ΚΥΠΡΟΣ : Στο σκαμνί θα βρεθεί η Δημοκρατία για θέματα που αφορούν πρόσφυγες και το δικαίωμά τους σε αποζημιώσεις που δικαιούνται..
Ενώπιον των νομικών της ευθυνών για την άνιση κατανομή των οικονομικών βαρών της εισβολής, και συγκεκριμένα για τη μη αποζημίωση των προσφύγων που έχασαν τις περιουσίες τους, τους οποίους ειρήσθω εν παρόδω στοίβαξε σε συνοικισμούς ή τους έδωσε καμιά δεκαριά χιλιάδες ευρώ για να στεγαστούν σε ιδιόκτητα παραπήγματα και νομίζει ότι ξόφλησε, θα βρεθεί και πάλι η Δημοκρατία. Η οποία είναι η ίδια που ακόμα και μετά την οικονομική κρίση επιτρέπει τη δέσμευση (memo) ολόκληρης της περιουσίας οικογενειών στα κατεχόμενα και όχι μόνο του οφειλέτη όταν πλέον αδυνατεί να αποπληρώσει δάνειο που έχει εξασφαλίσει μέσω του Κεντρικού Φορέα Ισότιμης Κατανομής Βαρών και επίσης είναι η ίδια που στέλνει τους Ε/Κ στην επιτροπή αποζημιώσεων των κατεχομένων για να ξεπουλούν την περιουσία τους σε εξευτελιστικές τιμές αντί, 44 χρόνια μετά την εισβολή, να έχει δημιουργήσει έστω μια ε/κ επιτροπή αποζημιώσεων ή μια επιτροπή που θα αγοράζει η ίδια περιουσίες Ε/Κ στα κατεχόμενα όταν αυτό είναι αναγκαίο για οποιονδήποτε λόγο ήθελε ο ιδιοκτήτης.
Αυτή τη φορά η Δημοκρατία θα βρεθεί στο σκαμνί επειδή από το 2009, που ο τότε δικαστής του Επαρχιακού Δικαστηρίου Αμμοχώστου Γ.Ν. Γιασεμή εξέδωσε ενδιάμεση απόφαση βάσει της οποίας αναγνώρισε ότι οι πρόσφυγες έχουν δικαίωμα στη διεκδίκηση αποζημιώσεων για τις φορολογίες που τους επιβάλλονται και είναι οι ίδιες με αυτές των μη προσφύγων, παρήλθαν 8 χρόνια και ακόμα να εξεταστεί οποιαδήποτε εκ των περίπου 150 αγωγών που καταχωρίσθηκαν εναντίον της από το 2012 και διά αυτών ζητείται θεραπεία στη βάση της ενδιάμεσης απόφασης του κ. Γιασεμή. Συγκεκριμένα, ο εν λόγω δικαστής, τον Νοέμβριο του 2009 αποφαινόταν με ενδιάμεση απόφαση ότι υπάρχει αγώγιμο δικαίωμα των προσφύγων να διεκδικήσουν αποζημιώσεις για την άνιση κατανομή των βαρών της κατοχής, αλλά στην τελική του απόφαση έκρινε ότι εξέφευγε της δικαιοδοσίας του επαρχιακού δικαστηρίου να προχωρήσει και να εξετάσει την αγωγή για αποζημιώσεις. Ως εκ τούτου, τον Φεβρουάριο του 2012 καταχωρίσθηκε πολιτική έφεση από τον Θωμά Καούλλα (μέλος της Κίνησης Διεκδίκησης Δικαιωμάτων Προσφύγων και Παθόντων) εναντίον της άρνησης του επαρχιακού δικαστηρίου να εξετάσει την αγωγή με την οποία ο εφεσείοντας αξίωνε το ποσό των περίπου 10 εκατ. ευρώ ως ειδικές αποζημιώσεις ένεκα των παραβάσεων της Δημοκρατίας.
Πέντε χρόνια μετά
Της έφεσης – και εδώ είναι το πλέον εξωφρενικό – είχε επιληφθεί το Ανώτατο Δικαστήριο τουλάχιστον 1,5 χρόνο μετά (τον Οκτώβριο 2013) και ορίστηκε για προδικασία και ακρόαση στις 18 Ιανουαρίου 2017! Λόγω της μακράς καθυστέρησης αποσύρθηκε, με επιφύλαξη του δικαιώματος του ενάγοντος να καταχωρίσει αγωγή για παραβίαση του δικαιώματος διάγνωσης των αστικών του δικαιωμάτων εντός εύλογου χρόνου, η οποία αποτελεί και το αντικείμενο της παρούσας.
Πέραν των 150 οι αγωγές για αποζημιώσεις
Την περασμένη Δευτέρα καταχωρίστηκε αγωγή διά του δικηγορικού γραφείου Π. Αγγελίδης και Σία ΔΕΠΕ που αφορά το συγκεκριμένο ζήτημα. Στις λεπτομέρειες της αγωγής αναφέρεται: «Στις 9.10.2007 καταχωρίστηκε η υπ’ αριθμόν 743/2007 αγωγή εναντίον της Δημοκρατίας, μέσω του γενικού εισαγγελέα, η οποία εκδικάστηκε από το Επαρχιακό Δικαστήριο Αμμοχώστου και στις 5 Ιανουαρίου 2012 εκδόθηκε απόφαση. Αντικείμενο της αγωγής ήταν αξιώσεις του ενάγοντος ότι η Δημοκρατία, κατά παράβαση της αρχής της ισότητας, ουδέποτε διαμοίρασε το δημόσιο βάρος από την εισβολή και κατοχή επί Κυπρίων πολιτών προσφύγων εκτοπισθέντων και μη, και ουδέποτε αποζημίωσε και ή συνεισέφερε στους εκτοπισθέντες τουλάχιστον για τα απολεσθέντα εισοδήματά τους. Αντίθετα εισέπραττε μόνο φορολογίες και τέλη από τους εκτοπισθέντες που δραστηριοποιούνταν στις ελεύθερες περιοχές. Οι ειδικές αποζημιώσεις που αξιώνονταν στην εν λόγω αγωγή ένεκα των παραβάσεων της Δημοκρατίας έφταναν το ποσό των 9.964.594 ευρώ».
Με την αγωγή, πέραν του παραπάνω ποσού, αξιώνονται επίσης αποζημιώσεις για ζημιά και βλάβη μη χρηματικής φύσης ύψους 50.000 ευρώ, την οποία βλάβη, όπως σημειώνεται στην έκθεση απαίτησης, «ο ενάγων έχει υποστεί λόγω παραβίασης του δικαιώματός του σε διάγνωση των αστικών του δικαιωμάτων μέσα σε εύλογο χρόνο».
«Απλή η υπόθεση»
Δέον να σημειωθεί ότι ο ενάγων υποστηρίζει ότι η καθυστέρηση στην εκδίκαση της έφεσης ήταν αδικαιολόγητη «διότι η υπόθεσή του ήταν απλή, εφόσον δεν απασχολούσε την πλήρη ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου» και επίσης «δεν περιλάμβανε τα οιαδήποτε άλλα στοιχεία τα οποία θα δικαιολογούσαν την εν λόγω καθυστέρηση, όπως π.χ. την αλλαγή δικηγόρου, την εξαίρεση δικαστή, την καταχώριση συμπληρωματικών περιγραμμάτων έφεσης ή το ενδεχόμενο διαβουλεύσεων μεταξύ των διαδίκων με σκοπό την εξεύρεση εξώδικης συμβιβαστικής λύσης». Συνοπτικά ο ενάγων υποστηρίζει ότι η καθυστέρηση των 5 ετών αποκλειστικά για τον ορισμό ακρόασης της υπόθεσης και όχι της εκδίκασής της ξεπερνά τα όρια του εύλογου χρόνου εντός του οποίου πρέπει να απονέμεται η δικαιοσύνη και ως εκ τούτου «αποτελεί αδικαιολόγητη αλλά και ανεξήγητη καθυστέρηση».