Το καλοκαίρι του 2014 μια τρομοκρατική οργάνωση αναδείχθηκε για πρώτη φορά οιονεί κράτος, καταλαμβάνοντας έκταση συγκρίσιμη με εκείνη της Ελλάδας στο δυτικό Ιράκ και στην ανατολική Συρία. Τρία χρόνια αργότερα, το Ισλαμικό Κράτος φαίνεται να μπαίνει στον επιθανάτιο ρόγχο του στη Μεσοποταμία – αν και στο μεταξύ έχει προκαλέσει μεταστάσεις σε ένα μεγάλο γεωγραφικό τόξο, από τη Λιβύη και το Σινά μέχρι το Αφγανιστάν.
Στο Ιράκ, ύστερα από τις διαδοχικές ήττες του από τον κυβερνητικό στρατό και τις κουρδικές ένοπλες δυνάμεις (Πεσμεργκά), έχει απομείνει μόνο ένας αστικός θύλακος στη Χαουίτζα, κοντά στο Κιρκούκ, και έρημες εκτάσεις προς τα σύνορα με τη Συρία. Στη γειτονική χώρα τα εδάφη του συρρικνώθηκαν από 40% σε 12% τους τέσσερις τελευταίους μήνες.
Η τελική μάχη δίνεται στην κοιλάδα του Ευφράτη, σε δύο μέτωπα: στην περιοχή γύρω από το Ντέιρ αλ Ζορ, όπου ο στρατός του Ασαντ, από πολιορκούμενος που ήταν μέχρι πρότινος, διεξάγει τώρα εκκαθαριστικές επιχειρήσεις με τη βοήθεια της ρωσικής αεροπορίας και στη Ράκα, άτυπη πρωτεύουσα του χαλιφάτου, που ελέγχεται πλέον σε ποσοστό 80%-90% από τους Κούρδους και τους συμμάχους τους, που υποστηρίζονται από τις ΗΠΑ.
Τίποτα δεν δείχνει ότι η έκλειψη του Ισλαμικού Κράτους θα φέρει την ποθητή ειρήνη και σταθερότητα. Αντίθετα, φαίνεται να προοιωνίζεται μια νέα εποχή τεκτονικών ανατροπών σε ολόκληρη τη Μέση Ανατολή, συγκρίσιμη με τις αλλαγές συνόρων, την ανάδυση κρατών και τη δημιουργία προτεκτοράτων που συνόδευσαν τη διάλυση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Οπως τότε, έτσι και σήμερα, το πετρέλαιο και το φυσικό αέριο εξακολουθούν να αποτελούν πολύτιμα έπαθλα λυσσαλέων συγκρούσεων.
Το κενό που αφήνουν η υποχώρηση του Ισλαμικού Κράτους και η τραγική αποδυνάμωση της Συρίας και του Ιράκ (δύο εκ γενετής ασταθών, πολυεθνικών κρατών) οδηγεί σε παροξυσμό τον ανταγωνισμό των τεσσάρων ισχυρών εθνών-κρατών της περιοχής: της Τουρκίας, του Ισραήλ, του σιιτικού Ιράν και της σουνιτικής Σαουδικής Αραβίας.
Καταλυτικό ρόλο στις εξελίξεις παίζει το μεγαλύτερο έθνος χωρίς κράτος του σύγχρονου κόσμου, οι Κούρδοι, που βλέπουν μια ιστορική ευκαιρία δικαίωσης των αλυτρωτικών τους ονείρων. Στη στρατιωτική υποστήριξη που δέχονται οι Κούρδοι από τις ΗΠΑ, ήρθε να προστεθεί η ανοικτή υιοθέτηση της κουρδικής ανεξαρτησίας από τον Ισραηλινό πρωθυπουργό Μπέντζαμιν Νετανιάχου, κάτι που θύμισε στους παλαιότερους την υποστήριξη της Γκόλντα Μέιρ στον ιστορικό ηγέτη των Κούρδων (και πατέρα του σημερινού προέδρου του ιρακινού Κουρδιστάν) Μουσταφά Μπαρζανί. Προφανώς, το Ισραήλ έχει κάθε λόγο να επιθυμεί ένα φιλικό κουρδικό κράτος, που θα του έδινε απόσταση ασφαλείας και στρατηγικό βάθος απέναντι στους Αραβες και τους Πέρσες.
Για την ώρα, ο μεγάλος κερδισμένος από τις εξελίξεις είναι η Ρωσία του Βλαντιμίρ Πούτιν. Η γαλλική Le Monde μιλούσε τις προάλλες για Pax Putina στη Συρία, όπου ο στρατός του Ασαντ ελέγχει πλέον όχι μόνο τις μεγαλύτερες πόλεις στο πυκνοκατοικημένο δυτικό τμήμα της χώρας, αλλά και το μεγαλύτερο μέρος της επικράτειας. Την ίδια ώρα η Ρωσία –η μόνη μεγάλη δύναμη που δεν καταδίκασε το δημοψήφισμα των ιρακινών Κούρδων για ανεξαρτησία– εξελίσσεται με ταχύτατους ρυθμούς στον υπ’ αριθμόν ένα ξένο επενδυτή στο ιρακινό Κουρδιστάν, με τελευταίο ορόσημο μεγάλη συμφωνία της ρωσικής Rosneft για το κουρδικό φυσικό αέριο.
Ωστόσο, όσο προχωράει το «τέλος της παρτίδας» στη Συρία, ο κίνδυνος «ατυχήματος» στον αγώνα δρόμου Ρωσίας – Αμερικής για την εξασφάλιση των καλύτερων δυνατών θέσεων στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων μεγαλώνει. Ηδη από την περασμένη εβδομάδα ο στρατός του Ασαντ και η ρωσική αεροπορία επιχειρούν πολύ κοντά στις υποστηριζόμενες από τις ΗΠΑ SDF, ανατολικά του Ευφράτη, στο τόξο Ράκα – Ντέιρ αλ Ζορ. Οσο η πολιτική λύση για τη Συρία και το Ιράκ εξακολουθεί να αποτελεί μαγική εικόνα, ο κίνδυνος του μοιραίου ατυχήματος θα βρίσκεται καθημερινά στην ημερήσια διάταξη.
Τύμπανα πολέμου στο Κουρδιστάν
Ακόμη και στο παρά πέντε, το δημοψήφισμα για την ανεξαρτησία του ιρακινού Κουρδιστάν, που είχε προγραμματιστεί για αύριο, Δευτέρα, βρισκόταν στον αέρα. Αντιμέτωπος με ασφυκτικές διεθνείς και εσωτερικές πιέσεις, ο επικεφαλής της τοπικής κυβέρνησης, Μασούντ Μπαρζανί, εμφανιζόταν ανοιχτός στο ενδεχόμενο ακύρωσης του δημοψηφίσματος αν η Βαγδάτη του προσέφερε μια «εναλλακτική λύση» για την ανεξαρτησία, με σαφείς εγγυήσεις από τις Ηνωμένες Πολιτείες και την Ευρωπαϊκή Ενωση.
Τα προηγούμενα εικοσιτετράωρα, η κατάσταση μύριζε μπαρούτι στο βόρειο Ιράκ, καθώς Τουρκία, Ιράκ και Ιράν –τρεις χώρες με μεγάλους κουρδικούς πληθυσμούς– συντόνιζαν τις πιέσεις τους στον Μπαρζανί. Ο τουρκικός στρατός πραγματοποίησε αιφνιδιαστικές ασκήσεις στα σύνορα με το Ιράκ, ενώ η αεροπορία βομβάρδισε περιοχές του ιρακινού Κουρδιστάν πάνω από το Ντουχόκ.
Σύμφωνα με την Αγκυρα, στόχος ήταν βάσεις του ΡΚΚ, της ένοπλης αποσχιστικής οργάνωσης των Κούρδων της Τουρκίας στα βουνά Καντίλ, ενώ τα κουρδικά μέσα ανέφεραν ότι επτά άμαχοι έχασαν τη ζωή τους στη διάρκεια των βομβαρδισμών.
Την ίδια στιγμή, ο κυβερνητικός στρατός του Ιράκ ξεκινούσε επιχειρήσεις για την ανακατάληψη της πόλης Χαουίτζα από το Ισλαμικό Κράτος, χωρίς τη συμμετοχή των Πεσμεργκά. Ηταν μια σαφής προειδοποίηση προς τον Μπαρζανί ότι ο στρατός της Βαγδάτης δεν θα μείνει με σταυρωμένα τα χέρια αν γίνει, τελικά, το δημοψήφισμα, ιδίως αν συμπεριληφθεί σε αυτό και η πολυεθνική πόλη του Κιρκούκ, ένα από τα μεγαλύτερα κέντρα της παραγωγής ιρακινού πετρελαίου. Στο ίδιο το Κιρκούκ, η ατμόσφαιρα ήταν εξαιρετικά ηλεκτρισμένη λόγω της πρώτης φονικής σύγκρουσης Κούρδων – Τουρκμενίων και της παρουσίας σιιτικών, φιλοϊρανικών πολιτοφυλακών που απειλούσαν ότι θα κάνουν τα πάντα για να αποτρέψουν το δημοψήφισμα. Το κοινό μέτωπο Τουρκίας – Ιράκ – Ιράν στο Κουρδικό τονίστηκε εμφαντικά το βράδυ της Τετάρτης με τη συνάντηση των τριών υπουργών Εξωτερικών στο περιθώριο της Γενικής Συνέλευσης του ΟΗΕ, στη Νέα Υόρκη.
Στην κρίσιμη αυτή συγκυρία, οι Κούρδοι του βορείου Ιράκ εμφανίζονται για άλλη μία φορά διχασμένοι. Το κόμμα Γκοράν (δεύτερο σε ψήφους, αλλά χωρίς ένοπλο τμήμα) και η Κουρδική Ισλαμική Ενωση κατηγόρησαν τον Μπαρζανί ότι προσφεύγει στο δημοψήφισμα για να θωρακίσει την κλονισμένη θέση του (κυβερνά ενώ έχει τελειώσει από καιρό η θητεία του, κόβει τους μισθούς δημοσίων υπαλλήλων).
Τα δύο κόμματα τον πιέζουν να δεχτεί την απροσδιόριστη «εναλλακτική» που υποτίθεται ότι του προσφέρουν οι Αμερικανοί, προειδοποιώντας ότι αν επιμείνει στην τυχοδιωκτική, κατ’ αυτούς, απόφαση, οι Κούρδοι μπορεί να χάσουν και την αυτονομία που ήδη διαθέτουν. Διστακτικό εμφανίζεται και το PUK του Ταλαμπανί, που διατηρεί καλές σχέσεις με την Τεχεράνη και από στρατιωτική άποψη είναι εξίσου ισχυρό με το KDP του Μπαρζανί.
Αναγκαστική αλλαγή πορείας Ερντογάν
Αιώνες μοιάζει να έχουν περάσει από την Αραβική Ανοιξη του 2011, όταν η Τουρκία του Ερντογάν μεθούσε με την προέλαση του πολιτικού Ισλάμ, που έθρεφε τα νεοοθωμανικά όνειρα του Νταβούτογλου. Σήμερα, οι Αδελφοί Μουσουλμάνοι της Αιγύπτου είναι στην παρανομία ή στη φυλακή. Το Κατάρ, από τους πιο σταθερούς συμμάχους της Τουρκίας, υφίσταται σκληρότατη πίεση από τη Σαουδική Αραβία του πρίγκιπα Μοχάμεντ μπιν Σαλμάν, θιασώτη της πιο σκληρής γραμμής απέναντι στην Αδελφότητα. Εγκαταλελειμμένη από τους υποστηρικτές της, η παλαιστινιακή Χαμάς παραιτείται από τη διακυβέρνηση της Γάζας. Το χειρότερο απ’ όλα, ο συριακός εμφύλιος όχι μόνο δείχνει να κερδίζεται από τον Ασαντ, αλλά έχει δημιουργήσει μια κουρδική οντότητα στο μεγαλύτερο μέρος των συνόρων με την Τουρκία. Επιδεικνύοντας, έστω και καθυστερημένα, πολιτικό ρεαλισμό, ο Ταγίπ Ερντογάν προχώρησε σε θεαματικές αλλαγές συμμαχιών και στόχων. Η εξομάλυνση των σχέσεων με τη Ρωσία προχώρησε μέχρι την αγορά πυραύλων S-400 και την τριμερή συνεργασία Αγκυρας – Μόσχας – Τεχεράνης για το Συριακό. Αφού απέσυρε τις αξιώσεις της για απομάκρυνση του Ασαντ, η Τουρκία συμφώνησε με τις άλλες δύο δυνάμεις, που υποστηρίζουν τον Σύρο πρόεδρο, τη δημιουργία τεσσάρων «ζωνών αποκλιμάκωσης», όπου θα εγκατασταθούν στρατεύματα και των τριών χωρών για να εγγυηθούν την ανακωχή. Τίποτα όμως δεν έχει αποκρυσταλλωθεί οριστικά. Η ευκαιριακή σύγκλιση της Τουρκίας με Ρωσία και Ιράν είναι πολύ δύσκολο να μετατραπεί σε στρατηγική συμμαχία, ενώ η αποξένωσή της από ΗΠΑ και Ισραήλ είναι βέβαιο ότι θα της κοστίσει πανάκριβα, εάν μονιμοποιηθεί.