Τρεις πανεπιστημιακοί γιατροί του ΑΠΘ καταδικάστηκαν σε πολυετείς ποινές κάθειρξης, καθώς το Τριμελές Εφετείο Κακουργημάτων Θεσσαλονίκης τους έκρινε ένοχους για δωροδοκία και ξέπλυμα βρόμικου χρήματος, κατηγορίες που συνδέονταν με παράνομες αμοιβές και υπερκοστολογήσεις υλικών από την εταιρία ιατροτεχνολογικού υλικού DePuy.
Σύμφωνα με το παραπεμπτικό βούλευμα αυτό, η DePuy πουλούσε ορθοπεδικά υλικά σε ελληνικά νοσοκομεία υπερτιμολογημένα κατά 35%. Το 20% της προσαύξησης φέρεται να κατέληγε στις τσέπες γιατρών που είχαν παραγγείλει τα συγκεκριμένα υλικά, άλλοτε με απευθείας παράδοση χρημάτων και άλλοτε με διάφορες προσφορές και δώρα.
Απολογούμενοι στο δικαστήριο, οι τρεις γιατροί αρνήθηκαν οποιαδήποτε σχέση με παράνομες συναλλαγές και επίσης υποστήριξαν ότι δεν χρέωσαν το ελληνικό δημόσιο, από τη στιγμή που, όπως λένε, τα νοσοκομεία στα οποία υπηρετούσαν έως και σήμερα δεν έχουν καταβάλει τις οφειλές τους προς την εταιρεία.
Ωστόσο, παρά τις μεγάλες ποινές (11 ετών, στον καθένα, ενώ ο τρίτος τιμωρήθηκε με συνολική ποινή κάθειρξης 14 ετών) αφέθηκαν ελεύθεροι υπό τον όρο καταβολής χρηματικής εγγυοδοσίας από 10.000 έως 15.000 ευρώ.
Ο πρόεδρος του Χριστιανοδημοκρατικού Κόμματος Ελλάδος Νίκος Νικολόπουλος με ερώτηση του στη Βουλή ζήτησε να μάθει αν θα ζητηθεί αναίρεση στην απόφαση αυτή και αν η ΑΑΔΕ και ο κ. Πιτσιλής τι έκαναν και τι θα κάνουν για να ελέγξουν το Πόθεν Έσχες αυτών.
Η υφυπουργός Οικονομικών Κατερίνα Παπανάτσιου απάντησε ότι από το ΣΔΟΕ συντάχθηκε έκθεση προκαταρκτικής εξέτασης για τους εμπλεκομένους και η οποία διαβιβάστηκε στην Εισαγγελία Εφετών Αθηνών.