Στα δέκα χρόνια μετά το ξέσπασμα της παγκόσμιας οικονομικής κρίσης, η οργή των πολιτών σε όλο τον κόσμο εντάθηκε, διότι έβλεπαν τους δισεκατομμυριούχους και τις μεγάλες εταιρείες να εκμεταλλεύονται τα κενά στο διεθνές χρηματοπιστωτικό σύστημα για να μην πληρώνουν τους οφειλόμενους φόρους. Στη Βρετανία, λόγου χάρη, υπάρχει το μοντέλο της ελαχιστοποίησης φόρων για εταιρείες όπως οι Starbucks και Amazon. Αυτό το μοντέλο εκμεταλλεύονται διεφθαρμένοι αξιωματούχοι και πολιτικοί από όλο τον κόσμο, όπως κυβερνητικά στελέχη από τη Νιγηρία και διάφορες χώρες της Μέσης Ανατολής. Τα κεφάλαια που έχουν κλέψει τα «ξεπλένουν» μέσω βρετανικών τραπεζών, ενώ τα χρησιμοποιούν για να αγοράζουν υπερπολυτελή ακίνητα στο Λονδίνο. Είναι αλήθεια ότι εκατοντάδες δισ. στερλίνες διακινούνται μέσω αυτών των τραπεζών κάθε χρόνο, ενώ η Εγκληματολογική Υπηρεσία της Βρετανίας χαρακτηρίζει το «ξέπλυμα» σοβαρό πλήγμα στη φήμη της χώρας. Πόσο μάλλον όταν φέρεται ότι διοχετεύονται δισ. στερλίνες σε υπεράκτιες κτήσεις και εδάφη της Βρετανίας (Παρθένοι Νήσοι, Βερμούδες, Νήσος Μαν κ.λπ.), που πλουτίζουν από αυτές τις δραστηριότητες.
Η συγκέντρωση όλου αυτού του βρώμικου χρήματος δείχνει να λειτουργεί για τη Βρετανία ως απειλή αλλά και ως ευκαιρία. Αν η χώρα λάβει μέτρα κάθαρσης, δεν θα επιτρέπει πλέον σε φοροφυγάδες, εγκληματίες, χάκερ και τρομοκράτες να έχουν πρόσβαση σε ένα από τα μεγαλύτερα χρηματοπιστωτικά κέντρα του κόσμου. Επίσης, θα επιβάλει πολύ αυστηρούς κανόνες σχετικά με τα περιθώρια κινήσεών τους. Αν οι δημοκρατικές χώρες δεν ασκήσουν πίεση στους πλουσιότερους πολίτες του κόσμου και δεν ελέγξουν το συνεχώς διευρυνόμενο χάσμα μεταξύ αυτών που αντιπροσωπεύουν το 0,1% του πληθυσμού και όλων των υπολοίπων, σύντομα θα χάσουν το συγκριτικό τους πλεονέκτημα. Απαιτείται, μάλιστα, διεθνής συντονισμός για να ανακοπεί η ροή μαύρου χρήματος, εφόσον αυτό περνάει μέσω του διεθνούς χρηματοπιστωτικού μηχανισμού. Γι’ αυτό και η κυβέρνηση του τέως πρωθυπουργού της Βρετανίας, Ντέιβιντ Κάμερον, είχε θέσει ως ύψιστη προτεραιότητα την πάταξη της φοροαποφυγής και της διαφθοράς στη σύνοδο του G8 το 2013. Ακόμα και η διπλωματική ανακοίνωση εκείνης της συνόδου είχε θεωρηθεί ρηξικέλευθη. Προέβλεπε ότι τα στοιχεία και οι πληροφορίες για την πραγματική ιδιοκτησία των εταιρειών πρέπει να γίνονται γνωστά στις Αρχές. Οι εταιρείες, επίσης, θα πρέπει να σταματήσουν να διακινούν κεφάλαια από τη μία χώρα στην άλλη για να πληρώνουν λιγότερους φόρους, και οι φτωχές χώρες θα πρέπει να βοηθηθούν να εισπράξουν φόρους που τους οφείλονται. Οι ηγέτες του G8 ήλπιζαν ότι με την αντιμετώπιση των ελλείψεων του χρηματοπιστωτικού συστήματος και την πάταξη της διαφθοράς θα επιλύονταν πολλά μείζονα προβλήματα, όπως η φτώχεια, η παράτυπη μετανάστευση και η τρομοκρατία. Παρότι όδευε προς το δημοψήφισμα για την έξοδο ή την παραμονή της Βρετανίας, ο Ντέβιντ Κάμερον δεν απομακρύνθηκε από τον στόχο του για την αντιμετώπιση του μαύρου χρήματος. Ωστόσο, μετά το δημοψήφισμα η υπόσχεση Κάμερον για δημοσιοποίηση του στρατηγικού πλάνου κατά της διαφθοράς στα τέλη του 2016 δεν εκπληρώθηκε.
Η καμπάνια υπέρ της εξόδου της Βρετανίας στηρίχθηκε και στον φόβο για την έλευση μεταναστών από χώρες εκτός Ε.Ε. Ο κ. Κάμερον υποτίθεται ότι με τη στρατηγική του κατά της διαφθοράς θα βοηθούσε τις χώρες αυτών των μεταναστών, ώστε να μη χρειαστεί να τους δεχθούν πάλι πίσω. Τελικά, η αντιμεταναστευτική στάση και η δυσπιστία για την ακεραιότητα των πολιτικών επικράτησαν.