Μια κυρίαρχη, ενωμένη δημοκρατική Ευρώπη”. Αυτό είναι το όραμα του Γάλλου προέδρου Emmanuel Macron το οποίο περιέγραψε στην ομιλία του ορόσημο στις 26 Σεπτεμβρίου στη Σορβόνη στο Παρίσι. Η έκκληση για μια περισσότερο ενωμένη και δημοκρατική ΕΕ δεν είναι νέα. Ωστόσο, το να διαβεβαιώνει ο ηγέτης μιας μεγάλης χώρας ότι η ευρωπαϊκή ενοποίηση ενισχύει την εθνική κυριαρχία αντί να την περιορίζει, είναι αναζωογονητικό.
Η τελευταία δεκαετία ήταν δύσκολη για την ΕΕ, εάν αναλογιστεί κανείς το συνδυασμό των οικονομικών κρίσεων και των κρίσεων ασφαλείας, μαζί με την απόφαση του Brexit το 2016 και την άνοδο του ευρωσκεπτικισμού στην Ευρώπη. Ακόμη κι έτσι, “ξεχνάμε ότι είμαστε στις Βρυξέλλες… Μόνο η Ευρώπη μπορεί να μας δώσει κάποια ικανότητα δράσης στον σημερινό κόσμο”, τονισε ο Macron. Ενίσχυσε το τολμηρό του όραμα με μια λίστα προτάσεων πολιτικής, συμπεριλαμβανομένης και της ευρωπαϊκής άμυνας.
Το αμυντικό όραμα του Macron φαίνεται να αντλεί λιγότερα από την παραδοσιακή γαλλική στρατηγική ιδεολογία ή μια τελεολογική ιδέα της ευρωπαϊκής ενοποίησης και περισσότερα από την επείγουσα στρατηγική αναγκαιότητα του να εργαστούν μαζί, ωθούμενοι με μια ισχυρή έννοια πολιτικής ευκαιρίας.
Ο κύριος στρατιωτικός στόχος του Macron είναι να δώσει στους Ευρωπαιους τη δυνατότητα να δρουν αυτόνομα όταν χρειαστεί, συμπληρώνοντας τον εδαφικό αμυντικό ρόλο του ΝΑΤΟ με μια ευρωπαϊκή ικανότητα επέμβασης στο εξωτερικό, ιδιαίτερα στα νότια της Ευρώπης. Θέλει οι κυβερνήσεις της ΕΕ να εφαρμόσουν γρήγορα τις πρόσφατα συμφωνηθείσες πρωτοβουλίες, όπως το ΕΥρωπαϊκό Ταμείο Άμυνας και Μόνιμης Δομημένης Συνεργασίας. Θα επιθυμούσε οι εθνικοί στρατοί να είναι ανοιχτοί σε στρατιώτες από όλη την ΕΕ, μαζι με την ιδέα που περιλαμβάνεται επίσης στη Λευκή Βίβλο Ασφαλείας της Γερμανίας το 2016.
Και ο Macron έχει τρεις άλλες κύριες προτάσεις: την καθιέρωση μιας κοινής δύναμης επέμβασης, ενός ενιαίου αμυντικού προϋπολογισμού και ενός ενιαίου δόγματος για δράση.
Χωρίς αμφιβολία, ορισμένοι υπερασπιστές της άμυνας θα απορρίψουν αυτές τις ιδέες ως παλιό γαλλικό κρασί σε νέα ευρωπαϊκά μπουκάλια. Για παράδειγμα, τα εδώ και 25 χρόνια Eurocorps -ένας τύπος ενιαίας στρατιωτικής δύναμης που εδρεύει στο Στρασβούργο, όπου συμμετέχουν 10 χώρες- σπανίως έχει χρησιμοποιηθεί. Ομοίως, οι ευρωπαϊκές μάχιμες ομάδες, μικρές πολυεθνικές μονάδες παρέμβασης από το 2007, δεν έχουν αναπτυχθεί ποτέ.
Αλλά ίσως οι σκεπτικιστές υποτιμούν τη σύγκλιση τριών παραγόντων.
Πρώτον οι Γάλλοι έχουν ρίξει νερο στο κρασί τους από το 2009 που επανεντάχθηκαν στη στρατιωτική διοίκηση του ΝΑΤΟ -που σημαίνει ότι τυχόν απομεινάρια αντί-ΝΑΤΟϊκής ιδεολογίας έχουν αντικατασταθεί από μια έντονη εστίαση σε οτιδήποτε δουλεύει καλύτερα στρατιωτικά.
Δεύτερον, αν και κάποιοι ίσως διαφωνήσουν, ο Macron ισχυρίζεται ότι οι ΗΠΑ απομακρύνονται σιγά-σιγά από την ευρωπαϊκή ασφάλεια πάνω στην ώρα που το στρατηγικό περιβάλλον γίνεται πιο δύσκολο. Οι Ευρωπαίοι θα πρέπει να αναλάβουν μεγαλύτερη ευθύνη για τη δική τους ασφάλεια, και είναι καταδικασμένοι να συνεργαστούν από τη στιγμή που καμία χώρα δεν μπορεί να ανταπεξέλθει μόνη της.
Τρίτον, η γαλλική ηγετική θέση στην ασφάλεια σε συνδυασμό με τη γερμανική στην οικονομία, μπορέι να ξαναβάλει “μπροστά” την γαλλό-γερμανική πολιτική μηχανή, η οποία είναι απαραίτητη για την προώθηση της ΕΕ προς τα εμπρός. Ο Macron επιθυμεί να υπογράψει μια επικαιροποιημένη Συνθήκη των Ηλυσίων με τη νέα γερμανική κυβέρνηση τον Ιανουάριο του 2018, αν και μπορεί να πάει μέχρι να συμφωνήσει η νέα γερμανική κυβερνηση συνασπισμού στο πρόγραμμά της,
Οι προτάσεις του Macron για μια κοινή στρατιωτική δύναμη και έναν αμυντικό προϋπολογισμό είναι πιθανό να δημιουργήσουν περισσότερους τιτλους στα ΜΜΕ παρά η ιδέα του για ένα κοινό στρατιωτικό δόγμα. Και αυτό επειδή ακούγονται σαν μια ιδέα ενός ευρωπαϊκού στρατού, που τόσο πολύ αγαπά μια ομάδα φεντεραλιστών πολιτικών (και τόσο δεν αρέσει σε κάποιους ευρωσκεπτικιστές).
Στην πραγματικότητα, οι προτάσεις του είναι περισσότερο παρόμοιες με το πνεύμα για την ανοικοδόμηση μιας de facto στρατιωτικής συμμαχίας από τη βάση προς τα επάνω, η οποία θα περιλάμβανε πολλές μορφές διακυβερνητικής στρατιωτικής συμμαχίας, από την ίδρυση ενός ομοσπονδιακού στρατού της ΕΕ που κατευθύνεται από τα θεσμικά όργανα των Βρυξελλών. Οι περισσότερες κυβερνήσεις της ΕΕ είναι ενστικτωδώς ατλαντιστικές σε στρατιωτικά θέματα. Ο Macron θέλει να ενισχύσει την ευρωπαϊκή τους διαίσθηση.
Ωστόσο, η ανάπτυξη ενός αποτελεσματικού κοινού στρατιωτικού δόγματος θα μπορούσε να αποδειχθεί πολύ πιο δύσκολο από τη δημιουργία μιας κοινής δύναμης ή ενός ενιαίου προϋπολογισμού. Ένα αποτελεσματικό στρατιωτικό δόγμα θα πρέπει να βοηθάει τις ένοπλες δυνάμεις να σχεδιάζουν, να εκπαιδεύονται και να επιχειρούν από κοινού, χαράσσοντας μια σαφή εικόνα για τον κόσμο και μια αξιολόγηση των απειλών και την ικανοτήτων. Ιδανικά, τα στρατιωτικά δόγματα δίνουν προσανατολισμό στις ένοπλες δυνάμεις για την επιτυχημένη αντιμετώπιση των μελλοντικών καταστάσεων. Δεν είναι και μικρό πράγμα.
Επίσης, η ανάπτυξη ενός εθνικού δόγματος περιλαμβάνει σειρά παραγόντων, από υπουργεία μέχρι και ένοπλες δυνάμεις. Ο συνδυασμός των διαφορετικών προοπτικών των κυβερνήσεων της ΕΕ είναι ακόμη πιο δύσκολος. Λόγω των πολύ διαφορετικών στρατηγικών σκέψεων, ο κίνδυνος είναι μήπως οι κυβερνήσεις της ΕΕ παρέχουν ένα δυσλειτουργικό δόγμα στην πράξη. Για παράδειγμα, το έντονο χάσμα μεταξύ της γαλλικής και γερμανικής στάσης για τις στρατιωτικές παρεμβάσεις στο εξωτερικό, είναι καλά τεκμηριωμένο.
Προς τιμήν του, ο Macron αναγνώρισε πόσο δύσκολο θα ήταν αυτό, και ότι δεν έχει κόκκινες γραμμές, “μόνο ορίζοντες”. Ωστόσο, όπως και με την αμερικανική ηγεσία στο ΝΑΤΟ, μία λύση θα ήταν η Γαλλία -η οποία θα είναι μακράν η κορυφαία στρατιωτική δύναμη στην ΕΕ μόλις το Ηνωμένο Βασίλειο αποχωρήσει- να είναι το “γερμανικό μάρκο” της ευρωπαϊκής άμυνας. Αλλά η επόμενη γερμανική κυβέρνηση, για να μην αναφέρουμε άλλον, θα αφήσει τη Γαλλία να θέσει το στρατιωτικό πρότυπο για μια τέτοια θέση; Αυτο είναι ένα μεγάλο ερώτημα.
Το Ηνωμένο Βασίλειο που αποχωρεί, θα πρέπει να σκεφτεί να γίνει ένας από τους ισχυρότερους συμμάχους του Macron στην ευρωπαϊκή άμυνα. Το Λονδίνο δεν θα μπλοκάρει πλέον τις στρατιωτικές πρωτοβουλίες της ΕΕ και η πρόσφατη θέση της για την άμυνα μετά το Brexit κατέστησε σαφές ότι επιθυμεί να διατηρήσει μια πολύ στενή σχέση με την ΕΕ για στρατιωτικά θέματα, συμπεριλαμβανομένου και του να είναι έτοιμη να συνεισφέρει στις επιχειρήσεις.
Το Παρίσι θα ήταν συνετό να στηρίξει την επιθυμία του Λονδίνου για συνεχή στενή δέσμευση, από τη στιγμή που η βρετανική στρατηγική κουλτούρα είναι πιο κοντά σε αυτή της Γαλλίας. Ακόμη και αφού φύγει, το Ηνωμένο Βασίλειο θα συνεχίσει να έχει επιρροή σε άλλες κυβερνήσεις της ΕΕ αναφορικά με την άμυνα, συμπεριλαμβανομένου -αλλά όχι μόνο- και του ΝΑΤΟ, και με τρόπους που θα μπορούσαν να βοηθήσουν τη γαλλική ηγεσία. Με τη σειρά του το Ηνωμένο Βασίλειο θα ήταν σοφό να στηρίξει τις γαλλικές προτάσεις, από τη στιγμή που η αύξηση των ευρωπαϊκών στρατιωτικών προτύπων θα ωφελούσε επίσης και το ΝΑΤΟ.
Μια συμφωνία ΕΕ-Ηνωμένου Βασιλείου για τη στρατιωτική συνεργασία μετά το Brexit, θα μπορούσε να συμβεί μόνο αφού σημειωθεί μεγαλύτερο πρόοδος στην τωρινή συμφωνία αποχώρησης. Παρόλα αυτά, το πρόσθετο μπόνους μιας άμεσης και αποδοτικής συμφωνίας για τη στρατιωτική συνεργασία, είναι ότι θα μπορούσε να ενθαρρύνει μια πιο εποικοδομητική ατμόσφαιρα για τις ευρύτερες διαπραγματεύσεις σχετικά με τη σχέση του Ηνωμένου Βασιλείου με την ΕΕ μετά το Brexit.
Με άλλα λόγια, εάν είναι να υλοποιηθεί το τολμηρό όραμα του Macron, άλλες κυβερνήσεις της ΕΕ -ξέρετε ποιες- θα πρέπει να γίνουν λιγότερο δογματικές στην άμυνα. Επιπλέον, θα χρειαστεί να κάνουν ένα μεγάλο άλμα πίστης για να αγκαλιάσουν ένα ευρωπαϊκό αμυντικό δόγμα υπό την καθοδήγηση της Γαλλίας.