμφωνα με όσα ειδικότερα προβλέπονται στον Κανονισμό του.
2. Οι κινητές αξίες που ακινητοποιούνται σε κεντρικό αποθετήριο τίτλων παριστώνται δια λογιστικών εγγραφών ή αποθετηρίων που εκδίδονται και καταχωρίζονται με λογιστική εγγραφή.
3. Για την ακινητοποίηση απαιτείται προηγούμενη κατάθεση των ενσώματων τίτλων στο κεντρικό αποθετήριο τίτλων. Ο εκδότης καταθέτει τους τίτλους μετά από παράδοσή τους από τους δικαιούχους, όπου συντρέχει περίπτωση εφαρμοζομένων αναλόγως των διατάξεων των άρθρων 6 και 7.
4. Από της καταθέσεως των κινητών αξιών προς ακινητοποίηση, η παρακολούθησή τους και η καταχώριση των πάσης φύσεως μεταβολών επ` αυτών διενεργείται μέσω λογιστικών εγγραφών στο κεντρικό αποθετήριο τίτλων. Τυχόν μεταβολές στους ακινητοποιημένους τίτλους συνεπεία εταιρικού ή άλλου γεγονότος σχετιζόμενου με τον εκδότη, παρακολουθούνται στο κεντρικό αποθετήριο τίτλων με αντίστοιχες λογιστικές εγγραφές ή και με έκδοση νέων αποθετηρίων καταχωριζόμενων με λογιστική εγγραφή όπου συντρέχει περίπτωση. Στις περιπτώσεις όπου συνεπεία του εταιρικού γεγονότος απαιτείται αντικατάσταση των ακινητοποιημένων τίτλων με νέους ή άλλη μεταβολή επ’ αυτών, ιδίως λόγω συνένωσης ή διάσπασης των τίτλων ή έκδοσης νέων τίτλων, ο εκδότης προβαίνει στις
απαραίτητες ενέργειες αντικατάστασης και κατάθεσης νέων τίτλων στο κεντρικό αποθετήριο τίτλων ανάλογα με την περίπτωση.
5. Οι ακινητοποιημένοι τίτλοι δεν περιλαμβάνονται στον ισολογισμό του κεντρικού αποθετηρίου τίτλων, δεν αποτελούν μέρος της πτωχευτικής του περιουσίας και δεν μπορούν να αποτελέσουν αντικείμενο εναντίον του κατάσχεσης ή δέσμευσης, σε περίπτωση δε που κατασχεθούν παρά ταύτα μπορεί να ασκηθεί ανακοπή με ανάλογη εφαρμογή του άρθρου 936 Κ.Πολ.Δ.
6. Σε περίπτωση άρσης της ακινητοποίησης των κινητών αξιών, οι επενδυτές που είναι εγγεγραμμένοι στο κεντρικό αποθετήριο τίτλων κατά το χρόνο της άρσης, διατηρούν τις πάσης φύσεως αξιώσεις που συνδέονται με αυτές έναντι του εκδότη των κινητών αξιών.
Άρθρο 9
Μεταβολές ως προς κινητές αξίες σε λογιστική μορφή
Επί οποιασδήποτε μεταβολής που αφορά κινητές αξίες σε λογιστική μορφή, ενδεικτικά, μεταβολή της ονομαστικής αξίας, μετατροπή τους σε μετοχές άλλης κατηγορίας, το κεντρικό αποθετήριο τίτλων ενημερώνει τα αρχεία του με βάση ανακοίνωση του εκδότη.
Άρθρο 10
Καταχώριση πιστοποιητικών κατάθεσης
Τα πιστοποιητικά κατάθεσης κατά την έννοια του άρθρου 4 του ν. 3756/2009 καταχωρίζονται σε κεντρικό αποθετήριο τίτλωνεφαρμοζομένων ως προς αυτά των διατάξεων του παρόντος νόμου που εμπίπτουν στη λειτουργία τους.
Άρθρο 11
Παρακολούθηση κινητών αξιών μέσω σύνδεσης με άλλα κεντρικά αποθετήρια τίτλων ή διαμεσολαβητές
1. Κεντρικό αποθετήριο τίτλων δύναται να διατηρεί επ’ ονόματί του συλλογικό λογαριασμό αξιών σε άλλο κεντρικό αποθετήριο τίτλων ή διαμεσολαβητή μέσω σύνδεσης κατά τα προβλεπόμενα στον Κανονισμό (ΕΕ) 909/2014. Ως δικαιούχοι των σχετικών κινητών αξιών ορίζονται οι εγγεγραμμένοι ή ταυτοποιούμενοι στο κεντρικό αποθετήριο τίτλων σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος νόμου.
2. Το κεντρικό αποθετήριο τίτλων διαχωρίζει τους συλλογικούς λογαριασμούς αξιών, που ως άνω τηρεί, προβαίνοντας στις κατά περίπτωση αναγκαίες εγγραφές με βάση τους λογαριασμούς δικαιούχων ή εγγεγραμμένων διαμεσολαβητών στα δικά του αρχεία και βιβλία σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στο Κεφάλαιο Γ΄.
Άρθρο 12
Υπηρεσίες καταχώρισης για μη εισηγμένες κινητές αξίες
1. Εκδότες κινητών αξιών δύνανται να εκδίδουν κινητές αξίες σε άυλη μορφή, μη εισηγμένες ή ενταγμένες προς διαπραγμάτευση, εφόσον το καταστατικό τους προβλέπει τον τρόπο έκδοσης ή καταχώρισής τους σε λογιστική μορφή από κεντρικό αποθετήριο τίτλων. Το κεντρικό αποθετήριο τίτλων μπορεί να παρέχει σχετικές υπηρεσίες καταχώρισης σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στον Κανονισμό του.
2. Ως προς τις κινητές αξίες που καταχωρίζονται σύμφωνα με την προηγούμενη παράγραφο εφαρμόζονται οι αντίστοιχες περί κινητών αξιών διατάξεις του παρόντος νόμου, εκτός των διατάξεων των παραγράφων 3 και 4 του άρθρου 6 και του άρθρου 7. Εάν υφίστανται ενσώματοι τίτλοι κατά το χρόνο της αίτησης καταχώρισης που υποβάλλεται από τον εκδότη προς το κεντρικό αποθετήριο τίτλων, καταχώριση δε διενεργείται εφόσον δεν παραδοθεί στον εκδότη προηγουμένως και ακυρωθεί το σύνολο των κινητών αξιών της έκδοσης στην οποία αφορά η σχετική αίτηση.
3. Οι ανώνυμες εταιρείες της παραγράφου 1 υπάγονται στις διατάξεις του κ.ν. 2190/1920 περί μη εισηγμένων εταιρειών εκτός εάν άλλως ορίζουν στο καταστατικό τους σύμφωνα με την παράγραφο 4. Όπου προβλέπεται από το νόμο κατάθεση των μετοχών για την άσκηση των μετοχικών δικαιωμάτων, η σχετική δέσμευση των άυλων μετοχών που διενεργεί το κεντρικό αποθετήριο τίτλων σύμφωνα με τον Κανονισμό του ισοδυναμεί με κατάθεση. Το κεντρικό αποθετήριο τίτλων χορηγεί βεβαιώσεις δέσμευσης στους ενδιαφερομένους μετόχους ως αποδεικτικό καταθέσεως.
4. Οι ανώνυμες εταιρείες της παραγράφου 1 μπορούν, με σχετική πρόβλεψη στο καταστατικό τους, να υπαχθούν στις διατάξεις του κ.ν. 2190/1920 που ισχύουν για τη σύγκληση, συνεδρίαση, συμμετοχή των μετόχων, λήψη αποφάσεων, καθώς και την άσκηση άλλων μετοχικών δικαιωμάτων σε γενικές συνελεύσεις εταιρειών με μετοχές εισηγμένες σε χρηματιστήριο. Η σχετική καταστατική πρόβλεψη αφορά μόνο την υπαγωγή στο σύνολο των ανωτέρω διατάξεων.
5. Οι εκδότες που προβαίνουν σε καταχωρίσεις κινητών αξιών σύμφωνα με τις προηγούμενες παραγράφους οφείλουν να διαθέτουν ιστοσελίδα.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ΄
ΕΙΔΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΑΤΑΧΩΡΙΣΗ ΕΜΠΡΑΓΜΑΤΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ ΕΠΙ ΚΙΝΗΤΩΝ ΑΞΙΩΝ ΚΑΙ ΤΙΣ ΥΠΗΡΕΣΙΕΣ ΜΗΤΡΩΟΥ
Άρθρο 13
Εμπράγματα δικαιώματα επί κινητών αξιών
1. Οι μεταβιβάσεις κινητών αξιών που τηρούνται σε λογαριασμούς σε κεντρικό αποθετήριο τίτλων διενεργούνται από την καταχώριση σε αυτούς.
2. Στην περίπτωση συλλογικών λογαριασμών αξιών αποθετηρίου οι συμμετέχοντες οφείλουν, ταυτόχρονα με την ολοκλήρωση του διακανονισμού στο κεντρικό αποθετήριο τίτλων, να εγγράφουν στα αρχεία και βιβλία τους τους δικαιούχους πελάτες τους για τους οποίους ενεργούν αμελλητί. Στην περίπτωση συλλογικών λογαριασμών αξιών διαμεσολαβητή, οι διαμεσολαβητές οφείλουν να προβαίνουν σε αντίστοιχες εγγραφές στα αρχεία και βιβλία τους των δικαιούχων πελάτων τους αμελλητί.
3. Στην περίπτωση συλλογικού λογαριασμού αξιών αποθετηρίου τα πάσης φύσεως εμπράγματα δικαιώματα επί των τηρούμενων μέσω αυτού κινητών αξιών αποδεικνύονται με σχετικές λογιστικές εγγραφές στα αρχεία και βιβλία του συμμετέχοντος που τον τηρεί ως και με κάθε άλλο έγγραφο αποδεικτικό στοιχείο. Με αντίστοιχες εγγραφές στα αρχεία και βιβλία του διαμεσολαβητή και συναφή αποδεικτικά στοιχεία αποδεικνύονται και τα πάσης φύσεως εμπράγματα δικαιώματα
επί των κινητών αξιών που τηρούνται μέσω συλλογικού λογαριασμού αξιών διαμεσολαβητή.
4. Οι συμμετέχοντες και διαμεσολαβητές οφείλουν ανά πάσα στιγμή να διασφαλίζουν ότι υπάρχει αντιστοίχιση μεταξύ των κινητών αξιών που τηρούνται μέσω συλλογικού λογαριασμού αξιών με τις κινητές αξίες των πελατών τους, τις οποίες απεικονίζουν ανά πάσα στιγμή στα βιβλία τους τηρουμένων και των λοιπών διατάξεων της κείμενης νομοθεσίας.
5. Για τη λογιστική εγγραφή δικαιώματος ενεχύρασης ή άλλης επιβάρυνσης επί κινητών αξιών τηρούμενων σε κεντρικό αποθετηρίου τίτλων ή μέσω διαμεσολαβητή απαιτείται επίδοση της σχετικής σύμβασης στο κεντρικό αποθετήριο τίτλων ή στο διαμεσολαβητή αντίστοιχα. Στην ρύθμιση του προηγούμενου εδάφιου δεν υπάγονται οι ασφάλειες που διέπονται από τις διατάξεις του ν. 3301/2004 (Α΄263) ή από άλλες ειδικές ρυθμίσεις.
6. Ως προς τις κινητές αξίες, που τηρούνται σε κεντρικό αποθετήριο τίτλων ή μέσω διαμεσολαβητή σύμφωνα με τους όρους των προηγουμένων παραγράφων, δύναται κατόπιν σχετικής συμφωνίας να εφαρμόζονται αναλογικά οι διατάξεις του ν. 5638/1932 «περί καταθέσεως εις κοινό λογαριασμό».
7. Με τον Κανονισμό του κεντρικού αποθετηρίου τίτλων καθορίζονται οι όροι και οι προϋποθέσεις καταχώρισης των δικαιούχων κινητών αξιών και των δικαιωμάτων τους, παρακολούθησης των τυχόν μεταβολών επί των καταχωρίσεων ως και κάθε άλλο σχετικό θέμα.
8. Το κεντρικό αποθετήριο τίτλων δύναται να παρέχει σε εγγεγραμμένους διαμεσολαβητές συλλογικών λογαριασμών αξιών αποθετηρίου υπηρεσίες λογιστικής εγγραφής για τους δικαιούχους πελάτες τους προς απόδειξη των δικαιωμάτων τους επί των σχετικών κινητών αξιών απευθείας από τα αρχεία και συστήματα του κεντρικού αποθετηρίου τίτλων. Το κεντρικό αποθετήριο τίτλων καθορίζει τους όρους και τις προϋποθέσεις παροχής των σχετικών υπηρεσιών με τον Κανονισμό του.
Άρθρο 14
Υπηρεσίες μητρώου
1. Οι υπηρεσίες μητρώου μετόχων σε σχέση με μετοχές σε λογιστική μορφή ανωνύμων εταιρειών του κ.ν. 2190/1920 παρέχονται από κεντρικό αποθετήριο τίτλων σύμφωνα με τον Κανονισμό (ΕΕ) 909/2014 και τους όρους του παρόντος νόμου.
2. Το κεντρικό αποθετήριο τίτλων παρέχει στο πλαίσιο των υπηρεσιών μητρώου και υπηρεσίες ταυτοποίησης των μετόχων προς τις εκδότριες ανώνυμες εταιρείες. Οι υπηρεσίες ταυτοποίησης αφορούν την εξακρίβωση των στοιχείων των μετόχων και των μετοχών, που τηρούνται μέσω των συλλογικών λογαριασμών αξιών αποθετηρίου, περιλαμβανομένων και των δικαιωμάτων ψήφου όπου συντρέχει περίπτωση, ως και τη γνωστοποίηση των στοιχείων αυτών από το κεντρικό αποθετήριο τίτλων στις εκδότριες ανώνυμες εταιρείες.
3. Το κεντρικό αποθετήριο τίτλων παρέχει στις εκδότριες ανώνυμες εταιρείες στοιχεία μετόχων και μετοχών σύμφωνα με τα άρθρα 16 και 17 περιλαμβανομένων και των δικαιωμάτων ψήφου όπου συντρέχει περίπτωση, ενεργώντας ως φορέας όπου τηρούνται οι κινητές αξίες κατά την έννοια της παραγράφου 4 του άρθρου 28α του κ.ν. 2190/1920. Οι ως άνω υπηρεσίες παρέχονται μετά από σχετική συμφωνία με την εκδότρια. Οι ειδικότεροι όροι και προϋποθέσεις παροχής των υπηρεσιών μητρώου και σχετικών ταυτοποιήσεων από το κεντρικό αποθετήριο τίτλων καθορίζονται με τον Κανονισμό του.
4. Εκδότριες ανώνυμες εταιρείες του κ.ν. 2190/1920 με μετοχές σε λογιστική μορφή, ως προς τις οποίες δεν παρέχονται υπηρεσίες μητρώου από κεντρικό αποθετήριο τίτλων, εξακριβώνουν τα στοιχεία των μετόχων και των μετοχών ή των δικαιωμάτων ψήφου μέσω των συμμετεχόντων και εγγεγραμμένων διαμεσολαβητών στο κεντρικό αποθετήριο τίτλων. Στην περίπτωση αυτή τα στοιχεία των συμμετεχόντων και εγγεγραμμένων διαμεσολαβητών τίθενται από τα κεντρικά αποθετήρια τίτλων στη διάθεση των εκδοτριών εταιρειών σε πρώτη ζήτηση. Εφόσον εφαρμόζεται η παρούσα παράγραφος ως προς τις υπηρεσίες μητρώου, ως φορείς τήρησης των κινητών αξιών κατά την έννοια της παραγράφου 4 του άρθρου 28α του κ.ν. 2190/1920 νοούνται το κεντρικό αποθετήριο τίτλων, οι συμμετέχοντες και οι εγγεγραμμένοι διαμεσολαβητές. Η παρούσα παράγραφος εφαρμόζεται και σε κάθε άλλη περίπτωση κινητών αξιών εκδοτών που εκδίδονται σε λογιστική μορφή ως προς τις οποίες το κεντρικό αποθετήριο τίτλων δεν παρέχει υπηρεσίες μητρώου.
Άρθρο 15
Στοιχεία ταυτοποιήσεων
1. Το κεντρικό αποθετήριο τίτλων διενεργεί τις ταυτοποιήσεις δικαιούχων στα συστήματά του με βάση τα παρεχόμενα ανάλογα με την περίπτωση στοιχεία από τους εκδότες, τους συμμετέχοντες σε αυτό ή και από άλλα νομιμοποιούμενα πρόσωπα. Στα νομιμοποιούμενα πρόσωπα μπορεί να περιλαμβάνονται διαχειριστές τόπων διαπραγμάτευσης, κεντρικοί αντισυμβαλλόμενοι του Κανονισμού (ΕΕ) 648/2012, άλλοι διαχειριστές Συστήματος κατά την έννοια του Μέρους ΙΙ του ν. 3606/2007 και εγγεγραμμένοι διαμεσολαβητές σύμφωνα με τα ειδικότερα προβλεπόμενα στον Κανονισμό του.
2. Τα πρόσωπα της παραγράφου 1 οφείλουν να παρέχουν εμπροθέσμως και προσηκόντως κάθε στοιχείο και πληροφορία που τους ζητείται από το κεντρικό αποθετήριο τίτλων για τη διενέργεια των ταυτοποιήσεων σύμφωνα με τους όρους και τις διαδικασίες του.
Άρθρο 16
Εγγεγραμμένοι μέτοχοι στο κεντρικό αποθετήριο τίτλων
1. Στις περιπτώσεις ανωνύμων μετοχών του κ.ν. 2190/1920, ο εγγεγραμμένος δικαιούχος στο κεντρικό αποθετήριο τίτλων θεωρείται μέτοχος.
2. Επί ονομαστικών μετοχών του κ.ν. 2190/1920 ο εγγεγραμμένος δικαιούχος στο κεντρικό αποθετήριο τίτλων θεωρείται μέτοχος έναντι της εκδότριας ανώνυμης εταιρείας. Η εκδότρια ονομαστικών μετοχών δικαιούται να έχει πρόσβαση στις καταχωρίσεις και λογιστικές εγγραφές οποτεδήποτε.
Άρθρο 17
Ειδικές διατάξεις συλλογικών λογαριασμών αξιών αποθετηρίου και ταυτοποίησης
1. Επί ανωνύμων μετοχών σε λογιστική μορφή του κ.ν. 2190/1920 που τηρούνται μέσω συλλογικών λογαριασμών αξιών αποθετηρίου, μέτοχος θεωρείται ο ταυτοποιούμενος μέσω του εγγεγραμμένου διαμεσολαβητή που τηρεί το σχετικό
λογαριασμό. Επί ονομαστικών μετοχών του κ.ν. 2190/1920, ο ταυτοποιούμενος ως άνω θεωρείται μέτοχος έναντι της εκδότριας ανώνυμης εταιρείας κατά παρέκκλιση των διατάξεων του άρθρου 8β του κ.ν. 2190/1920.
2. Ο εγγεγραμμένος διαμεσολαβητής οφείλει να ταυτοποιεί τα στοιχεία των δικαιούχων πελατών του προς άσκηση των δικαιωμάτων τους έναντι του εκδότη οποτεδήποτε τούτο προβλέπεται σύμφωνα με τις διατάξεις της κείμενης νομοθεσίας. Η εκδότρια ανώνυμη εταιρεία του κ.ν. 2190/1920 δικαιούται να αιτείται την ταυτοποίηση των στοιχείων των μετόχων ονομαστικών μετοχών οποτεδήποτε.
3. Η γνωστοποίηση των στοιχείων των ως άνω ταυτοποιούμενων μετόχων διενεργείται προς την εκδότρια εταιρεία από το κεντρικό αποθετήριο τίτλων ή, εφόσον δεν το επιλέξει η εκδότρια ή το κεντρικό αποθετήριο τίτλων δεν παρέχει σχετικές υπηρεσίες μητρώου, απευθείας από τους συμμετέχοντες και εγγεγραμμένους διαμεσολαβητές σύμφωνα με την παράγραφο 4 του άρθρου 14.
4. Έναντι της εκδότριας ανώνυμης εταιρείας θεωρείται ότι έχει δικαίωμα συμμετοχής και ψήφου στη γενική συνέλευση ο εγγεγραμμένος σύμφωνα με το άρθρο 16 ή ο ταυτοποιούμενος σύμφωνα με την παράγραφο 1 ως μέτοχος , κατά την οριζόμενη στην παρ. 4 του άρθρου 28α του κ.ν. 2190/1920 ημερομηνία καταγραφής.
5. Η ταυτοποίηση των δικαιούχων διενεργείται αμελλητί όταν αυτό ζητείται από την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς ή επιβάλλεται με διάταξη νόμου.
6. Κάθε εγγεγραμμένος διαμεσολαβητής οφείλει να διαθέτει επαρκείς μηχανισμούς και διαδικασίες για την εμπρόθεσμη και προσήκουσα ταυτοποίηση των δικαιούχων κινητών αξιών ως προς τους οποίους τηρεί τις σχετικές κινητές αξίες μέσω συλλογικού λογαριασμού αξιών αποθετηρίου.
Άρθρο 18
Προσδιορισμός δικαιούχων κατά την ημερομηνία καταγραφής και χορήγηση βεβαιώσεων
1. Το κεντρικό αποθετήριο τίτλων προσδιορίζει τους δικαιούχους κινητών αξιών με βάση τα στοιχεία εγγεγραμμένων ή ταυτοποιημένων δικαιούχων, που διαθέτει, προς άσκηση των δικαιωμάτων τους βάσει της ημερομηνίας καταγραφής (record date) έναντι του εκδότη όπως καθορίζεται σύμφωνα με την κείμενη νομοθεσία ιδίως τον κ.ν. 2190/1920 και την Οδηγία 2007/36/ΕΚ (EE L184/17.7.2007), όπως ισχύουν, ή και με άλλες νόμιμες προθεσμίες και ανακοινώσεις του εκδότη.
2. Το κεντρικό αποθετήριο τίτλων βεβαιώνει την ιδιότητα του δικαιούχου κινητών αξιών, τον αριθμό των κινητών αξιών εκάστου δικαιούχου, ως και τις τυχόν επιβαρύνσεις επ’ αυτών. Το κεντρικό αποθετήριο τίτλων χορηγεί σχετική βεβαίωση στο πρόσωπο υπέρ του οποίου είναι καταχωρισμένη ενεχύραση ή άλλη επιβάρυνση στα αρχεία του. Κάθε βεβαίωση του κεντρικού αποθετηρίου τίτλων πρέπει να έχει το αντίστοιχο με τον προορισμό της περιεχόμενο.
3. Όπου στην κείμενη νομοθεσία προβλέπεται η έκδοση βεβαίωσης από φορέα, στα αρχεία του οποίου τηρούνται κινητές αξίες εκδότη εισηγμένες σε τόπο διαπραγμάτευσης, που αφορά την άσκηση μετοχικών ή άλλων αξιογραφικών δικαιωμάτων έναντι του εκδότη, όπως ιδίως αυτών που συνδέονται με γενική συνέλευση που συγκλήθηκε, ως σχετικός φορέας νοείται το κεντρικό αποθετήριο τίτλων που λειτουργεί σύμφωνα με τον παρόντα νόμο εκτός εάν το κεντρικό αποθετήριο τίτλων δεν παρέχει υπηρεσίες μητρώου και σχετικής ταυτοποίησης στην εκδότρια οπότε εφαρμόζεται η παράγραφος 4.
4. Στις περιπτώσεις όπου το κεντρικό αποθετήριο τίτλων δεν παρέχει στην εκδότρια υπηρεσίες μητρώου και σχετικής ταυτοποίησης, τα στοιχεία δικαιούχων της παρ. 2 οφείλουν να παρέχουν προς τον εκδότη οι συμμετέχοντες και εγγεγραμμένοι διαμεσολαβητές στο κεντρικό αποθετήριο τίτλων σύμφωνα με την παράγραφο 4 του άρθρου 14. Στην περίπτωση αυτή, οι βεβαιώσεις εκδίδονται από τους συμμετέχοντες και εγγεγραμμένους διαμεσολαβητές.
Άρθρο 19
Συνέπειες μη ταυτοποίησης μετόχων
1. Με την επιφύλαξη του εδαφ. 2 της παρ. 6 του άρθρου 28α του κ.ν. 2190/1920, η μη εμπρόθεσμη ταυτοποίηση μετόχων εισηγμένων εταιρειών από τους εγγεγραμμένους διαμεσολαβητές, κατά την ημερομηνία καταγραφής προς άσκηση των δικαιωμάτων τους συνεπάγεται τη στέρηση του δικαιώματος παράστασης στη γενική συνέλευση της εταιρείας και άσκησης του δικαιώματος ψήφου ως προς τις
μετοχές στις οποίες αφορά. Η παράλειψη της ταυτοποίησης ή η καθυστερημένη ταυτοποίηση δεν επιδρά στο κύρος της απόφασης της γενικής συνέλευσης.
2. Πέραν των προβλεπομένων στην προηγούμενη παράγραφο, εφόσον βάσει ειδικής ρύθμισης προβλέπεται απαγόρευση, αναστολή ή άλλος περιορισμός σε ό,τι αφορά την άσκηση περιουσιακών δικαιωμάτων για συγκεκριμένες κατηγορίες προσώπων η μη εμπρόθεσμη ταυτοποίηση των μετόχων μέχρι και την ημερομηνία καταγραφής προς άσκηση των περιουσιακών δικαιωμάτων τους, συνεπάγεται την μη πίστωση μερίσματος ή άλλου περιουσιακού οφέλους που απορρέει από τις μετοχές. Το μέρισμα ή άλλο περιουσιακό όφελος που δεν πιστώνεται τηρείται σε ειδικό λογαριασμό στην εκδότρια εταιρεία και δύναται να αναζητηθεί από τον μέτοχο που θα ταυτοποιηθεί, σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος νόμου, εντός χρονικού διαστήματος πέντε ετών από τον χρόνο πίστωσης του ποσού στον ως άνω ειδικό λογαριασμό. Μετά την πάροδο του ως άνω χρονικού διαστήματος οι αξιώσεις αυτές παραγράφονται. Τα προβλεπόμενα στο προηγούμενο εδάφιο δεν επηρεάζουν την απαγόρευση, αναστολή ή άλλο περιορισμό στην άσκηση των περιουσιακών δικαιωμάτων που προβλέπουν οι οικείες διατάξεις του νόμου ή του καταστατικού της εταιρείας.
3. Οι συμμετέχοντες στο κεντρικό αποθετήριο τίτλων οφείλουν να παρέχουν έγγραφη ενημέρωση στους εγγεγραμμένους διαμεσολαβητές και πελάτες τους ως προς την ύπαρξη των συνεπειών του παρόντος άρθρου.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Δ΄
ΕΙΔΙΚΕΣ ΠΡΟΣΤΑΤΕΥΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ
Άρθρο 20
Ειδικές διατάξεις για την κατάσχεση και εκποίηση κινητών αξιών λόγω αναγκαστικής εκτέλεσης
1. Οι τηρούμενοι στο κεντρικό αποθετήριο τίτλων συλλογικοί λογαριασμοί δεν υπόκεινται σε κατάσχεση.
2. Κατάσχεση που επιβάλλεται σε κινητές αξίες ή κεφάλαια που τηρούνται στο κεντρικό αποθετήριο τίτλων σε λογαριασμό επ’ ονόματι δικαιούχου ως προς τα
οποία εκκρεμεί εκκαθάριση σύμφωνα με τα άρθρα 72 και επ. του ν. 3606/2007 ή διακανονισμός βάσει σχετικών εντολών μεταβίβασης κατά την έννοια του ν. 2789/2000 (Α΄ 21), θεωρείται ως επιβαλλόμενη επί του καθαρού προϊόντος του τελούμενου διακανονισμού μετ’ αφαίρεση των πάσης φύσεως προβλεπομένων τελών και χρεώσεων.
3. Η κατάσχεση κινητών αξιών θεωρείται ως κατάσχεση επί κινητού πράγματος που βρίσκεται εις χείρας τρίτου εφαρμοζομένων των διατάξεων του άρθρου 991Α Κ.Πολ.Δ. Στην περίπτωση της ως άνω κατάσχεσης ως δημόσιος αναγκαστικός πλειστηριασμός νοείται η διαδικασία της εκποίησης που διενεργείται βάσει ειδικής μεθόδου εκτός της κανονικής διαπραγμάτευσης που προβλέπεται στον Κανονισμό του τόπου διαπραγμάτευσης. Η τιμή εκποίησης βρίσκεται εντός των ορίων ημερήσιας διακύμανσης της εκποιούμενης κινητής αξίας και δεν λαμβάνεται υπόψη κατά τον προσδιορισμό τιμών και δεικτών την ημέρα διενέργειας της εκποίησης. Για την εκποίηση ορίζεται μέλος διαπραγμάτευσης που επιλέγεται από το διαχειριστή του τόπου διαπραγμάτευσης βάσει κατάστασης μελών κατ’ αλφαβητική σειρά. Ο διαχειριστής του τόπου διαπραγμάτευσης ανακοινώνει στην ιστοσελίδα του τη διενέργεια της ως άνω εκποίησης.
4. Σε περίπτωση εκποίησης κινητών αξιών που βρίσκονται σε αναστολή διαπραγμάτευσης εφαρμόζονται οι διατάξεις των άρθρων 982επ ΚΠολΔ περί κατάσχεσης εις χείρας τρίτου κατά παρέκκλιση των διατάξεων των άρθρων 967ΚΠολΔ και 991ΑΚΠολΔ.
5. Οι διατάξεις της παραγράφου 3 εφαρμόζονται σε κάθε περίπτωση εκποίησης κινητών αξιών λόγω αναγκαστικής εκτελέσεως, δικαστικής διανομής ή εκούσιας πώλησης.
Άρθρο 21
Προνόμια επενδυτών σε περίπτωση αφερεγγυότητας διαμεσολαβητή
1. Εάν το υπόλοιπο συλλογικού λογαριασμού αξιών διαμεσολαβητή, έναντι του οποίου έχει ανοίξει διαδικασία αφερεγγυότητας κατά την έννοια του ν. 2789/2000 δεν επαρκεί για την ικανοποίηση των δικαιούχων, αυτοί ικανοποιούνται προνομιακώς εκ του ιδίου λογαριασμού του διαμεσολαβητή. Εάν δεν επαρκεί και το υπόλοιπο του ιδίου λογαριασμού, οι δικαιούχοι ικανοποιούνται σύμμετρα.
2. Ως ίδιος λογαριασμός για τις ανάγκες της προηγούμενης παραγράφου νοείται και ο λογαριασμός του διαμεσολαβητή, ως πελάτη άλλου διαμεσολαβητή. Ως λογαριασμός εκ του οποίου ικανοποιούνται συμμέτρως οι δικαιούχοι, νοείται ο λογαριασμός μόνο των κινητών αξιών της αυτής έκδοσης
3. Για το υπόλοιπο της απαιτήσεώς τους οι επενδυτές ικανοποιούνται προνομιακώς εκ της λοιπής περιουσίας του διαμεσολαβητή, κατατασσόμενοι ως προνομιούχοι πριν από τη σειρά των απαιτήσεων, που ορίζεται στην περίπτωση 3 του άρθρου 975 του Κ.Πολ.Δ. και πριν από τη διαίρεση κατά το άρθρο 977 του Κ.Πολ.Δ.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ε΄
ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΠΕΡΙ ΑΠΟΡΡΗΤΟΥ
Άρθρο 22
Απόρρητο αρχείων κεντρικού αποθετηρίου τίτλων
1. Τα πάσης φύσεως στοιχεία και δεδομένα που τηρούνται από κεντρικό αποθετήριο τίτλων ως και οι καταχωρίσεις που διενεργούνται σε σχέση με κινητές αξίες στα αρχεία του προστατεύονται από αυτό ως απόρρητες με την επιφύλαξη των ειδικότερων περιπτώσεων που προβλέπονται στην κείμενη νομοθεσία.
2. Το απόρρητο των εν λόγω στοιχείων και δεδομένων δεν ισχύει έναντι της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς, της Τράπεζας της Ελλάδος και άλλων αρχών ή φορέων που προβλέπονται στην κείμενη νομοθεσία, καθώς και των συστημάτων εκκαθάρισης ή κεντρικού αντισυμβαλλομένου σύμφωνα με την παράγραφο 2 του άρθρου 81 του ν. 3606/2007 και των κεντρικών αποθετηρίων τίτλων προς άσκηση των αρμοδιοτήτων τους.
3. Το απόρρητο δεν ισχύει έναντι του εκδότη των κινητών αξιών, ο οποίος μπορεί να έχει πρόσβαση στα αρχεία του κεντρικού αποθετηρίου τίτλων προς άσκηση των δικαιωμάτων του σύμφωνα με τις εκάστοτε ισχύουσες διατάξεις.
4. Κατ’ εξαίρεση, επιτρέπεται η παροχή πληροφοριών για τις απόρρητες καταχωρίσεις στα αρχεία κεντρικού αποθετηρίου τίτλων που αφορούν κινητές αξίες
στις περιπτώσεις που προβλέπεται εκάστοτε στην κείμενη νομοθεσία ότι επιτρέπεται η παροχή πληροφοριών για τις καταθέσεις σε τράπεζες.
5. Επίσης, επιτρέπεται η παροχή πληροφοριών σε διαχειριστή τόπου διαπραγμάτευσης σε σχέση με καταχωρίσεις εισηγμένων ή ενταγμένων στο σχετικό τόπο κινητών αξιών που διενεργούνται στο κεντρικό αποθετήριο τίτλων στις εξής περιπτώσεις:
α) για τη διασφάλιση της αποτελεσματικότητας των ελέγχων που διενεργεί ο διαχειριστής για την πρόληψη και τον εντοπισμό των πράξεων κατάχρησης προνομιακών πληροφοριών και χειραγώγησης αγοράς σύμφωνα με τις διατάξεις της κείμενης νομοθεσίας
β) για τη διαπίστωση από το διαχειριστή της επαρκούς διασποράς στο ευρύ επενδυτικό κοινό των σχετικών κινητών αξιών, όπου αυτό απαιτείται από την κείμενη νομοθεσία ή προβλέπεται από τους κανόνες λειτουργίας του τόπου διαπραγμάτευσης.
Άρθρο 23
Ποινικές κυρώσεις – Δικονομικές συνέπειες
1. Απαγορεύεται σε πρόσωπα, τα οποία έχουν πρόσβαση σε καταχωρίσεις λόγω της ιδιότητάς τους ως μελών των διοικητικών, διευθυντικών ή εποπτικών οργάνων του κεντρικού αποθετηρίου τίτλων ή λόγω της συμμετοχής τους στο κεφάλαιο αυτού ή λόγω της πρόσβασης που έχουν στις πληροφορίες αυτές κατά την άσκηση της εργασίας, του επαγγέλματος ή των καθηκόντων τους, να παρέχουν, με οποιονδήποτε τρόπο, τις πληροφορίες αυτές σε τρίτους εκτός εάν ενεργούν στο πλαίσιο άσκησης νομίμων καθηκόντων τους. Η παράβαση της ως άνω απαγόρευσης τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον έξι (6) μηνών και χρηματική ποινή. Η συναίνεση ή έγκριση του δικαιούχου των κινητών αξιών ή του προσώπου, υπέρ του οποίου έχει καταχωρισθεί ενεχύραση ή άλλη επιβάρυνση, δεν αίρει τον άδικο χαρακτήρα της πράξης.
2. Τα πρόσωπα που αναφέρονται στην παράγραφο 1, καλούμενα ως μάρτυρες σε πολιτική ή ποινική δίκη, ουδέποτε εξετάζονται για τις απόρρητες καταχωρίσεις στα αρχεία του κεντρικού αποθετηρίου τίτλων που αφορούν κινητές αξίες σε αυτό, ακόμη και αν συναινεί ο δικαιούχος των σχετικών κινητών αξιών υπέρ του οποίου είναι το απόρρητο ή το πρόσωπο υπέρ του οποίου έχει καταχωρισθεί ενεχύραση ή άλλη επιβάρυνση.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΣΤ΄
ΕΠΟΠΤΕΙΑ ΚΑΙ ΚΥΡΩΣΕΙΣ
Άρθρο 24
Αρμοδιότητες της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς
1. Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς είναι αρμόδια για την εποπτεία της εφαρμογής των διατάξεων του παρόντος νόμου και του Κανονισμού (ΕΕ) 909/2014 καθώς και των κατ’ εξουσιοδότηση αυτών πράξεων.
2. Στο πλαίσιο της κατά την προηγούμενη παράγραφο εποπτείας, η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς, έχει όλες τις εξουσίες εποπτείας, συμπεριλαμβανομένων των εξουσιών ελέγχου και επιβολής επανορθωτικών μέτρων, που είναι αναγκαίες για την άσκηση των αρμοδιοτήτων της σύμφωνα με τον παρόντα νόμο, τον Κανονισμό (ΕΕ) 909/2014, καθώς και των κατ’ εξουσιοδότηση αυτών πράξεων, ιδίως σε περιπτώσεις που υπάρχουν ενδείξεις παραβατικής συμπεριφοράς.
3. Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς, ασκεί τις εποπτικές της αρμοδιότητες, συμπεριλαμβανομένων των εξουσιών ελέγχου και επιβολής επανορθωτικών μέτρων που προβλέπονται στο παρόν άρθρο καθώς και τις εξουσίες για την επιβολή κυρώσεων που προβλέπονται στο άρθρο 25:
α) άμεσα,
β) σε συνεργασία με άλλες αρχές,
γ) με αίτηση προς τις αρμόδιες δικαστικές αρχές.
Άρθρο 25
Κυρώσεις
1. Με την επιφύλαξη των εποπτικών εξουσιών η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς, για παραβάσεις των διατάξεων του παρόντος νόμου, του Κανονισμού (ΕΕ) 909/2014 και των πράξεων που εκδίδονται κατ` εξουσιοδότησή τους επιβάλλει τις ακόλουθες διοικητικές κυρώσεις και μέτρα:
α) δημόσια ανακοίνωση στην οποία αναφέρονται το φυσικό ή νομικό πρόσωπο, καθώς και η φύση της παράβασης σύμφωνα με το άρθρο 26,
β) απαίτηση από το φυσικό ή νομικό πρόσωπο να διακόψει τη συμπεριφορά του και να μην την επαναλάβει στο μέλλον,
γ) ανάκληση της άδειας λειτουργίας που έχει χορηγηθεί δυνάμει του άρθρου 16 ή 54 του Κανονισμού 909/2014, σύμφωνα με το άρθρο 20 ή 57 του ίδιου Κανονισμού,
δ) προσωρινή ή, σε περίπτωση επανειλημμένων σοβαρών παραβάσεων, οριστική απαγόρευση κατά οποιουδήποτε φυσικού προσώπου να συμμετέχει σε διοικητικό συμβούλιο ή να ασκεί διευθυντικά καθήκοντα στο εν λόγω κεντρικό αποθετήριο τίτλων,
ε) χρηματικό πρόστιμο έως το διπλάσιο του ποσού του οφέλους που αποκομίστηκε από την παράβαση εφόσον το όφελος αυτό μπορεί να προσδιοριστεί, ακόμα και στην περίπτωση που υπερβαίνει τα ανώτατα ποσά που αναφέρονται στις περιπτώσεις στ) και ζ) της παρούσας παραγράφου.
στ) σε περίπτωση νομικού προσώπου, χρηματικό πρόστιμο έως είκοσι εκατομμύρια (20.000.000,00) ευρώ ή έως 10% του συνολικού ετήσιου κύκλου εργασιών του, σύμφωνα με τις οικονομικές καταστάσεις που έχουν εγκριθεί από το Διοικητικό του Συμβούλιο κατά την προηγούμενη χρήση. Στην περίπτωση που το νομικό πρόσωπο είναι μητρική επιχείρηση ή θυγατρική μιας μητρικής επιχείρησης που οφείλει να καταρτίζει ενοποιημένες οικονομικές καταστάσεις σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 4308/2014 (Α΄ 251) και της Οδηγίας 2013/34/ΕΕ΄(L. 182/29.6.2013), ο συνολικός ετήσιος κύκλος εργασιών, ορίζεται ως ο συνολικός ετήσιος κύκλος εργασιών ή τα αντίστοιχα έσοδα σύμφωνα με το ισχύον νομοθετικό πλαίσιο περί κατάρτισης και παρουσίασης των ενοποιημένων οικονομικών καταστάσεων που προκύπτει από τις ενοποιημένες οικονομικές καταστάσεις της ανώτατης μητρικής επιχείρησης που έχουν εγκριθεί από το Διοικητικό του Συμβούλιο κατά την προηγούμενη χρήση,
ζ) σε περίπτωση φυσικού προσώπου, χρηματικό πρόστιμο έως πέντε εκατομμύρια (5.000.000,00) ευρώ.
2. Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς μπορεί, επιπροσθέτως των κυρώσεων της προηγούμενης παραγράφου, να επιβάλλει επίπληξη σε οποιοδήποτε φυσικό ή νομικό πρόσωπο παραβαίνει τις διατάξεις του παρόντος νόμου, του Κανονισμού (ΕΕ) 600/2014 και των πράξεων που εκδίδονται κατ` εξουσιοδότησή.
3. Κατά τον καθορισμό του είδους και της σοβαρότητας των διοικητικών κυρώσεων ή άλλων διοικητικών μέτρων και κατά την επιμέτρηση του ύψους των προστίμων που προβλέπονται στην παρ. 1, η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς λαμβάνει υπόψη όλες τις σχετικές περιστάσεις, συμπεριλαμβανομένων, όπου κρίνεται αναγκαίο:
α)
της βαρύτητας και της διάρκειας της παράβασης,
β)
του βαθμού ευθύνης του φυσικού ή νομικού προσώπου που είναι υπεύθυνο για την παράβαση,
γ)
της οικονομικής επιφάνειας του υπαίτιου φυσικού ή νομικού προσώπου, όπως προκύπτει ιδίως από τον συνολικό κύκλο εργασιών του νομικού προσώπου ή από το ετήσιο εισόδημα και τα περιουσιακά στοιχεία του φυσικού προσώπου,
δ)
της σημασίας των κερδών που αποκτήθηκαν ή των ζημιών που αποφεύχθηκαν από το υπαίτιο φυσικό ή νομικό πρόσωπο, στον βαθμό που μπορούν να προσδιοριστούν,
ε)
του βαθμού συνεργασίας του υπαίτιου φυσικού ή νομικού προσώπου με την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς με την επιφύλαξη της παραίτησης του υπαίτιου προσώπου από τα αποκτηθέντα κέρδη ή τις αποφευχθείσες ζημίες.
στ)
τυχόν καθ’ υποτροπή τέλεση παραβάσεων ή προηγούμενων παραβάσεων του παρόντος νόμου και της λοιπής νομοθεσίας της κεφαλαιαγοράς από το υπαίτιο φυσικό ή νομικό πρόσωπο,
ζ) της επίπτωσης της παράβασης στη εύρυθμη λειτουργία της αγοράς και στην προστασία των επενδυτών,
θ) των αναγκών της γενικής και ειδικής πρόληψης.
Άρθρο 26
Δημοσιοποίηση αποφάσεων
1. Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς αναρτά χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση στον επίσημο διαδικτυακό της τόπο κάθε απόφασή της σχετικά με την επιβολή διοικητικής κύρωσης ή μέτρου για παραβάσεις των διατάξεων του παρόντος νόμου, του Κανονισμού (ΕΕ) 909/2014 καθώς και των πράξεων που εκδίδονται κατ’ εξουσιοδότησή τους , κατόπιν ενημέρωσης του προσώπου στο οποίο επιβλήθηκε η κύρωση σχετικά με την εν λόγω απόφαση. Στην κατά τα ανωτέρω δημοσιοποίηση
24
περιλαμβάνονται τουλάχιστον πληροφορίες σχετικά με το είδος και τη φύση της παράβασης καθώς και το φυσικό ή νομικό πρόσωπο στο οποίο επιβλήθηκε η κύρωση ή το μέτρο.
2. Εφόσον η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς κρίνει ότι η δημοσιοποίηση της ταυτότητας των νομικών προσώπων ή των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα των φυσικών προσώπων είναι δυσανάλογη, κατόπιν κατά περίπτωση αξιολόγησης που διενεργείται σχετικά με την αναλογικότητα της δημοσίευσης αυτών των δεδομένων, ή σε περίπτωση που η δημοσιοποίηση της απόφασης θέτει σε κίνδυνο τη σταθερότητα των χρηματοπιστωτικών αγορών ή διενεργούμενους ελέγχους, πράττει τουλάχιστον ένα από τα ακόλουθα:
α) καθυστερεί τη δημοσιοποίηση της απόφασης για την επιβολή διοικητικής κύρωσης ή μέτρου έως τη στιγμή που παύουν να υφίστανται οι λόγοι για τη μη δημοσίευση,
β) δημοσιοποιεί την απόφαση για την επιβολή διοικητικής κύρωσης ή μέτρου χωρίς αναφορά ονομάτων, εφόσον η ανώνυμη αυτή δημοσιοποίηση εξασφαλίζει την αποτελεσματική προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα,
γ) δεν δημοσιοποιεί την απόφαση επιβολής διοικητικής κύρωσης ή μέτρου στην περίπτωση που θεωρείται ότι οι επιλογές που αναφέρονται στις περιπτώσεις (α) και (β) ανωτέρω δεν επαρκούν για να εξασφαλιστεί:
i) ότι δεν θα τεθεί σε κίνδυνο η σταθερότητα των χρηματοπιστωτικών αγορών,
ii) η αναλογικότητα της δημοσιοποίησης των αποφάσεων αυτών σε σχέση με τα επιβληθέντα μέτρα που θεωρούνται ήσσονος σημασίας.
Στην περίπτωση απόφασης για ανώνυμη δημοσιοποίηση της διοικητικής κυρώσεως ή μέτρου, η δημοσιοποίηση των σχετικών δεδομένων μπορεί να αναβληθεί για εύλογο χρονικό διάστημα, αν προβλέπεται ότι μέσα στο διάστημα αυτό θα εκλείψουν οι λόγοι που δικαιολογούν την ανώνυμη δημοσιοποίηση.
3. Σε περίπτωση άσκησης προσφυγής ενώπιον του αρμόδιου διοικητικού δικαστηρίου κατά της απόφασης για την επιβολή διοικητικής κύρωσης ή μέτρου, η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς, δημοσιεύει άμεσα στον επίσημο διαδικτυακό τόπο της τις σχετικές πληροφορίες και κάθε περαιτέρω ενημέρωση σχετικά με την έκβαση της εκδίκασης της προσφυγής. Επιπλέον, δημοσιοποιείται κάθε μεταγενέστερη απόφαση που ακυρώνει απόφαση επιβολής διοικητικής κυρώσεως ή μέτρου.
4. Οι πληροφορίες που δημοσιοποιούνται σύμφωνα με το παρόν άρθρο παραμένουν στον επίσημο διαδικτυακό τόπο της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς για
τουλάχιστον πέντε (5) έτη από τη δημοσιοποίησή τους. Τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που δημοσιοποιούνται διατηρούνται στον επίσημο διαδικτυακό τόπο μόνο για το αναγκαίο χρονικό διάστημα, σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις περί προστασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα του ν. 2472/1997 (Α΄ 50).
Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς ενημερώνει την ΕΑΚΑΑ σχετικά με όλες τις διοικητικές κυρώσεις που επιβλήθηκαν χωρίς να δημοσιοποιηθούν σύμφωνα με την περίπτωση (γ) της παραγράφου 2 του παρόντος άρθρου συμπεριλαμβανομένων των σχετικών προσφυγών και της έκβασής τους.
5. Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς διαβιβάζει σε ετήσια βάση στην ΕΑΚΑΑ στοιχεία σε συγκεντρωτική μορφή σχετικά με τις διοικητικές κυρώσεις και τα διοικητικά μέτρα που έχει επιβάλει δυνάμει της παραγράφου 1 του άρθρου 25 για παραβάσεις του άρθρου 63 του Κανονισμού (ΕΕ) 909/2014.
6. Σε περίπτωση που η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς δημοσιοποιήσει διοικητικές κυρώσεις ή μέτρα για παραβάσεις του άρθρου 63 του Κανονισμού (ΕΕ) 909/2014, γνωστοποιεί παράλληλα το γεγονός αυτό στην ΕΑΚΑΑ.
Άρθρο 27
Καταγγελίες παραβάσεων
1. Παραβάσεις ή ενδεχόμενες παραβάσεις των διατάξεων του παρόντος νόμου, του Κανονισμού (ΕΕ) 909/2014 και των πράξεων που εκδίδονται κατ’ εξουσιοδότηση αυτών δύνανται να καταγγέλλονται στην Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς Με απόφαση της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς καθορίζονται κατάλληλες διαδικασίες και αποτελεσματικοί μηχανισμοί που επιτρέπουν την υποβολή προς αυτή καταγγελιών παραβάσεων ή ενδεχομένων παραβάσεων των εν λόγω διατάξεων.
2. Οι μηχανισμοί της προηγούμενης παραγράφου περιλαμβάνουν τουλάχιστον :
α) ειδικές διαδικασίες για την λήψη καταγγελιών σχετικά με παραβάσεις ή ενδεχόμενες παραβάσεις και την παρακολούθησή τους , συμπεριλαμβανομένης της σύστασης ασφαλών διαύλων επικοινωνίας για τις εν λόγω καταγγελίες,
β) κατάλληλη προστασία, τουλάχιστον έναντι αντιποίνων, διακρίσεων ή άλλων μορφών άνισης μεταχείρισης, για εργαζομένους σε εποπτευόμενους φορείς οι οποίοι καταγγέλλουν παραβάσεις που διαπράττονται εντός των φορέων αυτών,
γ) προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα τόσο του προσώπου που καταγγέλλει την παράβαση, όσο και του φυσικού προσώπου που φέρεται ότι διέπραξε
αυτήν , σε όλα τα στάδια των διαδικασίας, εκτός αν η δημοσιοποίηση αυτή απαιτείται από την κείμενη νομοθεσία στο πλαίσιο περαιτέρω ερευνών ή μεταγενέστερων δικαστικών διαδικασιών.
Άρθρο 28
Δικαίωμα προσφυγής
Οι αποφάσεις της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς που εκδίδονται σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος νόμου, του Κανονισμού (ΕΕ) 909/2014, καθώς και με τις πράξεις που εκδίδονται κατ΄ εξουσιοδότηση αυτών, είναι επαρκώς αιτιολογημένες και υπόκεινται, κατά περίπτωση, σε αίτηση ακύρωσης ή προσφυγή ενώπιον του αρμόδιου διοικητικού δικαστηρίου, σύμφωνα με το άρθρο 25 του ν. 3371/2005 (Α΄ 178). Η παράλειψη της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς να αποφασίσει σχετικά με αίτηση χορήγησης άδειας λειτουργίας, η οποία περιλαμβάνει όλες τις απαιτούμενες πληροφορίες, εντός έξι (6) μηνών από την υποβολή της, υπόκειται επίσης σε αίτηση ακύρωσης ενώπιον του αρμόδιου διοικητικού δικαστηρίου.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Z΄
ΜΕΤΑΒΑΤΙΚΕΣ, ΚΑΤΑΡΓΟΥΜΕΝΕΣ & ΤΡΟΠΟΠΟΙΟΥΜΕΝΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ
Άρθρο 29
Μεταβατικές και καταργούμενες διατάξεις
1. Ο διαχειριστής του Συστήματος Άυλων Τίτλων (Σ.Α.Τ.) που λειτουργεί σύμφωνα με το ν. 3756/2009, τον Κανονισμό λειτουργίας του Σ.Α.Τ. όπως έχει εκδοθεί δυνάμει της απόφασης 3/304/10.6.2004 της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς «Κανονισμός Λειτουργίας Συστήματος Άυλων Τίτλων» (Β΄ 901), όπως ισχύει, ως και τις λοιπές διατάξεις της κείμενης νομοθεσίας που αναφέρονται σε αυτόν, υποχρεούται να λάβει άδεια κεντρικού αποθετηρίου τίτλων από την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς σύμφωνα με τον Κανονισμό (ΕΕ) 909/2014, τις κατ’ εξουσιοδότηση αυτού πράξεις και τις διατάξεις του παρόντος νόμου.
2. Από τη θέση σε ισχύ της απόφασης της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς με την οποία χορηγείται η άδεια σύμφωνα με την παράγραφο 1 καταργούνται οι διατάξεις:
α) των παραγράφων 1 και 3 του άρθρου 40, των άρθρων 41, 42, 43, 44, 44α, 45, 46, 47, 48, 49 και 51 του ν. 2396/1996 (Α΄ 73) ως και της παραγράφου 2 του άρθρου 53 του ν. 3371/2005 (Α΄ 178)
β) των άρθρων 1, 2, 3, 5, 6 και 7 του ν. 3756/2009 (Α΄ 53)
γ) του άρθρου 24 του ν. 3632/1928 (Α΄ 137).
3. Από τη θέση σε ισχύ της απόφασης της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς σύμφωνα με την παράγραφο 1 καταργείται η απόφαση 3/304/10.6.2004 της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς «Κανονισμός Λειτουργίας Συστήματος Άυλων Τίτλων» (Β΄ 901), όπως ισχύει, και τα πάσης φύσεως θέματα που προβλέπονται με αυτόν ρυθμίζονται από τον Κανονισμό λειτουργίας που εγκρίνεται, σύμφωνα με το άρθρο 3 και τους όρους του παρόντος άρθρου, ταυτόχρονα με τη χορήγηση της άδειας της παραγράφου 1 από την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς.
4. Αποφάσεις της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς που έχουν εκδοθεί σύμφωνα με τις
διατάξεις των άρθρων 44 παρ. 3 και 4 και 44α παρ. 2 του ν. 2396/1996 ως και της παραγράφου 2 του άρθρου 53 του ν. 3371/2005, παύουν να ισχύουν από τη θέση σε ισχύ της απόφασης της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς σύμφωνα με την παράγραφο 1. Υφιστάμενες, κατά το χρόνο θέσης σε ισχύ της απόφασης της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς της παραγράφου 1, περιπτώσεις μη εμφάνισης δικαιούχων κινητών αξιών σύμφωνα με το άρθρο 44 του ν. 2396/1996, υπάγονται ως προς την εκποίηση αυτών στις διατάξεις του άρθρου 7 παρ. 1-3 του παρόντος νόμου. Ομοίως, υπάγονται στις διατάξεις της παρ. 4 του άρθρου 7 του παρόντος νόμου υφιστάμενες, κατά το χρόνο θέσης σε ισχύ της απόφασης της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς της παραγράφου 1, περιπτώσεις κλασματικών υπολοίπων της παραγράφου 2 του άρθρου 44α του ν. 2396/1996 ως προς την εκποίηση αυτών.
5. Από τη θέση σε ισχύ της απόφασης της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς σύμφωνα με την παράγραφο 1, όπου στην κείμενη νομοθεσία αναφέρεται ο όρος διαχειριστής του Συστήματος Άυλων Τίτλων (Σ.Α.Τ.), Σ.Α.Τ., Κεντρικό Αποθετήριο Αξιών (Κ.Α.Α.), ΑΕΑΠΟΘ, Ε.Χ.Α.Ε., ή άλλος συναφής, ή λειτουργία σχετική με τις άυλες κινητές αξίες του ν. 2396/1996 και του ν. 3756/2009, νοείται το κεντρικό αποθετήριο τίτλων στο οποίο χορηγείται άδεια σύμφωνα με το παρόν άρθρο και το οποίο θα
λειτουργεί σύμφωνα με το παρόντα νόμο και τα προβλεπόμενα στον Κανονισμό λειτουργίας του.
6. Υφιστάμενες, κατά τη θέση σε ισχύ της απόφασης της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς σύμφωνα με την παράγραφο 1, έννομες σχέσεις ή καταστάσεις που αφορούν σε τηρούμενες στο Σ.Α.Τ. άυλες αξίες ή στο διαχειριστή του Σ.Α.Τ. σύμφωνα με τις προηγούμενες παραγράφους, διέπονται από τις διατάξεις του Κανονισμού (ΕΕ) 909/2014, του παρόντος νόμου και τον Κανονισμό λειτουργίας του κεντρικού αποθετηρίου τίτλων του παρόντος άρθρου.
7. Υφιστάμενοι, κατά το χρόνο έναρξης ισχύος του παρόντος νόμου, ειδικοί λογαριασμοί του άρθρου 15 της απόφασης 3/304/10.6.2004 της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς «Κανονισμός Λειτουργίας Συστήματος Άυλων Τίτλων» (Β΄ 901) παύουν να ισχύουν στο Σύστημα Άυλων Τίτλων (Σ.Α.Τ.) από τη θέση σε ισχύ της απόφασης της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς σύμφωνα με την παράγραφο 1. Σε περίπτωση που ειδικός λογαριασμός διαθέτει υπόλοιπο κινητών αξιών, εκτός αυτών που προκύπτουν λόγω κληρονομικής διαδοχής ή τηρούνται σε μερίδα του Ταμείου Παρακαταθηκών και Δανείων, ισχύουν τα προβλεπόμενα στις παρακάτω περιπτώσεις α), β), γ) και δ). Υπόλοιπα κινητών αξιών που υφίστανται σε ειδικό λογαριασμό του θανόντος διατηρούνται σε αυτόν έως ότου ολοκληρωθεί νομίμως η μεταφορά τους.
α) Το αργότερο εντός τρίμηνης προθεσμίας που άρχεται μετά πάροδο διμήνου από την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου, οι σχετικές κινητές αξίες πρέπει να μεταφερθούν με ευθύνη του δικαιούχου σε λογαριασμό χειριστή στο Σ.Α.Τ. του δικαιούχου, εκτός εάν πρόκειται για την περίπτωση της παραγράφου 8.
β) Σε περίπτωση που μετά την παρέλευση της προθεσμίας της περίπτωσης α) υφίσταται υπόλοιπο κινητών αξιών σε ειδικό λογαριασμό του άρθρου 15 της απόφασης 3/304/10.6.2004 της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς, οι εναπομείνασες σε αυτόν κινητές αξίες εκποιούνται αναγκαστικά το αργότερο εντός τριμήνου από την παρέλευση της προθεσμίας της περίπτωσης α). Η εκποίηση διενεργείται, μετά από ανακοίνωση του διαχειριστή του Σ.Α.Τ., που πραγματοποιείται με τα μέσα της παραγράφου 9, τρεις (3) εργάσιμες ημέρες πριν την εκποίηση, από μέλος διαπραγμάτευσης μέσω τόπου διαπραγμάτευσης και βάσει των διαθέσιμων μεθόδων του τόπου αυτού. Η επιλογή του μέλους διαπραγμάτευσης διενεργείται ανά εκποίηση από το διαχειριστή του Σ.Α.Τ. βάσει κατάστασης μελών κατ’ αλφαβητική σειρά. Το προϊόν της εκποίησης μετ’ αφαίρεση των πάσης φύσεως τελών ή εξόδων της
εκποίησης κατατίθεται στο Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων επ’ ονόματι του δικαιούχου.
γ) Σε περίπτωση αναστολής των προς εκποίηση κινητών αξιών ή αδυναμίας εκποίησης αυτών ολικά ή μερικά εντός της προθεσμίας της περίπτωσης β), οι μη εκποιηθείσες κινητές αξίες κατατίθενται στο Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων, σε ειδικό λογαριασμό του στο Σ.Α.Τ., επ’ ονόματι του δικαιούχου.
δ) Εάν στο υπόλοιπο του ειδικού λογαριασμού του δικαιούχου στο Σ.Α.Τ. έχει επιβληθεί κατάσχεση, οι κατασχεμένες κινητές αξίες εκποιούνται σύμφωνα με την περίπτωση β), το αργότερο εντός τρίμηνης προθεσμίας που άρχεται μετά πάροδο ενός διμήνου από την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου.
Η κατάσχεση θεωρείται ως επιβληθείσα επί του προϊόντος της εκποίησης, όπως κατατίθεται στο Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στην περίπτωση β). Οι τυχόν μη εκποιηθείσες κινητές αξίες κατατίθενται στο Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στην περίπτωση γ) με σχετική επισήμανση της κατάσχεσης επ’ αυτών.
8. Εφόσον σε, υφιστάμενο κατά το χρόνο έναρξης ισχύος του παρόντος νόμου, ειδικό λογαριασμό του άρθρου 15 της απόφασης 3/304/10.6.2004 της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς «Κανονισμός Λειτουργίας Συστήματος Άυλων Τίτλων» (Β΄ 901) υφίστανται δεσμευμένες κινητές αξίες λόγω ενεχυρίασης ή άλλης επιβάρυνσης ισχύουν τα εξής:
α) Το αργότερο εντός τρίμηνης προθεσμίας που άρχεται μετά πάροδο διμήνου από την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου, οι σχετικές κινητές αξίες πρέπει να μεταφερθούν υπό το χειρισμό χειριστή, τον οποίο ορίζει ο δικαιούχος , στο λογαριασμό αυτού στο Σ.Α.Τ. όπου και διατηρούνται δεσμευμένες από το διαχειριστή του Σ.Α.Τ. ανάλογα με τους όρους της ενεχυρίασης ή επιβάρυνσης. Μετά το πέρας της ως άνω προθεσμίας, ο διαχειριστής του Σ.Α.Τ. οφείλει να ενημερώσει τα πρόσωπα υπέρ των οποίων έχουν συσταθεί τα σχετικά βάρη για την κατά τα ανωτέρω μεταφορά των κινητών αξιών. Εάν ο δικαιούχος δεν έχει ορίσει χειριστή, το πρόσωπο υπέρ του οποίου έχει συσταθεί το βάρος δικαιούται να ορίσει χειριστή στο λογαριασμό του δικαιούχου στο Σ.Α.Τ εντός μηνός από το πέρας της ως άνω προθεσμίας.
β) Μετά πάροδο της προθεσμίας της περίπτωσης α) και εφόσον οι κινητές αξίες παραμένουν στον ειδικό λογαριασμό του δικαιούχου και δεν έχει οριστεί ως προς
αυτές χειριστής σύμφωνα με την περίπτωση α), οι σχετικές κινητές αξίες εκποιούνται αναγκαστικά, εφαρμοζομένων αναλογικά των διατάξεων των περιπτώσεων β) και γ) της παραγράφου 7 και το προϊόν της εκποίησης ή οι μη εκποιηθείσες κατά την παρ. γ) της παραγράφου 7 κινητές αξίες κατατίθενται με τη σχετική επιβάρυνση στο Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων.
γ) Για ενεχυριάσεις ή επιβαρύνσεις μετά την πάροδο διμήνου από την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου δεν εφαρμόζεται το άρθρο 15 παρ. 3 περ. δ) της απόφασης 3/304/10.6.2004 της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς «Κανονισμός Λειτουργίας Συστήματος Άυλων Τίτλων» και κάθε σχετική μεταφορά και δέσμευση κινητών αξιών υλοποιείται αντί του ειδικού λογαριασμού, στο λογαριασμό του δικαιούχου στο Σ.Α.Τ. υπό το χειρισμό χειριστή που ορίζεται με τη σχετική σύμβαση.
δ) Οι περιπτώσεις α) και β) εφαρμόζονται και στην περίπτωση όπου ως προς τις δεσμευμένες λόγω ενεχυρίασης ή επιβάρυνσης κινητές αξίες έχει επιβληθεί κατάσχεση.
9. Ο διαχειριστής του Σ.Α.Τ. με απόφασή του καθορίζει κάθε τεχνική ή διαδικαστική λεπτομέρεια ως προς την εφαρμογή των διαδικασιών των παραγράφων 7 και 8 εντός μηνός από την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου. Η ως άνω απόφαση καθώς και οι ανακοινώσεις που αφορούν στις διαδικασίες εκποίησης σύμφωνα με την περίπτωση β) της παραγράφου 7 και την περίπτωση β) της παραγράφου 8 δημοσιοποιούνται υποχρεωτικώς στην ιστοσελίδα του διαχειριστή του Σ.Α.Τ. καθώς και σε μία (1) ημερήσια πολιτική και μία (1) οικονομική εφημερίδα που εκδίδεται στην Αθήνα ευρείας κυκλοφορίας σε ολόκληρη τη χώρα.
Άρθρο 30
Τροποποιούμενες διατάξεις
1. Η παράγραφος 1 του άρθρου 78 του ν. 3606/2007 τροποποιείται ως εξής:
«Άρθρο 78
Ειδικές διατάξεις για την κατάσχεση
1. Εφόσον κατασχεθούν εις χείρας μέλους σε Σύστημα χρηματοπιστωτικά μέσα, που δε συνιστούν και ούτε έχουν ως υποκείμενη αξία κινητές αξίες, τα οποία, κατά το χρόνο της κατάσχεσης, είχαν πωληθεί χωρίς να έχει γίνει
ακόμη η εκκαθάριση της σχετικής συναλλαγής ή είχαν λήξει γεννώντας υποχρεώσεις παράδοσης της υποκείμενης αξίας έναντι καταβολής του τιμήματος, αντικείμενο της κατάσχεσης αποτελεί το προϊόν της πώλησης ή της ως άνω λήξης μετά την αφαίρεση φόρων, προμηθειών και λοιπών τελών και εξόδων, που περιέρχεται στο μέλος αφού συμψηφισθούν τυχόν υφιστάμενες κατά το χρόνο της κατάσχεσης αντίθετες χρηματικές απαιτήσεις του μέλους κατά του δικαιούχου του προϊόντος της πώλησης ή της λήξης μετά την αφαίρεση φόρων, προμηθειών και λοιπών τελών και εξόδων.».
2. Ο όρος «κεφάλαια» της παραγράφου 2 του άρθρου 82 του ν. 3606/2007 αντικαθίσταται με τον όρο «Κεφάλαια».
3. Η παράγραφος 2 του άρθρου 9 του ν. 2579/1998, όπως ισχύει, αντικαθίσταται ως εξής:
«2. Επιβάλλεται φόρος με συντελεστή δύο τοις χιλίοις (2%ο) στις πωλήσεις μετοχών εισηγμένων σε οργανωμένη αγορά ή πολυμερή μηχανισμό διαπραγμάτευσης που λειτουργεί στην Ελλάδα κατά την έννοια του ν. 3606/2007 ανεξάρτητα από το αν οι σχετικές συναλλαγές διενεργούνται εντός ή εκτός των τόπων διαπραγμάτευσης («Φόρος Πώλησης»).
β. Ο Φόρος Πώλησης υπολογίζεται επί της αξίας πώλησης των μετοχών και βαρύνει τον πωλητή, φυσικό ή νομικό πρόσωπο, ενώσεις προσώπων ή ομάδες περιουσίας, χωρίς να εξετάζεται η ιθαγένεια και ο τόπος που διαμένουν ή κατοικούν ή έχουν την έδρα τους. Σε περίπτωση που δεν καταχωρίζεται τιμή, ο φόρος υπολογίζεται επί της τιμής κλεισίματος του τίτλου, την ημέρα που διενεργήθηκε η συναλλαγή.
γ. Ο Φόρος Πώλησης επιβάλλεται επίσης και στις πωλήσεις μετοχών εισηγμένων σε αλλοδαπά χρηματιστήρια ή σε άλλους διεθνώς αναγνωρισμένους χρηματιστηριακούς θεσμούς εφόσον οι πωλητές είναι φυσικά πρόσωπα που έχουν την κατοικία τους στην Ελλάδα ή ημεδαπές επιχειρήσεις ή αλλοδαπές επιχειρήσεις που έχουν μόνιμη εγκατάσταση στην Ελλάδα. Ο οφειλόμενος φόρος υπολογίζεται επί της αξίας πώλησης των μετοχών, η οποία αναγράφεται στα εκδιδόμενα αποδεικτικά στοιχεία και αποδίδεται από τον πωλητή στη Δημόσια Οικονομική Υπηρεσία, στην οποία υπάγεται αυτός, μέσα στο πρώτο δεκαπενθήμερο του επόμενου μήνα από αυτόν εντός του οποίου πωλήθηκαν οι μετοχές.
δ. Ο συντελεστής του πρώτου εδαφίου μπορεί να τροποποιείται με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών.
ε. Ο Φόρος Πώλησης υπολογίζεται και παρακρατείται κατά το διακανονισμό των συναλλαγών σε ημερήσια βάση, σύμφωνα με τις επόμενες παραγράφους.
στ. Ο Φόρος Πώλησης επί των συναλλαγών που διακανονίζονται από κεντρικό αποθετήριο τίτλων, υπολογίζεται και παρακρατείται από το κεντρικό αποθετήριο τίτλων, το οποίο χρεώνει σε ημερήσια βάση με τον Φόρο Πώλησης τους συμμετέχοντες σε αυτό, για λογαριασμό των πωλητών.
ζ. Τον αναλογούντα φόρο για τις πωλήσεις μετοχών που διακανονίστηκαν μέσα σε κάθε μήνα, υποχρεούται το κεντρικό αποθετήριο τίτλων να αποδίδει, σύμφωνα με τις διαδικασίες του, εφάπαξ στην αρμόδια για τη φορολογία του Δ.Ο.Υ. με δήλωση που υποβάλλεται μέχρι το τέλος του πρώτου δεκαπενθήμερου του επόμενου μήνα από το μήνα που διακανονίστηκαν οι πιο πάνω συναλλαγές.
η. Εφόσον ο διακανονισμός των συναλλαγών πώλησης διενεργείται εκτός του κεντρικού αποθετηρίου τίτλων, ο υπολογισμός και η χρέωση του σχετικού Φόρου Πώλησης βαρύνει τον συμμετέχοντα του κεντρικού αποθετηρίου τίτλων ή άλλο διαμεσολαβητή κατά την έννοια της περίπτωσης α) του άρθρου 2 του νομοσχεδίου που ενεργεί μέσω αυτού και ο οποίος διαμεσολαβεί στην εκτέλεση της συναλλαγής πώλησης για τον πωλητή. Το συνολικό ποσό του αναλογούντος φόρου συγκεντρώνεται από το συμμετέχοντα βάσει των επιμέρους δηλώσεων και καταβολών των διαμεσολαβητών. Το κεντρικό αποθετήριο τίτλων αποδίδει τον αναλογούντα φόρο βάσει δήλωσης που διαβιβάζεται σε αυτό από τον συμμετέχοντα. Ο τύπος και το περιεχόμενο της δήλωσης του συμμετέχοντος ως και η διαδικασία συλλογής δηλώσεων και πληροφοριών ορίζονται από το κεντρικό αποθετήριο τίτλων. Ο φόρος αποδίδεται σε μηνιαία βάση, στην αρμόδια για τη φορολογία του κεντρικού αποθετηρίου τίτλων Δ.Ο.Υ. για όλες τις συναλλαγές πώλησης που διενεργήθηκαν και διακανονίστηκαν κατά τον προηγούμενο μήνα του μήνα απόδοσης. Η απόδοση του φόρου διενεργείται εντός του πρώτου δεκαπενθημέρου του σχετικού μήνα απόδοσης.
θ. Ο Φόρος Πώλησης δεν επιβάλλεται ή δεν παρακρατείται, κατά περίπτωση, εφόσον προβλέπεται εξαίρεση δυνάμει ειδικών διατάξεων νόμου. ».
4. Το Μέρος Δεύτερο του ν. 3606/2007 αντικαθίσταται ως εξής:
α) «1. Ο τίτλος του δεύτερου μέρους του ν. 3606/2007 τροποποιείται ως εξής:
«ΜΕΡΟΣ ΔΕΥΤΕΡΟ ΣΥΣΤΗΜΑΤΑ ΚΕΝΤΡΙΚΟΥ ΑΝΤΙΣΥΜΒΑΛΛΟΜΕΝΟΥ ΚΑΙ ΕΚΚΑΘΑΡΙΣΗΣ ΚΑΙ ΑΛΛΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ».
β) Ο τίτλος του Κεφαλαίου Α΄ του Μέρους Δεύτερου του ν. 3606/2007 τροποποιείται ως εξής:
«ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α΄ ΑΔΕΙΟΔΟΤΗΣΗ ΚΑΙ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ ΣΥΣΤΗΜΑΤΩΝ ΚΕΝΤΡΙΚΟΥ ΑΝΤΙΣΥΜΒΑΛΛΟΜΕΝΟΥ ΚΑΙ ΕΚΚΑΘΑΡΙΣΗΣ»
γ) Η παράγραφος 1 του άρθρου 72 του ν. 3606/2007 αντικαθίσταται ως εξής:
«1. Για τους σκοπούς του Μέρους αυτού νοούνται ως:
(α) «Σύστημα»: Σύστημα κεντρικού αντισυμβαλλομένου, εκκαθάρισης, παρεμφερείς μηχανισμοί με ομοειδή χαρακτηριστικά ή και συνδυασμοί αυτών των συστημάτων που ασκούν δραστηριότητες οριστικοποίησης ή διευθέτησης της οριστικοποίησης σε χρηματοπιστωτικά μέσα.
(β) «Διαχειριστής συστήματος»: Πρόσωπο ή πρόσωπα που διαχειρίζονται ή διευθύνουν τις δραστηριότητες Συστήματος.».
δ) Η παράγραφος 2 του άρθρου 73 του ν. 3606/2007 αντικαθίσταται ως εξής:
«2. Το Σύστημα πρέπει κατ’ ελάχιστο να παρέχει τα απαραίτητα εχέγγυα οργάνωσης για την άσκηση των δραστηριοτήτων εκκαθάρισης ή κεντρικού αντισυμβαλλομένου στο πλαίσιο λειτουργίας του, εφαρμοζόμενων αναλόγως των διατάξεων των περιπτώσεων α΄, β΄, γ΄ και στ΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 43, και επιπλέον:
(α) Να διαθέτει τους απαραίτητους μηχανισμούς για την αποτροπή συστημικών κινδύνων και τη συμμόρφωσή του με τις περί του αμετάκλητου του διακανονισμού διατάξεις του ν. 1789/2000 (Α΄ 21).
(β) Να λειτουργεί βάσει κανόνων που να διασφαλίζουν την ύπαρξη συνθηκών διαφάνειας ως προς την άσκηση των δραστηριοτήτων εκκαθάρισης ή κεντρικού αντισυμβαλλομένου στο πλαίσιο λειτουργίας του, την ύπαρξη επαρκών και αποτελεσματικών όρων πρόσβασης των μελών του ως και την ύπαρξη συνθηκών που να επιτρέπουν την άνευ διακρίσεων πρόσβαση, περιλαμβανομένης της εξ αποστάσεως πρόσβασης.
(γ) Να διαθέτει Κανονισμό λειτουργίας Συστήματος με τον οποίο ρυθμίζονται ιδίως θέματα σχετικά με τις διαδικασίες κεντρικού αντισυμβαλλομένου ή εκκαθάρισης που εφαρμόζει, τους κανόνες πρόσβασης στο σύστημα και τις υποχρεώσεις των μελών σε αυτό, τους κανόνες διαχείρισης κινδύνου για τη διασφάλιση της ομαλής λειτουργίας του συστήματος καθώς και την ύπαρξη κεφαλαίου ασφαλειοδοτικού χαρακτήρα ή την υποχρέωση των μελών του για την παροχή ασφαλειών.».
ε) Η παράγραφος 5 του άρθρου 73 του ν. 3606/2007 αντικαθίσταται ως εξής:
«5. Με απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς μπορεί επίσης να ορίζονται οι όροι και οι προϋποθέσεις βάσει των οποίων τα Συστήματα δύνανται να αναλαμβάνουν την εκκαθάριση συναλλαγών που διενεργούνται σε αγορές άλλων κρατών – μελών ή τρίτης χώρας».
στ) Η παράγραφος 2 του άρθρου 74 του ν. 3606/2007 καταργείται.
5. Το άρθρο 24 του ν. 2915/2001 τροποποιείται ως εξής: «Το απόρρητο των κάθε μορφής καταθέσεων σε πιστωτικά ιδρύματα, καθώς και των κινητών αξιών που τηρούνται σε λογιστική μορφή σε κεντρικό αποθετήριο τίτλων σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις δεν ισχύει έναντι του δανειστή που έχει δικαίωμα κατάσχεσης της περιουσίας του δικαιούχου της κατάθεσης ή της κινητής αξίας. Το απόρρητο αίρεται μόνο για το χρηματικό ποσό που απαιτείται για την ικανοποίηση του δανειστή.».
6. Οι διατάξεις των προηγούμενων παραγράφων ισχύουν από τη θέση σε ισχύ της απόφασης της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς που προβλέπεται στην παράγραφο 2 του άρθρου 29.
Άρθρο 31
Ισχύς
Ο παρών νόμος ισχύει από τη δημοσίευσή του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως εκτός από τις διατάξεις των άρθρων 29 και 30 που ισχύουν σύμφωνα με τους προβλεπόμενους σε αυτές όρους ισχύος.